Σπουδαίο ρόλο στη ζωή των αρχαίων Ελλήνων κατείχε η άγρια πανίδα, η προστασία της οποίας ήταν κύριο μέλημα στους αρχαίους χρόνους, γεγονός που αποτυπώνεται τόσο στο χαρακτήρα της θεάς Αρτέμιδος όσο και στις ρυθμίσεις της θήρας μέσω θρησκευτικών κανονισμών.
Τα παραπάνω στοιχεία καταγράφονται σε έρευνα των Χρήστου Σώκου, ερευνητή και διαχειριστή σε θέματα άγριας πανίδας στη Διεύθυνση Έρευνας και Τεκμηρίωσης της Κυνηγετικής Ομοσπονδίας Μακεδονίας & Θράκης και Περικλή Μπίρτσα, επίκουρου καθηγητή Βιολογίας Άγριας Πανίδας στο Τμήμα Δασοπονίας & Διαχείρισης Φυσικού Περιβάλλοντος/ ΤΕΙ Λάρισας.
Όπως αναφέρεται σε σχετική μελέτη με τίτλο «Προσεγγίσεις των αρχαίων Ελλήνων στη διατήρηση της πανίδας και στη δραστηριότητα της θήρας», οι αρχαίοι Έλληνες θεωρούσαν τη θήρα ωφέλιμη και αξιέπαινη δραστηριότητα για τον άνθρωπο, καθώς αποτελεί μέσο διαπαιδαγώγησης, δοκιμής ικανοτήτων και σύμβολο ελευθερίας.
Ο Ξενοφώντας (430-354 π.Χ.), όπως εξηγεί στο ΑΜΠΕ ο κ. Μπίρτσας, στο έργο του «Κυνηγετικός» αναδεικνύει τη θήρα σε άριστο μέσο διαπαιδαγώγησης των νέων. Θεωρεί τη θήρα απαραίτητη προϋπόθεση για τη δημιουργία ώριμου και ολοκληρωμένου πολίτη, καθώς είναι ωφέλιμη για το άτομο επειδή σκληραγωγεί το σώμα και οξύνει τις αισθήσεις και το πνεύμα.
Οι κυνηγοί κάθε εποχής, υιοθετώντας μια ολιστική προσέγγιση, η οποία ορίζεται από τις παραπάνω τρεις διαστάσεις της θήρας, αναμένεται να αποκομίζουν περισσότερα οφέλη από τη δραστηριότητά τους, σημειώνουν οι δύο ερευνητές.
Δεχόμενοι τη διαχρονικότητα των παραπάνω αξιών, οι σύγχρονοι διαχειριστές θήρας θα πρέπει να τις λαμβάνουν υπ’ όψιν τους, ώστε μέσω αυτών να εξετάζουν την ορθότητα των επιλογών τους, τονίζουν.
Οι αρχαίοι Έλληνες, σύμφωνα με τους ίδιους, δεν δίνουν έμφαση στην επεξήγηση του νοήματος της θήρας, καθώς δεν εντοπίστηκε κάποια ιδιαίτερη προσπάθεια ερμηνείας των πτυχών και των διαστάσεών της. Ίσως, επειδή για την αρχαία κοινωνία η θήρα ήταν κάτι το αυτονόητο, το απτό και το κοινό, σε αντίθεση με ό,τι συμβαίνει στη σύγχρονη κοινωνία.
Γι’ αυτό το λόγο, στη σχετική μελέτη έγινε η προσπάθεια να αποκαλυφθεί ο τρόπος σκέψης των αρχαίων για την πανίδα και τη θήρα, έμμεσα, από τους μύθους, τη θρησκεία, τη φιλοσοφία και την τέχνη.
Αποδείχθηκε, λοιπόν, ότι σύμφωνα με τους αρχαίους Έλληνες, η θήρα βοηθά τους ανθρώπους να βελτιώσουν και να δοκιμάσουν τις σωματικές και τις πνευματικές τους ικανότητες. Τα οφέλη του κυνηγιού συνοδεύουν τους κυνηγούς και στους άλλους τομείς της ζωής τους και τους βοηθούν να διατηρούνται εύρωστοι, να γίνονται σοφότεροι, έμπιστοι, ετοιμοπόλεμοι και να καλλιεργούν αισθήματα συνεργασίας και αλληλεγγύης.
Η θήρα για τους αρχαίους Έλληνες συγγραφείς και καλλιτέχνες
Η δραστηριότητα της θήρας παρουσιάζεται συχνά στη Μινωική και Μυκηναϊκή τέχνη από το 2000 π.Χ. και αργότερα αποτελεί μια εξέχουσα πτυχή της ελληνικής γραμματείας, από την εποχή του Ομήρου, το 800 π.Χ.. Αυτή η ενασχόληση με τη θήρα αντικατοπτρίζει το ενδιαφέρον και τον ενθουσιασμό όλων των τάξεων της αρχαίας ελληνικής κοινωνίας για την άγρια πανίδα και τη θήρα.
Ο Ξενοφώντας αναφέρει χαρακτηριστικά: «Προτρέπω τους νέους να μην περιφρονούν τα κυνήγια και την υπόλοιπη εκπαίδευση, γιατί από αυτά γίνονται καλοί στα πολεμικά και στα άλλα ζητήματα, από τα οποία είναι απαραίτητο να προέρχεται σωστή σκέψη, λόγος και πράξη».
Ο συσχετισμός της θήρας με τον ηρωισμό καταδεικνύει τον ηρωικό χαρακτήρα της θηρευτικής πράξης και τη δυνατότητά της να εξυψώσει την ανθρώπινη φύση. Σύμφωνα με τον Ξενοφώντα, το κυνήγι είναι επικίνδυνο, αλλά και συναρπαστικό.
Δεν είναι τυχαίο ότι μυθικοί ήρωες, όπως ο Οδυσσέας και ο Θησέας, απέκτησαν μεγάλη υπεροχή, μαθητεύοντας σχετικά με τη θήρα και την υπόλοιπη παιδεία κοντά στον Κένταυρο Χείρωνα, το δάσκαλο των κυνηγών.
Την ίδια εποχή, ο Πλάτωνας (428-348 π.Χ.) αποδοκιμάζει στους «Νόμους» κάθε εύκολο και δόλιο τρόπο σύλληψης των ζώων, όπως τα δίχτυα και οι παγίδες. Τέτοιες μέθοδοι δεν συμβάλλουν στην εξάσκηση του σώματος. Πέρα από αυτό, δεν έχουν καμία παιδαγωγική επιρροή στους κυνηγούς, επειδή έτσι δεν εκτιμούν την κυνηγετική τους επιτυχία, ούτε το θήραμα (μόνο η δυσκολία δίνει αξία στο κυνήγι): "…ο νομοθέτης, για τη θέσπιση νόμων για το κυνήγι… θα πρέπει να επαινέσει το κυνήγι με σκοπό την άσκηση των νέων…".
Μια τρίτη πηγή πληροφοριών είναι το βιβλίο "Ονομαστικόν"του Πολυδεύκη, γραμμένο προς το τέλος του 2 αιώναου μ.Χ.. Πέντε αιώνες μετά τον Ξενοφώντα και τον Πλάτωνα, ο Πολυδεύκης τόνισε εκ νέου ότι οι ψυχικές και σωματικές ικανότητες δοκιμάζονται και ενισχύονται μέσα από τη θήρα.
Σύμφωνα με τον Αθήναιο (2ος-3ος αιώνας μ.Χ.), οι Μακεδόνες δεν επέτρεπαν σε ορισμένους άντρες να ξαπλώσουν κατά τη διάρκεια συμποσίου εφόσον δεν είχαν θηρεύσει κάπρο (αρσενικό αγριόχοιρο) χωρίς δίχτυ. Το δίχτυ περιόριζε το ζώο και η θανάτωσή του ήταν ευκολότερη και ασφαλέστερη για τον κυνηγό. Στη Σπάρτη, τα αγόρια δεν μπορούσαν να συμμετέχουν στο συμπόσιο προς τιμήν της Αρτέμιδος, εάν δεν είχαν συμμετάσχει σε κυνηγετικές εξόδους.
Εκτός από τα γραπτά κείμενα, μια δεύτερη πηγή πληροφόρησης είναι τα δημιουργήματα των καλλιτεχνών. Είναι χαρακτηριστικό ότι οι αρχαίοι Έλληνες κυνηγοί ποτέ δεν απεικονίζονται να θηρεύουν από άρματα, όπως συμβαίνει στην Ανατολή από τους Ασσύριους, Πέρσες και Αιγύπτιους. Οι Έλληνες θηρεύουν ως ιππείς ή συχνότερα πεζοί, ενώ για τους βασιλείς, συνήθως, δεν υπάρχει βασιλική συνοδεία κατά το κυνήγι.
Το πνευματικό αποτέλεσμα της θήρας έχει αναγνωριστεί από τον Ξενοφώντα μέχρι και σύγχρονους διανοούμενους, όπως τον Ρούσβελτ, τον Ορτέγκα και τον Λέοπολντ, επισημαίνουν οι δύο ερευνητές και σημειώνουν πως η θήρα, ως αρχέγονη δραστηριότητα, είναι από τις πρώτες που οφείλουν να αντισταθούν στην αλλοτρίωση της σχέσης του ανθρώπου με τη φύση και στην αλόγιστη είσοδο και αδιάκριτη αποδοχή των προτύπων της τεχνολογικής εξέλιξης.