Ο Γεώργιος Φραντζήςή Σφρατζής είναι ο άνθρωπος που έσωσε τον Κωνσταντίνο Παλαιολόγο από αιχμαλωσία, υπηρέτησε ως διπλωμάτης στην Αυλή και κατέγραψε με δημοσιογραφικό οίστρο τις τελευταίες στιγμές πριν πέσει η Κωνσταντινούπολη στους Οθωμανούς.
Πίσω από τα μεγάλα γεγονότα βρίσκονται πάντα οι άνθρωποι που τα καταγράφουν. Πριν από μερικές ημέρες τιμήσαμε την μαύρη επέτειο για την Άλωση της Κωνσταντινούποληςαπό τα ασκέρια των Οθωμανών του Πορθητή και την ηρωική στάση του Μεγίστου των Ελλήνων, τον Κωνσταντίνο ΙΑ’ Παλαιολόγο. Κανείς δεν αναφέρθηκε στον «ρεπόρτερ» που κατέγραψε τα γεγονότα, τα οποία αποτελούν σήμερα Ιστορία.
Στα μέσα του 15ου αιώνα δεν υπήρχαν ΜΜΕ, ούτε οι σημερινές τεχνολογικές πρόνοιες για να καλυφθούν τα γεγονότα. Η ιστορία έμεινε ζωντανή είτε μέσα από τις αφηγήσεις που εξελίχθηκαν στους θρύλους και τη λαϊκή παράδοση, είτε στις πηγές, δηλαδή στα πρόσωπα που είχαν το δημοσιογραφικό κριτήριο και αισθητήριο να περιγράψουν τα σημαντικά γεγονότα.
Στην περίπτωση της Άλωσηςυπάρχουν τέσσερις πηγές που μας εξιστορούν όσα συνέβησαν. Το ψυχομαχητό της Ανατολικής Αυτοκρατορίας μετέφεραν στις γενιές μας οι Δούκας, Λαόνικος Χαλκοκονδύλης και Μιχαήλ Κριτόβουλος, αν και στηρίζονται σε μαρτυρίες ή διηγήσεις τρίτων.
Εκείνο το έργο που ξεχωρίζει όμως είναι το «Χρονικό» που έγραψε ο Γεώργιος Φραντζήςή Σφρατζής, ο οποίος ήταν ο μοναδικός βυζαντινός ιστορικός, αυτόπτης μάρτυρας της κοσμοϊστορικής κατάληψης της Πόλης. Στο κείμενό του ακολούθησε τον κλασικό κανόνα του ρεπορτάζ που διέπεται από τις αρχές «είδα» - «άκουσα» - «κατάλαβα» - «γράφω».
Τη ζωή αυτού του ανθρώπου θα σκιαγραφήσουμε σήμερα αφού είναι ο αφανής ήρωας, ο «πολεμικός ανταποκριτής» ή μάλλον καλύτερα ο «ρεπόρτερ» της Άλωσης…
Στο πλευρό του Κωνσταντίνου Παλαιολόγου
Ο Γεώργιος Φραντζής ή Σφραντζήςγεννήθηκε στην Κωνσταντινούπολη το 1401. Ανήκε σε αριστοκρατική βυζαντινή οικογένεια. Το 1417 πέθαναν οι γονείς του από την πανώλη που θέριζε τότε και ο αυτοκράτορας τον πήρε υπό την προστασία του.
Το 1424, όταν η Κωνσταντινούπολη είχε περιέλθει σε δεινότατη θέση, στάλθηκε ως αντιπρόσωπος για διαπραγματεύσεις με τους Οθωμανούς του Μουράτ Β’.
Αργότερα, ο Σφραντζής ορίστηκε εκτελεστής της διαθήκης του Μανουήλ Β και ανέπτυξε στενή συνεργασία με τον μελλοντικό αυτοκράτορα Κωνσταντίνο Παλαιολόγο. Τον ακολουθούσε μάλιστα στις διάφορες αποστολές του στην Πελοπόννησο. Σε μια περίπτωση μάλιστα τού έσωσε τη ζωή και τον απάλλαξε από αιχμαλωσία, με αποτέλεσμα ο ίδιος να τραυματιστεί και να συλληφθεί από τους Φράγκους της Πάτρας.
Όταν αργότερα απελευθερώθηκε και η Πάτρα καταλήφθηκε από τους Βυζαντινούς, διορίστηκε διοικητής της. Τον επόμενο χρόνο έπεσε στα χέρια Καταλανών πειρατών, αλλά και πάλι απελευθερώθηκε με καταβολή λύτρων. Παράλληλα, με τα άλλα καθήκοντά του, συνέχιζε να προσφέρει τις υπηρεσίες του ως μυστικοσύμβουλος. Για να προωθήσει την πολιτική του δεσπότη του Μορέως βρέθηκε αρκετές φορές στην Αθήνα.
Τον πάντρεψε ο αυτοκράτορας
Το 1438συγγένευσε με την οικογένεια των Παλαιολόγων, αφού παντρεύτηκε την Ελένη, κόρη του Αλέξιου Παλαιολόγου. Παράνυμφος ήταν ο κατοπινός Κύρης Κωνσταντίνος, ο οποίος αργότερα βάφτισε και τα παιδιά του ζευγαριού.
Το 1449ο Κωνσταντίνος διαδέχθηκε στον θρόνο τον αδελφό του και ο Σφραντζής τον ακολούθησε από το Μυστρά στην Κωνσταντινούπολη. Ύστερα από μια διπλωματική αποστολή στην Ιβηρία, τη σημερινή Γεωργία και αφού είχε συναντήσει τον βασιλέα της Τραπεζούντας Ιωάννη Κομνηνό, ο Σφραντζής ανέλαβε καθήκοντα μεγάλου λογοθέτου, δηλαδή πρωθυπουργού της αυτοκρατορίας. Στην ίδια συγκυρία, ανακοινώθηκε ο θάνατος του σουλτάνου Μουράτ Β’ και η ανάρρηση του Μωάμεθ Β’ στο θρόνο. Ο Κωνσταντίνος θεώρησε ότι ήταν χαρμόσυνο το γεγονός διότι είχε διαβεβαιώσεις περί διατήρησης της ειρήνης που υπήρχε. Ως βαθύς γνώστης όμως ο Σφραντζής είπε: «Δέσποτα μου, τούτο ου χαρίεν μαντάτον, αλλά και οδυνόν λίαν».
Στο «ψυχορράγημα της βασιλεύουσας» επιβεβαιώθηκε η ρήση του μεγάλου λογοθέτη. Ο ίδιος περιέγραψε λιτά:
25 - 26 Μαΐου 1453: Η φαντασία θέλει να εμφανίζονται διάφορες θεοσημίες. Συμβαίνουν δυσοίωνα. Πέφτει χαλάζι, γίνεται έκλειψη και άλλα περίεργα. Ο Μωάμεθ προετοιμάζεται και αποφασίζει την τελική τουρκική επίθεση. Αυτή ορίζεται για τις 29 Μαΐου.
27 Μαΐου 1453: Ο Μωάμεθ «έδωσε διαταγή όλη εκείνη τη νύχτα και την επομένη μέρα να ανάψουν λαμπάδες, να μείνουν νηστικοί όλη τη μέρα και να λουστούν επτά φορές, για να παρακαλέσουν τον θεό, νηστικοί και καθαροί, να τους δώσει τη νίκη...».
28 Μαΐου 1453: Μωάμεθ και Κωνσταντίνος μιλούν στους στρατιώτες τους. «Σε τρεις μέρες η Πόλη θα είναι δική σας», υπόσχεται ο πρώτος. Ο αυτοκράτορας εμψυχώνει διαβεβαιώνοντας ότι «θα κάνουμε τον εχθρό να φύγει ντροπιασμένος».
29 Μαΐου 1453: «Ήταν φοβερό το θέαμα... Ποιος θα διηγηθεί όλη αυτήν τη φρίκη; Κανένα σημείο δεν έμεινε ανεξερεύνητο και αμόλυντo. Ω βασιλεύ Χριστέ μου, ελευθέρωσε από τέτοια θλίψη κάθε πόλη και χώρα όπου κατοικούν Χριστιανοί...».
Αιχμαλωσία και διαφυγή
Μετά την Άλωση συνελήφθη μαζί με τα παιδιά και τη γυναίκα του.Κατάφερε να εξαγοράσει την ελευθερία του και βρέθηκε στην υπηρεσία του τελευταίου δεσπότη Πελοποννήσου Θωμά Παλαιολόγου. Από εκεί ξεκίνησε τις προσπάθειες για την απελευθέρωση της οικογένειάς του.
Τελικά, κατάφερε να ελευθερώσει τη γυναίκα του αλλά δεν είχαν την ίδια τύχη τα παιδιά του. Ο ένας γιος του κατηγορήθηκε ότι επιβουλεύτηκε τη ζωή του Μωάμεθ Β’, ο οποίος και τον σκότωσε με τα ίδια του τα χέρια. Η κόρη του είχε πεθάνει νωρίτερα στο χαρέμι του σουλτάνου.
Μετά την κατάληψη της Πελοποννήσου από τους Οθωμανούς ο Σφραντζής κατέφυγε στην Κέρκυρα, όπου κι έγινε μοναχός το 1468. Δεκαπέντε χρόνια μετά την Άλωση άρχισε να γράφει ή να υπαγορεύει (από μνήμης είτε από σημειώσεις του) το «Χρονικόν της Αλώσεως» αφού είχε αποσυρθεί στη Μονή Ταρχανιτών.
Απελπισμένος από τις εξελίξεις, άρρωστος, φτωχός -ίσως και κουφός- φαίνεται ότι προχώρησε στη σύνταξη του χρονικού του κατά παρακίνηση Κερκυραίων στους οποίους διηγούνταν, προφανώς, τα γεγονότα που έζησε και κατέγραψε. Πέθανε το 1477 ή 1478 συντάσσοντας εμπλουτίζοντας ακόμα το «Χρονικόν»…