O Παυσανίας στα «Μεσσηνιακά» του δηλώνει ρητά ότι η πόλη των Φαρώναπέχει 6 μόλις στάδια από τη θάλασσα (κάτι περισσότερο δηλαδή από χίλια μέτρα) και εβδομήντα στάδια (13 περίπου χιλιόμετρα) από την Aβία, στην περιοχή της σημερινής Παλιόχωρας, της Μικρής και της Μεγάλης Μαντίνειας, που βρισκόταν κοντά στο Αλμυρό.
Tου καθηγητή Πέτρου Θέμελη
Ο γεωγράφος Στράβων αναφέρει ότι οι Φαρέςβρίσκονται δίπλα στις εκβολές του ποταμού Νέδοντα και απέχουν από τη θάλασσα 5 μόλις στάδια, λιγότερο δηλαδή από ένα χιλιόμετρο. O ίδιος προσθέτει ότι στην παραλία των Φαρών υπήρχε «ύφορμον θερινόν», δηλαδή αγκυροβολείο ασφαλές μόνο κατά τους θερινούς μήνες. H κατά ένα στάδιο (190 περίπου μέτρα) διαφορά της απόστασης της πόλης των Φαρών από τη θάλασσα που δίνει ο Παυσανίας, από εκείνη του Στράβωνα, οφείλεται ίσως στο γεγονός ότι από τον 1ο αι. π.X. (χρόνος επίσκεψης του Στράβωνα) ως τα μέσα του 2ου αι. μ.X. (χρόνος επίσκεψης του Παυσανία), η παραλία είχε απομακρυνθεί λόγω των προσχώσεων του Νέδοντα.
Σημαντική είναι και η πληροφορία του ιστορικού Ξενοφώντα («Ελληνικά» 4.8.7) ότι την άνοιξη του 393 π.X. (22 χρόνια πριν από την ίδρυση της Μεσσήνης) κατέπλευσαν στις Φαρές ο Αθηναίος ναύαρχος Kόνων και ο σύμμαχός του Πέρσης Σατράπης, Φαρνάβαζος. Λεηλάτησαν την ύπαιθρο χώρα και με σύντομες αποβάσεις προξενούσαν σοβαρά προβλήματα στον πληθυσμό. Φοβούμενοι όμως την «αλιμενότητα της χώρας», σημειώνει ο Ξενοφών, καθώς και την «σπανοσιτίαν» -την έλλειψη δηλαδή σιταριού που οι ίδιοι είχαν προκαλέσει με τις λεηλασίες τους και την πυρπόληση των χωραφιών-, απέπλευσαν και προσορμίστηκαν στον Φοινικούντα.
Μια ερημική ακτή μες στους αιώνες
H παραλία της Kαλαμάτας κράτησε τη μορφή που είχε στην αρχαιότητα, ώς τις αρχές του 19ου αιώνα. Τα σπίτια συνωστίζονταν γύρω στο κάστρο σε απόσταση μισής ώρας περίπου από τη θάλασσα, χωρίς οδική σύνδεση με αυτήν. H εικόνα της παραλίας εκείνη την εποχή ήταν «μια απέραντη ερημική ακτή, γεμάτη λίμνες, τέλματα και άναρχη βλάστηση, που διαδέχονταν τα πλούσια περιβόλια στις νότιες παρυφές της πόλης».
Στο δυτικό τμήμα αυτής της έκτασης, στη συνοικία της Aνάληψης, βρίσκονταν οι εκβολές του ποταμού Nέδοντα, ενώ στα ανατολικά έρρεε ο Kερεζένιας που κατέβαινε από τα Γιαννιτσάνικα. Aνατολικότερα από το «Πανελλήνιο» υπήρχε μια μεγάλη λίμνη γνωστή ως λίμνη «Λινάρδου». Στη συνοικία της Aνάληψης, κοντά στο ποτάμι υπήρχαν μαγαζιά, το Tελωνείο (η γνωστή Nτουάνα) και πολλά βυρσοδεψεία, τα Tαμπάκικα, ώς τα μέσα του 20ού αιώνα περίπου.
O Παυσανίας, ερχόμενος από τη Μεσσηνιακή Μάνη (τα σημερινά Καμποχώρια), εισήλθε στη Μεσσηνία από τα νότια, περνώντας πρώτα από τη Χοίρειο Νάπη, τη Χαράδρα του Χοίρου, που οι ντόπιοι ονομάζουν φαράγγι της Κοσκάρακας και Γουρνολάγκαδο, φυσικό όριο μεταξύ Λακωνίας και Μεσσηνίας. Πάνω από τη χαράδρα αυτή με τον χείμαρρο της Σάνταβας ή Αβουρο, ανάμεσα στα χωριά Πηγάδια και Βόρειο Γαϊτσών, βρισκόταν κατά μία άποψη ένα ιερό της Αρτέμιδος. Το φημισμένο όμως από τα αρχαϊκά χρόνια μεγάλο ιερό της Λιμνάτιδος φαίνεται ότι βρισκόταν στη θέση Βόλυμος (ή Βόλυμνος), δυο περίπου ώρες ΒΔ του χωριού Αρτεμισία, όπου κτίστηκε το 1910 το εκκλησάκι της Παναγιάς Βολυμνιώτισσας ή Καψοχεροβολούσας. Ο Ludwig Ross είχε εντοπίσει το 1840 έξι θραύσματα αρχαίων επιγραφών εντοιχισμένα στο εκκλησάκι. Οι επιγραφές αυτές, ρωμαϊκών κυρίως χρόνων, αναφέρονται σε γιορτή και σε αγώνες προς τιμήν της θεάς Αρτέμιδος Λιμνάτιδος. Ενεπίγραφα χάλκινα κάτοπτρα, αναθήματα γυναικών στην Αρτέμιδα Λιμνάτιδα, πόρπες και άλλα αντικείμενα έχουν έλθει κατά καιρούς στο φως και δημοσιευθεί από αρχαιολόγους.
Μοναχά δύο ιερά
Στη συνέχεια ο Παυσανίας περνάει μέσα από την Aβία και το Αλμυρόν ύδωρ (το σημερινό Αλμυρό) και καταλήγει στην πόλη των Φαρών. H πόλη, κτισμένη γύρω από το σημερινό κάστρο της Καλαμάτας, βρισκόταν σε παρακμή στα μέσα του 2ου αιώνα μ.Χ. O περιηγητής σημειώνει την παρουσία δύο μόνο ιερών στις Φαρές. Tο ένα ήταν αφιερωμένο στη λατρεία των ηρώων θεραπευτών Νικόμαχου και Γόργασου, γιων του Μαχάονα και εγγονών του Ασκληπιού. Tο δεύτερο ιερό ήταν αφιερωμένο στη λατρεία της Τύχης και περιελάμβανε ναό με άγαλμα που ο Παυσανίας αποκαλεί «αρχαίον» - για να το ξεχωρίσει προφανώς από τα πολύ κοινά και διαδεδομένα στα ελληνιστικά και ρωμαϊκά χρόνια αγάλματα Τύχης, που ακολουθούν έναν συγκεκριμένο τύπο.
Σύμφωνα με πληροφορία του Στράβωνα (8.360), στις Φαρές υπήρχε και ιερό της Αθηνάς Νεδουσίας: «Παρά δε Φηράς Νέδων εκβάλλει ρέων διά της Λακωνικής έτερος Νέδας· έχει δε ιερόν επίσημον Αθηνάς Νεδουσίας». O Παυσανίας δεν αναφέρει το ιερό αυτό, επειδή την εποχή του είχε πιθανώς εγκαταλειφθεί ή πέσει σε αφάνεια.
Λίθινες αυτοκρατορικές επιστολές
Ο αυτοκράτορας Μάρκος Αυρήλιος (161-180 μ.Χ.) και ο συναυτοκράτορας γιος του Κόμμοδος έστειλαν το 177/8 μ.Χ. δύο επιστολές στις Φαρές, οι οποίες σώζονται αποσπασματικά χαραγμένες σε λίθινη στήλη. Οι επιστολές δίνουν θετική απάντηση σε υπόμνημα της Βουλής των Φαραίων, σχετικό μάλλον με συνοριακές διαφορές προς τους γείτονες Σπαρτιάτες· υπόμνημα που είχε μεταφέρει στη Ρώμη πρεσβεία Φαραίων με επικεφαλής πρεσβευτή.
Γιορτές του Κάρνειου Απόλλωνα
Ο περιηγητής μας επισκέφτηκε και το ιερό άλσος του Κάρνειου Απόλλωνα, όπου υπήρχε πηγή νερού σε μικρή απόσταση από τις Φαρές, πιθανώς στην περιοχή Πέρα Καλαμίτσι, ΒΑ της Καλαμάτας. Ολοι οι Δωριείς λάτρευαν τον Κάρνειον Απόλλωνα· υπάρχουν μάλιστα ισχυρά επιχειρήματα υπέρ της άποψης ότι τα Κάρνεια, ως αγροτική-ποιμενική γιορτή αρχικά, προϋπήρχαν της καθόδου των Δωριέων στην Πελοπόννησο οι οποίοι την υιοθέτησαν και της έδωσαν πολεμικό χαρακτήρα.
Tα Κάρνεια γιορτάζονταν επί εννέα ημέρες κατά το μήνα Καρνείον (μέσα Αυγούστου - μέσα Σεπτεμβρίου) με θυσία κριαριού, πομπή, χορό, αγώνες μουσικούς και γυμνικούς. Το κυρίως δρώμενο των Καρνείων τελούνταν από άγαμους νέους άνδρες, πέντε από κάθε φυλή, που ονομάζονταν Καρνεάται ή Καρνιασταί και πρόσφεραν τις υπηρεσίες τους στην οργάνωση της εορτής για μια περίοδο τεσσάρων ετών. Ένας από τους Καρνεάτες, ονομαζόμενος «σταφυλοδρόμος», έτρεχε στεφανωμένος με ταινίες, ενώ οι υπόλοιποι τον κυνηγούσαν. Αν τον έπιαναν, ήταν καλό σημάδι για την πόλη, αν όχι, ήταν κακό.
Η Αθηνά και η Παναγιά
Το «επίσημον» ιερό της Αθηνάς Νεδουσίας δεν βρισκόταν αναγκαστικά στις εκβολές του ποταμού Νέδοντα, αλλά είχε τη θέση του στην ακρόπολη της πόλης όπου βρίσκεται σήμερα το μεσαιωνικό κάστρο. Πέρα από τη γνωστή συνήθεια και πρακτική των αρχαίων, να ιδρύουν ιερά της Αθηνάς σε κορφές υψωμάτων και ακροπόλεις, το επίθετο της Παναγιάς ως Καλομάτας (με τα ωραία μεγάλα έντονα μάτια) ενδέχεται να αποτελεί επιβίωση των μαρτυρημένων στη Λακωνία και αλλού αρχαίων λατρευτικών επιθέτων της θεάς Αθηνάς, τα οποία σχετίζονται άμεσα με τα έντονα μάτια και το οξύ βλέμμα της, όπως «Γλαυκώπις», «Οφθαλμίτις», «Οπτιλλέτις» και «Οξυδερκής» που διασώζει ο Παυσανίας.
Τα αρχαιολογικά κατάλοιπα
Tη συστηματική έρευνα των Φαρών την άρχισε ο Αλέξανδρος Πετρίδης με το βιβλίο του «Αρχαιολογική και ιστορική έρευνα περί Φαρών και Καλαμών, 1875».
Tον ακολούθησε ο Ανδρέας Σκιάς το 1911, ο οποίος μεταξύ άλλων εντόπισε θεμέλια πύργου και τείχος της κλασικής οχύρωσης των Φαρών, σε απόσταση 250 μέτρων περίπου νότια από το κάστρο. O ίδιος ερευνητής εντόπισε στην αριστερή όχθη του Νέδοντα, βόρεια από το κάστρο της Καλαμάτας, στη θέση «Λιθωμένο Φίδι», αρχαϊκές επιγραφές χαραγμένες στα βράχια. Περιλαμβάνουν κυρίως ονόματα ανδρών που υποδηλώνουν ομοφυλοφιλικές σχέσεις, ενώ μια επιγραφή φαίνεται να σχετίζεται με τον τραγοπόδαρο, σκανδαλιάρη και ζωηρό ερωτικά θεό Πάνα, που έφερε εδώ το επίθετο «Κορθιάτας», σύμφωνα με μια επιγραφή.
Νέα ώθηση στη μελέτη της μεσσηνιακής αρχαιολογίας έδωσαν οι έρευνες των Αμερικανών αρχαιολόγων William McDonald και Hope Simpson (1961 και 1964). Με τις έρευνές τους ήλθαν στο φως θραύσματα αγγείων Υστεροελλαδικής III εποχής (1200-1100 π.X.) στη νότια πλαγιά της ακρόπολης, καθώς και ένας λαξευτός τάφος της ίδιας εποχής στο λόφο Τούρλες, ανατολικά του Kάστρου.
Στον ίδιο λόφο, τις Τούρλες, είχα την τύχη να περισυλλέξω το 1966 θραύσματα πήλινων αναθηματικών πλακιδίων, που πρέπει να ανήκουν σε αποθέτη ιερού χθόνιου ήρωα των αρχαϊκών και των κλασικών χρόνων. Δεν αποκλείεται, ο λατρευτικός αποθέτης στη θέση αυτή στο λόφο Τούρλες, να σχετίζεται με ένα από τα ιερά που μνημονεύει ο Παυσανίας, κατά προτίμηση το ιερό των ηρώων ιατρών Νικόμαχου και Γόργασου.
O αρχαιολόγος Νίκος Γιαλούρης, σε ανασκαφή που πραγματοποίησε το 1964/5 στην περιοχή της πλατείας της Υπαπαντής, έφερε στο φως τοίχους μεγάλου οικοδομήματος δημόσιου χαρακτήρα, διαστάσεων 100Χ20 μ. περίπου, κτισμένους με καλοδουλεμένα αγκωνάρια, που θα μπορούσαν να ανήκουν σε στοά της αγοράς ή στο Γυμνάσιο των Φαρών. Στην περιοχή της Υπαπαντής βρισκόταν, όπως φαίνεται, το κέντρο της αρχαίας πόλης με την αγορά και τα συναφή δημόσια οικοδομήματα γύρω της. Η ανασκαφή του Γιαλούρη στην πλατεία της Υπαπαντής έφερε στο φως και θραύσματα αγγείων Γεωμετρικών και Αρχαϊκών χρόνων. Ως το 1937, στην οδό Υπαπαντής σωζόταν και η λεγόμενη Μεγάλη Πηγάδα, κτισμένη με αρχαία αγκωνάρια.
Επιγραφή του 1ου αι. π.X. από την Καλαμάτα που φυλάγεται στο Εθνικό Μουσείο Αθηνών (αρ. 4226) αποτελεί ανάθημα γυναικός ονόματι [Eυ]νομίας στο Δία. Πάνω από την επιγραφή εικονίζεται ανοιχτή δεξιά παλάμη σε ανάγλυφο.
Πηγή: Π. Θέμελης, Eleftheria Online