Το προσωπείο του Αγαμέμνονα είναι ένα εύρημα της ανασκαφής των Μυκηνών το 1876 από τον Ερρίκο Σλήμαν.
Το εύρημα είναι μία χρυσή νεκρική μάσκακαι βρέθηκε πάνω στο πρόσωπο ενός σώματος που βρέθηκε στον ταφικό θάλαμο Ε'. Ο Σλήμαν πίστευε ότι ανακάλυψε το πτώμα του θρυλικού αρχαίου βασιλιά Αγαμέμνονα, από όπου η μάσκα πήρε το όνομά της.
Σύγχρονες αρχαιολογικές μελέτες απέδειξαν ότι η μάσκα ανάγεται το 1500- 1550 π.χ., περίοδος πολύ προγενέστερη από την εποχή που ο Αγαμέμνονας υποτίθεται ότι έζησε. Ωστόσο, το όνομα της μάσκας παρά την ανακάλυψη παρέμεινε, και σήμερα η μάσκα εκτίθεται στο Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο της Αθήνας.
Περιγραφή
Η μάσκα είναι μία από τις 5 που ανακαλύφθηκαν στις Μυκήνες, τρεις στον τάφο Δ'και δύο στον τάφο Ε'. Εικάζεται ότι οι μάσκες από χρυσό ή προσωπίδες που κάλυπταν το πρόσωπο των νεκρών βασιλέων,χρησιμοποιούταν, για να προστατεύονται οι νεκροί από κακές επιρροές. Εκτός από τις μάσκες, τα άκρα δύο παιδιών που βρέθηκαν στον τάφο Γ'είναι καλυμμένα με χρυσό φύλλο. Οι τάφοι αυτοί είναι αναμφισβήτητα βασιλικοί αφού οι ποσότητες του χρυσού που χρησιμοποιήθηκαν και η εξαιρετικής τέχνης λάξευση δείχνουν ότι προοριζόταν για άτομα με ιδιαίτερα υψηλή κοινωνική θέση και πλούτο. Εκτός από τους ευγενείς βρέθηκαν και σώματα ανδρών που δεν ήταν καλυμμένα με μάσκες. Εικάζεται ότι ήταν στρατιώτες εξαιτίας των όπλων που βρέθηκαν να κρατούν.
Αυθεντικότητα
Στα τέλη του 20ου αιώνα και στις απαρχές του 21ου αιώνα η αυθεντικότητα της μάσκας αμφισβητήθηκε επίσημα. Το περιοδικό Αρχαιολογία, φιλοξένησε μία σειρά άρθρων που κάλυψαν εκτενώς την αρχαιολογική διαμάχη. Την περίοδο της ανασκαφής στις Μυκήνες η Εθνική Αρχαιολογική Υπηρεσία ανέθεσε στον Παναγιώτη Σταματάκη την επίβλεψη των ανασκαφών του Σλήμαν φοβούμενη προβληματα αυθεντικότητας, σαν αυτά που ανέκυψαν μετά την ανασκαφή της Τροίας από τον Σλήμαν. Οι κατήγοροι του Σλήμαν επικεντρώνουν τα επιχειρήματά τους στη φήμη του Σλήμαν ότι συνήθιζε να εμπλουτίζει τις ανασκαφές του, με ευρήματα άλλων ανασκαφών και στην τεχνική κατασκευής της μάσκας που παραπέμπει σε πλαστογραφία.
Οι υπερασπιστές του Σλήμαν επισημαίνουν ότι η ανασκαφή είχε κλειστεί το διήμερο 26-27 Νοεμβρίου λόγω της Κυριακάτικης αργίας και μιας βροχής που ενέκυψε. Οι τρεις πρώτες μάσκες ανακαλύφθηκαν την 28η του Νοεμβρίου ενώ η Μάσκα του Αγαμέμνονα βρέθηκε την 30η υπό την παρουσία πολλών μαρτύρων, όπως αποκαλύπτει το ημερολόγιο του Σταματάκη. Επίσης, αναφέρουν ότι τα τεχνικά χαρακτηριστικά της μάσκας είναι παρόμοια με αυτά άλλων ευρημάτων της ανασκαφής όπως η χρυσή κεφαλή λιονταριού που βρέθηκε στον τάφο Δ'και καταλήγουν ότι οι κατήγοροι του Σλήμαν ωθούνται στις εικασίες τους, βασιζόμενοι σε προσωπικά κριτήρια.
Αγαμέμνων
O Αγαμέμνων είναι ένας από τους επιφανέστερους ήρωες της ελληνικής μυθολογίας. Βασιλιάς των Μυκηνών και του Άργους, ίσως και επικυρίαρχος των ηγεμόνων της μυκηναϊκής επικράτειας. Πάντως, θεωρείται ο πιο σημαντικός μεταξύ τους και αρχιστράτηγος σε πανελλήνια κλίμακα της εκστρατείας κατά της Τροίας. Ήταν γιος του βασιλιά Ατρέα των Μυκηνών και της Αερόπης, αδερφός του Μενελάου και της Αναξίβιας, σύζυγος της Κλυταιμνήστρας, από την οποία απέκτησε τρεις κόρες (Ιφιγένεια, Ηλέκτρα και Χρυσόθεμις) και έναν γιο, τον Ορέστη.
Με αφορμή την απαγωγή από τον Πάρη της συζύγου του αδελφού του Μενελάου, Ελένης, ο Αγαμέμνων κατόρθωσε να συγκροτήσει μια μεγάλη στρατιά και στόλο από όλες τις ελληνικές πόλεις και να εκστρατεύσει κατά της Τροίας. Το όνομα Αγαμέμνων προέρχεται από τις λέξεις «άγαν» και «μέμνων» που σημαίνει πολύ επίμονος, σταθερός, καρτερικός. Μετά την άλωση και την επιστροφή του από την Τροία δολοφονήθηκε από τη γυναίκα του και τον Αίγισθο, εραστή της Κλυταιμνήστρας, που εν τω μεταξύ είχε πάρει την εξουσία των Μυκηνών.
Το βασίλειο των Μυκηνών
Ο πατέρας του Αγαμέμνονα, Ατρέας, δολοφονήθηκε από τον Αίγισθο, ο οποίος κατέλαβε το θρόνο και βασίλευε από κοινού με τον πατέρα του, Θυέστη, αδερφό του Ατρέα. Εν τω μεταξύ, ο Μενέλαος κι ο Αγαμέμνονας κατέφυγαν στον Τυνδάρεω, βασιλιά της Σπάρτης, όπου παντρεύτηκαν τις κόρες του: ο Μενέλαος παντρεύτηκε την Ωραία Ελένη κι ο Αγαμέμνονας την Κλυταιμνήστρα.
Ο Μενέλαος διαδέχτηκε τον Τυνδάρεω ως βασιλιάς της Σπάρτης, ενώ ο Αγαμέμνονας, με τη βοήθεια του αδερφού του, κατάφερε να ανατρέψει το Θυέστη και τον Αίγισθο και να επανακτήσει το βασίλειο των Μυκηνών. Κατάφερε μάλιστα να επεκτείνει το βασίλειό του κι έτσι έγινε ο ισχυρότερος αρχηγός της Ελλάδας
Η θυσία της Ιφιγένειας
Όταν οι Αχαιοί ξεκίνησαν για την Τροία, ο στόλος τους παρέμενε αγκυροβολημένος στο λιμάνι της Αυλίδας, καθώς δεν υπήρχαν ούριοι άνεμοι για το ταξίδι. Ο μάντης Κάλχας αποκάλυψε ότι αιτία για την κακοτυχία αυτή ήταν ο ίδιος ο Αγαμέμνονας, που σε κάποια από τις θυσίες του αδίκησε την Άρτεμη, θεά του κυνηγιού. Οι άνεμοι θα ξαναφυσούσαν μόνο αν ο Αγαμέμνονας πρόσφερε θυσία στη θεά την ίδια του την κόρη, την Ιφιγένεια. Ο Αγαμέμνονας διστακτικός συμφώνησε για τη θυσία, αλλά την τελευταία στιγμή η Άρτεμις απομάκρυνε το σώμα της Ιφιγένειας από το θυσιαστήριο, αντικαθιστώντας το με ένα ελάφι.
Ο θυμός του Αχιλλέα
Κατά τη διάρκεια του Τρωικού πολέμου, ο Αγαμέμνονας προσέβαλε τον Αχιλλέα, το μεγαλύτερο ήρωα των Αχαιών, καθώς διεκδίκησε τη Βρισηίδα, σκλάβα του Αχιλλέα, για να αντικαταστήσει τη δική του σκλάβα, Χρυσηίδα. Ο θυμός του Αχιλλέα για τον Αγαμέμνονα αποτέλεσε το θέμα για το έπος της Ιλιάδας του Ομήρου.
Με την άλωση της Τροίας, ο Αγαμέμνονας πήρε μαζί του σαν σκλάβα την Κασσάνδρα, κόρη του βασιλιά Πρίαμου. Μαζί επέστρεψαν στις Μυκήνες, αλλά δολοφονήθηκαν από την Κλυταιμνήστρα και τον εραστή της, Αίγισθο, οι οποίοι ανέβηκαν έπειτα στο θρόνο. Ο γιος του Αγαμέμνονα, Ορέστης, αργότερα εκδικήθηκε τη δολοφονία του πατέρα του, σκοτώνοντας τη μητέρα του και τον Αίγισθο.