Στις 17 Αυγούστου 1984 ο Κορνήλιος Καστοριάδης (1922-1997), ένας από τους οξυδερκέστερους διανοητές του 20ού αιώνα, έδωσε μια διάλεξη στο Λεωνίδιο Αρκαδίας αναφορικά με την αρχαία Ελληνική δημοκρατίακαι τη σημασία της για μας σήμερα, δηλαδή το κατά πόσον αυτή καταφέρνει να διατηρεί τον επίκαιρο χαρακτήρα της.
Στο πλαίσιο της εισαγωγικής τοποθέτησής του, ο Καστοριάδης ανέφερε επί του προκειμένου τα ακόλουθα:
«Το ενδιαφέρον μου για την αρχαία ελληνική δημοκρατία, και γενικότερα για την αρχαία ελληνική δημιουργία, ενδιαφέρον πάρα πολύ παλιό, αναζωπυρώθηκε κατά την εξέλιξη της σκέψης μου και ιδιαίτερα μετά από την κριτική στην οποία υπέβαλα την παραδοσιακή επαναστατική ιδεολογία, και πιο συγκεκριμένα τον μαρξισμό. Η αναζωπύρωση αυτή είναι συνέπεια της αναγνώρισης ορισμένων βασικών στοιχείων που δημιουργήθηκαν για πρώτη φορά στην αρχαία Ελλάδα. Τα στοιχεία αυτά χάθηκαν στη συνέχεια μέσα στην ιστορία με την παρακμή της αρχαίας ελληνικής πόλης, με την άνοδο και την κυριαρχία της Ρώμης και με την εμφάνιση και εγκαθίδρυση του χριστιανισμού.
»Ξαναδημιουργήθηκαν στην Δυτική Ευρώπη κατά το τέλος του Μεσαίωνα, όταν ξαναδημιουργήθηκαν, όπως στην αρχαία Ελλάδα, πόλεις, δηλαδή κοινότητες, οι οποίες ξαναπροσπάθησαν, μέσα σε συνθήκες τελείως διαφορετικές από τις αρχαίες ελληνικές, να αυτοκυβερνηθούν κατά το δυνατόν, παλεύοντας εναντίον της φεουδαρχίας, εναντίον της εκκλησίας, εναντίον της απόλυτης μοναρχίας, συνάπτοντας εναλλάξ συμμαχίες με την μια ή την άλλη απ'αυτές τις δυνάμεις, για να μπορέσουν να επιβιώσουν σαν αυτο-κυβερνούμενες, ως ένα βαθμό, πολιτικές κοινότητες.
»Οι πόλεις αυτές είναι δημιουργία της αστικής τάξης. Χρησιμοποιώ εδώ τον όρο αυτό με την πρωταρχική του έννοια, που χαρακτηρίζει τους πρώτους αστούς, τους πρώτους βιοτέχνες και εμπόρους, τους «φυγάδες δουλοπάροικους από το φεουδαρχικό κτήμα», όπως τους αποκαλούσε ο Μαρξ, οι οποίοι βρίσκανε ελευθερία και προστασία μέσα στα τείχη μιας πόλης που, σιγά-σιγά, αποσπούσε ορισμένα προνόμια και ορισμένες ελευθερίες από τις υπάρχουσες τότε εξουσίες, που ήδη ανέφερα: τον μονάρχη, τους φεουδάρχες και την εκκλησία.
»Από την άποψη αυτή, το χαρακτηριστικό της ευρωπαϊκής Αναγέννησης, στις αρχές της, είναι η αναδημιουργία μιας πραγματικής πολιτικής κοινότητας, πολιτικής όχι με την τρέχουσα έννοια, συνώνυμη της ψηφοθηρίας, των παρασκηνιακών ελιγμών και των μεγαλόστομων προεκλογικών υποσχέσεων, αλλά με την μεγάλη και σημαντική έννοια που αφορά την αυτο-θέσμιση και την πράξη μιας ανθρώπινης κοινότητας, της οποίας τα μέλη θέλουν πράγματι να επωμισθούν την ρύθμιση των κοινωνικών τους σχέσεων, θέλουν κατά κάποιο τρόπο να είναι αυτόνομοι.
»Τέτοια πολιτική κοινότητα, για πρώτη φορά, δημιουργείται στην αρχαία Ελλάδα, και αυτή ακριβώς είναι η σημασία που έχει για μας σήμερα τόσο η αρχαία ελληνική δημοκρατία όσο και η αρχαία ελληνική δημιουργία γενικότερα.
»Θα ήθελα, στο σημείο αυτό, να ξεκαθαρίσω ευθύς εξ αρχής την θέση μου, ώστε να αρθεί κάθε ενδεχόμενο παρεξήγησης. Δεν βλέπω, όπως νομίζω ότι και κανείς δεν μπορεί να δει, εκτός αν είναι τελείως φαντασιόπληκτος ή προγονόπληκτος, την αρχαία Ελλάδα ως πρότυπο το οποίο θα αρκούσε να το αντιγράψουμε για να βρούμε την ελευθερία, την δικαιοσύνη, την ισότητα και παν το αγαθόν.
»Η αρχαία Ελλάδα δεν είναι πρότυπο, ούτε μοντέλο προς μίμηση, όπως άλλωστε δεν μπορεί να είναι κανένα ιστορικό έργο σε οποιονδήποτε τομέα. Θεωρώ, όμως, ότι μπορεί να λειτουργήσει για μας σαν γονιμοποιό σπέρμα, δεδομένου ότι μας επιτρέπει να δούμε εν τη γενέσει τους πληθώρα στοιχείων πάντοτε επίκαιρων. Μπορεί και πρέπει να είναι για μας κέντρισμα, έμπνευση και πηγή ιδεών».