Φωτογραφία: «Η Συκοφαντία του Απελλή», πίνακας του Σάντρο Μποτιτσέλι, Πινακοθήκη Ουφίτσι, Φλωρεντία (1494-1495). Αριστερά φαίνεται η Αλήθεια γυμνή.
Η Αλήθειαήταν θεότητα στην Ελληνική Μυθολογία, ιδεατή ανθρωπόμορφη προσωποποίηση της αλήθειας των αρχαίων Ελλήνων φερόμενη προστάτις της έννοιας. Σύμφωνα με τον Πίνδαρο ήταν κόρη του Δία. Ο Πλούταρχος την αναφέρει ως “Τροφό του θεού Απόλλωνα”, μαζί με την Κορυθάλεια.
Σύμφωνα με έναν μύθο του Αισώπου ο Προμηθέας είχε πλάσει την Αλήθεια από πηλό, πριν όμως την ζωντανέψει, o Δόλος έπλασε ένα δεύτερο ομοίωμα, που όμως του τέλειωσε ο πηλός και έτσι άφησε το έργο του χωρίς πόδια. Επιστρέφοντας ο Προμηθέας και βλέποντας τα δύο πανομοιότυπα καλλιτεχνήματα αποφάσισε να τα ζωντανέψει και τα δυο.
Η Αλήθεια περπάτησε, το ομοίωμα του Δόλου όμως δεν μπόρεσε να κάνει ούτε ένα βήμα. Σύμφωνα με τον Φιλόστρατο η θεά Αλήθεια φορούσε λευκή εσθήτα και περιφέρονταν “λευκοχειμωνούσα” κοντά στο Αμφιαράειο.
Οι Ρωμαίοι αποκαλούσαν την Αλήθεια Veritas, θεωρώντας την κόρη του Κρόνου (Saturnus), ή του Χρόνου (Tempus). Επειδή η Αλήθεια εικονίζονταν πάντα χωρίς στολίδια και πλούσια ενδύματα έναντι των άλλων θεοτήτων, ο Οράτιος την αποκαλούσε “nuda” Veritas, δηλαδή “γυμνή αλήθεια“.
Από τότε καθιερώθηκε η ρητορική έκφραση “γυμνή αλήθεια”, ή “αλήθεια γυμνή” που λέγεται μέχρι και σήμερα εκ του γεγονότος ότι δεν χρειάζεται στην απόδοσή της ιδιαίτερα καλολογικά στοιχεία ή προλόγους, εξ ου ακόμη και η έκφραση “ωμή αλήθεια”.
Τέλος στη αρχαία Αίγυπτο όπως αναφέρει ο Κλαύδιος Αιλιανός στις διηγήσεις του ο Αιγύπτιος Αρχιερέας, ως δείγμα δίκαιου ανθρώπου, όταν εκτελούσε καθήκοντα δικαστή, κρεμούσε από το λαιμό του ιδιαίτερο περίαπτο από ζαφείρι που έφερε το όνομα “Αλήθεια“.
Από τη Βικιπαίδεια