Της Αντιγόνης Καρατάσου
Δύο αιώνες παρανομίας από το Βρετανικό Κοινοβούλιο για τα γλυπτά του Παρθενώνα
Διακόσια χρόνια πριν, στις 7 Ιουνίου 1816, το Βρετανικό Κοινοβούλιο ψήφισε θετικά και η κυβέρνηση αγόρασε τα Γλυπτά που είχε αρπάξει ο λόρδος Ελγιν από τον Παρθενώνα. Η αγορά έγινε με χρήματα της κυβέρνησης διά μέσου του Βρετανικού Μουσείο όπου η κυβέρνηση τα παραχώρησε και όπου μεταφέρθηκαν εξόδοις του λόρδου Ντυβέν. Ήταν μια εγκληματική πράξη, καθώς κατά τη διαδικασία έγινε φανερό πως επρόκειτο για κλεμμένες αρχαιότητες. Μια πράξη που καθόρισε το πλαίσιο στο θέμα μη επιστροφής των γλυπτών στην Ελλάδα. Όπως λέει ο κ. Δημήτρης Παντερμαλής, πρόεδρος του Δ.Σ. στο Μουσείο Ακρόπολης, ήταν αυτή που καθόρισε τα πάντα. Διότι είναι άλλο να συνδιαλέγεσαι με τους απογόνους κάποιου ευγενή και άλλο να έχεις να αντιμετωπίσεις το Βρετανικό Μουσείο και πίσω από αυτό, μια ολόκληρη κρατική οντότητα.
Ψηφίζοντας την αγορά των γλυπτών του Παρθενώνα το βρετανικό κοινοβούλιο ουσιαστικά νομιμοποίησε τη συλλογή του Έλγιν λέει ο κ. Παντερμαλής, ο οποίος θέτει πρωτίστως ηθικό θέμα. Διότι, κατά τη διάρκεια της συζήτησης στο Βρετανικό Κοινοβούλιο, υπήρξε αμφισβήτηση των μεθόδων με τις οποίες αποκτήθηκαν τα γλυπτά και της δικαιοδοσίας που είχε ο Έλγιν να τα μεταφέρει. Το Βρετανικό Κοινοβούλιο αποφάσισε κατά πλειοψηφία (82 υπέρ, 30 κατά) την αγορά. Ο διαπρεπής αρχαιολόγος επικεντρώνει το θέμα «στο γεγονός ότι όχι απλώς είχαν αρπάξει από το μνημείο αυτά τα έργα αλλά πολλά από αυτά τεμαχίστηκαν, έσπασαν, δηλαδή η διαχείριση έγινε με τρόπο, ο οποίος δεν είναι κολακευτικός ούτε για τη Βρετανία, ούτε για την ιστορία της δημιουργίας των μουσείων στην Ευρώπη».
Αλλά η μοιραία εκείνη απόφαση του Βρετανικού Κοινοβουλίου, κάθε άλλο παρά εξασφάλιζε την κυριότητα των παρθενώνειων γλυπτών. Έτσι, όπως πρόσφατα αποκαλύφθηκε σε πόρισμα των νομικών Τζέφρυ Ρόμπερτσον, Νόρμαν Πάλμερ και Αμάλ Κλούνεϊ, που είχε ζητηθεί από την τότε ελληνική κυβέρνηση το 2014 και δόθηκε στη δημοσιότητα τον περασμένο μήνα από την εφημερίδα Guardian, το κοινοβούλιο έκανε το 1963 νέα πράξη για αυτά. Με αυτήν «ξεπλένει» τα κλοπιμαία του Έλγιν, καθώς τα μέλη του έχουν αντιληφθεί πως δεν διαθέτουν καθαρά παραστατικά απόκτησης. Δίνουν de facto πιστοποιητικά στο Βρετανικό Μουσείο. Αυτό μπορεί να καταπέσει σε οποιοδήποτε διεθνές δικαστήριο σύμφωνα με το πόρισμα. Κανένα κράτος δεν μπορεί να νομιμοποιήσει παράνομες πράξεις υπηκόου του σε ξένη χώρα με αναδρομική κάλυψη. Μετά και τα ναζιστικά εγκλήματα, οι διεθνείς νόμοι είναι υπεράνω των εθνικών που έχουν περάσει από κάποια κοινοβούλια.
Το Βρετανικό Κοινοβούλιο έδωσε το 1816 έγκριση να αγοραστούν τα γλυπτά αντί 35.000 στερλινών και ενώ ο Έλγιν ζητούσε τα διπλά, λέγοντας πως είχε κάνει έξοδα 68- 75 χιλιάδων λιρών Αγγλίας. Για να έχουμε μια τάξη μεγέθους πρέπει να πούμε ότι το 1800 ο μισθός μιας υπηρέτριας ήταν έως 40 στερλίνες τον χρόνο, ο μισθός ενός μηχανικού έως 110, ενώ ο Έλγιν πρόσφερε στον σπουδαίο βρετανό ζωγράφο Ουίλιαμ Τέρνερ 700 με 800 στερλίνες για να σχεδιάσει τα γλυπτά (αυτή ήταν η πρώτη άδεια που είχε) αλλά εκείνος δεν δέχτηκε και έτσι επελέγη ο Ιταλός Λουζιέρι.
Ο λόρδος Έλγιν στήριξε όλα του τα επιχειρήματα στο ότι είχε φιρμάνι του σουλτάνου, στο ότι έσωσε τα γλυπτά από καταστροφές που έκαναν οι Τούρκοι και στο ότι οι Έλληνες δεν αντέδρασαν. Τα επιχειρήματα καταρρίφθηκαν ένα προς ένα από την ομάδα νομικών που συνέταξε το πρόσφατο πόρισμα. Ειδικά το πρώτο επιχείρημα, για το φιρμάνι, καταρρίπτεται όπως θα δούμε πιο κάτω, και από τον καθηγητή του Πανεπιστημίου Κρήτης Βασίλη Δημητριάδη και από την γενική διευθύντρια αρχαιοτήτων του υπουργείου Πολιτισμού Ελενα Κόρκα.
Ως προς την «διάσωση», ο λόρδος Έλγιν και μαζί του το Βρετανικό Κοινοβούλιο που δέχτηκε το επιχείρημα, δεν μπορούν να ισχυριστούν ότι τα γλυπτά προστατεύθηκαν, επειδή ο κλέφτης δεν έχει το δικαίωμα να προβάλει προς υπεράσπισή του πως τα φύλαξε καλύτερα από τον ιδιοκτήτη. Άλλωστε, η Ελλάδα μετά από λίγο ελευθερώθηκε από τον οθωμανικό ζυγό. Ακόμα και κατά τα έτη της Επανάστασης και παρά τις πολιορκίες της Ακρόπολης, δεν έπαθαν το παραμικρό όσα είχαν μείνει στο μνημείο. Επιπροσθέτως, υπάρχουν επιστολές που έχει αποκαλύψει η κα Κόρκα, σύμφωνα με τις οποίες οι οθωμανοί δεν είχαν επιτρέψει σε κανέναν ποτέ να αποσπάσει οτιδήποτε από τον «Ναό των ειδώλων» όπως τον αποκαλούσαν, επειδή τον σέβονταν ως μνημείο. Άλλωστε, η χώρα ήταν υπό κατοχή και ακόμα και αν είχαν δώσει την άδεια, παρανόμως δόθηκε. Επιπροσθέτως, το οθωμανικό δίκαιο προέβλεπε ότι όλες οι αρχαιότητες ανήκαν στον Σουλτάνο, άρα, όπως μας λέει διαπρεπής Έλληνας νομικός, η εξαγωγή τους απαγορευόταν. Ακόμη και αν ο Έλγιν είχε νόμιμη άδεια αφαίρεσης και εξαγωγής, που δεν είχε, εφόσον το δίκαιο της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας το απαγόρευε, η άδεια δεν θα είχε καμιά ισχύ.
Επομένως, το επιχείρημα «No Elgin, no marbles» (αν δεν υπήρχε ο Έλγιν δεν θα υπήρχαν τα μάρμαρα) απλώς αποτελεί προπαγάνδα. Η αλήθεια είναι πως χωρίς τον Έλγιν, τα γλυπτά θα ήταν στον Παρθενώνα μετά την απελευθέρωση της Ελλάδας.
Ποτέ δεν αποδείχθηκε ότι ο άρπαγας λόρδος τα έσωσε υπό τον οθωμανικό νόμο ή ότι αυτό έγινε υπό συνθήκες έκτακτη ανάγκης. Ήταν ένα μεγάλο «φάουλ» από το Βρετανικό Κοινοβούλιο. Παρότι μάλιστα ο λόρδος Μέριτ δήλωσε πως υπήρξαν σθεναρές αντιθέσεις Ελλήνων, οι βουλευτές έκαναν σαν να μην άκουσαν τίποτα.
Η Μεγάλη Βρετανία είναι υπόλογη για τις πράξεις του Έλγιν, αφού σύμφωνα με τον διεθνή νόμο οι πράξεις ενός πρέσβη αντανακλούν στο κράτος του ακόμα και αν δεν έχουν σχέση με το ρόλο του ως πρέσβη. Η Ελλάδα ήταν τότε κατεχόμενο κράτος και τα μνημεία της, ιδίως τα θρησκευτικά, έπρεπε να τυγχάνουν σεβασμού. Ο Έλγιν δήλωσε επανειλημμένα πως ενήργησε αυτοβούλως ως ιδιώτης και όχι ως πρεσβευτής της χώρας του. Είναι όμως φανερό πως αν δεν κατείχε αυτή τη διπλωματική θέση δεν θα είχε καταφέρει το παραμικρό. Πρόκειται για μια υπόθεση διάτρητη που στερείται ηθικής.
Το φιρμάνι που μόνο φιρμάνι δεν ήταν
«Φιρμάνι ή Επίσημο Γράμμα του Καϊμακάν Πασά προς τον Καδή ή Προϊστάμενο Δικαστή και προς τον Βοεβόδα ή Διοικητή της Αθήνας το 1801.
Σε ειδοποιούμε ότι ο ειλικρινής Φίλος ή Εξοχότητα του Λόρδος Έλγιν Έκτατος Πρεσβευτής από την Αγγλική Αυλή στην Πύλη της Ευτυχίας, μας έχει βεβαιώσει ότι είναι γνωστό πως οι περισσότερες Φράγκικες [χριστιανικές] Αυλές επιθυμούν να διαβάσουν και να μελετήσουν τα βιβλία,γλυπτά και άλλα επιστημονικά έργα των Αρχαίων Ελλήνων φιλοσόφων. Και ότι ειδικότερα, οι υπουργοί, φιλόσοφοι, επίσκοποι και άλλοι σημαίνοντες Άγγλοι ενδιαφέρονται για τα γλυπτά που έχουν μείνει από την εποχή των προαναφερθέντων Ελλήνων και τα οποία βρίσκονται στις ακτές του Αρχιπελάγους και σε άλλες περιοχές. Και εξαιτίας αυτού του πράγματος έχουν στείλει από καιρού εις καιρόν ανθρώπους για να εξερευνήσουν και να εξετάσουν τα αρχαία κτίρια και γλυπτά.
Και πως επειδή ορισμένοι φιλότεχνοι της Αγγλικής Αυλής θέλουν να δουν τα αρχαία κτίρια και τα περίεργα γλυπτά στην Πόλη των Αθηνών και τα παλαιά τείχη που σώζονται από τον καιρό των Ελλήνων, που βρίσκονται τώρα στο εσωτερικό μέρος του προαναφερθέντος τόπου. Όθεν αυτός [δηλ. ο πρεσβευτής] έχει προσλάβει πέντε Άγγλους ζωγράφους που μένουν τώρα στην Αθήνα, για να παρατηρήσουν και να εξετάσουν και επίσης να αντιγράψουν τα γλυπτά που υπάρχουν εκεί από την αρχαιότητα.
Κι ακόμη μας έχει ζητήσει, ειδικά για αυτή τη φορά, να γραφεί και να διαταχθεί ότι για όσον καιρό οι προαναφερθέντες ζωγράφοι θα μπαίνουν και θα βγαίνουν στο φρούριο αυτής της πόλης, που είναι ο τόπος της μελέτης, και θα τοποθετούν ικριώματα γύρω από τον αρχαίο Ναό των Ειδώλων που υπάρχει εκεί. Και θα κατασκευάζουν εκμαγεία των προαναφερθέντων κοσμημάτων και γλυπτών σε κονίαμα ή γύψο. Και θα καταμετρούν τα λείψανα των άλλων ερειπωμένων οικοδομημάτων που βρίσκονται εκεί. Και θα σκάβουν, όταν το κρίνουν απαραίτητο, τα θεμέλια για να ανακαλύψουν επιγραφές που μπορεί να έχουν καλυφθεί από σκουπίδια. Να μην υπάρξει καμία διακοπή ούτε εμπόδιο στην εργασία τους από τον Δισδάρη ή οποιοδήποτε άλλο πρόσωπο. Κανείς να μην αναμειχθεί με τα ικριώματα ή τα εργαλεία που μπορεί να χρειαστούν στις εργασίες τους. Και πως όταν θελήσουν να πάρουν μαζί τους θραύσματα πέτρας που φέρουν παλιές επιγραφές ή γλυπτά, να μην υπάρξει καμία αντίρρηση. (….)
Ειδικά, καθώς δεν υπάρχει κίνδυνος αν τα προαναφερθέντα γλυπτά και κτίρια παρατηρηθούν και σχεδιαστούν. (….)»
Ανεξαρτήτως από το πώς τιτλοφορείται, το κείμενο αυτό, που σώζεται σε ιταλική μετάφραση, μόνο φιρμάνι δεν είναι. Ο καθηγητής του Πανεπιστημίου Κρήτης Βασίλης Δημητριάδης, είχε παρουσιάσει σε συνέδριο το 2000 στοιχεία, που καταρρίπτουν το επιχείρημα. Όπως πολύ χαρακτηριστικά είπε, «το έγγραφο του Έλγιν ισοδυναμεί, σήμερα, με μια συστατική επιστολή ενός αντιπροέδρου κυβέρνησης προς νομάρχη με την οποία ζητείται η εξυπηρέτηση ενός φίλου.» Και σε κάθε περίπτωση, ακόμα και αν ήταν φιρμάνι, δεν θα αποτελούσε έγγραφο με το οποίο αποκτά κανείς κυριότητα επάνω σε αντικείμενο.
Ο κ. Δημητριάδης απέδειξε, όμως, πως ο όρος χρησιμοποιείται εσφαλμένα. Δεν είχε τη δομή ενός φιρμανιού, τη γλώσσα που το πρωτόκολλο επέβαλε ούτε και κάποια υπογραφή από τον Σουλτάνο (τα φιρμάνια ξεκινούσαν με τη γενεαλογία του Σουλτάνου που τα υπέγραφε, συνέχιζαν με συγκεκριμένο τρόπο και έκλειναν με υπογραφή). Πρώτες έρευνες από το υπουργείο Πολιτισμού στα αρχεία της Κωνσταντινούπολης το 1999, δεν είχαν εντοπίσει φιρμάνι εκεί όπου θα έπρεπε να βρίσκεται αν υπήρχε.
Τη συνέχεια έδωσε η Έλενα Κόρκα με πολυετείς έρευνες σε αρχεία. Κατέληξε ότι ήταν μια «χαριστική» επιστολή ενός αξιωματούχου, του αναπληρωτή του Μεγάλου Βεζύρη και ότι ακόμα και αυτό το υπερέβη κατά πολύ. Πράγμα που συνιστά παρανομία.
Η κα Κόρκα μας είπε πως η ιταλική μετάφραση του λεγόμενου φιρμανιού περιήλθε στη Μεγάλη Βρετανία με την αγορά των γλυπτών. Τότε αποκτήθηκαν και όλα τα συνοδά έγγραφα, τουλάχιστον όσα είχαν διασωθεί. Η έρευνά της είναι λεπτομερής, και έχει στηρίξει τη διδακτορική της διατριβή στα Μάρμαρα του Παρθενώνα.
Η ίδια γράφει άρθρο για το φιρμάνι στο περιοδικό «Ανθέμιο» της Ένωσης Φίλων Ακροπόλεως (το τεύχος που είναι αφιερωμένο στα 200 χρόνια από την απόφαση του Βρετανικού Κοινοβουλίου, μόλις κυκλοφόρησε). Με την επιστολή, σημειώνει, ζητούνταν «η ευνοϊκή αντιμετώπιση του συνεργείου του Elgin από τους προεστούς της Αθήνας, προκειμένου να γίνει αποτύπωση, σχέδια και λήψη εκμαγείων από τα μνημεία της Ακρόπολης, καθώς και ανασκαφή και πιθανή απομάκρυνση από τα ερείπια γύρω από τον Παρθενώνα κάποιων τμημάτων ενεπίγραφων ή με γλυπτή διακόσμηση, με σαφή διευκρίνηση όμως ότι δεν θα επερχόταν καμία βλάβη ή φθορά στο κτήριο». Αυτή η… λεπτομέρεια παρασιωπάται, και όλοι στηρίζονται στη δυνατότητα που δίνεται στον Έλγιν να απομακρυνθούν τμήματα ενεπίγραφα ή με γλυπτή διακόσμηση. Ναι. Όμως χωρίς βλάβη ή φθορά στο κτήριο. Άρα, μόνο για όσα θα προέκυπταν από ανασκαφές.
Ενδιαφέρον είναι το εύρημα της αρχαιολόγου Τατιάνας Πούλου, στο ίδιο αφιερωματικό τεύχος του «Ανθεμίου». Αναφερόμενη στον ζωγράφο Τζοβάνι Λουζιέρι που είχε επιλεγεί από τον Έλγιν για να τον βοηθήσει στην «υψηλή» αποστολή του, σχολιάζει επιστολή του αιδεσιμότατου Φίλιπ Χαντ, δεξιού χεριού του Έλγιν στην επιχείρηση αρπαγής. Εντοπίσθηκε στο αρχείο Έλγιν και είναι, περίπου, ό,τι περιγράφεται στο λεγόμενο «φιρμάνι» με συμπληρώματα «γραφειοκρατικής» σύνταξης. Δηλαδή ο Έλγιν έδωσε συγκεκριμένο κείμενο γραμμένο από τον… άνθρωπο του Θεού στον Καϊμακάμη, προκειμένου εκείνος να το αντιγράψει.
Η χειραγώγηση των αξιωματούχων αποδεικνύεται και από την κα Κόρκα. Όπως προσθέτει, οι οθωμανικές αρχές στην Αθήνα ζήτησαν αναδρομική κάλυψή τους από την Υψηλή Πύλη (προφανώς επειδή γνώριζαν ότι είχαν παρανομήσει). Ο βεζύρης Γαζί Γιουσούφ Ζιγιά στέλνει επιστολή προς τον βοεβόδα- και μάλλον και στον δισδάρη της Αθήνας- με την οποία τους ευχαριστεί για την πρέπουσα υποδοχή και φιλοξενία προς τον Έλγιν το 1802. Συμπεραίνεται ευλόγως ότι η Υψηλή Πύλη δεν γνώριζε τι είχε κάνει ο Έλγιν στον Παρθενώνα, αλλά δι’ αυτής της πλαγίας οδού το νομιμοποίησε. Και η αρχαιολόγος τονίζει: «η αδυναμία όλων των κειμένων αυτών είναι η ασάφειά τους και η ρητορικότητα των οθωμανικών εκφράσεων».
Σε επιστολή του Σερ Ρίτσαρντ Αντερ, ο οποίος χρημάτισε, επίσης, πρέσβης της Μεγάλης Βρετανίας στην Κωνσταντινούπολη, αναφέρεται στον Έλγιν ότι οι οθωμανοί αξιωματούχοι της Πόλης αρνήθηκαν κατηγορηματικά πως είχε οποιοδήποτε δικαίωμα στα Μάρμαρα. Μεγάλο μέρος της συλλογής βρισκόταν ακόμα στην Αθήνα και ο βοεβόδας ζητούσε άδεια εξαγωγής. Ο Ουίλιαμ Σεν Κλαιρ αναφέρει στο βιβλίο του πως οι αξιωματούχοι του απάντησαν ότι ο Έλγιν «δεν είχε λάβει ποτέ άδεια να αφαιρέσει αρχαιότητες από την Ακρόπολη και δεν είχε καμία ιδιοκτησία επ’ αυτών.
Εντέλει η άδεια για να φύγει το δεύτερο μέρος της συλλογής δόθηκε το 1810 με έγγραφο του Καϊμακάμη Χουσεΐν Κιαμήλ προς τον βοεβόδα της Αθήνας. Ένα κείμενο που και πάλι έχει ασάφειες. Δεν αναφέρεται πουθενά «οθωμανική διοικητική αποδοχή αποξήλωσης γλυπτών από τα μνημεία της Ακρόπολης». Αναφέρονται σπασμένα μάρμαρα και αγγεία και δίνεται η άδεια μεταφοράς τους μετά από δώρα αξίας 1480 πιάστρων και 100 στερλινών στην Κωνσταντινούπολη και ένα ακόμη δώρο απροσδιόριστης αξίας στον Καϊμακάμη.
Όταν ο Έλγιν κλήθηκε να αποδείξει στο Βρετανικό Κοινοβούλιο πως οι ενέργειές του ήταν νόμιμες, ζήτησε από τον Ανταίρ νέα τροποποιημένη επιστολή, στην οποία να εμφαίνεται κάτι τέτοιο, απολύτως ψευδές όπως μας οδηγούν πλέον τα γεγονότα να πιστέψουμε. Μετά από πολλές τροποποιήσεις και διαγραφές σε σχέδια επιστολών, ο Έλγιν ικανοποιείται και στέλνει στον Ανταίρ το σχέδιο που του ζητά να καθαρογράψει και να αποστείλει στον ίδιον. Είναι η τελευταία παρανομία, σε μια σειρά παρανομιών και μόνο.
Δεν υπάρχουν ελγίνεια μάρμαρα
«Υπάρχουν τα Μάρμαρα του Παρθενώνα. Δεν υπάρχουν Ελγίνεια Μάρμαρα. Όπως
Υπάρχει ο Δαβίδ του Michael Angelo
Yπάρχει η Αφροδίτη του Da Vinci
Υπάρχει ο Ερμής του Πραξιτέλη
Υπάρχουν οι Ψαράδες στη θάλασσα του Turner
Υπάρχει η Capella Sixtina
Δεν υπάρχουν Ελγίνεια Μάρμαρα».
Η Μελίνα Μερκούρη μιλά στην Oxford Union, στην Αγγλία, για ένα θέμα φλέγον, τόσο ελληνικό όσο και βρετανικό. Μιλά, όπως πάντα, με την καρδιά και με το μυαλό της. Μιλά με πάθος και συγκίνηση. Είναι μία από τις πρώτες ομιλίες της για την επιστροφή των παρθενώνειων γλυπτών στην Ελλάδα. Δεν έχει άλλωστε περάσει πολύς καιρός από τότε που το έθεσε στη διάσκεψη υπουργών Πολιτισμού της ΟΥΝΕΣΚΟ, στο Μεξικό, το καλοκαίρι του 1982 (ο λόγος εκφωνείται το 1986). Αφηγείται παραστατικά για το πώς ο Έλγιν τα έκλεψε.
«Βρισκόμαστε στα τέλη του 19ου αιώνα. Ο Ναπολέων σκέφτεται να αποπειραθεί να εισβάλει στην Αγγλία. Αποφασίζει να μην το πράξει. Αντί αυτού εισβάλει στην Αίγυπτο αποσπώντας την από την τουρκική κυριαρχία, γεγονός που δυσαρεστεί πολύ τους Τούρκους. Διακόπτουν τις διπλωματικές σχέσεις με τη Γαλλία και κηρύσσουν πόλεμο. Η Βρετανία βρίσκει ότι αυτή είναι μια πρώτης τάξεως στιγμή να διορίσει πρεσβευτή στην Τουρκία. Τα καθήκοντα αναλαμβάνει ο Λόρδος Έλγιν. Μόλις έχει παντρευτεί την όμορφη Mary Nisbett και τελειώνει το ωραίο εξοχικό του. Ο αρχιτέκτονάς του, του μιλάει για τα θαύματα της ελληνικής αρχιτεκτονικής και γλυπτικής και του λέει πως θα ήταν μια θαυμάσια ιδέα να κάνει αντίγραφα από τα πραγματικά έργα στην Αθήνα. "Θαυμάσιο πράγματι"λέει ο Έλγιν. Αρχίζει να συγκροτεί μια ομάδα ανθρώπων που θα μπορούσαν να κάνουν αρχιτεκτονικά σχέδια με επικεφαλής έναν ικανό ζωγράφο που δεν ήταν άλλος από τον ιταλό Giovanni Lusieri.
Εφημέριος της ομάδας του Έλγιν ήταν ο Αιδεσιμότατος Philip Hunt. Δεν θα μιλήσω με πολύ σεβασμό γι΄αυτόν. Αν είχα να εξαιρέσω του Λόρδο Έλγιν ο αρχιαπατεώνας στην υπόθεση όπως τη βλέπω ήταν ο Αιδεσιμότατος Hunt, αλλά γι’ αυτόν θα μιλήσω αργότερα. Οι Έλγινς γίνονται δεκτοί στην Κωνσταντινούπολη με μεγαλοπρέπεια. Ανταλλάσσονται πλούσια δώρα. Οι άνεμοι του πολέμου είναι ευνοϊκοί για τους Βρετανούς και ο Σουλτάνος είναι ικανοποιημένος. Ας στραφούμε τώρα στην Ελλάδα. Την Ελλάδα εκείνη που για 400 τόσα χρόνια βρίσκεται κάτω από τον Οθωμανικό ζυγό.»
Η Μελίνα συνεχίζει τον λόγο της. Για την Ιστορία, να πούμε μόνο ότι ήταν προϊόν συγγραφής τριών ανθρώπων: της ίδιας βέβαια, του Κωνσταντίνου Αλαβάνου και του Ζυλ Ντασέν:
«Η ομάδα των καλλιτεχνών του Έλγιν φθάνει στην Αθήνα. Οι Τούρκοι έχουν ορίσει δύο κυβερνήσεις, μια πολιτική και μια στρατιωτική. Πολλά έχουν ειπωθεί και συνεχίζονται να λέγονται για το πόσο λίγο ενδιαφέρον εκδήλωναν οι Τούρκοι για τους θησαυρούς της Ακρόπολης. Εν τούτοις, χρειάστηκαν 6 μήνες για να επιτραπεί η είσοδος στην ομάδα του Έλγιν. Αλλά τα κατάφεραν με 5 λίρες , στο χέρι του στρατιωτικού κυβερνήτη, για κάθε επίσκεψη. Αυτό εγκαινίασε μια διαδικασία δωροδοκίας και διαφθοράς των αξιωματικών που δεν θα σταματούσε μέχρι να συσκευαστούν και να φορτωθούν τα μάρμαρα για την Αγγλία.
Όμως όταν στήθηκαν οι σκαλωσιές και τα αντίγραφα ήταν έτοιμα να γίνουν, ξαφνικά έφθασαν φήμες για προετοιμασία στρατιωτικής δράσης των Γάλλων. Ο Τούρκος κυβερνήτης διέταξε την ομάδα του Έλγιν να κατέβει από την Ακρόπολη. Με 5 λίρες την επίσκεψη ή όχι, η πρόσβαση στην Ακρόπολη ήταν απαγορευμένη. Μόνο ένας τρόπος υπήρχε για να τους επιτραπεί η είσοδος ξανά. Να χρησιμοποιήσει ο Έλγιν την επιρροή του πάνω στο Σουλτάνο στην Κωνσταντινούπολη, ν’ αποσπάσει ένα έγγραφο το λεγόμενο φιρμάνι που θα διέταζε τις αρχές των Αθηνών να επιτρέψουν τη συνέχιση των εργασιών.
Ο Αιδεσιμώτατος Hunt πηγαίνει στην Κωνσταντινούπολη να συναντήσει τον Λόρδο Έλγιν. Ζητά στο έγγραφο να αναφέρεται ότι οι καλλιτέχνες -παρακαλώ προσέξτε το αυτό- είναι αποκλειστικά στην υπηρεσία του Βρετανού Πρεσβευτή. Ο Έλγιν επισκέπτεται το Σουλτάνο και αποσπά το φιρμάνι. Το κείμενο του εγγράφου είναι μάλλον ύπουλα συντεταγμένο. Επιτρέψτε μου να σας διαβάσω τις εντολές που δόθηκαν από το Σουλτάνο και που αφορούν τη συζήτηση μας. (σ.σ. το 1986 δεν είχε ακόμη αμφισβητηθεί το φιρμάνι, αυτό έγινε λίγα χρόνια μετά, χάρη τον τουρκολόγο Βασίλη Δημητριάδη και αρχαιολόγους.) Παραθέτω:
"Οι καλλιτέχνες να μη συναντήσουν αντίδραση στο να περπατήσουν, να επιθεωρήσουν, να μελετήσουν τις μορφές και τα κτίρια που επιθυμούν να σχεδιάσουν ή να αντιγράψουν , ή στο να τοποθετήσουν σκαλωσιές γύρω από τον αρχαίο ναό, ή στο να αντιγράψουν σε ασβεστόλιθο ή σε γύψο τα αναφερόμενα κοσμήματα και μορφές ή στο να σκάψουν, αν το βρίσκουν αναγκαίο, σε αναζήτηση επιγραφών ανάμεσα στα απορρίμματα. Ούτε να παρεμποδιστούν από το να πάρουν οποιαδήποτε κομμάτια από πέτρες με επιγραφές ή με μορφές " (η μετάφραση του Hunt που παρουσιάστηκε αργότερα στην Εξεταστική Επιτροπή λέει -Qualche pezzi di pietra- μερικά κομμάτια από πέτρα).
Οι εντολές αυτές δόθηκαν στους Κυβερνήτες και το σημείο αυτό τονίζεται στο φιρμάνι, "χάριν των λαμπρών σχέσεων ανάμεσα στις δύο χώρες"και παραθέτω ξανά:
"Ιδιαίτερα αφού δεν βλάπτουν τα αναφερόμενα κτίρια επιθεωρώντας τα, μελετώντας τα και σχεδιάζοντάς τα ".
Πριν καλά- καλά φθάσει το φιρμάνι στην Αθήνα, γίνεται μιά φοβερή επίθεση πάνω σ΄ ένα οικοδόμημα που μέχρι σήμερα θεωρείται από πολλούς, η ευγενέστερη και ωραιότερη από τις ανθρώπινες δημιουργίες.
Όταν έγινε η έφοδος στην πύλη των Καρυατίδων ο πυρετός ανέβηκε τόσο που ο Αιδεσιμώτατος Hunt έριξε την ιδέα να μετακινηθεί όλο το κτίριο αν από τη Βρετανική πολεμική μηχανή μπορούσε να αποσταλεί ένας άνθρωπος γι΄ αυτό. Ο Έλγιν ανατρίχιασε με την ιδέα και ζήτησε να σταλεί ένα καράβι. Το αίτημα δεν θεωρήθηκε εξωφρενικό, αλλά εκείνη τη στιγμή, δεν υπήρχε διαθέσιμο καράβι. (Φαντάζεστε τι θα γινόταν αν υπήρχε).
Για να αφηγηθώ όλη την τερατωδία χρειάζεται αρκετός χρόνος και αρκετή ψυχραιμία. Οι λέξεις "λεηλασία", "ερήμωση", "αχαλίνωτη καταστροφή", "αξιοθρήνητη συντριβή και συμφορά"δεν είναι δικές μου για να χαρακτηριστεί το γεγονός. Ειπώθηκαν από τους σύγχρονους του Έλγιν. Ο Horace Smith αναφέρεται στον Έλγιν σαν τον "ληστή των μαρμάρων". Ο Lord Byron τον αποκάλεσε πλιατσικολόγο. Ο Thomas Hardy χαρακτήρισε αργότερα τα μάρμαρα σαν "αιχμάλωτους σ’ εξορία"».
Εδώ παραθέτουμε στοιχεία από το ελληνικό υπουργείο Πολιτισμού. Όπως αναφέρεται στον φάκελο διεκδίκησης των μαρμάρων, που στάλθηκε στη Μεγάλη Βρετανία, «από το 1801 έως το 1804 τα συνεργεία του Έλγιν δρούσαν στην Ακρόπολη, προκαλώντας σημαντικές ζημίες στα γλυπτά και το ίδιο το μνημείο, αποσπώντας και διαμελίζοντας ένα σημαντικό μέρος (περίπου το ήμισυ) από το σωζόμενο γλυπτό διάκοσμο του Παρθενώνα, μαζί με ορισμένα αρχιτεκτονικά μέλη, όπως ένα κιονόκρανο και ένα σπόνδυλο από κίονα. Σήμερα μεταξύ Αθήνας και Λονδίνου βρίσκονται διαμελισμένα πολλά τμήματα συχνά από το ίδιο γλυπτό.
Από τους 97 σωζόμενους λίθους της ζωφόρου του Παρθενώνα, οι 56 βρίσκονται στο Λονδίνο και οι 40 στην Αθήνα. Από τις 64 σωζόμενες μετόπες, οι 48 βρίσκονται στην Αθήνα και οι 15 στο Λονδίνο. Από τις 28 σωζόμενες μορφές των αετωμάτων, οι 19 βρίσκονται στο Λονδίνο και οι 9 στην Αθήνα.
Η μεταφορά με πλοία αυτών των ανεκτίμητης αξίας αρχαιοτήτων στην Αγγλία αντιμετώπισε δυσκολίες, αφού γινόταν από λιμάνι σε λιμάνι. Ένα πλοίο βούλιαξε και τα γλυπτά, ύστερα από παρατεταμένη έκθεση στην υγρασία των διάφορων λιμανιών, έφτασαν τελικά στη Βρετανία. Στο Λονδίνο μεταφέρθηκαν σε διάφορες αποθήκες, αφού ο Λόρδος Έλγιν είχε χάσει την περιουσία του, εξαιτίας των τεράστιων ποσών που δαπάνησε για τα συνεργεία του, τη μεταφορά των γλυπτών και τις δωροδοκίες των Τούρκων αξιωματούχων, έτσι ώστε να του είναι αδύνατο να τα στεγάσει σε δικό του χώρο. Έτσι ύστερα από την υποθήκευση της συλλογής του από το Βρετανικό κράτος, αναγκάστηκε να πουλήσει τα Μάρμαρα του Παρθενώνα στη Βρετανική Κυβέρνηση, η οποία και τα μετέφερε το 1816 στο Βρετανικό Μουσείο».
Τα φτωχά επιχειρήματα του Βρετανικού Μουσείου
Χωρίς καμιά απολύτως αναφορά στην ηθική διάσταση της κλοπής των μαρμάρων του Παρθενώνα, το βρετανικό μουσείο έχει τα δικά του επιχειρήματα για την παρακράτησή τους. Ανάμεσα σε αυτά:
Τα παρθενώνεια γλυπτά αποτελούν ζωτικό στοιχεία στην διασυνδεδεμένη διεθνή συλλογή του. Είναι μέρος της πολιτιστικής κληρονομιάς που διαμοιράζεται και ξεπερνά τα πολιτικά σύνορα.
Το Μουσείο Ακρόπολης επιτρέπει στα Γλυπτά του Παρθενώνα που είναι στην Αθήνα (κατ’ εκτίμηση τα μισά από όσα είχαν διασωθεί από την αρχαιότητα) να εκτιμηθούν σαν σκηνικό της αρχαίας ελληνικής και αθηναϊκής Ιστορίας. Τα Γλυπτά του Παρθενώνα στο Λονδίνο, που αντιπροσωπεύουν το 30% της αυθεντικής σύνθεσης, αποτελούν μια σημαντική αναπαράσταση του αρχαίου αθηναϊκού πολιτισμού στο πλαίσιο της παγκόσμιας Ιστορίας. Κάθε χρόνο εκατομμύρια επισκεπτών, δωρεάν, θαυμάζουν την καλλιτεχνία των γλυπτών και εμβαθύνουν στο πώς οι αρχαίοι Έλληνες επηρέασαν- και επηρεάστηκαν- από άλλους πολιτισμούς με τους οποίους ήρθαν σε επαφή.
Οι Trustees (επίτροποι) είναι πεπεισμένοι ότι η τωρινή διαίρεση επιτρέπει να ειπωθούν διαφορετικές και συμπληρωματικές ιστορίες για τα σωζόμενα γλυπτά, να τονιστεί η σημασία τους για την παγκόσμια κουλτούρα και να επιβεβαιωθεί η θέση της αρχαίας Ελλάδας ανάμεσα στους μεγάλους πολιτισμούς του κόσμου.
(Ο αντίλογος: τα γλυπτά είναι μοναδικά μέρη ενός μοναδικού αρχιτεκτονήματος, του Παρθενώνα, και δεν είναι δυνατόν να είναι διαιρεμένα. Η έκθεσή τους στο Βρετανικό Μουσείο θυμίζει αυλή, ενώ στο Μουσείο Ακροπόλεως παρουσιάζονται σε αντιστοιχία με την αρχική τους θέση στο μνημείο, αλλά και σε οπτική επαφή με αυτό. Επιπλέον, τα λούζει το αττικό φως.
Όσο για τα εκατομμύρια που τα επισκέπτονται: πρώτον, ο Ζυλ Ντασέν είχε πει το εξαιρετικό: τότε, ας τα πάμε στην Κίνα.
Δεύτερον, από τους 6 εκατομμύρια επισκέπτες του Βρετανικού Μουσείου ετησίως, περίπου το ένα τέταρτο πηγαίνει στις αίθουσες της γκαλερί Ντιβέν με τα γλυπτά του Παρθενώνα. Πολύ κοντά στο 1,3 εκατ. επισκεπτών στο Μουσείο Ακρόπολης).
Άλλο επιχείρημα είναι ότι ο Έλγιν δεν τα έκλεψε, ενήργησε εν πλήρη γνώσει και με την άδεια των αρχών της χώρας εκείνη την περίοδο (εννοεί τις οθωμανικές δυνάμεις κατοχής, αλλά, ευνοήτως, δεν τις κατονομάζει). Οι ενέργειές του εξετάστηκαν λεπτομερώς από μια Ειδική Επιτροπή του Κοινοβουλίου και βρέθηκαν εντελώς νόμιμες. Με ψηφοφορία στο Κοινοβούλιο, που ακολούθησε, η κυβέρνηση χρηματοδότησε την απόκτηση των Γλυπτών του Παρθενώνα στους Επιτρόπους του Βρετανικού Μουσείου για το καλό όλης της ανθρωπότητας.
(Όπως γνωρίζουμε, βεβαίως και τα έκλεψε και βεβαίως δεν είχε κανένα νομιμοποιητικό έγγραφο).
Η ελληνική κυβέρνηση δεν έχει ζητήσει ποτέ δανεισμό τους, ζητά μονάχα την μόνιμη μεταφορά των γλυπτών στην Αθήνα. Οι Επίτροποι θα εκτιμούσαν τη δυνατότητα προσωρινού δανεισμού μέρους της συλλογής, ανάλογα με την κατάσταση των έργων και τη δυνατότητα να ταξιδέψουν. Το μόνο προαπαιτούμενο είναι ο δανειζόμενος να συμφωνήσει για την ασφάλεια και την επιστροφή του αντικειμένου.
(Ο Ευάγγελος Βενιζέλος ως υπουργός Πολιτισμού είχε απαντήσει το 2002 στον πρόεδρο των Επιτρόπων Sir John Boyd πως δεν αναγνωρίζει την κυριότητα των Γλυπτών του Παρθενώνα στο Βρετανικό Μουσείο. Τι δεν καταλαβαίνουν οι Επίτροποι και ζητούν νομιμοποίηση της κατοχής τους δια της πλαγίας οδού;)
Το επίσημο υπόμνημα του υπουργείου Πολιτισμού ανασκοπεί την κατάσταση
Το 1999 το ελληνικό υπουργείο Πολιτισμού υπέβαλε το 1999 επίσημο υπόμνημα για την επιστροφή των γλυπτών του Παρθενώνα από το Βρετανικό Μουσείο. Ανάμεσα στα επιχειρήματά του ήταν:
-Η απογύμνωση του Παρθενώνα, µεταξύ 1801-1811, κατέστρεψε ανεπανόρθωτα την δομική ακεραιότητα του μνημείου. Η αφαίρεση των µετοπών είχε ως επακόλουθο τον ακρωτηριασμό ορισμένων παρακείμενων αρχιτεκτονικών και δομικών στοιχείων και την καταστροφή του κτιρίου. Τα γλυπτά της ζωφόρου αποκόπηκαν από τις υποστηρικτικές πλάκες για να διευκολυνθεί η µμεταφορά τους. Ένα δωρικό κιονόκρανο κόπηκε στα δύο για τον ίδιο λόγο. Ουσιαστικά δομικά στοιχεία του ναού (γείσα και τρίγλυφα) καταστράφηκαν.
Οι επεμβάσεις αυτές καταγράφηκαν από τους αντιπροσώπους του Λόρδου Έλγιν και επιβεβαιώθηκαν από ξένους επισκέπτες στην Αθήνα. Κατακρίθηκαν δε, ως ισοδύναμες µε λεηλασία, από διαπρεπή ομότιμα µέλη της Βουλής των Λόρδων, από Βρετανούς πολιτικούς και διανοούμενους, σύγχρονους του Έλγιν.
-Τα Μάρμαρα του Παρθενώνα, λίγο έλειψε, να χαθούν σε ένα ναυάγιο κατά τη διάρκεια του ταξιδιού στη Βρετανία (το πλοίο Μέντωρ, που μετέφερε τμήμα από αυτά ναυάγησε στα Κύθηρα). Μετά από επίπονες προσπάθειες, τα αρχαία ανελκύστηκαν, χάθηκαν όμως όλα τα σχέδια του Λουζιέρι, καθώς και άλλες αρχαιότητες. Οι έρευνες στον τόπο του ναυαγίου διεξάγονται σήμερα από την Εφορεία Εναλίων Αρχαιοτήτων. Με την άφιξη στο Λονδίνο, τα Μάρμαρα φυλάχτηκαν προσωρινά σε µια αποθήκη άνθρακα.
-Από ντοκουμέντα στα αρχεία του Βρετανικού Μουσείου, γνωρίζουμε ότι το 1937-38 καθαρίστηκαν µε μεταλλικές βούρτσες και λειαντικά, πράξη η οποία κατέστρεψε ανεπανόρθωτα την επιφάνεια ενός µμεγάλου αριθμού γλυπτών. Οι επιβλαβείς αυτές επεμβάσεις έχουν επιβεβαιωθεί από την ειδική ομάδα των Ελλήνων επιστημόνων, οι οποίοι εξέτασαν τα Μάρμαρα του Παρθενώνα στο Βρετανικό Μουσείο, τον Οκτώβριο του 1999.
(Ο καταστροφικός καθαρισμός έγινε με εντολή του λόρδου Ντιβέν, διότι είχε την άποψη πως τα αρχαία γλυπτά ήταν ολόλευκα. Κάτι που έχει καταρριφθεί εντελώς με τις έρευνες στο Μουσείο Ακρόπολης).
-Έργα τέχνης από όλες τις περιόδους του αρχαίου Ελληνικού πολιτισμού εκτίθενται σε μουσεία και αίθουσες τέχνης σε όλο τον κόσμο, έτσι ώστε να προσφέρουν σε εκατομμύρια ανθρώπους την ευκαιρία να τα απολαύσουν, να τα εκτιμήσουν και να τα μελετήσουν. Τα Μάρμαρα του Παρθενώνα, όμως, αποτελούν µια µμοναδική περίπτωση. Ο γλυπτικός διάκοσμος και τα αρχιτεκτονικά στοιχεία του Παρθενώνα δεν δημιουργήθηκαν σαν αυτόνομα έργα τέχνης, εξ αρχής επινοήθηκαν και σχεδιάστηκαν σαν αναπόσπαστα μέρη του μνημείου. Το μνημείο αυτό, που κτίσθηκε τον 5ο αιώνα π.Χ., στέκεται ακόμα στην Ακρόπολη των Αθηνών.
Ο Παρθενώνας, σύμβολο της Αθηναϊκής δημοκρατίας, αντιπροσωπεύει την τέχνη του Κλασικού Ελληνικού πολιτισμού στο αποκορύφωμά της. Η Ακρόπολη, την οποία κοσμεί ο Παρθενώνας, ήταν το ιερό κέντρο της αρχαίας Αθήνας που μάζευε γύρω του όλες τις σημαντικές λειτουργίες της πόλης (την Αγορά, την Πνύκα, τα θέατρα, κλπ.). Ο Παρθενώνας παραμένει το έμβλημα της πόλης των Αθηνών και το σύμβολο της Ελληνικής πολιτιστικής ταυτότητας. Αποτελεί επίσης, μέρος της παγκόσμιας πολιτιστικής κληρονομιάς, ένα από τα πρώτα μνημεία που η UNESCO συμπεριέλαβε στον Κατάλογο Παγκόσμιας Κληρονομιάς. Πράγματι, είναι το σήμα κατατεθέν της UNESCO.
- Το µνημειώδες και καινοτόμο πρόγραμμα συντήρησης και αναστήλωσης που ξεκίνησε στην Ακρόπολη πριν 25 χρόνια, πραγματοποιείται βάσει των µελετών που είχαν αρχικά υποβληθεί για αξιολόγηση στην διεθνή επιστημονική κοινότητα, µέσω συνεδρίων και δημοσιεύσεων. Η σημερινή αποκατάσταση του Παρθενώνα αρχικά στοχεύει στην δομική του συντήρηση, στην συντήρηση των επιφανειών, την μέγιστα δυνατή προστασία των γλυπτών, την σωστή επανατοποθέτηση μερών ήδη αποκαταστημένων στο μνηµείο και την αποκατάσταση μερών του µνηµείου µε τα θραύσματα, από αυτά που βρίσκονται στο έδαφος, που μπορούν να ενωθούν μεταξύ τους. Κάθε επέμβαση είναι αναστρέψιμη δίχως να προκαλεί καμία φθορά στο μνηµείο.
Το Μουσείο Ακρόπολης είναι ένα ακαταμάχητο επιχείρημα για την επιστροφή
Το Mουσείο Ακρόπολης, το πρώτο σε επισκεψιμότητα μουσείο της Ελλάδας, με περίπου 1,3- 1,4 εκατ. επισκέπτες τον χρόνο, κτίστηκε για να στεγάσει κάθε αντικείμενο που έχει βρεθεί πάνω στον ιερό βράχο της Ακρόπολης και στους πρόποδές του καλύπτοντας μία ευρεία χρονική περίοδο από την Μυκηναϊκή περίοδο έως την Ρωμαϊκή και Παλαιοχριστιανική Αθήνα ενώ ταυτόχρονα βρίσκεται πάνω στον αρχαιολογικό χώρο Μακρυγιάννη, κατάλοιπο των Ρωμαϊκών και πρώιμων βυζαντινών Αθηνών. Τα υπόγεια του Μουσείου στέγασαν τα ευρήματα της ανασκαφής και αναμένεται να γίνουν επισκέψιμα, εφόσον το κράτος διαθέσει τα ανάλογα κονδύλια.
Αποτελεί το καλύτερο επιχείρημα κατά των βρετανικών θέσεων, αφού ακύρωσε το επιχείρημα «και αν σας τα δώσουμε πού θα τα εκθέσετε». Η ζωφόρος του Παρθενώνα μαζί με τις μετόπες παρουσιάζονται με μοναδικό τρόπο στον τρίτο όροφο του κτηρίου και σε οπτική επαφή με τον Παρθενώνα.
Το νέο κτήριο του μουσείου θεμελιώθηκε το 2003 και άνοιξε για το κοινό στις 21 Ιουνίου 2009. Στις 20 Ιουνίου του 2009, πραγματοποιήθηκαν, μεγαλοπρεπώς, τα εγκαίνια του Μουσείου παρουσία του Προέδρου της Ευρωπαϊκής Ένωσης και πλήθους ξένων ηγετών. Ο τότε υπουργός Πολιτισμού και κατόπιν πρωθυπουργός της Ελλάδας, Αντώνης Σαμαράς, σε μια συμβολική κίνηση, που μεταδόθηκε σε ολόκληρο τον κόσμο, τοποθέτησε το γλυπτό κεφαλάκι της Ίριδας σε πλάκα της ανατολικής ζωφόρου. Από όλο τον λίθο, μόνο το κεφαλάκι είναι στην Αθήνα και όλος ο υπόλοιπος βρίσκεται στο Λονδίνο. Η κίνηση αυτή ήταν μια ακόμα έκκληση της Ελλάδας για την επιστροφή των διαμελισμένων γλυπτών.
Το πρώτο μουσείο για τα ευρήματα της Ακρόπολης θεμελιώθηκε στα νοτιοανατολικά του Παρθενώνα στις 30 Δεκεμβρίου 1865 και ολοκληρώθηκε το 1874 σε σχέδια του αρχιτέκτονα Παναγή Κάλκου. Λίγα χρόνια αργότερα, στις ανασκαφές του 1885–1890, ανακαλύφθηκαν τα γλυπτά που είχαν καταστρέψει οι Πέρσες κατά την Δεύτερη περσική εισβολή στην Ελλάδα και το μικρό μουσείο χρειάστηκε περισσότερο χώρο. Γι'αυτόν τον λόγο κατασκευάστηκε στα 1888 ένα μικρότερο κτήριο στα ανατολικά του υπάρχοντος κτηρίου, στο οποίο τοποθετήθηκαν οι λιγότερο σημαντικές αρχαιότητες.
Στα 1953 άρχισαν οι εργασίες για την επέκταση του μουσείου σε σχέδια του αρχιτέκτονα Πάτροκλου Καραντινού: Κατεδαφίστηκε το μικρότερο κτίριο, κτίστηκαν νέες αίθουσες και άλλαξε η διαρρύθμιση των παλιών. Οι πρώτες αίθουσες άνοιξαν το 1956 και η επανέκθεση ολοκληρώθηκε το 1964 με την επιμέλεια του αρχαιολόγου Γιάννη Μηλιάδη, μιας σπουδαίας μορφής της αρχαιολογίας.
Παρά τις διαδοχικές επεκτάσεις το κτίριο δεν είχε τις δυνατότητες έκθεσης των ευρημάτων που σταδιακά ανακαλύφθηκαν στον βράχο. Ηδη από το 1974 εγέρθηκε το θέμα της οικοδόμηση ενός νέου κτιρίου. Η ανέγερση νέου μουσείου κρίθηκε επιτακτική καθώς η Ελλάδα άρχισε να προβάλει έντονα το ζήτημα της επιστροφής των μαρμάρων του Παρθενώνα από το Βρετανικό Μουσείο.
Προκηρύχθηκαν δύο πανελλήνιοι διαγωνισμοί (1976 και 1979) για το οικόπεδο Μακρυγιάννη, αλλά απέβησαν άκαρποι.
Το 1989 η Μελίνα Μερκούρη προκήρυξε διεθνή αρχιτεκτονικό διαγωνισμό με δυνατότητα επιλογής από τον μελετητή μιας από τις τρεις θέσεις: οικόπεδο Μακρυγιάννη, Διόνυσος ή Κοίλη. Ο διαγωνισμός διεξήχθη υπό την αιγίδα της Διεθνούς Ένωσης Αρχιτεκτόνων και συμμετείχαν σε αυτόν 438 γραφεία από 41 χώρες του κόσμου. Πρόεδρος της κριτικής επιτροπής ήταν ο καθηγητής Γεώργιος Κανδύλης και το πρώτο βραβείο απονεμήθηκε στους Μανφρέντι Νικολέτι και Λούτσιο Πασαρέλι από την Ιταλία. Το δεύτερο βραβείο πήραν οι Έλληνες Τάσος και Δημήτρης Μπίρης, Πάνος Κόκκορης και Ελένη Αμερικάνου. Το τρίτο βραβείο δόθηκε στον Ρέιμουντ Αμπραχαμ.
Μια προσφυγή του Συλλόγου Αρχιτεκτόνων κατά του διαγωνισμού στο Συμβούλιο της Επικρατείας ανέτρεψε τα πάντα, αφού οδήγησε σε ακύρωσή του. Τον Ιανουάριο του 1994 λύθηκε η σύμβαση με τους Ιταλούς. Η πολιτεία προσπάθησε να ξεπεράσει τον σκόπελο ιδρύοντας τον Οργανισμό για την Ανέγερση του Νέου Μουσείου Ακροπόλεως και αναθέτοντάς του το έργο, σε συνεργασία με το Ίδρυμα «Μελίνα Μερκούρη».
Μέχρι τότε όλοι πίστευαν ότι το οικόπεδο Μακρυγιάννη είναι ελεύθερο αρχαιοτήτων. Τα έργα του μετρό απέδειξαν το τραγικό λάθος. Η ανασκαφή στο οικόπεδο Μακρυγιάννη ξεκίνησε το 1997 και μέχρι το 1999 είχε φέρει στο φως μια συνοικία της μεσοβυζαντινής Αθήνας, με κατοίκηση, όμως, από τα γεωμετρικά χρόνια. Κατόπιν τούτου, το σχέδιο έπρεπε να αλλάξει. Οι Νικολέτι- Πασαρέλι έφυγαν και έγινε νέος αρχιτεκτονικός διαγωνισμός με το σύστημα εκδήλωσης ενδιαφέροντος.
Ο Σαντιάγο Καλατράβα, ο Καρλ Γκέρτις (διευθυντής του Ινστιτούτου για την Κατασκευή Οικολογικών Κτηρίων που εξοικονομούν ενέργεια) και ο διευθυντής των Μουσείων Αρχαιοτήτων του Βερολίνου Βολφ- Ντίτερ Χαϊλμάγιερ ήταν ανάμεσα στα μέλη της επιτροπής αξιολόγησης του διαγωνισμού. Η επιτροπή έκρινε τις 14 προτάσεις που ξεχώρισαν από την πρώτη φάση του διαγωνισμού (καλοκαίρι 2001) και έδωσε το πρώτο βραβείο στον Μπερνάρ Τσουμί και τον Μιχάλη Φωτιάδη (Σεπτέμβριος του 2001).
Το δεύτερο βραβείο δόθηκε στους αρχιτέκτονες Ντάνιελ Λίμπεσκιντ, Δ. και Λ. Ποτηροπούλου & Συνεργάτες και το τρίτο στο Γραφείο Μελετών Α.Ν. Τομπάζη.
Στο ενδιάμεσο έγιναν δεκάδες προσφυγές στα διοικητικά δικαστήρια και στο Συμβούλιο της Επικρατείας, διακεκριμένοι αρχαιολόγοι βρέθηκαν πολλές φορές στο εδώλιο του κατηγορουμένου, έως ότι όλες οι δίκες τελεσιδίκησαν και το Μουσείο έγινε χωρίς να καταδικαστεί κανείς, αφού τα πάντα ήταν νόμιμα. Έμεινε μόνο η καθυστέρηση υλοποίησης του μεγάλου ονείρου και η πίκρα σε όσους σύρθηκαν τις δίκες αυτές.
Από εδώ και πέρα τι;
H επιστροφή των παρθενώνειων γλυπτών αποτελεί πάγιο, διαρκές και επαναλαμβανόμενο αίτημα των ελληνικών κυβερνήσεων ήδη από τα πρώτα χρόνια σχηματισμού του ελληνικού κράτους, μετά την απελευθέρωση από τον οθωμανικό ζυγό. Η Ελλάδα, επισημαίνουν οι τρεις νομικοί, δεν έπαψε ποτέ να ζητά την επιστροφή τους. Η πρώτη επιστολή του Βασιλιά Όθωνα χρονολογείται το 1836, ελάχιστα χρόνια μετά την απελευθέρωση, και η δεύτερη, της Αρχαιολογικής Εταιρείας, το 1844.
Έκτοτε το θέμα ανακινείται τακτικά. Μεγάλη ώθηση πήρε κατά τον Β΄ παγκόσμιο πόλεμο, οπότε και η Μεγάλη Βρετανία σκέφτηκε να επιστρέψει τα γλυπτά στους ήρωες που πολέμησαν με αυτοθυσία (θυμίζουμε το γνωστό: δεν πολεμούν οι Έλληνες σαν ήρωες. ΟΙ ήρωες πολεμούν σαν Έλληνες). Όμως, τελικά τίποτα δεν συνέβη.
Η Μελίνα Μερκούρη, τότε υπουργός Πολιτισμού, διεθνοποίησε το θέμα, καταθέτοντας πρόταση για επιστροφή στην Διεθνή Διάσκεψη υπουργών Πολιτισμού της UNESCO στο Μεξικό, τον Αύγουστο του 1982.
Διαβήματα, επαφές υπουργών Πολιτισμού της Ελλάδας, κατάθεση στο Βρετανικό Κοινοβούλιο από τον Ζυλ Νασέν, τον Γιώργο Παπανδρέου και τη Μελίνα Μερκούρη, διαμεσολάβηση της UNESCO αυτά και άλλα πολλά έγιναν και ζητήθηκαν χωρίς αποτέλεσμα. Πρόεδροι διεθνών οργανισμών και κρατών, υπουργοί και προσωπικότητες (Μπαν Κι Μουν, Ιρίνα Μπόκοβα, Φεντερίκο Μαγιόρ, Κλίντον Μπιλ και Χίλαρι, Σον Κόνερι, Βανέσα Ρεντγκρέιβ, Τζορτζ Κλούνεϊ και πολλοί άλλοι) έχουν ταχθεί υπέρ του δίκαιου αιτήματος της Ελλάδας.
Επίσης, η χώρα μας έχει στο πλευρό της πολλές και δραστήριες επιτροπές σε ξένες χώρες, με διακεκριμένα μέλη που υποστηρίζουν την επιστροφή. Πρόσφατα, στις 28 Μαΐου, χάσαμε έναν πολύτιμο σύμμαχο, τον Βρετανό ελληνιστή και κάποτε βουλευτή του Εργατικού Κόμματος Εντι Ο’ Χάρα που πέθανε από αναπνευστικά προβλήματα.
Στον Εντι Ο΄Χάρα οφείλεται σε μεγάλο βαθμό η μεταστροφή της κοινής γνώμης της Βρετανίας υπέρ του ελληνικού αιτήματος. Ήταν πρόεδρος της βρετανικής επιτροπής για την επιστροφή των Γλυπτών του Παρθενώνα (British Committee for the Restitution of the Parthenon Marbles).
Η υπόθεση της διεκδίκησης των γλυπτών του Παρθενώνα από το Βρετανικό Μουσείο φαίνεται πλέον να έχει βραχυκυκλώσει. Αυτό λέει στην ουσία και το λονδρέζικο δικηγορικό γραφείο (πόρισμα των Ρόμπερτσον Πάλμερ Κλούνεϊ) που είχε αναλάβει τη μελέτη του σχετικού θέματος. Μόνη ελπίδα είναι η προσφυγή σε κάποιο διεθνές δικαστήριο. Στο Δικαστήριο της Χάγης ή στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων του Στρασβούργου. Αν προσφύγουμε στο πρώτο, όμως, καλό θα ήταν να το κάνουμε μέσω ενός διεθνούς οργανισμού, της ΟΥΝΕΣΚΟ ή των Ηνωμένων Εθνών.
Οι τρεις νομικοί εξηγούν πως η Ελλάδα έκανε όλα τα βήματα, δημόσια, σε διεθνείς οργανισμούς κλπ. για την επιστροφή των μαρμάρων αλλά χωρίς αποτέλεσμα. Πρέπει τώρα να αναλάβει άλλου είδους δράση. Ο ΟΗΕ ή η ΟΥΝΕΣΚΟ μπορούν να ζητήσουν μια «συμβουλευτική» απόφαση από το Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης, αλλιώς τα μάρμαρα θα μείνουν για πάντα στη γκαλερί Ντιβέν, στο Βρετανικό Μουσείο.
Συμπληρώνουν πως επειδή παραβιάζονται τα άρθρα 1 και 8 της σύμβασης ανθρωπίνων δικαιωμάτων (προστασία περιουσίας και δικαίωμα στην απόλαυση των πολιτιστικών θησαυρών) είναι δυνατή και η προσφυγή στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, στο Στρασβούργο.
«Τώρα ή ποτέ» τονίζουν οι νομικοί. Αν υπάρξει ακόμα μια καθυστέρηση, μπορεί να χάσουμε τα πάντα. Ο υπουργός Αριστείδης Μπαλτάς δεν αποκλείει κάποια προσφυγή, μετά από συνεννόηση με τον ΟΗΕ, στον οποίο «ψάχνει συμμάχους».
Στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων στο Στρασβούργο έχει προσφύγει και ο Σύλλογος των Αθηναίων (στο συγκεκριμένο δικαστήριο προσφεύγουν κυρίως ιδιώτες, αλλά αυτό δεν αποκλείει την προσφυγή και εκ μέρους κρατών, εφόσον και αυτά είναι οντότητες).
Η απόφαση αναμένεται.
Ο Παρθενώνας, τα αετώματα, οι μετόπες και η ζωφόρος
(από την ιστοσελίδα του Μουσείου Ακρόπολης)
Μετά την περσική καταστροφή, οι Αθηναίοι επιδιόρθωσαν πρόχειρα τον κατεστραμμένο ναό της Αθηνάς Πολιάδος και συνέχισαν εκεί τη λατρεία. Στην Ακρόπολη δεν χτίστηκε νέος ναός έως τα μέσα του 5ου αι. π.Χ., όταν ξεκίνησε ένα χωρίς προηγούμενο οικοδομικό πρόγραμμα που συνδέεται με το όνομα και την προσωπικότητα του Περικλή. Το πρόγραμμα ξεκίνησε το έτος 447 π.Χ. Τα σχέδια του ναού εκπόνησαν οι αρχιτέκτονες Ικτίνος και Καλλικράτης, ενώ για τον γλυπτό διάκοσμο εργάστηκε ο γλύπτης Φειδίας, με τους μαθητές του Αγοράκριτο, Αλκαμένη και άλλους σπουδαίους γλύπτες. Με τη συνεργασία μεγάλου αριθμού αρχιτεκτόνων, ζωγράφων, χαλκουργών, λιθοξόων και άλλων τεχνιτών, κατασκευάστηκε μέσα σε 15 χρόνια το πρώτο οικοδόμημα, ο Παρθενώνας, ο ναός της Παρθένου Αθηνάς. Ο ίδιος ο Φειδίας φιλοτέχνησε και το χρυσελεφάντινο άγαλμα της πάνοπλης Αθηνάς Παρθένου που τοποθετήθηκε στο εσωτερικό του Ναού.
Τα αρχιτεκτονικά γλυπτά του Παρθενώνα, οι μετόπες, η ζωφόρος και τα αετώματα, ήταν λαξευμένα σε μάρμαρο Πεντέλης και εμπλουτισμένα με μεταλλικά εξαρτήματα και χρώματα.
Οι 92 μετόπες ήταν τα πρώτα μέλη του θριγκού του ναού που δέχθηκαν διακόσμηση. Κάθε μια απέδιδε μια αυτοτελή σκηνή, συνήθως με δύο μορφές. Τα θέματα ήταν εμπνευσμένα από μυθικές μάχες και συμβόλιζαν τους νικηφόρους αγώνες των Αθηναίων εναντίον των Περσών. Στην ανατολική πλευρά παριστανόταν η μάχη των Ολυμπίων θεών με τους Γίγαντες που προσπαθούσαν να ανατρέψουν την τάξη του Ολύμπου (Γιγαντομαχία). Στη δυτική πλευρά εικονιζόταν ο αγώνας των νέων της Αθήνας ενάντια στις Αμαζόνες που απείλησαν την ίδια την Ακρόπολη (Αμαζονομαχία). Θέμα της νότιας πλευράς ήταν η πάλη των Θεσσαλών νέων (Λαπίθες) ενάντια στους Κενταύρους που προσπάθησαν να κλέψουν τις γυναίκες τους κατά τη διάρκεια γαμήλιας τελετής (Κενταυρομαχία). Στη βόρεια τέλος πλευρά παριστανόταν η Άλωση της Τροίας (Ιλίου Πέρσις).
Τα αετώματα, δηλαδή οι τριγωνικοί χώροι που σχηματίζονται από τα γείσα της στέγης στις στενές πλευρές του ναού, είναι τα τελευταία τμήματα που δέχθηκαν γλυπτική διακόσμηση με ολόγλυφα κολοσσικά αγάλματα (437-432 π.Χ.). Τα θέματα είναι παρμένα από την αττική μυθολογία.
Το ανατολικό αέτωμα, που ήταν πάνω από την είσοδο του ναού, παρίστανε τη γέννηση της θεάς Αθηνάς από το κεφάλι του πατέρα της Δία, με την παρουσία Ολύμπιων θεών. Στο δυτικό αέτωμα, εικονιζόταν η διαμάχη μεταξύ της Αθηνάς και του Ποσειδώνα για τη διεκδίκηση της αττικής γης, που κατέληξε στη νίκη της Αθηνάς.
Σε αντίθεση με τα μυθολογικά θέματα των μετοπών και των αετωμάτων, για τη ζωφόρο του Παρθενώνα, ο Φειδίας επέλεξε ως θέμα τη μεγαλύτερη γιορτή της πόλης, τα Μεγάλα Παναθήναια, τη γιορτή προς τιμήν της θεάς Αθηνάς. Η γιορτή διοργανωνόταν κάθε τέσσερα χρόνια, διαρκούσε 12 μέρες και περιελάμβανε τελετές, θυσίες, γυμνικούς και μουσικούς αγώνες. Η πιο επίσημη μέρα ήταν η τελευταία, η 28η του μηνός Εκατομβαιώνος (μέσα στην καρδιά του καλοκαιριού), ημέρα των γενεθλίων της θεάς. Την ημέρα αυτή σχηματιζόταν πομπή που έφτανε στο ναό της Αθηνάς Πολιάδος (στον Αρχαίο Ναό, ο οποίος αντικαταστάθηκε αργότερα από το Ερέχθειο), για να παραδώσει στους ιερείς τον καινούργιο πέπλο για το ξόανο της θεάς. Αυτή ακριβώς η πομπή ξετυλίγεται στα 160 μέτρα της ζωφόρου του Παρθενώνα.
H ζωφόρος αποτελείτο από 115 λίθους. Είχε συνολικό μήκος 160 μέτρα, ύψος 1,02 μέτρα και πάχος 0,6 μέτρα. Στην πομπή εικονίζονταν περίπου 378 ανθρώπινες και θεϊκές μορφές, καθώς και περισσότερα από 200 ζώα, κυρίως άλογα. Oμάδες ιππέων και αρμάτων καλύπτουν το μεγαλύτερο μέρος της ζωφόρου. Ακολουθεί η πομπή της θυσίας, με τα ζώα και τις ομάδες ανδρών και γυναικών που φέρουν ιερά τελετουργικά σκεύη και προσφορές. Στη μέση της ανατολικής πλευράς, πάνω από την είσοδο του ναού, εικονίζεται το τέλος της πομπής, το αποκορύφωμα του πολυήμερου εορτασμού των Παναθηναίων: η παράδοση του πέπλου, του δώρου των Αθηναίων στο λατρευτικό διιπετές ξόανο της θεάς. Αριστερά και δεξιά εικονίζονται καθιστοί οι δώδεκα θεοί του Ολύμπου.
Από το σύνολο της ζωφόρου, σήμερα σώζονται 50 μέτρα στο Μουσείο της Ακρόπολης, 80 μέτρα στο Βρετανικό Μουσείο, ένας λίθος στο Μουσείο του Λούβρου, ενώ άλλα τμήματα είναι διασκορπισμένα σε μουσεία στο Παλέρμο, στο Βατικανό, στο Würzburg, στη Βιέννη, στο Μόναχο και στην Κοπεγχάγη.