Αναμφισβήτητα, η Αρχαία Φανοτή - Ντόλιανηείναι ένας από τους πιο ενδιαφέροντες και αξιοθαύμαστους αρχαιολογικούς χώρους στο νομό Θεσπρωτίας και βρίσκεται 16χλμ. έξω από την Ηγουμενίτσα.
Σύμφωνα με τις έρευνες, πρόκειται για έναν τειχισμένο οικισμό που κατοικήθηκε από το αρχαίο Θεσπρωτικό φύλο των Φανοτέων (περ. στο 2ο μισό του 4ου αι. π.Χ.). Να τονίσουμε ότι προφανώς ιδρύθηκε την ίδια περίοδο με άλλες σπουδαίες θεσπρωτικές πόλεις (Ελέα, Γιτάνη, Δυμόκαστρο) και έφτασε στο ¨ζενίθ¨ της στη διάρκεια της ελληνιστικής περιόδου. Η άψογη γεωγραφική της θέση αποδεικνύει το στρατιωτικό της, κυρίως, χαρακτήρα και σύμφωνα με φιλολογικές μαρτυρίες (Πολύβιος) διαδραμάτισε σπουδαίο ρόλο σε σημαντικούς πολέμους.
Ουσιαστικά, οφείλει να την επισκεφτεί κανείς ερχόμενος στην περιοχή, γιατί από τη μία είναι η μοναδική αρχαία πόλη(στη Θεσπρωτία) όπου διασώζονται αρχαιολογικά ευρήματα (π.χ. ο πύργος της ακρόπολης, η κεντρική της πύλη) από την αρχαιότητα έως τη μεταβυζαντινή περίοδο και από την άλλη γιατί η ομορφιά της φύσης, όπου είναι εγκατεστημένη, είναι αναντίρρητα μαγευτική και απαράμιλλη, ιδιαίτερα σε συνδυασμό με τον ποταμό Καλαμά, δίπλα στον οποίο δεσπόζει υπερυψωμένα.
Η Κύρια Πύλη της Ντόλιανης
Η μνημειακή κύρια πύλη της αρχαίας οχύρωσης προστατεύονταν από δύο ισχυρούς ορθογώνιους πύργους. Η πύλη είχε τοξωτό υπέρθυρο, που εδραζόταν σε δύο παραστάδες που συγκλίνουν ελαφρώς μεταξύ τους. Στις ακμές των παραστάδων διακρίνεται η διαμόρφωση υποδοχής των θυρόφυλλων, ενώ στο εσωτερικό τους διατηρούνται οι οπές όπου εισέρχονταν η δοκός ασφαλείας.
Το τόξο αποτελούσαν πέντε λίθοι, τέσσερις από τους οποίους βρέθηκαν σχεδόν επιφανειακά στη θέση όπου είχαν καταπέσει.
Ο χώρος της εισόδου πίσω από το τοξωτό άνοιγμα καλύπτονταν από ξύλινο δάπεδο. Εκεί πρέπει να οδηγούσε η λίθινη κλίμακα, που υπήρχε εσωτερικά της οχύρωσης, στα δυτικά του θυραίου ανοίγματος.
Ο νεότερος οικισμός
Στο τέλος της βυζαντινής και στις αρχές της οθωμανικής περιόδου ένας μικρός οικισμός αγροτικού χαρακτήρα εγκαθίσταται στη θέση της αρχαίας πόλης. Τα ερείπια των λιθόκτιστων κτιρίων και περιβόλων του οικισμού αυτού είναι ορατά σε όλη την έκταση της ακρόπολης, αλλά και κατά τόπους στις πλαγιές του υψώματος.
Τα κτίρια είναι συνήθως διώροφα, διαθέτουν ευρύχωρη αυλή, βοηθητικούς χώρους και αποχωρητήριο ενσωματωμένο στο κυρίως κτίριο, συχνά με πρόσβαση από το κεντρικό δωμάτιο.
Μονοπάτια διέσχιζαν τον οικισμό, ενώ το κυκλικό αλώνι στο ανατολικό τμήμα της ακρόπολης φαίνεται ότι λειτουργούσε ως η κεντρική του πλατεία.
Ο Πύργος της Ακρόπολης
Στο υψηλότερο σημείο της ακρόπολης βρίσκεται πύργος της υστεροβυζαντινής ή μεταβυζαντινής περιόδου. Το κτίριο φαίνεται ότι ακολουθεί την ίδια κατασκευαστική παράδοση με ανάλογα κτίρια στρατιωτικού χαρακτήρα (Πύργος Ραγίου, Κούλια Παραμυθιάς), που κατασκευάζονται στο θεσπρωτικό χώρο κατά την οθωμανική περίοδο.
Ο πύργος ήταν τουλάχιστον διώροφος και από τη θέση του στην κορυφή του υψώματος, επόπτευε την ευρύτερη περιοχή. Για αμυντικούς λόγους η είσοδος ήταν τοποθετημένη σε κάποιον από τους ψηλότερους ορόφους - πιθανότατα, προσβάσιμη μέσω ξύλινης σκάλας. Στα δυτικά του κτιρίου υπήρχε δεξαμενή νερού, που εξασφάλιζε στον πύργο ακόμη μεγαλύτερη αμυντική επάρκεια και αυτονομία.
Τo "Κτίριο με τα Τοξωτά Ανοίγματα"
Επάνω στο νοτιοανατολικό πύργο του τείχους της ακρόπολης δεσπόζει ένα τετράπλευρο κτίριο με ιδιαίτερη αρχιτεκτονική μορφή, ορατό από την ευρύτερη περιοχή. Η κάθε πλευρά του κτιρίου είχε τέσσερα τοξωτά ανοίγματα που στηρίζονταν σε τετράγωνους χτιστούς πεσσούς. Η στέγασή του γινόταν με τετράρριχτη κεραμοσκεπή.
Το κτίριο αποτελούσε τμήμα ενός οικοδομικού συγκροτήματος δημόσιου χαρακτήρα, που καταλάμβανε το νότιο τμήμα της ακρόπολης. Πρόκειται κατά πάσα πιθανότητα για τις εγκαταστάσεις ενός μουσουλμανικού τεμένους, με μορφή που απαντάται και αλλού στο θεσπρωτικό χώρο (Καρβουνάρι, Κότσικα).
Τα κτίρια του συγκροτήματος φαίνεται ότι επισκευάστηκαν συχνά και χρησιμοποιήθηκαν επί μακρόν κατά τη διάρκεια της οθωμανικής περιόδου.