Το φετινό καλοκαίρι ήρθε να προσθέσει μία ακόμη πολύτιμη ψηφίδα στο παζλ των μνημείων που αφηγούνται την πολυεπίπεδη ιστορία της αρχαίας Θουρίας: της πάλαι ποτέ ισχυρότερης πόλης στη Μεσσηνία, που από τα προϊστορικά χρόνια επέβλεπε ολόκληρο τον εύφορο κάμπο, για να γνωρίσει τεράστια άνθιση στους αιώνες που ακολούθησαν.
Το αρχαίο Θέατρο συμπληρώνει ουσιαστικά ένα ανεκτίμητης αξίας αρχαιολογικό "τρίγωνο", στις άλλες δύο κορυφές του οποίου δεσπόζουν το Ασκληπιείο της Θουρίαςκαι η υποβλητική Μυκηναϊκή Νεκρόπολη - περικλείοντας ένα πλήθος εξαιρετικών ευρημάτων. Όμως η διευθύντρια των ανασκαφών, δρ. Ξένη Αραπογιάννη, δεν αγαπά τα μεγάλα λόγια και τους μακρινούς στόχους:
Μας ξεναγεί απλώς στον αγαπημένο της χώρο, πιστεύοντας πως είναι κοντά η μέρα που η αρχαία Θουρίαθα συγκεντρώσει όλο το ενδιαφέρον και την επισκεψιμότητα που της αξίζει. Κάτι τέτοιο δεν σημαίνει ότι δεν χρειάζεται κι άλλη δουλειά, χρόνος, υπομονή και χρήμα - αφού τα χώματα αυτά έχουν ακόμα ν’ αποκαλύψουν πολλά μυστικά.
Πρώτα απ'όλα βέβαια, θα πρέπει να φτιαχτεί ο δρόμος που οδηγεί ως εκεί...
- Με το έργο σας, έρχεται σιγά σιγά στο φως και η δεύτερη ισχυρότερη πόλη της αρχαίας Μεσσηνίας - που κάποτε ήταν μάλλον η πρώτη. Θα θέλατε να μας ταξιδέψετε μας λίγο νοητά σε αυτήν και στη σημασία της;
«Τι να σας πρωτοπώ, είναι τόσο πολλά αυτά που θα μπορούσαμε να αναφέρουμε... Η Θουρία είναι μια πόλη πολύ αρχαία. Μας δίνει δείγματα ζωής και οίκησης ήδη από την Προϊστορική εποχή, από την Πρωτοελλαδική ΙΙ περίοδο - δηλαδή γύρω στην 3η χιλιετία π.Χ. Η κατοίκησή της συνεχίστηκε και στη Μυκηναϊκή εποχή. Τότε η περιοχή γνώρισε μια πάρα πολύ μεγάλη άνθιση, ενώ συνέχισε να κατοικείται και όταν η Μεσσηνία καταλήφθηκε από τους Λακεδαιμόνιους, οπότε η Θουρία έγινε "περίοικος πόλη". Την περίοδο εκείνη εξελίχθηκε σε μία από τις ισχυρότερες, ίσως στην ισχυρότερη πόλη της Μεσσηνίας, πριν από την ίδρυση της αρχαίας Μεσσήνης.
Η Μεσσήνη ιδρύθηκε το 369 π.Χ., η άνθιση όμως της Θουρίας ξεκινά ήδη από τη Μυκηναϊκή εποχή που εκτείνεται περίπου από το 1600 μέχρι το 1060 π.Χ. Στη συνέχεια, όταν η Μεσσήνη ήταν η πρωτεύουσα και μεγαλύτερη πόλη της Μεσσηνίας, η Θουρία εξακολούθησε να είναι μια πολύ μεγάλη πόλη. Αρκεί να φανταστεί κανείς ότι ολόκληρη η πεδιάδα, η Μακαρία, ανήκε στην επικράτειά της η οποία έφτανε μέχρι τη θάλασσα, στον Μεσσηνιακό Κόλπο που είχε ονομαστεί Θουριάτης, Θουριατικός Κόλπος. Καταλαβαίνετε λοιπόν πόσο μεγάλη έκταση είχε αυτή η πόλη.
Η αρχαία Θουρία βρίσκεται σε πολύ μικρή απόσταση από την Καλαμάτα, γύρω στα 10 χιλιόμετρα βορειοδυτικά, και εκτείνεται σ'ένα ύψωμα μήκους περίπου 1 χιλιομέτρου από Βορρά προς Νότο: Εκεί επάνω αναπτύσσεται η αρχαία πόλη, ενώ στο νότιο άκρο αυτού του υψώματος βρίσκονται όλα τα προϊστορικά και μυκηναϊκά λείψανα. Υπάρχει η Ακρόπολη της πόλης με οχυρωματικά τείχη, υπάρχουν παντού διάσπαρτα αρχαία αρχιτεκτονικά μέλη, λείψανα δημόσιων οικοδομημάτων, πολλή κεραμική διάσπαρτη παντού... Είναι δηλαδή ένας τόπος ο οποίος "φωνάζει"ότι είναι πολύ σημαντικός αρχαιολογικός χώρος».
- Ονειρεύεστε να ξαναζωντανέψει και η αρχαία Θουρία, όπως σταδιακά το επιχειρεί εδώ και χρόνια η αρχαία Μεσσήνη, ώστε να γεμίσει και αυτή με κόσμο κι εκδηλώσεις - ιδιαίτερα τώρα που ανακαλύψατε ένα αντίστοιχης “τεχνολογίας” Θέατρο;
«Βεβαίως, αυτό είναι ένα μεγάλο όνειρο. Για να φτάσουμε όμως εκεί, θα πρέπει να αναλογιστούμε πότε ξεκίνησαν οι ανασκαφές στην αρχαία Θουρία και να κάνουμε σύγκριση με το πότε ξεκίνησαν στην αρχαία Μεσσήνη. Στη Θουρία η συστηματική ανασκαφή άρχισε ουσιαστικά το 2009, ενώ η Μεσσήνη έχει αρχίσει να ανασκάπτεται από το τέλος του 19ου αιώνα, το 1895 από τον Θεμιστοκλή Σοφούλη. Εν τω μεταξύ, χονδρικά γύρω στο 1830 είχε περάσει από εκεί και η Γαλλική Αρχαιολογική Αποστολή του Μοριά, η οποία κατέγραψε μνημεία της Μεσσήνης κι έκανε κάποιες πρώτες πρόχειρες ανασκαφές.
Αυτό το λέω για να συγκρίνουμε τα μεγέθη. Δηλαδή, για να πραγματοποιηθεί ένα όνειρο όπως το να γίνει η Θουρία ένας αρχαιολογικός χώρος τόσο μεγάλος, τόσο σημαντικός και τόσο ωραία οργανωμένος όπως είναι η αρχαία Μεσσήνη, πρέπει να ξέρουμε ότι μας περιμένει πολύ μέλλον, τεράστιος χρόνος και προσπάθεια. Μακάρι βέβαια να γίνει, το θέλω πολύ...».
- ...Αλλά υποθέτω ότι η Αρχαιολογία είναι μια επιστήμη της υπομονής.
«Ναι. Πολύ περισσότερο όμως από υπομονή, χρειάζονται οι κατάλληλες συνθήκες. Χρειάζεται χρόνος και, κυρίως, χρήμα. Η Αρχαιολογία, η αποκάλυψη των μνημείων, είναι μια συνάρτηση χρόνου και χρήματος. Πρέπει καταρχάς να έχεις απεριόριστο χρόνο για να μπορείς να ανασκάπτεις, και από την άλλη να έχεις χρήματα, γιατί μια ανασκαφή κοστίζει πάρα πολύ.
Είναι μια πολυδάπανη διαδικασία η οποία θέλει το χρόνο της - γιατί η ανασκαφή βέβαια δεν είναι απλώς μια επιχείρηση αποχωμάτωσης: Είναι μια επιστημονική διεργασία πολύ λεπτομερής, που απαιτεί μεγάλη προσοχή. Και δεν σταματάμε φυσικά στην ανασκαφή. Το έργο του αρχαιολόγου συνεχίζεται στη μελέτη των στοιχείων που προκύπτουν από μια ανασκαφή: μια διαδικασία επίσης χρονοβόρα και απαιτητική. Οπότε, δεν είναι απλώς ότι ανασκάπτουμε, βρίσκουμε τα ωραία μας μνημεία κι εκεί τελειώνει η ιστορία!
Αν μιλήσουμε μάλιστα και για αναστήλωση... Είναι μια άλλη παράμετρος κι αυτή, πολύ σημαντική γιατί δίνει στον επισκέπτη μια ολοκληρωμένη και σαφή εικόνα των αρχαίων, τον βάζει μέσα στο κλίμα της αρχαιότητας - κι αυτό είναι σπουδαίο. Ομως, για να φτάσουμε εκεί πρέπει να έχουμε ολοκληρώσει τις ανασκαφές και τις δομικές-στερεωτικές μελέτες των μνημείων, να ακολουθήσει η μελέτη αναστήλωσης κι έπειτα να προχωρήσουμε στην υλοποίηση αυτής της μελέτης - η οποία απαιτεί επίσης πολύ χρόνο και εξειδίκευση».
- Θεωρείτε ότι ο γενικότερος τρόπος προσέγγισης και αξιοποίησης του αρχαιολογικού μας πλούτου είναι αρκετά αποτελεσματικός και δημιουργικός; Κάποιοι πιστεύουν ότι, με άλλο χειρισμό, και μόνος του θα μπορούσε να οδηγήσει την Ελλάδα σε βιώσιμη ανάπτυξη.
«Αυτό που μου θέτετε είναι κάτι πολύ ευρύ και αποτελεί ένα ξεχωριστό κεφάλαιο: Αναφερόμαστε πλέον στη διαχείριση των αρχαίων και το ερώτημα αφορά τον σωστό τρόπο διαχείρισής τους. Εμείς οι αρχαιολόγοι έχουμε την τάση να μην τα βλέπουμε πάντα διαχειριστικά τα θέματα. Τα βλέπουμε περισσότερο επιστημονικά - και συναισθηματικά, κατά κάποιον τρόπο. Το θέμα της διαχείρισης είναι ένας άλλος κλάδος, σχετικά καινούργιος, στον οποίο βεβαίως παίζει μεγάλο ρόλο η άποψη του αρχαιολόγου και το πώς αντιμετωπίζει το συγκεκριμένο ζήτημα - αλλά υπάρχουν και πολλοί άλλοι παράγοντες, πολλές άλλες ειδικότητες που θα μπορούσαν να συνεργαστούν για να καταλήξουμε σε κάποια συμπεράσματα και σε αντίστοιχες ενέργειες.
Δεν θα μπορούσα να πω κάτι άλλο τώρα, είναι ένας τομέας με τον οποίο οφείλει κάποιος να ασχοληθεί ενδελεχώς. Είναι εύκολο να λέει κανείς για τα αρχαία... τον πλούτο της Ελλάδας... την ανάπτυξη... έτσι γενικόλογα, όπως κάνουν όλοι και συχνότερα οι πολιτικοί· το θέμα όμως είναι να γίνεται πράγματι μια σωστή διαχείριση, κι αυτό θέλει σοβαρή δουλειά. Καταρχήν πρέπει τα μνημεία να έχουν μελετηθεί και συντηρηθεί πάρα πολύ καλά για να δοθούν στο κοινό και να αποτελέσουν βέβαια ένα ισχυρότατο κεφάλαιο ανάπτυξης για την Ελλάδα. Ασφαλώς και η αρχαία κληρονομιά βρίσκεται στην κορυφή των όσων έχει να επιδείξει η χώρα από απόψεως πολιτισμού».
- Γιατί όμως ακόμη και τα Πωλητήρια των αρχαιολογικών χώρων και μουσείων αξιοποιούν μόνο ένα ελάχιστο ψήγμα των δυνατοτήτων που υπάρχουν - ενώ θα μπορούσαν να εμπορεύονται αμέτρητα πιστά αντίγραφα αυτού του πλούτου, προσφέροντας εργασία και έσοδα;
«Εγώ θα σταθώ σε δύο πράγματα: Από τη μια υπάρχει γραφειοκρατία κι από την άλλη υπάρχει έλλειψη πόρων. Η Ελλάδα τώρα δεν είναι στην καλύτερη οικονομική κατάσταση, έχει να επιλύσει κι άλλα θέματα. Παρ'όλα αυτά, πιστεύω ότι είναι κυρίως θέμα γραφειοκρατίας. Οργάνωσης... και αποφάσεων».
- Πώς οραματίζεστε να εμπλουτίσει ο αρχαιολογικός χώρος της Θουρίας τον πολιτιστικό αλλά και τον τουριστικό χάρτη της Μεσσηνίας; Εχει τις προϋποθέσεις να γίνει σύντομα ένας ισχυρός πόλος έλξης ντόπιων και επισκεπτών;
«Φυσικά και έχει όλα τα προσόντα ο αρχαιολογικός χώρος της Θουρίας. Καταρχάς, μην ξεχνάμε ότι έχουμε εκεί μία ολόκληρη Μυκηναϊκή Νεκρόπολη με θαλαμωτούς τάφους. Έναν χώρο επιβλητικό, πολύ αξιόλογο και εντυπωσιακό, ο οποίος θα μπορούσε να γίνει επισκέψιμος. Είναι επίσης το Ασκληπιείο που έχουμε φέρει στο φως τα τελευταία χρόνια, όπου κι εκεί ο χώρος είναι οργανωμένος και κάλλιστα θα μπορούσε να γίνει επισκέψιμος για το κοινό. Είναι και το αρχαίο Θέατρο το οποίο προχωρεί και πιστεύουμε ότι σε λίγα χρόνια, όταν θα έχουν ολοκληρωθεί οι ανασκαφές, οι αναστηλώσεις και τα συναφή, θα γίνει ένας εξαιρετικά δυνατός πόλος έλξης...
Πιστεύω ότι η αρχαία Θουρία, και με αυτά που έχουν έρθει ήδη στο φως, μπορεί πραγματικά να γίνει ένας χώρος που να προσελκύει το ενδιαφέρον των επισκεπτών».
- Αναγκαστικά λοιπόν η επόμενη ερώτηση αφορά την ανάδειξη, και κυρίως την ίδια την πρόσβαση στο χώρο -για παράδειγμα στην εντυπωσιακή Νεκρόπολη- που είναι προβληματική. Τι θα μπορούσε να γίνει, βραχυπρόθεσμα και μακροπρόθεσμα;
«Εξαιρετικά σημαντικός παράγων για την ανάδειξη των αρχαιοτήτων της Θουρίας είναι ο δρόμος πρόσβασης προς αυτές, κυρίως δε στην περιοχή των "Ελληνικών", όπου βρίσκεται η Μυκηναϊκή Νεκρόπολη και το αρχαίο Θέατρο.
Επειδή ο δρόμος διέρχεται μέσα από κηρυγμένο αρχαιολογικό χώρο, δεν απαιτούνται μεγαλεπήβολα έργα και εξειδικευμένες μελέτες. Χρειάζεται μόνο βελτίωση, εξομάλυνση, σε μερικά σημεία διαπλάτυνση του υφιστάμενου δρόμου και επίστρωσή του, ώστε να διατηρείται πάντα σε καλή κατάσταση και να μπορεί να είναι προσβάσιμος από οχήματα όλες τις εποχές του χρόνου. Ο δρόμος πρέπει να εντάσσεται στο ευαίσθητο φυσικό περιβάλλον του αρχαιολογικού χώρου, χωρίς να το διαταράσσει ή να το καταστρέφει».
- Θητεύσατε σε σημαντικότατα πόστα, έχετε στο ενεργητικό σας εξαιρετικά ευρήματα και διακρίσεις, και σήμερα είστε πιο ενεργή και αποδοτική από ποτέ. Ποια θα ήταν η ιδανική ολοκλήρωση μιας τέτοιας καριέρας; Τι θα θέλατε να επιτύχετε τα ερχόμενα χρόνια;
«Κοιτάξτε, δεν θέλω να κάνω μεγάλα σχέδια και όνειρα... Πάντοτε οι προοπτικές μας είναι βραχυπρόθεσμες. Κάθε χρόνο περιμένεις να δεις πώς θα προχωρήσεις, για να υπολογίσεις τι θα κάνεις τον επόμενο χρόνο. Δεν μπορείς να βάζεις τεράστιους στόχους - γιατί οι στόχοι νομίζω ότι πρέπει να κατακτώνται σιγά σιγά, ένας ένας.
Εμένα αυτό που με ενδιαφέρει περισσότερο είναι να συνεχίσουμε τις ανασκαφές της αρχαίας Θουρίας. Νομίζω ότι είναι ένας χώρος που πρέπει να αναδειχθεί και ο οποίος έχει πάρα πολλά να δώσει. Ελπίζω και εύχομαι λοιπόν να συνεχίσω τη δουλειά μου στη Θουρία και ν'αποκαλύψω όσο περισσότερα μνημεία και όσο μεγαλύτερο μέρος αυτής της πόλης μπορώ - ώστε να φωτιστεί το ιστορικό παρελθόν της, που είναι συνυφασμένο με την ιστορία της Μεσσηνίας».
- Τη Μεσσηνία έχετε δηλώσει ότι την αγαπήσατε πολύ και δεθήκατε μαζί της σαν να ήσαστε παιδί της. Πέρα από την υπηρεσία σας και την αρχαία Θουρία, ποιες άλλες γωνιές και ποια χαρακτηριστικά αυτού του τόπου νιώθετε πιο δικά σας;
«Πράγματι, τη Μεσσηνία, παρόλο που δεν έχω καμία απολύτως σχέση καταγωγής μαζί της, την έχω αγαπήσει σαν να είναι ο τόπος μου. Έχω ζήσει πάρα πολλά χρόνια εδώ. Ήδη απ'όταν ήμουν προϊσταμένη στην Ολυμπία, από το 1990, είχα υπό την εποπτεία μου και τη Μεσσηνία, μαζί με την Ηλεία και τη Ζάκυνθο. Ερχόμουν λοιπόν μία με δύο φορές την εβδομάδα. Και κάθε φορά που έμπαινα στη Μεσσηνία αισθανόμουν την ίδια χαρά, την ίδια συγκίνηση, την ίδια ανάταση ψυχής -πραγματικά το λέω-, με το που αντίκριζα αυτό το τοπίο, αυτή τη φύση.
Τη Μεσσηνία την αγαπώ όλη, κάθε γωνιά της. Κάθε φορά, όπου και να πάω, και σε μέρη καινούργια, υπάρχει κάτι που μου αρέσει. Έχει πάρα πολλές ομορφιές, πάρα πολλές γωνιές. Δεν είναι μόνο οι αρχαιολογικοί της χώροι που είναι πολύ αξιόλογοι και με συγκινούν, είναι και η φύση της. Η φύση είναι παντού πανέμορφη. Όπου και να πάει κανείς στη Μεσσηνία είναι υπέροχα - δεν μπορώ να ξεχωρίσω κανένα σημείο».
- Και μια... φιλοσοφική ερώτηση για το τέλος: Πώς βλέπει το παρόν και το μέλλον μας ένας διακεκριμένος αρχαιολόγος κοιτώντας μέσα από τον πολυπρισματικό φακό του παρελθόντος;
«Είναι μια δύσκολη ερώτηση. Δεν θέλω γενικά να είμαι αφοριστική. Δεν θέλω επίσης να είμαι ούτε απαισιόδοξη ούτε υπεραισιόδοξη.
Το παρελθόν επηρεάζει τη ματιά μας μ'έναν τρόπο κριτικό. Βλέπει κανείς συχνά την ιστορία να "επαναλαμβάνεται". Κι αυτό, θεωρητικά, μας βοηθά να αντιμετωπίσουμε τόσο το παρόν μας όσο και το μέλλον.
Πιστεύω ότι πάντοτε για τον Έλληνα υπάρχει μια προοπτική, να γίνει καλύτερος. Αρκεί να το θέλει και να το προσπαθεί. Τίποτε άλλο».
Το θέατρο της Αρχαίας Θουρίας
Κατά τη διάρκεια της ανασκαφικής έρευνας που διενεργήθηκε φέτος το καλοκαίρι στην Αρχαία Θουρία υπό τη διεύθυνση της ε.τ. Εφόρου Αρχαιοτήτων δρ. Ξένης Αραπογιάννη, αποκαλύφθηκε σημαντικό μέρος του αρχαίου Θεάτρου, το οποίο είχε εντοπιστεί το 2016.
Η πρόσφατη ανασκαφή στη θέση «Ελληνικά» της αρχαίας Θουρίας έφερε στο φως ολόκληρη την περίμετρο της ορχήστρας του αρχαίου θεάτρου, η διάμετρος της οποίας είναι 16,30 μ. Επίσης αποκαλύφθηκε πλήρως ο αγωγός των ομβρίων που περιτρέχει την ορχήστρα καθώς και η πρώτη σειρά των εδωλίων τα οποία βρίσκονται αδιατάρακτα στη θέση τους. Πίσω από την πρώτη σειρά των εδωλίων εμφανίστηκε το κατώτερο μέρος του κοίλου, όπου υπάρχει μεγάλος αριθμός πεσμένων αρχιτεκτονικών μελών από τις υπερκείμενες κερκίδες, μεταξύ των οποίων πολλά τμήματα ακέραιων εδωλίων. Στη νότια (δεξιά) πλευρά του κοίλου σώζονται συνολικά πέντε βαθμίδες των κερκίδων με μεγάλο μέρος των εδωλίων στη θέση τους. Αποκαλύφθηκε επίσης τμήμα της νότιας (δεξιάς) παρόδου του θεάτρου.
Ιδιαίτερα σημαντική ήταν η ανακάλυψη τμήματος της σκηνοθήκης, στη βόρεια εξωτερική πλευρά του θεάτρου, όπου ήρθαν στο φως τρεις παράλληλες λίθινες αύλακες για την υποδοχή των τροχών της κινητής σκηνής (αρχ. πήγμα).
Η συνολική έκταση του έως σήμερα ανεσκαμμένου χώρου στην οποία εκτείνονται τα ερείπια του αρχαίου θεάτρου είναι: 51,25μ από Β-Ν και 28,20μ. από Α-Δ.
Οφειλόμενες ευχαριστίες
«Οι ανασκαφές στην αρχαία Θουρία γίνονται υπό την αιγίδα της Εν Αθήναις Αρχαιολογικής Εταιρείας. Πρόκειται για το αρχαιότερο επιστημονικό αρχαιολογικό ίδρυμα, από την ίδρυση του ελληνικού κράτους. Έχει τεράστιο επιστημονικό κύρος και είναι σεβαστό από όλους τους αρχαιολόγους. Αισθάνομαι λοιπόν πολύ υπερήφανη που οι ανασκαφές μας τελούν υπό την αιγίδα της Εταιρείας.
Με την ευκαιρία όμως αυτή θα ήθελα να αναφερθώ και πάλι στους χορηγούς μας. Ίσως φαίνεται υπερβολικό, αλλά είναι αναγκαίο, καθώς χωρίς αυτούς τους ανθρώπους δεν θα μπορούσαμε να κάνουμε τίποτα.
Ιδιαίτερα στο Ίδρυμα Γεωργίου και Βικτωρίας Καρέλια, και προσωπικά στην κ. Καρέλια η οποία έχει πιστέψει στο έργο κι έχει στηρίξει την ανασκαφή από την αρχή που ξεκίνησε -και συνεχίζει να τη στηρίζει με μεγάλη γενναιοδωρία-, πρέπει να εκφράσω την ευγνωμοσύνη μου και τις ευχαριστίες μου.
Ευχαριστίες χρωστούμε επίσης στον Δήμο Καλαμάτας, που είναι από τους λίγους δήμους που στηρίζουν ανασκαφές και ο οποίος μας στηρίζει ηθικά και οικονομικά. Ακόμη, στην Περιφέρεια Πελοποννήσου, που μας βοηθά να κάνουμε έργα ανάδειξης στο Ασκληπιείο της αρχαίας Θουρίας,αλλά και στο Ιδρυμα Καπετάν Βασίλη και Κάρμεν Κωνσταντακοπούλου που μας έχει στηρίξει τα δύο τελευταία χρόνια.
Τέλος, οφείλω φυσικά πολλές ευχαριστίες στους συνεργάτες μου, στο επιστημονικό (αρχαιολόγοι, αρχιτέκτων και τοπογράφος) και το εργατοτεχνικό προσωπικό, για τον ενθουσιασμό και την πραγματικά ακούραστη συμμετοχή τους στο ανασκαφικό έργο της αρχαίας Θουρίας».
Πηγές: Π. Αλευρά, Eleftheria Online, Ανασκαφή