Μπορεί το κέβλαρ να μην είχε εφευρεθεί τότε αλλά οι λινοθώρακες των Ελλήνων είχαν αντίστοιχη αντοχή για τα όπλα της εποχής.
Δυστυχώς το λινό δεν αντέχει στο χρόνο και οι γνώσεις μας είναι ελάχιστες για τις τεχνικές κατασκευής των θωράκων που χρησιμοποιούσαν οι πρόγονοί μας.
Γνωρίζουμε όμως πως όταν έφτασε στην Ινδία ο Μέγας Αλέξανδρος παρέλαβε 25.000 νέες πανοπλίες και έκαψε τις παλιές πράγμα που φυσικά αποδεικνύει πως δεν ήταν από μέταλο.
Το καλύτερο παράδειγμα λινοθώρακα το έχουμε από τη γνωστή τοιχογραφία της Πομπηίας όπου ο ίδιος ο Αλέξανδρος φοράει έναν. Αμερικανοί αρχαιολόγοι κατάφεραν να ανακατασκευάσουν τους θώρακες αυτούς και οι δοκιμές που έκαναν κατέδειξαν την αξία τους ως προστατευτικά μέσα για χτυπήματα από βέλη, ξίφη και ακόντια.
Ο Μέγας Αλέξανδροςήταν ένας φοβερός στρατηγός αλλά η τεχνολογική του υπεροχή έναντι των αντιπάλων του δεν πρέπει να παραγνωρίζεται.
Η ατομική θωράκιση τύπου λινοθώρακα συνέχισε να χρησιμοποιείται ακατάπαυτα και στα Ελληνιστικά χρόνια είτε με την κλασική της μορφή είτε με διάφορες υβριδικές παραλλαγές. Για την ανακατασκευή του θώρακα του Μεγάλου Αλεξάνδρου χρησιμοποιήθηκε ως βασικός οδηγός το περίφημο «Ψηφιδωτό του Αλεξάνδρου» που αναπαριστά τον Μακεδόνα στρατηλάτη να νικά τον Δαρείο στην Μάχη της Ισσού το 333 π.Χ. Η κατασκευή του ψηφιδωτού χρονολογείται τον 1ο μ.Χ αιώνα, βρίσκεται στην Πομπήϊα και πιθανότητα αποτελεί αντιγραφή κάποιου παλαιότερου έργου της Ελληνιστικής περιόδου του 3ου π.Χ αιώνα.
Η συγκεκριμένη εκδοχή του θώρακα που απεικονίζεται στις φωτογραφίες είναι βαρέου τύπου και φέρει όλα τα τυπικά χαρακτηριστικά ενός πολυτελέστατου επιχειρησιακού λινοθώρακα προορισμένου για την ανώτερη Μακεδονική στρατιωτική ηγεσία. Το πάνω μέρος του θώρακα που καλύπτει την πλάτη και τους ώμους καλύπτεται από περίπου 400 μπρούτζινες φολίδες στερεωμένες γερά με πριτσίνια πάνω σε κατάλληλα επεξεργασμένο λινό υπόστρωμα. Στο μέσο της κάθε φολίδας υπάρχει έκτυπη νεύρωση («ράχη») για την επίτευξη κατακόρυφης αύξησης της μηχανικής αντοχής των μπρούτζινων αυτών ελασμάτων. Για αισθητικούς και πρακτικούς λόγους το πλάτος των φολίδων της μπροστινής πλευράς των επωμίδων είναι μικρότερο από αυτών της πίσω όψης. Στις εμπρόσθιες απολήξεις των επωμίδων ένα ζεύγος λεοντόσχημων κρίκων ανάρτησης στερεωμένα σταθερά σε μπρούτζινες πλάκες εξασφαλίζει την πρόσδεση του άνω μέρους του θώρακα με τον κυρίως κορμό διαμέσου ανθεκτικών κορδονιών. Το καταυχένιο έχει επενδυθεί και αυτό με αλληλεπικαλυπτόμενα μακρόστενα ελάσματα για μεγαλύτερη προστασία ενώ όλα τα τελειώματα του πάνω μέρους του θώρακα έχουν καλυφθεί με πορφυρό δέρμα στερεωμένο με διπλή ραφή άνευ μηχανής. Δύο μπρούτζινοι ανάγλυφοι Μακεδονικοί ήλιοι λειτουργούν ως κλειδόλιθοι για την στερέωση των επωμίδων στον κυρίως κορμό στην οπίσθια περιοχή.
Οι πτέρυγες που προεξέχουν από τους ώμους δεν είναι προσαρτημένες στις επωμίδες, αποτελούν ξεχωριστή αμυντική προσθήκη η οποία στερεώνεται ανεξάρτητα στον κορμό του οπλίτη με την βοήθεια δερμάτινου στηθόδεσμου. Είναι κατασκευασμένες από μεγάλου διαμετρήματος δέρμα και κάθε μία σχηματίζει τρία διακριτά επίπεδα προστασίας. Στις άκρες τους φέρουν κρόσια ως διακόσμηση. Οι διάταξη των πτερύγων σε ανεξάρτητες λωρίδες επιτρέπει την ευκινησία των άνω άκρων παρόλο το συνολικό μεγάλο διαμέτρημα τους. Καλύπτουν ικανοποιητικά το μεγαλύτερο μέρος των βραχιόνων του οπλίτη.
Ο κύριος κορμός καλύπτεται από δύο ειδών φολίδες. Οι φολίδες του πίσω μέρους ακολουθούν σε σχήμα και μορφή τις αντίστοιχες φολίδες των επωμίδων ενώ η μπροστινή πλευρά θωρακίζεται με αλληλοκαλυπτόμενες φολίδες μεγαλύτερου διαμετρήματος που κάθε μία φέρει στην μέση της μπρούτζινη λεοντοκεφαλή. Οι λεοντοκεφαλές εκτός από την οπτική ενίσχυση του στοιχείου της λεόντιας αρρενωπότητας και ακτινοβολίας που είχε από νωρίς συνδεθεί με τον Αλέξανδρο προσδίδουν και μια επιπλέον μηχανική αντοχή που αυξάνει την ικανότητα εξουδετέρωσης της κινητικής ενέργειας των εισερχόμενων βλημάτων. Στην περιοχή του στήθους τρεις ανατομικές μπρούτζινες πλάκες στερεωμένες με πριτσίνια πάνω στο λινό υπόστρωμα ολοκληρώνουν την βασική θωράκιση του κορμού. Στην κεντρική πλάκα του στήθους βρίσκεται τοποθετημένο μπρούτζινο αποτροπαϊκό γοργόνειο που ακολουθεί τις καλλιτεχνικές επιταγές του 4ου αιώνα για δραματοποίηση (το αυθεντικό αυθεντικό γοργόνειο έχει βρεθεί στον προθάλαμο του «Τάφου του Φιλίππου» ). Η κάλυψη του εμπρόσθιου μέρους του κορμού με μέταλλο μεγαλύτερων διαμετρημάτων κρίνεται αναγκαία προσαρμογή μιας και στατιστικά ο μεγαλύτερος αριθμός από βλήματα και πλήγματα στοχεύουν την μετωπική πλευρά του αντιπάλου. Επίσης, ένα ζεύγος λεοντόμορφων σημείων πρόσδεσης βρίσκονται στην μέση του φολιδωτού κορμού ενώ τρία αντίστοιχα ζεύγη κρίκων απαντώνται στα κάθετα τελειώματα του κορμού στην περιοχή της αριστερής μασχάλης. Η ασφάλιση του θώρακα πάνω στον κορμό του οπλίτη επιτυγχάνεται με την συμβολή των κρίκων αυτών.
Οι πτέρυγες των κάτω άκρων βρίσκονται σε διπλή σειρά και είναι κατασκευασμένες από χονδρό δέρμα με το συνολικό διαμέτρημα σε αλληλοεπικάλυψη να ανέρχεται τα 15 χιλιοστά ( 1,5 πόντους). Είναι εύλογο, για λόγους επιχειρησιακής αξιοπιστίας, τα διαμετρήματα των οργανικών μερών των πανοπλιών να είναι μεγάλα μιας και η ευαίσθητη φύσης αυτών τα καθιστά ευάλωτα τόσο στις συνθήκες πολέμου όσο και στις καιρικές συνθήκες. Για αυτό τον λόγω επιπρόσθετα οι δερμάτινες λωρίδες των κάτω πτερύγων έχουν επεξεργαστεί με σε φυσικό κερί για μακροχρόνια προστασία από υγρασία και την αποσαθρωτική επίδραση του ηλίου. Κάθε λωρίδα φέρει δερμάτινα πλευρικά τελειώματα και στην κάθετη απόληξη της κρόσια ως διακοσμητικά στοιχεία. Μεταλλικά διακοσμητικά μπρούτζινα επιθέματα με λεοντοκεφαλές βρίσκονται τοποθετημένα με πριτσίνια στην κάτω πλευρά των πτερύγων προσδίδοντας βάρος και σταθερότητα. Το ολικό βάρος της πανοπλίας ανέρχεται στα 17 κιλά. Γύρω από τον κυρίως κορμό μία δερμάτινη ζώνη με εντυπωσιακό μπρούτζινο πόρπακα περισφίγγει την πανοπλία ολοκληρώνοντας το σύνολο.
Όπως ειπώθηκε παραπάνω, ο συγκεκριμένος λινοθώρακας αποτελεί μία μονάχα από τις πιθανές εκδοχές της πανοπλίας του Μεγάλου Αλεξάνδρου όπως τουλάχιστον αυτή εμφανίζεται στο συγκεκριμένο μωσαϊκό της Πομπηίας. Το Μωσαϊκό μας παρέχει την βασική κατασκευαστική γραμμή του θώρακα, από εκεί και πέρα διάφορες καλλιτεχνικές εναλλακτικές οδοί είναι εφικτές.
Μυώδης θώρακας Μεγάλου Αλεξάνδρου
Παρότι οι πιο διαδεδομένες καλλιτεχνικές αποδόσεις του Μεγάλου Αλεξάνδρου τον απεικονίζουν να φέρει αμυντική θωράκιση τύπου Λινοθώρακα (με την πιο γνωστή αυτή του Μωσαϊκού της Νεάπολης) υπάρχουν διαθέσιμα αρχαιολογικά ευρήματα που τον αναπαριστούν με μυώδη θώρακα.
Τέτοιο είναι το μικρό μπρούτζινο αγαλματίδιο (ύψους 49 εκ.) που αναπαριστά τον έφιππο Μακεδόνα Βασιλιά στην μάχη του Γρανικού ποταμού (334 π.Χ) απέναντι στους Πέρσες Σατράπες της Μικράς Ασίας (το εύρημα βρίσκονταν μέχρι προσφάτως υπό την κατοχή του οίκου έργων τέχνης “Phoenix Ancient Art”). Το εν λόγω αγαλματίδιο έχει βασιστεί στο προγενέστερο μπρούτζινο άγαλμα του Αλεξάνδρου, φιλοτεχνημένο από τον προσωπικό του γλύπτη.. Λύσιππο από την Συκιώνα, το οποίο και ανεγέρθη σε φυσικό μέγεθος στον Ναό του Ολυμπίου Διός στο Δίον.
Εκτός του αγμαλματιδίου που αποτέλεσε τον κύριο οδηγό, η φιλοτέχνιση του μυώδους θώρακοςβασίστηκε σε αριθμό σχετικών αρχαιολογικών ευρημάτων της ίδιας περιόδου που εκτίθενται σε διάφορες προθήκες μουσείων. Αποτελεί έναν Ύστερο Κλασσικό τυπικό θώρακα του Ελλαδικού χώρου με χαρακτηριστικές διατάξεις των μεταλλικών “επωμίδων” αριστερά&δεξιά του ανοίγματος του λαιμού.Ο απαιτητικός συνδιασμός αρχαιολογικών σπαραγμάτων&καλλιτεχνικών αναπαραστάσεων έδωσαν ένα μοναδικό αποτέλεσμα πλαστικότητας και ανώτερης αισθητικής που δεν δραπετεύει από τους εξαναγκασμούς της πρακτικότητας.
Ο θώρακας απαρτίζεται απο δύο μπρούτζινα φύλλα ελλασμένα με εν θερμώ παραδοσιακή σφυρηλάτηση. Τα δύο ημιθωράκια, το θωρακικό&ραχιαίο ενώνονται σταθερά στις υπομασχάλιες περιοχές διαμέσου δύο ζευγών “στροφέων” (μεντεσέδων) δημιουργώντας ένα εννιαίο σώμα χωρίς ασυνέχειες και κενά. Τα τέσσερα ζεύγη των στροφέων βρίσκονται στερεωμένα με στρογγυλοκέφαλα μπρούτζινα πριστίνια στα πλευρικά τοιχώματα και ασφάλιζαν με ισάριθμους πύρους. Για κάθε ζεύγος αντιστοιχεί μία επιπλέον διάταξη ασφάλισης αποτελούμενη από κρίκους και δερμάτινους ιμάντες.
Δεξία&αριστερά του ανοίγματος του λαιμού έχουν τοποθετηθεί κατάλληλα ένα ζεύγος μεταλλικών στενόμακρων επωμίδων με έκτυπη δικόσμηση (‘Ηλιοι της Βεργίνας), πιθανότατα αποτελεί έναν ισχυρό επηρρεασμό από θωράκιση τύπου “λινοθώρακα” μία κατασκευαστική επιλογή που απαντάται και στον θώρακα του Φιλίππου Β’. Για την συγκεκριμένη διάταξη παράδειγμα αποτέλεσε η μυώδης πανοπλία του “Πύρρου”, ένα τεχνούργημα της Ελληνιστικής περίοδου (3ος-2ος π.Χ αιώνας) που σήμερα εκτίθεται στο Αρχαιολογικό Μουσείο Ηγουμενίτσας.Παρόμοιο θράυσμα επωμίδας δύναται κάποιος να δεί και στο Αρχαιολογικό Μουσείο του Δίον. Οι επωμίδες αυτές στηρίζονται με σύστημα στροφέων στα άνω άκρα του ραχιαίου τμήματος εκατέρωθεν του λαιμού και ασφαλίζουν με ζεύγης κρίκων-κορδονιών στο άνω άκρο του στήθους. H διάταξη αυτή συνέχισε να είναι δημοφιλής και στους θώρακες των Ρωμαίων Αυτοκρατόρων, απαντάται σε πάμπουλους μαρμάρινους ανδριάνδες της εποχής.
Η πλαστικότητα του μπροστινού ημιθωρακίου μέρους αντιγράφει ένα νεανικό ρωμαλέο αθλητικό σώμα. Η συγκεκριμένη ανατομία αποτελεί “κοινό τόπο” στην Ελληνική σχολή αγαλματοποιία της εποχής αυτής κάτι που έχει τις ρίζες της στην κληρονομιά του Πολύκλειτου.Στην συγκεκριμένη περίπτωση ακολουθεί το υποδειγμα του αγαλματιδίου με επιπλέον επηρεασμό από τους ανδριάδες του Λύσσιπου (“Αποξυόμενος”) όσον αφορά την διαμόρφωση της γαστέρας.
Aνεπτυγμένο στήθος, δύο ευμεγέθη ζεύγη μετωπικών κοιλιακών βασισμένα στο αγαλματίδιο, ανεπαίσθητοι πλευρικοί κοιλιακοί, Alba Linea, εκατέρωθεν ήπιες Απολλώνιες απολήξεις, στιλιζαρισμένη κοιλία και ομφαλός στο κάτω μισό της.Υπερυψωμένο περιλαίμιο, ένθετες θηλές από ασήμι και αναδυπλούμενα χείλη ολοκληρώνουν την εικόνα του εμπρόσθιου τμήματος. Το ύψος του θώρακος έχει προβλεφθεί έτσι ώστε να είναι κατάλληλο για ίππευση.
Το ραχιαίο τμήμα ακολουθεί και αυτό μυώδη διάπλαση με την χαρακτηριστική σιγμοειδή ανατομία μίας πλάτης αθλητή.. Η αναπαραγωγή του βασίστηκε σε αντίστοιχα αρχαιολογικά ευρήματα της περιόδου (π.χ θώρακας “Πύρρου”).Eσωτερικά φέρει μάλλινη επένδυση με μεταξένια φόδρα.
Πηγή: hellenicarmors