Σε καιρούς πολύ πριν κάνουν την εμφάνισή τους οι περιβόητοι γκουρού του fitness και οι επαγγελματίες διαιτολόγοι, οι άνθρωποι βασίζονταν εν πολλοίς για τη διατροφή τους στο «Regimen Sanitatis Salernitanum», ένα ποιητικό κείμενο που έφτιαξαν οι βασιλικοί γιατροί για τους τοπικούς μονάρχες.
Παρά το γεγονός ότι είχε βασιλική χρήση, το κείμενο λειτούργησε ως ένας από τους δημοφιλέστερους διατροφικούς οδηγούς της Ευρώπης για έξι κοντά αιώνες (από τον 13ο-19ο), περιλαμβάνοντας ταυτοχρόνως περίεργα αντίδοτα για διάφορες παθήσεις (όπως τα πράσα για την αύξηση της γυναικείας γονιμότητας και το σταμάτημα της αιμορραγίας).
Το βασιλικό εγχειρίδιο μιλούσε ξεκάθαρα για κόκκινο κρασί, φρέσκα αυγά, σύκα και σταφύλια. Δεν μιλούσε καθόλου βέβαια για λαχανικά και, υπό μία έννοια, ερχόταν σε πλήρη αντίθεση με τα σημερινά υγιεινά πρότυπα. Αποθέωνε, για παράδειγμα, το στάρι, έδινε έμφαση στο κρέας και μιλούσε για δύο κύρια γεύματα τη μέρα. Όσο για το νερό, το έβλεπε μάλλον με καχυποψία, ενώ για χυμούς δεν γινόταν καν λόγος.
Παρά τα ομολογουμένως περίεργα γιατροσόφια τους, οι Μεσαιωνικοί ενδέχεται να τρέφονταν πιο υγιεινά από μας σήμερα, όπως έχουν ισχυριστεί πλήθος διατροφολόγοι κατά καιρούς. Η έλλειψη άλλωστε επεξεργασμένης ζάχαρης και μόνο άφηνε τα δόντια τους σε καλύτερη κατάσταση. Ακόμα και τα υψηλά σε υδατάνθρακες καθημερινά γεύματα ενός χωρικού των Σκοτεινών Χρόνων λογίζονται υγιεινότερα από τις σημερινές διατροφικές συνήθειές μας, κι αυτό χάρη στις καθαρές πρωτεϊνικές πηγές τους, όπως τα φασόλια, οι φακές και τα ψάρια.
Κανείς δεν ισχυρίζεται βέβαια πως το φαΐ του Μεσαίωνα ήταν καλύτερο, είχε απλώς πολλές διατροφικές αρετές που δεν το έκαναν ακριβώς κατακριτέο. Μιας και βασιζόταν όμως εν πολλοίς στις ανεξέλεγκτες καιρικές συνθήκες, κάτι που κατέληγε συχνά σε πενιχρές σοδειές και λιμό τελικά, οι άνθρωποι την περνούσαν όπως έβρισκαν. Κι έτσι η διατροφή του καθημερινού ανθρώπου δεν είχε και πολλή σχέση με τα βασιλικά τσιμπούσια…
Τι έτρωγε ο μέσος άνθρωπος στον Μεσαίωνα;
Τα βασικά διατροφικά είδη ήταν τα σιτηρά, τα όσπρια και το κρέας και το καθημερινό τραπέζι αποτελούνταν από συνδυασμούς των παραπάνω ειδών. Το τραπέζι περιλάμβανε στα σίγουρα ψωμί, ως μια αποδοτική και προσιτή πηγή θερμίδων, καθώς ο αγρότης που περνούσε τουλάχιστον 12 ώρες στο χωράφι χρειαζόταν καλά γεύματα και με υψηλή μάλιστα θερμιδική απόδοση.
Το ψωμί ήταν τόσο σημαντικό για τη διατροφή που οι φουρνάρηδες σχημάτισαν μια από τις πρώτες επαγγελματικές ενώσεις, συντεχνίες δηλαδή όπου τα μέλη πλήρωναν τέλη με αντάλλαγμα την ασφάλεια και την προστασία τους αλλά και το χαμηλό πλαφόν στις τιμές των βασικών πρώτων υλών τους.
Βασιζόμενοι κυρίως στη σίκαλη, το κριθάρι και τη βρόμη ως τα κύρια αγαθά των καλλιεργειών τους, οι αγρότες κατανάλωναν ακόμα και 1,5 κιλό σιτηρών τη μέρα, όπως μας λένε οι σχετικές μεσαιωνικές πηγές, με τη μορφή χυλού, άρτου ή ακόμα και μπίρας, ένας εύκολος και νόστιμος εξάλλου τρόπος να προσθέσεις άλλες 1.500 θερμίδες σε κάθε γεύμα.
Όταν τα όσπρια άρχισαν να καλλιεργούνται μαζικά κατά τον 10ο αιώνα, η περίληψη των φασολιών στην καθημερινή διατροφή επέτρεψε ακόμα και στους πιο εξαθλιωμένους να προσθέσουν τη ζωτικής σημασίας πρωτεΐνη στη διατροφή τους. «Κρέας των φτωχών» αποκαλούσαν τα όσπρια και τότε και τώρα!
Η υψηλή περιεκτικότητα των οσπρίων σε πρωτεΐνες και η χαμηλή τιμή τους στην αγορά κατέληξε σε δυνατότερο εργατικό δυναμικό, το οποίο απέδιδε τώρα όχι μόνο περισσότερο έργο αλλά και πιο ρωμαλέους απογόνους. Μέσα σε μερικούς πραγματικά αιώνες, ο πληθυσμός της Ευρώπης διπλασιάστηκε, ένας άθλος που οι ειδικοί αποδίδουν εν πολλοίς στη διατροφική γενίκευση των οσπρίων στη Γηραιά Ήπειρο.
Παρά την πρωτοκαθεδρία όμως των οσπρίων στη μεσαιωνική κοινωνία, το κρέας παρέμενε μια καλή εναλλακτική, αν και για τον φτωχό ήταν απλησίαστο. Ακόμα και για την υψηλή κοινωνία όμως δεν ήταν πάντα διαθέσιμο, κι έτσι η αριστοκρατία κατέφευγε σε ό,τι κρέας μπορούσε να βρει: πτηνά συνήθως, όπως κύκνους, πάπιες, γερανούς και παγόνια, αλλά και θηλαστικά της θάλασσας, όπως φώκιες, δελφίνια, ακόμα και φάλαινες.
Το γουρουνόπουλο παρέμενε φυσικά η Νο 1 λιχουδιά του Μεσαίωνα, η κορωνίδα του πλουσιοπάροχου τραπεζιού της αριστοκρατίας. Όσο για το γιορτινό τραπέζι, περιλάμβανε συνήθως κρεατόπιτα, φτιαγμένη από τα εντόσθια ελαφιού ή άλλου κυνηγιού, και κάθε μα κάθε πιάτο βελτιωνόταν γευστικά με γενναιόδωρες πρέζες μπαχαρικών, κυρίως γαρίφαλο, κανέλα και μοσχοκάρυδο.
Παρά τις διαφορές, η μεσαιωνική διατροφή έμοιαζε σε πολλά σημεία με τη δική μας. Η χρήση, για παράδειγμα, φυτικού γάλακτος μπορεί να μοιάζει κάτι καινούριο στις δυτικές κοινωνίες, το γάλα αμυγδάλου ήταν ωστόσο πολύ κοινό στη μεσαιωνική εποχή! Οι Μεσαιωνικοί το έφτιαξαν ως εναλλακτικό στο ζωικό γάλα κατά τις μέρες της νηστείας, αν και σύντομα έγινε ακαταμάχητο λόγω της χαμηλότερης τιμής και της ανθεκτικότητάς του.
Θέλετε και το πλέον αναπάντεχο χαρακτηριστικό της μεσαιωνικής διατροφής; Οι δρόμοι της Ευρώπης δεν ήταν χωρίς το συνοικιακό φαστ-φουντ τους! Κι αν τα ταχυφαγεία της εποχής δεν προσέφεραν μπέργκερ και πατάτες, σέρβιραν λαχταριστά πρωινά με τηγανίτες και γκοφρέτες, αλλά και μικρές κρεατόπιτες για τον δρόμο.
Τα μεσαιωνικά φαστ-φουντ γεννήθηκαν φυσικά από την ανάγκη, τρέφοντας ουσιαστικά τους τεχνίτες και τους περιπλανώμενους φτωχούς, τα καλυβάκια των οποίων δεν είχαν κουζίνες…