Σημαντικές πληροφορίες για τις δωρεές και τον τρόπο απόκτησης των συλλογών της Εθνικής Βιβλιοθήκηςτης Ελλάδος (ΕΒΕ), το κλείσιμό της στην Κατοχή για τη διασφάλιση του υλικού αλλά και τη μεταφορά ορισμένων πολύτιμων αρχείων στα θησαυροφυλάκια της Τράπεζας της Ελλάδος δίνουν οι κρυμμένοι «θησαυροί» του Ιστορικού Υπηρεσιακού Αρχείου του Οργανισμού.
Από πέρυσι τον Μάρτιο τρεις ερευνητές έχουν αναλάβει την ταξινόμηση του υλικού, ενώ το έργο αναμένεται να ολοκληρωθεί τον Μάρτιο. Το αρχείο δίνει, μεταξύ άλλων, πληροφορίες για τα τρία αναγνωστήρια που λειτούργησαν, ανάλογα με την κοινωνική θέση και το φύλο των επισκεπτών, αλλά και την τρίχρονη αλληλογραφία για την αγορά της βιβλιοθήκης του Γεωργίου Α', που αποφάσισε το κράτος να εκποιήσει για να στεγάσει τη Χωροφυλακή στα παλαιά ανάκτορα.
«Είναι η πρώτη φορά που γίνεται επιστημονική ταξινόμηση με βάση το διεθνές πρότυπο αρχειακής περιγραφής. Η διαδικασία γίνεται στη βάση των οδηγιών της Διεθνούς Συμβουλίου Αρχείων», εξηγεί στο «Εθνος» η ιστορικός Δήμητρα Σαμίου. Οι προσπάθειες που έγιναν στο παρελθόν για ταξινόμηση δεν τελεσφόρησαν. Οι διαδικασίες περιορίστηκαν στην καταγραφή κάποιων φακέλων. «Το έργο υλοποιείται τώρα, στο πλαίσιο της μετάβασης στο Κέντρο Πολιτισμού Ιδρυμα Σταύρος Νιάρχος. Η Βιβλιοθήκη περνά σε καινούργια φάση. Αλλωστε ο γενικός διευθυντής, δρ Φίλιππος Τσιμπόγλου, είναι ένας άνθρωπος με εξειδίκευση στη βιβλιοθηκονομία και στο πώς συνδέεται με την επιστήμη της πληροφόρησης. Στόχος είναι να υπάρξει εξωστρέφεια, να περάσει το υπηρεσιακό αρχείο στην ψηφιακή εποχή και να διαδοθεί το υλικό στο ευρύτερο αναγνωστικό κοινό», εξηγούν οι τρεις ερευνητές.
Χρονολογίες
Το αρχείο ξεκινά το 1834 και σταματά το 1975, χρονιά από την οποία θεωρείται ενεργό. Υπάρχουν και κάποια παλαιότερα τεκμήρια, από το 1829, όταν ο Καποδίστριας, υλοποιώντας πρόταση του Ελβετού φιλέλληνα Ιωάννη-Ιάκωβου Μάγερ, δημιούργησε μια αποθήκη βιβλίων που στεγάστηκε αρχικά στο ορφανοτροφείο της Αίγινας.
«Κάποιο μέρος του υλικού εκείνης της περιόδου χάθηκε. Συστηματικά έχουμε αρχεία από το 1834, οπότε το υλικό μεταφέρθηκε στην Αθήνα», λέει η ιστορικός Δ. Βασιλειάδου, που μετέχει στην ομάδα ταξινόμησης.
Το αρχείο αποκαλύπτει άγνωστες στιγμές της ιστορίας της ΕΒΕ. Σε δύο ξύλινα, κλειδωμένα κιβώτια έχει τοποθετηθεί το υλικό που αφορά την ανέγερση του Βαλλιάνειου κτιρίου. «Στην αρχή δεν υπήρχαν οικονομικοί πόροι. Το 1860 υπήρχε έκκληση προς τους απανταχού Ελληνες να δώσουν χρήματα. Οταν οι αδερφοί Βαλλιάνοι, εφοπλιστές, ανέλαβαν τα έξοδα, ιδρύθηκε επιτροπή ανέγερσης με πρόεδρο τον Χαρίλαο Τρικούπη. Οι δωρητές έδωσαν κι άλλα χρήματα, καθώς το έργο ήταν υψηλών προδιαγραφών για την εποχή», διηγείται ο αρχειονόμος-βιβλιοθηκονόμος, Γιώργος Σταυράτης, ο τρίτος της ομάδας ταξινόμησης.
Η Δήμητρα Βασιλειάδου και ο Γιώργος Σταυράτης ανακαλύπτουν τους «θησαυρούς» του Αρχείου της Εθνικής Βιβλιοθήκης
Η έλλειψη κονδυλίων αποτελεί διαχρονικό πρόβλημα της Βιβλιοθήκης. Όπως προκύπτει από τις εκθέσεις των εφόρων, η χρηματοδότηση ήταν περιορισμένη και δυσκόλευε τη συντήρηση των βιβλίων, τη θέρμανση, ενώ το προσωπικό ήταν πάντα λιγοστό. Επίσης δίνονται πολύτιμες πληροφορίες για τη λειτουργία της.
«Στην Κατοχή η Βιβλιοθήκη έμεινε κλειστή για ένα διάστημα. Στα παράθυρα τοποθετήθηκαν σάκοι με άμμο για να προστατεύουν το υλικό από βομβαρδισμούς. Ορισμένα πολύτιμα αρχεία μεταφέρθηκαν στα θησαυροφυλάκια της Τράπεζας της Ελλάδος μέχρι το τέλος της Κατοχής. «Το 1941 ο κήπος της Βιβλιοθήκης λειτούργησε ως χώρος αναψυχής για τους τραυματίες πολέμου, που νοσηλευόταν σε κτίριο της Πανεπιστημιακής Λέσχης. Εγγραφο του υπουργείου Παιδείας δίνει εντολή στην ΕΒΕ να ανοίξουν τον κήπο», προσθέτει.
Παράλληλα υπηρεσιακό σημείωμα των αρχών του 20ού αιώνα δείχνει ότι στο Πανεπιστήμιο, όπου λειτουργούσε η Βιβλιοθήκη, λειτουργούσαν τρία αναγνωστήρια. «Ενα ειδικό αναγνωστήριο για καθηγητές, πολιτικούς, δημοσιογράφους, αξιωματικούς και λογοτέχνες, ένα γενικό αναγνωστήριο φοιτητών και άλλων ερευνητών και ένα μικρό αναγνωστήριο κυριών για τις γυναίκες που επισκέπτονταν τον χώρο», λέει η κυρία Βασιλειάδου. «Δεν είχαν όλοι τα ίδια δικαιώματα. Δεν μπορούσαν όλοι να δανειστούν βιβλία», σχολιάζει η κυρία Σαμίου.
Μετά την ταξινόμηση το αρχείο θα ανοίξει στους ερευνητές. «Το υλικό έχει να μας πει πράγματα για το παρελθόν, από πού προερχόμαστε και να βγάλουμε συμπεράσματα για την πνευματική ζωή στην Ελλάδα», λένε οι ερευνητές.
Ταξινόμησαν 300 κατάστιχα και 40.000 έγγραφα
Η ιστορικός Δήμητρα Σαμίου αναφέρει πως για πρώτη φορά γίνεται επιστημονική ταξινόμηση των εγγράφων
Οι ερευνητές κατέγραψαν 1.054 μονάδες περιγραφής. «Ένα ντοσιέ, ένα κουτί, ένα κατάστιχο, καθένα από αυτά συγκροτεί μία μονάδα», εξηγεί η κυρία Βασιλειάδου. Μέχρι στιγμής, ταξινομήθηκαν 300 κατάστιχα και 40.000 έγγραφα.
«Ήτον δύσκολο. Μόνο ένα μέρος του υλικού ήταν προσβάσιμο. Το υπόλοιπο έπρεπε να το ανακαλύψουμε. Κάθε τμήμα είχε το δικό του αρχείο, που χρειάστηκε να το εντοπίσουμε και να το συγκεντρώσουμε», αναφέρει η ομάδα.
Μετά την ολοκλήρωση του έργου, το αρχείο θα μεταφερθεί στο νέο κτίριο. «Θέλει μεγάλη προσοχή, λόγω του μεγέθους και της σπανιότητας του υλικού, που χρειάζεται ασφάλιση και ειδική συσκευασία», λέει ο κ. Σταυράτης.
Κι αν η τρέχουσα μετάβαση θα γίνει με τις πλέον σύγχρονες τεχνικές, το Ιστορικό Υπηρεσιακό Αρχείο δίνει πληροφορίες για τη μετάβαση στο Βαλλιάνειο.
«Είχε φτιαχθεί μια ξύλινη γέφυρα που συνέδεε το Πανεπιστήμιο με το κτίριο. Σε αυτήν έμπαινε το υλικό που μετέφεραν οι αχθοφόροι», μας λένε.
ΚΑΤΕΡΙΝΑ ΤΖΟΥΜΕΡΚΙΩΤΗ, ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΕΣ ΘΑΛΕΙΑ ΓΑΛΑΝΟΠΟΥΛΟΥ, ethnos.gr