Αρχαιολογικό Μουσείο Πειραιά
Το Πειραϊκό Αρχαιολογικό Μουσείο λειτουργεί σε σύγχρονο κτίριο, στην οδό Χαρ. Τρικούπη 31, που θεμελιώθηκε το 1966 και εγκαινιάστηκε το 1981.Βρίσκεται στην καρδιά της εμπορικής πόλης, ενώ υπάρχει κτιριακή σύνδεση με το παλαιότερο Μουσείο (που χτίστηκε το 1935 και έχει χαρακτηριστεί ως διατηρητέο). Το τελευταίο έχει είσοδο από την οδό Φιλελλήνων και χρησιμοποιείται σήμερα ως αποθήκη των γλυπτών.
Η μεταφορά και έκθεση το Πειραϊκό Αρχαιολογικό Μουσείο των χάλκινων αγαλμάτων αρίστης τέχνης, που αποκαλύφθηκαν στον Πειραιά το 1959 και παρέμειναν μέχρι το 1983 στην Αθήνα για τεχνικούς λόγους («Κούρου» ή Απόλλωνος, Αθηνάς, Αρτέμιδος κ.α.) έχει προσδώσει σ΄ αυτό ιδιαίτερο καλλιτεχνικό ενδιαφέρον. Επίσης στο Μουσείο εκτίθενται ευρήματα, κατά κύριο λόγο γλυπτά, που προέρχονται από τον Πειραιά και την περιοχή της Αττικής παραλίας. Τα εκθέματα είναι αντιπροσωπευτικά της ιστορίας, της ακμής και της παρακμής της αρχαίας πόλης, καθώς και της σύνθεσης του πληθυσμού της.
Στον προθάλαμο του Μουσείου παρουσιάζεται σειρά αντικειμένων που συνδέονται με τη ζωή και τις κύριες λειτουργίες του λιμανιού (πολεμική και εμπορική). Εκτίθενται ευρήματα των ανασκαφών των τελευταίων χρόνων από την περιοχή της Αττικής παραλίας και τα νησιά του Αργοσαρωνικού που καλύπτουν χρονικά μια μεγάλη περίοδο από τα μυκηναϊκά (ειδώλια ιερού κορυφής των Κυθήρων, αναθήματα ιερού των Μεθάνων) ως τα Ελληνιστικά χρόνια, καθώς και πλούσια συλλογή γεωμετρικών και αρχαϊκών αγγείων.
Στις αίθουσες του πρώτου ορόφου εκτίθενται τα χάλκινα αγάλματα που αποκαλύφθηκαν το 1959 στον Πειραιά και αποτελούν τα σπουδαιότερα εκθέματα του Μουσείου: ο Αρχαϊκός «Κούρος» - Απόλλων (έργο του 6ου π.χ. αιώνα), η Αθηνά, έργο πιθανόν του γλύπτη Κηφισοδότου (4ου π.χ. αιώνα), τα δύο αγάλματα της Αρτέμιδος (4ου π.χ. αιώνα) και το χάλκινο -επίσης- τραγικό προσωπείο.
Παρουσιάζεται ακόμα, αναπαράσταση ενός τυπικού ιερού των κλασικών χρόνων, του ναΐσκου με το άγαλμα της Κυβέλης από το Μοσχάτο, που πλαισιώνεται από σειρά αναθηματικών ανάγλυφων από διάφορα ιερά του Πειραιά.
Αρχαιολογικό Μουσείο Βραυρώνας
Το Αρχαιολογικό Μουσείο Βραυρώνας βρίσκεται σε απόσταση μόλις 200μ. από τον αρχαιολογικό χώρο του Ιερού της Βραυρωνίας Αρτέμιδος, ενός από τα σημαντικότερα αρχαία ιερά της Αττικής.
Στη νέα μόνιμη έκθεση, προβάλλονται σύμφωνα με τις σύγχρονες μουσειολογικές και μουσειογραφικές μεθόδους τα πλούσια και ποικίλα ευρήματα από την ανασκαφή του ιερού της Βραυρώνας, καθώς και αρχαιότητες από την ευρύτερη περιοχή της Μεσογαίας. Στην έκθεση παρουσιάζονται η ιστορία της Βραυρώνας (προϊστορικοί οικισμοί και αρχαίος δήμος Φιλαϊδών), τα μνημεία του ιερού της Αρτέμιδας και της ευρύτερης περιοχής της Βραυρώνας, οι παραδόσεις που σχετίζονται με την ίδρυση του ιερού, η λατρεία και οι ιδιότητες της θεάς, καθώς και η ιστορία της Μεσογαίας μέσα από την παρουσίαση των ανασκαφικών ερευνών σε αντιπροσωπευτικούς δήμους της. Ο εκθεσιακός χώρος αναπτύσσεται σε ένα επίπεδο και περιλαμβάνει τον προθάλαμο, πέντε αίθουσες και ένα αίθριο.
Στο Μουσείο στεγάζονται επίσης, οι αποθήκες φύλαξης των αρχαιοτήτων και τα εργαστήρια συντήρησης μετάλλινων, κεραμικών και λίθινων ευρημάτων.
Η Βραυρώνα είναι σημαντικός αρχαιολογικός χώρος της Αττικής, γνωστή για τον ναό της Αρτέμιδος που έχει δώσει το όνομά του στον σύγχρονο δήμο της ανατολικής Αττικής, αλλά και στον παραθαλάσσιο γειτονικό οικισμό της Λούτσας (σημερινό όνομα Αρτέμιδα). Ήταν χτισμένη σε έναν κολπίσκο στις ακτές του Νότιου Ευβοϊκού κόλπου, κοντά στον σημερινό οικισμό της Λούτσας. Πρωτοκατοικήθηκε από την νεολιθική εποχή. Την εποχή του Θησέα (εποχή του χαλκού) η Βραυρώνα ήταν ένας από τους 20 δήμους που ενώθηκαν και αποτέλεσαν το μετέπειτα Αθηναϊκό κράτος. Σταδιακά η Βραυρώνα εξελίχθηκε σε τόπος λατρείας της Αρτέμιδας και χτίστηκε ναός αφιερωμένος σε αυτή.
Το Λουτρό των Αέρηδων
Το "Λουτρό των Αέρηδων"είναι το μόνο από τα δημόσια λουτρά της Αθήνας που σώζεται μέχρι σήμερα. Χρονολογείται στην πρώτη περίοδο της Τουρκοκρατίας (1430-1669) και βρίσκεται κοντά στη Ρωμαϊκή Αγορά και το Ρολόι του Κυρρήστου. Λειτουργούσε μέχρι το 1965. Σήμερα ανήκει στο Υπουργείο Πολιτισμού και Αθλητισμού.
Το 1984, το Λουτρό της οδού Κυρρήστου 8 παραχωρείται στο Μουσείο Ελληνικής Λαϊκής Τέχνης, ενώ το 1990 ολοκληρώνεται η μελέτη αποκατάστασης του μνημείου και προσαρμογής του σε μουσείο με την ευθύνη της Διεύθυνσης Αναστήλωσης Νεώτερων και Σύγχρονων Μνημείων του ΥΠ.ΠΟ.Α . Το 1998 ολοκληρώνεται η αποκατάσταση και το Λουτρό παραδίδεται στο Μουσείο Ελληνικής Λαϊκής Τέχνης, που έχει την ευθύνη για τη νέα του χρήση ως μνημείου, με θέμα την καθαριότητα, τη φροντίδα και τον καλλωπισμό του σώματος σε διαχρονική θεώρηση.
Το Λουτρό των Αέρηδων ήταν ένα από τα "τρία ευχάριστα χαμάμια", σύμφωνα με τη μαρτυρία του Τούρκου περιηγητή Εβλιγιά Τσελεμπή, που επισκέπτεται την Αθήνα το 1667. Το χαμάμ του Αμπίντ Εφέντη, όπως ονομαζόταν τότε, είναι το μόνο που άντεξε στη λαίλαπα του χρόνου. Σήμερα το Λουτρό εκτείνεται μεταξύ των οδών Κυρρήστου και Λυσίου. Η κάτοψή του είναι δαιδαλώδης, αποτέλεσμα των μετατροπών και προσθηκών που είναι αναγνώσιμες κατά την κατασκευαστική ανάλυση του κτηρίου.
Το κτιριακό σύνολο συμπληρώνει η υπόγεια εστία, απ’ όπου ο ζεστός αέρας της καύσιμης ύλης διοχετευόταν στα υπόκαυστα, η κτιστή δεξαμενή του νερού και οι βοηθητικοί χώροι του Λουτρού. Στην ταράτσα υπάρχει κτίσμα από το οποίο εξασφαλίζεται πρόσβαση προς τον υπαίθριο χώρο πάνω από τις θόλους και προς την εστία. Οι κύριοι λουτρικοί χώροι στεγάζονται με ημικυλινδρικές καμάρες ή θόλους που φέρουν τις "φεγγίδες", μικρές οπές με γυαλί για το φωτισμό.
Μουσείο Κεραμεικού
Το Αρχαιολογικό Μουσείο του Κεραμεικού στεγάζει εκθέματα, σχεδόν αποκλειστικά ταφικού χαρακτήρα, που προέρχονται από τις ανασκαφές του Γερμανικού Αρχαιολογικού Ινστιτούτου στον αρχαιολογικό χώρο του Κεραμεικού, εκτάσεως 38.500 τ.μ.
Το μουσείο βρίσκεται μέσα στον ομώνυμο αρχαιολογικό χώρο και η πρόσβασή του γίνεται από στον πεζόδρομο της οδού Ερμού (Ερμού 148), πλησίον της οδού Πειραιώς. Πρόκειται για ένα λιτό ισόγειο τετράγωνο κτήριο, η πρόσοψη του οποίου πλαισιώνεται από στεγασμένη εξωτερική στοά, σχήματος Γ. Εσωτερικά υπάρχουν τέσσερις εκθεσιακοί χώροι που περιβάλλουν το στεγασμένο αίθριο, διαμορφωμένο με ελιές και δάφνες ως μικρός εσωτερικός κήπος.
Στον πρώτο χώρο και το αίθριο φιλοξενούνται τα έργα της γλυπτικής, που καλύπτουν όλες τις εποχές της αρχαιότητας, ενώ στις υπόλοιπες τρεις αίθουσες εκτίθεται κεραμική και άλλα ευρήματα που προέρχονται κυρίως, από την νεκρόπολη του Κεραμεικού.
Πίσω από τους εκθεσιακούς χώρους βρίσκονται αποθηκευτικοί χώροι και το εργαστήριο συντήρησης. Εκδοτήριο και πωλητήριο συναντά κανείς στην είσοδο του αρχαιολογικού χώρου στην οδό Ερμού.
Αρχαιολογικός χώρος και Μουσείο Ελευσίνας
Το ιερό της Ελευσίνας υπήρξε ένα από τα σπουδαιότερα λατρευτικά κέντρα του αρχαίου κόσμου, όπου από τη Μυκηναϊκή Εποχή έως το τέλος του 4ου αι. μ.Χ. λατρευόταν συνεχώς η θεά Δήμητρα, θεά της ανανέωσης της φύσης και της βλάστησης των σιτηρών, που δίδαξε στους Ελευσίνιους την καλλιέργεια της γης και τις ιερές τελετές, τα πάνσεπτα μυστήρια, για τα οποία αξίωσε απόλυτη μυστικότητα.
Η Ελευσίνα ιδρύθηκε περί το 2000 π.Χ. στις πλαγιές του ανατολικού λόφου μιας χαμηλής λοφοσειράς στη Ν.Δ. γωνία του Θριάσιου πεδίου, κοντά στον Ελευσινιακό κόλπο και αναπτύχθηκε κατά τη Μυκηναϊκή Εποχή σε ισχυρά οχυρωμένη πόλη. Την εποχή αυτή χτίστηκε το μυκηναϊκό μέγαρο, που ταυτίσθηκε με τον πρώτο ναό της Δήμητρας, Β.Α. του Τελεστηρίου των κλασικών χρόνων. Στα χρόνια του Σόλωνα (αρχές 6ου αι. π.Χ.) η Ελευσίνα προσαρτάται οριστικά στην Αθήνα και τα Ελευσίνια Μυστήρια καθιερώνονται ως αθηναϊκή εορτή. Την εποχή του Πεισίστρατου (550-510 π.Χ.) το ιερό και η πόλη, δυτικά του λόφου, περιβάλλονται από ισχυρό τείχος με πύργους.
Ο επισκέπτης, μετά την είσοδό του στον Αρχαιολογικό Χώρο της Ελευσίνας συναντά τη Ρωμαϊκή Αυλή, στην οποία υπάρχουν ο ναός της Προπυλαίας Αρτέμιδος, η Εσχάρα, η Ρωμαϊκή Κρήνη και οι δύο Θριαμβικές Αψίδες. Στη συνέχεια εισέρχεται στο Ιερό της Δήμητρας από τα Μεγάλα Προπύλαια, δίπλα από τα οποία βρίσκεται το Καλλίχορο Φρέαρ. Στη συνέχεια διέρχεται από τα Μικρά Προπύλαια, δίπλα από τα οποία υπάρχει το Πλουτώνειο. Τέλος εισέρχεται στο Τελεστήριο, τον κυρίως ναό της Δήμητρος.
thetoc.gr