Γύρω από την Αρχαία Ελληνική θρησκεία έχουν γραφτεί πολλά. Μελετητές που αφήσανε πλούτο και γνώση και που οι μελέτες τους μείνανε επικές. Στα παρακάτω δύο αποσπάσματα από τον βιβλίο "Από τον μύθο στον λόγο"του W. Nestle -ένας από τους πιο εμβριθείς μελετητές του αρχαίου ελληνικού πνεύματος- θα απολαύσουμε μια απλή, δυνατή και ξεκάθαρη άποψη για την λατρεία των Ελλήνων.
Λέει λοιπόν:
"Για τους σημιτικούς λαούς η φύση είναι βέβαια δημιουργία του θεού, και μάλιστα δημιουργία εκ του μηδενός, ένα θαύμα δηλαδή το οποίο εκφράζει, την άπειρη δύναμη του θεού... Επιπλέον λόγω του "προπατορικού αμαρτήματος"του ανθρώπου η φύση περιήλθε σε κατάσταση απομάκρυνσης από τον θεό, αποξένωσης με τον θεό, αντιπαλότητας με τον θεό, με αποτέλεσμα ο θεός να εμφανίζεται πράγματι ως το "εντελώς άλλο"και κατά συνέπεια να φανερώνεται αληθινά και ολοκληρωτικά μόνο μέσα στο αντίθετο της φύσης, στο θαύμα.
Στην περίπτωση του Έλληνα τα πράγματα είναι διαφορετικά: γι'αυτόν η φύση, το σύμπαν, ο κόσμος, όπως είναι, είναι κάτι θεϊκό και ο απορητικός θαυμασμός, με τον οποίο παρατηρεί τον κόσμο, ήταν γι αυτόν όχι βέβαια η μοναδική, ωστόσο η βασική πηγή της θρησκείας του. Εδώ βρισκόταν η απαρχή της "ιδέας του περί θεού". Για τούτο η ευσέβεια του δεν χρειάζεται θαύματα. H ίδια η φυσική τάξη είναι για αυτόν κάτι θεϊκό.
Δεν υπάρχει γι αυτόν αντίθεση θεού, κόσμου και φύσης, και η δημιουργία εκ του μηδενός είναι για αυτόν αδιανόητη. Υπάρχει μόνο η τάξη του χαοτικού, η διαμόρφωση του άμορφου. Οι ίδιοι οι θεοί δεν βρίσκονται επέκεινα του κόσμου, αλλά είναι ενδοκοσμικοί. Ο ουρανός, η γη και ο Άδης είναι οι τρεις όροφοι του κοσμικού οικοδομήματος. Η θεογονία σχεδόν συμπίπτει με την κοσμογονία. Ο Έλληνας αισθάνεται την φύση και το θεϊκό στοιχείο εντός της ως κάτι συγγενές, και νιώθει ότι ο ίδιος αποτελεί μέρος τους.
Για τούτο δεν υπάρχει αγεφύρωτο χάσμα μεταξύ θεού και ανθρώπου, παρά την διαφορά τους ως προς την δύναμη και την αφθαρσία.
Οι θεοί και οι θεές κατεβαίνουν στους ανθρώπους και έρχονται σε γάμο μαζί τους, και στην χορεία των ηρώων, οι οποίοι γεννιούνται από αυτούς και αποτελούν τον συνδετικό κρίκο των Ολυμπίων με τους θνητούς, μπορούν να αρθούν και μεγάλοι, κατά κάποιο τρόπο ιδιαίτερα ευνοημένοι από τους θεούς, άνθρωποι.
Στους Έλληνες λείπει εντελώς η δογματική διατύπωση του περιεχόμενου της θρησκείας και η δέσμευση των ανθρώπων σε αυτήν. Επίσης, τα ηθικά αιτήματα της θρησκείας, οι λεγόμενοι "άγραφοι νόμοι"περιορίζονται στα πιο στοιχειώδη. Στην ουσία είναι λατρευτική θρησκεία και ασκεί την επιρροή της στο "εξαγιασμό του αντικειμενικού είναι".
Εντονότερη ήταν, σε αντιστάθμισμα, η δέσμευση μέσω της στενής σχέσης θρησκείας και κράτους. Μπορούσε κανείς να κάνει και δίχως "εκκλησία", δίχως ξεχωριστό ιερατείο, επειδή το ίδιο το κράτος ήταν η εκκλησία, και η λατρεία των θεών, τους οποίους τιμούσε το κράτος, αποτελούσε αυτονόητο καθήκον του πολίτη."
Και λίγο παρακάτω συνεχίζει:
Ποτέ ο Έλληνας δεν θεώρησε την σκέψη και την μέσω αυτής αποκτώμενη γνώση ως αντίθετες με τον θεό, αλλά και αντίθετες με την φύση. Μια ρήση σαν αυτή του Λουθήρου για την "τυφλή πόρνη λογική"θα ήταν εντελώς αδύνατη στον κύκλο του ελληνικού πνευματικού πολιτισμού. Στάθηκε δυνατή λόγω της υποταγής στην ιουδαϊκή αντίληψη ότι η ανθρώπινη προσπάθεια για κατάκτηση της γνώσης είναι ανταρσία κατά του θεού και βρίσκεται σε αντίθεση με την θεία αποκάλυψη.
Αντίθετα ο Έλληνας βλέπει την αποκάλυψη του θεού στη φύση και στο ανθρώπινο πνεύμα, στην προμηθεικη σπίθα της λογικής, μέσω της οποίας "μετέχει του θείου".Την άποψη αυτή δεν την απεμπολεί ούτε όταν αρχίζει να συνειδητοποιεί τα όρια της ανθρώπινης γνωστικής ικανότητας, και η αμφιβολία δεν μαρτυρεί για αυτόν, όπως για τον χριστιανό ποιητή, ψυχική αδυναμία, αλλά την θεωρεί χαρακτηριστικό πνευματικής δύναμης:
Νήφε και μέμνησο απιστείν.
{Να είσαι νηφάλιος και να μάθεις να αμφιβάλεις,γιατί αυτή είναι η δύναμη του πνεύματος}.Επίχαρμος
Ακόμη και από όπου εισέρχεται στο οπτικό πεδίο του το αίτημα για ιδιαίτερη αποκάλυψη, όπως στα μαντεία και στις μυστηριακές θρησκείες, η αποκάλυψη δεν αντιφάσκει προς την ιδέα για το θείο, το οποίο διέπει την φύση μέσα από τις πλέον πολύμορφες δυνάμεις. Η αποκάλυψη τέτοιου είδους είναι απλώς ένα πλεόνασμα, το οποίο σε ορισμένους ταλαντούχους ή στις μυστηριακές κοινότητες προστίθεται στα όσα γνωρίζει ο μέσος άνθρωπος για τους αθανάτους και για την δική του μοίρα και ουσία, αλλά δεν είναι αντίθετο προς αυτά".
Πηγή: mythiki-anazitisi