«…μηδέν ‘εωρακέναι φοβερώτερον και δεινότερον φάλαγγος μακεδονικής…» «…δεν έχω δει κάτι φοβερότερο και τρομερότερο από τη μακεδονική φάλαγγα…» Αιμίλιος Παύλος (Ρωμαίος ύπατος, ο νικητής στη μάχη της Πύδνας), 168 π.Χ. Πολύβιος
Η Μακεδονική Φάλαγγααποτελούσε τον χαρακτηριστικό τρόπο παράταξης μάχης, αρχικά των Μακεδόνων και στη συνέχεια όλων των κρατών των Διαδόχων και Επιγόνων, έπειτα από δύο αιώνες (μέσα 4ος - μέσα 2ος αιώνα π.Χ.)
Συγκρότηση
Τη φάλαγγα συγκροτούσαν ελεύθεροι επαγγελματίες της Μακεδονίας, είτε μικροϊδιοκτήτες αγρότες, είτε αστοί των πόλεων. Σύμφωνα με την διαίρεση από τον Φίλιππο, η επικράτεια διαιρέθηκε σε 12 στρατολογικές περιφέρειες, από τις οποίες αντίστοιχα προέρχονταν οι τάξεις της φάλαγγας. Για να δείξει τη σημασία που προσέδιδε ο βασιλιάς στους πεζούς, τους ονόμασε πεζέταιρους, σε αντιστοιχία με τους Εταίρους, έφιππους αριστοκρατικής καταγωγής.
Οργάνωση
Η βασική μονάδα κατά τον 4ο αιώνα ήταν η Τάξη (1536 άνδρες), υπό τον ταξίαρχο.
Υπομονάδα της, το σύνταγμα (256) υπό το συνταγματάρχη, οι άνδρες του οποίου τάσσονταν σε βάθος 16 ζυγών, σχηματίζοντας το Λόχο, με μέτωπο άλλων 16, σχηματίζοντας το τετράγωνο του συντάγματος. Πρώτος σε κάθε λόχο ήταν ο διοικητής του, ο Λοχαγός και τελευταίος ο υποδιοικητής του, ο Ουραγός.
Άλλοι αξιωματικοί ήταν ο Ημιλοχίτης (διοικητής 8 ανδρών) και ο Ενωμοτάρχης (4).
Κάθε τάξη συγκροτούνταν από 6 συντάγματα, ενώ 32 τάξεις συγκροτούσαν ένα Κέρας.
Όλη η παράταξη αποτελούνταν από τα δύο Κέρατα (αριστερό – δεξιό, συνολικά 64 τάξεις).
Μετά την εποχή του Αλεξάνδρου, τόσο στη Μακεδονία όσο και στα κράτη των Διαδόχων, η βασική διαίρεση της φάλαγγας ήταν σε δύο κέρατα, τους Χαλκάσπιδες και τους Αργυράσπιδες, ενώ η διαίρεση σε τάξεις ατόνησε.
Η προέλευση κάθε τάξης από συγκεκριμένη περιοχή συνέβαλλε στο να σφυρηλατείται καλύτερα το πνεύμα της ομάδας και να εξασφαλίζεται καλύτερη απόδοση της φάλαγγας.
Στην φάλαγγα, εκτός από τους φαλαγγίτες πεζέταιρους, ήταν δυνατόν, ανάλογα με τις απαιτήσεις της μάχης να συμμετέχουν και οι Υπασπιστές.
Αναπαράσταση της Μακεδονικής φάλαγγας κατά τη μάχη
Αμυντικός Οπλισμός
Περικεφαλαία
Η περικεφαλαία ήταν θρακικού/φρυγικού τύπου, βαμμένη σε διάφορα χρώματα. Επί Αλεξάνδρου, χρησιμοποιείτο κυρίως η βοιωτική, ενώ ακόμα σε χρήση ήταν και χαλκιδικού ή αττικού τύπου, ακόμα και λακωνικοί πίλοι. Τον 4ο αιώνα στις φρυγικές, συχνά προσαρμόζονταν παραγναθίδες με σχήματα γενιάδας ή μουστακιού, καλύπτοντας όλο το πρόσωπο. Τα κράνη των αξιωματικών έφεραν λοφία (αλογοουρές συνήθως λευκές), ενώ επί Αλεξάνδρου, οι διακριθέντες στη μάχη είχαν στεφάνι,χρυσό ή αργυρό.
Θώρακας
Ο θώρακας ήταν μεταλλικός, μυώδης για τις πρώτες σειρές, Λινοθώρακας, ενισχυμένος με μεταλλικά ελάσματα ενίοτε για τις επόμενες. Ενίοτε και φολιδωτός, για τους ευπορότερους. Κάτω από το θώρακα έφεραν κοντό χιτώνιο.
Κνημίδες
Οι κνημίδες ήταν χάλκινες, παρόμοιες με αυτές των παραδοσιακών οπλιτών σε σχήμα.
Ασπίδα
Έφεραν ασπίδες μικρότερες από τους νότιους Έλληνες οπλίτες (το όπλον), περίπου 60 εκ., κυρτότερες, χωρίς στεφάνη, την οποία αναρτούσαν στον ώμο αφήνοντας έτσι ελεύθερα τα δύο χέρια για να χειριστούν τη σάρισα.
Επιθετικός Oπλισμός
Σάρισα
Ήταν μακρύ δόρυ από ξύλο κρανιάς, με μήκος 5,5 μ.(έφτανε έως 6,5) και βάρος ως 8 κιλά. Οι πρώτες 5 σειρές της φάλαγγας κρατούσαν ελαφρά σηκωμένες τις σάρισες, με σκοπό να πλήξουν τους αντιπάλους ή τα άλογά τους κατά πρόσωπο. Οι επόμενες 11 σειρές είχαν υψωμένα τα δόρατα, σχηματίζοντας έτσι ένα δάσος από σάρισες. Επειδή η σάρισα ήταν τόσο μακριά, οι πεζέταιροι είχαν πλεονέκτημα σε σχέση με τους κανονικούς οπλίτες και τους Πέρσες διότι μπορούσαν να κρατήσουν τους εχθρούς σε μεγάλη απόσταση και να τους πλήττουν χωρίς να κινδυνεύουν από τα κοντύτερα δόρατα των εχθρών.
Ξίφος
Τα ξίφη ήταν συνήθως ίσια, κοντά και πλατύστομα. Σπανιότερα μακρύτερα και ελαφρώς κυρτά-κοπίδες. Το ξίφος χρησιμοποιόταν σε περιπτώσεις που η σάρισα διαλυόταν ή οι εχθροί κατόρθωναν να σπάσουν την παράταξη της φάλαγγας, και χρειαζόταν να κάνουν μάχη σώμα με σώμα.
Τακτική - Στρατηγική
Σχηματισμοί
Οι σχηματισμοί στη μακεδονική φάλαγγα περιελάμβαναν:
Πύκνωση: βάθος 16 ανδρών
Συνασπισμός: 8 (όπως η νοτιοελληνική φάλαγγα)
Βάθος: 32 (σπάνια)
Η φάλαγγα μπορούσε να ταχθεί με ευθύ μέτωπο, λοξά ή σε άλλο σχηματισμό (τοξωτά, σφηνοειδώς, τετράγωνα) κατά τον 4ο και 3ο αιώνα π.Χ. Τον 2ο αιώνα ήταν δυνατή μόνο η ευθεία παράταξη.
Κύρια αποστολή της Μακεδονικής Φάλαγγας στο πεδίο της μάχης, ήταν να καθηλώσει τα αντίπαλα στρατεύματα, να τα αγκιστρώσει, παίζοντας έτσι αμυντικό ρόλο, ή να τα πιέσει δημιουργώντας μια τακτική βάση ανάπτυξης επιχειρησιακών κινήσεων για το υπόλοιπο στράτευμα. Στην επίτευξη αυτού του στόχου, ασφαλώς συνέβαλλε και η καθίζηση του ηθικού που προκαλούσε στους αντιπάλους.
Τακτική
Υπό τη διοίκηση του Φιλίππου Β'της Μακεδονίας και του γιου του Μ. Αλεξάνδρου, η Μακεδονική φάλαγγα ήταν ισχυρότατος σχηματισμός. Αυτοί οι άνδρες μπόρεσαν να κατανοήσουν και να εκμεταλλευτούν τα πλεονεκτήματά της χωρίς να εκθέσουν στον αντίπαλο τις αδυναμίες της. Κατά την Ελληνιστική περίοδο συγκρούσθηκαν μεγάλες φάλαγγες σαρισοφόρων με ποικίλα αποτελέσματα, ωστόσο ο ρόλος του βαρέος ιππικού πολλές φορές έκρινε εκείνες τις μάχες. Ο Μολοσσός βασιλιάς Πύρρος πρώτος αντιμετώπισε με φάλαγγα τις Ρωμαϊκές λεγεώνες πετυχαίνοντας οριακές νίκες, που όμως, σε μεγάλο βαθμό οφείλονταν στους ελέφαντές του. Οι Ρωμαίοι συνέτριψαν αργότερα τους στρατούς των Ελληνιστικών βασιλείων, καθώς οι πιο ευέλικτες λεγεώνες τους γνώριζαν πως να αντιμετωπίσουν τις φάλαγγες πεζέταιρων.
Κύριο πλεονέκτημα της Μακεδονικής φάλαγγας υπήρξε η τρομερή δύναμη κρούσης που παρέτασσε στο εμπρόσθιο τόξο, καθώς οι σάρισες των τριών πρώτων σειρών εκτείνονταν τουλάχιστον πέντε μέτρα μπροστά από το μέτωπό της. Το βάθος των ανδρών της έδινε μια ακαταμάχητη ορμή που ήταν πρακτικά αδύνατο να σταματηθεί από μπροστά.
Κύρια μειονεκτήματα της Μακεδονικής φάλαγγας υπήρξαν τα εκτεθειμένα πλευρά της και η αδυναμία άμυνας σε περίπτωση διάσπασης ή ρήγματος. Οι φαλαγγίτες δεν διέθεταν ούτε τον οπλισμό ούτε την εκπαίδευση για να αντιμετωπίσουν εκ του συστάδην αντιπάλους με ροπή στην ξιφομαχία, όπως οι λεγεωνάριοι με τις ευέλικτες ασπίδες τους (scutum) και τα φονικά κοντά ξίφη τους (gladius).
Γνωρίζοντας τα παραπάνω, οι Φίλιππος Β'και Μ. Αλέξανδρος στην πραγματικότητα δεν χρησιμοποίησαν την φάλαγγα ως όπλο κρούσης, δηλαδή δεν επεδίωξαν με την επέλασή της να καταβάλλουν τον αντίπαλο. Γνώριζαν ότι κατά την καταδίωξη ενός οπισθοχωρούντος εχθρού η φάλαγγα πιθανότατα θα εξέθετε τα ανυπεράσπιστα πλευρά της ή θα συναντούσε ανωμαλίες στο έδαφος οπότε θα παρουσίαζε ρήγματα. Οι Μακεδόνες στρατηλάτες, αντίθετα, χρησιμοποίησαν την φάλαγγα ώστε να αγκιστρώσουν τις δυνάμεις του αντιπάλου επάνω της, να τις εγκλωβίσουν, και στην συνέχεια να επιτύχουν το αποφασιστικό πλήγμα με το βαρύ ιππικό τους (Εταίροι, Σαρισοφόροι ιππείς, Θεσσαλοί). Αυτή η τακτική διδάσκεται ακόμα και σήμερα στις στρατιωτικές ακαδημίες διεθνώς ως τακτική Σφύρας και Άκμωνος (εν προκειμένω Άκμων=φάλαγγα, Σφύρα=Ιππικό).
Στις καταστροφικές για το βασίλειο της Μακεδονίας μάχες στις Κυνός Κεφαλαί και στην Πύδνα, αντίθετα, η φάλαγγα χρησιμοποιήθηκε ως "οδοστρωτήρας". Οι Ρωμαίοι διέθεταν την ψυχραιμία και την ποιότητα να οπισθοχωρήσουν μετά την πρώτη φονική για αυτούς επαφή, να παρασύρουν την φάλαγγα σε καταδίωξη και να της αντεπιτεθούν μόλις αυτή εξέθεσε τα πλευρά της και παρουσίασε ρήγματα στο μέτωπό της. Κατόπιν αυτού ακολούθησε σφαγή καθώς οι λεγεωνάριοι είχαν ασύγκριτο πλεονέκτημα στις κοντινές επαφές.
Συνοψίζοντας, για να αποτελέσει η Μακεδονική φάλαγγα στοιχείο μιας νικηφόρας συνταγής έπρεπε:
Να δίνει μάχη σε επίπεδο έδαφος χωρίς ανωμαλίες
Να υποστηρίζονται τα πλευρά της επαρκώς από ιππικό ή και υψηλής ποιότητας ελαφρύ πεζικό.
Να οδηγείται σε ασφαλείς για αυτήν ελιγμούς και όχι σε καταδίωξη
Να διοικείται από υψηλής ποιότητας στρατηγούς και ταξιάρχους (όπως αυτοί του Αλεξάνδρου)
Να στελεχώνεται από υψηλής ποιότητας πεζέταιρους (όπως αυτοί του Αλεξάνδρου)
Σε οποιαδήποτε άλλη περίπτωση (όπως έγινε κατά τις κατακτήσεις των Ελληνιστικών βασιλείων από τους Ρωμαίους) η φάλαγγα εξέθετε τα σημαντικά μειονεκτήματά της με κίνδυνο ένας αποφασισμένος και πειθαρχημένος εχθρός (όπως οι Ρωμαίοι) να τα εκμεταλλευτεί.
Ιστορία
Ο πρώτος σχηματισμός βαρέως πεζικού στη Μακεδονία, αποδίδεται στο βασιλιά Αλέξανδρο. Είναι ασαφές αν πρόκειται στον Αλέξανδρο τον Α’ (498-454 π.Χ) ή στον Αλέξανδρο τον Β’ (περίπου 368 π.Χ). Η μεταρρύθμιση πάντως και μεταλλαγή αυτής της οπλιτικής φάλαγγας, στη μακεδονική, συντελέστηκε από τον Φίλιππο Β' (359-336 π.Χ), ο οποίος επηρεάστηκε από τους Θεσσαλούς και κυρίως τους Θηβαίους υπό τον Επαμεινώνδα.
Η χρήση της συνεχίστηκε στη Μακεδονία έως την κατάληψή της από τους Ρωμαίους, καθώς και στα κράτη των διαδόχων (βασίλειο Σελευκιδών, Αίγυπτος των Πτολεμαίων, Πέργαμος κ.ά). Πρώτη φορά χρησιμοποιείται από μη Μακεδόνες, από τον Πύρρο της Ηπείρου, ενώ γενικεύεται η χρήση της τόσο από τους Νότιους Έλληνες (Φιλοποίμην στην Αχαϊκή Συμπολιτεία, Κλεομένης Γ'στη Σπάρτη), όσο και από τα βάρβαρα ελληνίζοντα βασίλεια της ανατολής. Αποτέλεσμα ήταν να αποτελεί πλέον όχι «εθνικό» σχηματισμό των Μακεδόνων, αλλά κοινό τρόπο παράταξης σε όλο τον ελληνιστικό κόσμο, από την Ιταλία ως τον Ινδό.
Σημαντικές μάχες
Σημαντικές μάχες με συμμετοχή της φάλαγγας:
Μάχη της Χαιρώνειας ( Αυγ. 338 π.Χ.): Μακεδόνες – νότιοι Έλληνες
Μάχη του Γρανικού (334 π.Χ.): Έλληνες – Πέρσες
Μάχη της Ισσού (333 π.Χ.): Έλληνες – Πέρσες
Μάχη των Γαυγαμήλων (φθιν. 331 π.Χ.): Μακεδόνες – Πέρσες
Μάχη του Υδάσπη (326 π.Χ.): Μακεδόνες – Ινδοί του Πώρου
Μάχη της Κραννώνας (322 π.Χ.): Μακεδόνες – Αθηναίοι και σύμμαχοι
Μάχη της Γάζας (312 π.Χ.): Δημήτριος - Πτολεμαίος
Μάχη της Ιψού (301 π.Χ): Σέλευκος, Πτολεμαίος, Λυσίμαχος, Κάσσανδρος – Αντίοχος
Μάχη της Ηράκλειας (280 π.Χ.), Άσκλο(279 π.Χ.): Ηπειρώτες – Ρωμαίοι
Μάχη του Βενεβέντο (275 π.Χ.): Ηπειρώτες – Ρωμαίοι
Μάχη της Σελλασίας (222 π.Χ.): Μακεδόνες – Σπαρτιάτες
Μάχη της Ραφίας (217π.Χ): Πτολεμαίοι – Σελευκίδες
Μάχη των Κυνός Κεφαλών (197 π.Χ.): Μακεδόνες – Ρωμαίοι
Μάχη της Πύδνας (168π.Χ): Μακεδόνες – Ρωμαίοι
Μάχη της Λευκόπετρας (146 π.Χ.): Αχαϊκή Συμπολιτεία – Ρωμαίοι
Παρακμή
Η μακεδονική φάλαγγα, εξακολουθούσε να είναι σε χρήση, εώς την κατάκτηση της Αιγύπτου, ενώ τελευταία αναφορά στη χρήση της είναι από τον βασιλιά Μιθριδάτη Στ'του Πόντου τον 1ο π.Χ αιώνα.
Η φάλαγγα, μετά τον 3ο, αλλά κυρίως τον 2ο π.Χ αιώνα, έγινε πιο δυσκίνητη, έπαψαν οι υποδιαιρέσεις της σε τάξεις και πλέον διαιρούνταν σε δύο κέρατα. Η παράταξη της πύκνωσε, οι σάρισες αυξήθηκαν σε μήκος (6.5 μ.). Αποτέλεσμα των παραπάνω, ήταν να περιοριστεί στο ελάχιστο η δυνατότητα ελιγμών και ως εκ τούτου να μπορεί να αμύνεται ή να επιτίθεται μόνο σε ευθεία παράταξη, όπου και παρέμενε ακαταμάχητη. Σε περίπτωση όμως διάσπασής της ή πλαγιοκόπησης, ήταν αδύναμη πλέον να αντιδράσει με αποτέλεσμα την συντριβή της από τους Ρωμαίους στις μάχες των μέσων του 2ου π.Χ αιώνα.
Ήταν πλέον φανερό ότι έδυε η εποχή της Μακεδονικής Φάλαγγας και ανέτειλε η εποχή της Ρωμαϊκής Λεγεώνας.
Επίλογος
«…μηδέν ‘εωρακέναι φοβερώτερον και δεινότερον φάλαγγος μακεδονικής…»
«…δεν έχω δει κάτι φοβερότερο και τρομερότερο από τη μακεδονική φάλαγγα…»
Αιμίλιος Παύλος (Ρωμαίος ύπατος, ο νικητής στη μάχη της Πύδνας), Πολύβιος (απόσπασμα)