Μια γιγαντιαία ανθρώπινη φιγούρα είναι σκαλισμένη σε έναν βράχο στην Αντιόχεια της Μικράς Ασίας.
Η πόλη δημιουργήθηκε από τους Σελευκίδες που πήραν το όνομά τους από τον ιδρυτή τους, στρατηγό Σέλευκο. Υπήρξε ένας από τους σπουδαιότερους βασιλείς που διαδέχτηκαν τον Αλέξανδρο και έφτασε σχεδόν να αναβιώσει την αυτοκρατορία του Μεγάλου Αλεξάνδρου. Η μορφή που σμιλεύτηκε στο βράχο φοράει ένα πέπλο στο κεφάλι.
Στο δεξί ώμο ξεχωρίζει μια μικρότερη προτομή με ένα καλάθι με κρίνα, σαν αυτά που κρατούσαν οι μύστες στις πομπές προς τιμήν της Θεάς Δήμητρας.
Μερικοί αρχαιολόγοι πίστευαν ότι απεικονιζόταν κάποιο μέλος της δυναστείας των Σελευκιδών, αλλά δεν υπάρχει κάποια επιγραφή που να το αποδεικνύει. Η προτομή δεν διατηρείται σε καλή κατάσταση γι’ αυτό δεν είναι εύκολο να ταυτοποιηθεί η εικονιζόμενη μορφή. Είτε αλλοιώθηκε από κάποια καταστροφή είτε από τη φθορά του χρόνου....
Η προτομή βρίσκεται κοντά στο σπήλαιο του Αγίου Πέτρου, μια από τις πρώτες χριστιανικές εκκλησίες
Το γλυπτό χρονολογείται τον 3ο αιώνα π.Χ., στην εποχή του βασιλιά Αντιόχου Δ’. Ο Αντίοχος βασίλεψε για μια δεκαετία την ελληνιστική αυτοκρατορία των Σελευκιδών.
Το πραγματικό του όνομα ήταν Μιθριδάτης και έγινε γνωστός με το προσωνύμιο «Επιφανής». Προώθησε τον Ελληνικό πολιτισμό και διέταξε την κατασκευή πολλών ιερών που ήταν αφιερωμένοι στο Ελληνικό δωδεκάθεο. Εκείνη την εποχή χιλιάδες άνθρωποι πέθαναν από την επιδημία της πανούκλας.
Η αρχαιοελληνική Αντιόχεια βρίσκεται στην νότια Τουρκία κοντά στα σύνορα με τη Συρία
Ο χρησμός του μάντη για την εξάλειψη της πανούκλας
Σύμφωνα με τον βυζαντινό χρονογράφο, Ιωάννη Μαλάλα, ο οποίος καταγόταν από την Αντιόχεια, η μεγάλη ανάγλυφη παράσταση σμιλεύτηκε στους πρόποδες του όρους «Σίλπιο» για να προστατεύσει τους κατοίκους από την πανούκλα.
Λέγεται λοιπόν, ότι ένας μάντης ονόματι Λίος, είπε στους κατοίκους να σκαλίσουν μια γιγαντιαία μάσκα που θα έβλεπε την πόλη και θα έβαζε τέλος στην επιδημία. Η γιγαντιαία προτομή ονομάστηκε Χαρώνειο.
Σύμφωνα με ορισμένες πηγές, η ονομασία του προέρχεται από τον Χάρο, τη θεότητα που μετέφερε με τη βάρκα του τους νεκρούς από τη μια όχθη του ποταμού Αχέροντα στην πύλη του Άδη. Σκοπός λοιπόν ήταν να αφιερώσουν το γλυπτό στον Χάρο και να κατευνάσουν την οργή του.