Quantcast
Channel: Αρχαία Ελληνικά
Viewing all 7798 articles
Browse latest View live

Τα Αρχαία Στάδια της Ελλάδος

$
0
0

Στον αρχαίο Ελληνικό κόσμο, η λέξη Στάδιο αναφέρεται σε μέτρηση της απόστασης.

Στάδιοήταν επίσης και το οικοδόμημα όπου οι θεατές παρακολούθησαν εκδηλώσεις αθλητικών κυρίως γεγονότων (Αγώνες) στενά συνδεδεμένες με τη θρησκεία . 

Οι Αγώνες διοργανώνονταν κάθε δύο ή τέσσερα χρόνια  προς τιμή μιας συγκεκριμένης θεότητας ή ημίθεου, όπως ο Δίας στην Ολυμπία, ο Απόλλων στους Δελφούς, ο Ποσειδώνας στα Ίσθμια και ο Οφέλτης στη Νεμέα. Αυτοί αποτελούσαν τους τέσσερις μεγάλους Πανελλήνιους Αγώνες. Ωστόσο, και σε άλλες περιοχές στην Ελλάδα φιλοξενούνταν επίσης τακτικά αθλητικοί αγώνες.

Αρχικά, τα στάδια ήταν απλά ,μερικές φορές χτισμένα κοντά σε πρανή λόφων για να έχουν μια σαφή εικόνα των γεγονότων οι θεατές . Ωστόσο, από τις αρχές του 5ου αιώνα π.Χ. προστέθηκαν αρχικά τεχνητά αναχώματα (πρανή) και αργότερα προστίθεται εδώλια (καθίσματα) από πέτρα ή μάρμαρο. Σήμερα χάρη στην αρχαιολογική σκαπάνη μπορούμε να θαυμάσουμε ορισμένα από αυτά τα μεγαλόπρεπη Στάδια που συνέδεσαν την ύπαρξη τους με τα λαμπρά αθλητικά γεγονότα της αρχαιότητας:

Αρχαίο στάδιο Ολυμπίας

Το στάδιο της Ολυμπίας είναι ο χώρος όπου τελούνταν οι αρχαίοι Ολυμπιακοί Αγώνες αλλά και τα Ηραία, αγώνες γυναικών προς τιμήν της Ήρας.
Αν και οι αγώνες ιστορικά ξεκίνησαν το 776 π.Χ το στάδιο απέκτησε τις σημερινές του διαστάσεις κατά τον 4ο αιώνα π.Χ λόγω της αυξητικής τάσης της εμβέλειας των αγώνων που συνεχώς συγκέντρωναν περισσότερους αθλητές αλλά και θεατές. Έτσι έφτασε να διαθέτει ένα στίβο με μήκος 212,54 μ. και πλάτος 30 μ.

Η απόσταση ανάμεσα στις δύο λίθινες βαλβίδες, που σηματοδοτούν τις αφέσεις, είναι 192,27 μ., δηλαδή ένα ολυμπιακό στάδιο.

Υπολογίζεται ότι το στάδιο χωρούσε περίπου 45.000 θεατές, ωστόσο δεν απέκτησε ποτέ λίθινα καθίσματα και οι θεατές κάθονταν κατά γης. Ελάχιστα λίθινα καθίσματα υπήρχαν μόνο για τους επισήμους

H μνημειακή είσοδος του σταδίου

Στα τέλη του 3ου αι. π.Χ. κατασκευάσθηκε η μνημειακή είσοδος του σταδίου, η λεγόμενη Κρυπτή, μία λίθινη καμαροσκεπής στοά μήκους 32 μ., από την οποία έμπαιναν στο στάδιο οι αθλητές.
Το στάδιο ήταν σε χρήση μέχρι και το 393 μ.Χ όποτε ο αυτοκράτορας Θεοδόσιος εξέδωσε απαγόρευση τέλεσης των αγώνων ως παγανιστικούς.
Η πλήρης αποκάλυψη του μνημείου από την αρχαιολογική σκαπάνη έγινε την περίοδο 1952-1966.

Αρχαίο στάδιο Δελφών

Το στάδιο είναι στενά δεμένο με την ιστορία των πανελλήνιων Πυθικών αγώνων, αφού εδώ διεξάγονταν τα αθλητικά αγωνίσματα. Η αρχική διαμόρφωσή του χρονολογείται στον 5ο αι. π.Χ., όπως μαρτυρεί η επιγραφή που βρέθηκε εντοιχισμένη στο νότιο αναλημματικό τοίχο του. Στην πρώιμη μορφή του οι θεατές θα ήταν καθισμένοι στο έδαφος ή σε ξύλινα εδώλια. Μνημειώδη λίθινα εδώλια απέκτησε μόλις το 2ο αι. μ.Χ., χάρη σε δωρεά του πλούσιου Αθηναίου Ηρώδη Αττικού,  ο οποίος παρήγγειλε για την κατασκευή τους ασβεστόλιθο Παρνασσού .Τότε διαμορφώθηκε και η μνημειώδης τοξωτή θριαμβική είσοδος, η μοναδική σε αρχαίο στάδιο στην Ελλάδα.

Τα ερείπια της τοξωτής εισόδου του Σταδίου.

Το μήκος του στίβου είναι 177,55 μ., ενώ το πλάτος του είναι 25,50 μ.
Το στάδιο είναι κατασκευασμένο στη φυσική πλαγιά. Η βόρεια πλευρά του είναι φυσικά διαμορφωμένη, ενώ η νότια σχηματιζόταν με τεχνητή επίχωση, την οποία συγκρατούσε αναλημματικός τοίχος.
Τα εδώλια της βόρειας  πλευράς, εκτείνονται σε 12 σειρές, ενώ της νότιας πλευράς μόνο σε 6 σειρές, λόγω της μεγάλης κλίσης του εδάφους. Υπολογίζεται ότι σε αυτή τη μορφή του το στάδιο είχε χωρητικότητα 5.000 θεατών.

Αρχαίο στάδιο Νεμέας

Στο Στάδιο κάθε δύο χρόνια γίνονταν οι πανελλήνιοι αγώνες Νέμεα ή Νέμεια προς τιμήν του Οφέλτη , γιου του βασιλιά της Νεμέας Λυκούργου .  Οι αγώνες αυτοί καθιερώθηκαν το 573 π.Χ.

Το Στάδιο κατασκευάσθηκε στην σημερινή του μορφή στα τέλη του 4ου αιώνα π.Χ

Υπολογίζεται δε ότι χωρούσε περίπου 35.000- 40.000 θεατές.
Ο στίβος του, συνολικού μήκους 178 μ., πλαισιωνόταν από λίθινο αγωγό με λίθινες λεκάνες κατά διαστήματα για συγκέντρωση πόσιμου νερού. Στη νότια πλευρά του υπάρχει η λίθινη αφετηρία. Οι αθλητές και οι κριτές εισέρχονταν στο Στάδιο από την μνημειώδη θολωτή στοά.

Η μνημειώδη θολωτή στοά του Σταδίου.

Οι θεατές κάθονταν σε πρόχειρα βαθμιδωτά επίπεδα, λαξευμένα στο μαλακό πέτρωμα, ενώ λίθινα καθίσματα βρίσκονται σε δύο ή τρεις σειρές μεταξύ αφετηρίας και στοάς.
Γύρω στο 270 π.Χ., οι αγώνες μεταφέρθηκαν στο Άργος, παρόλο που ο Άρατος ο Σικυώνιος το 235 π.Χ. επιχείρησε την επιστροφή των αγώνων στη Νεμέα. Μετά από ένα διάστημα, κατά το οποίο γίνονταν εναλλάξ στη Νεμέα και στο Άργος, οι αγώνες σύντομα μεταφέρθηκαν οριστικά στο Άργος.
Το Στάδιο ανεσκάφη κατά τα έτη 1974-81 από την Αμερικανική Σχολή Κλασικών Σπουδών.

Αρχαίο στάδιο Επιδαύρου

Στο Στάδιο του Ιερού του Ασκληπιείου της Επιδαύρου τελούνταν οι αθλητικοί αγώνες προς τιμήν του Ασκληπιού.

Η πρωιμότερη φάση κατασκευής του οικοδομήματος χρονολογείται στον πρώιμο 5ο αιώνα π. Χ. Το Στάδιο διαμορφώθηκε αρχικά σε μια φυσική κοιλότητα του εδάφους. Από αυτή τη φάση σώζονται καθίσματα από πηλό και μικρούς λίθους, τα οποία εντοπίστηκαν κάτω από τα μεταγενέστερα λίθινα εδώλια. Τα λίθινα εδώλια, που κάλυπταν μόνο το κεντρικό τμήμα των πρανών, άρχισαν να τοποθετούνται από τον 3ο αιώνα π.Χ.

Κοντινή άποψη των αναστηλωμένων λίθινων εδωλίων του Σταδίου.

Ο στίβος για τους αγώνες δρόμου είχε 181.30 μήκος και 21,50 μ. πλάτος. Για τους αγώνες της πάλης, της πυγμαχίας και του άλματος προοριζόταν ο χώρος πίσω από τη γραμμή εκκίνησης / τερματισμού, μήκους περ. 15μ. Στη βόρεια πλευρά του Σταδίου υπήρχε υπόγεια θολωτή δίοδος, η οποία συνέδεε το στίβο με την παλαίστρα, όπου προπονούνταν οι αθλητές πριν τους αγώνες. Από τη θολωτή δίοδο εισέρχονταν εντυπωσιακά οι αθλητές στον στίβο.

Ο Πίνδαρος αναφέρει την τέλεση γυμνικών αγώνων στο Ασκληπιείο της Επιδαύρου ήδη από τον πρώιμο 5ο αιώνα. Αθλητικοί αγώνες αλλά και αγώνες ραψωδίας, μουσικής και δράματος αποτελούσαν τμήμα του τελετουργικού που ελάμβανε χώρα κατά τη διάρκεια της γιορτής προς τιμήν του Ασκληπιού που διοργανωνόταν κάθε 4 χρόνια, των Μεγάλων Ασκληπιείων.

Αρχαίο στάδιο Μεσσήνης

Η αρχική κατασκευή του Σταδίου χρονολογείται από επιγραφικά ευρήματα στον 3ο αι. π.Χ. Στα χρόνια του Παυσανία (β΄ μισό του 2ου αι. μ.Χ.) διατηρούσε ακόμη στοιχεία της αρχιτεκτονικής μορφής του των Ελληνιστικών χρόνων, καθώς και τον γλυπτικό του διάκοσμο. Στο Στάδιο τελούνταν, πιθανότατα, γυμνικοί αγώνες (παίδων και εφήβων) προς τιμήν του Ασκληπιού (Ασκληπιεία) και του Διός Ιθωμάτα (Ιθωμαία), και αργότερα προς τιμήν του Αυγούστου και της Ρώμης (Ρωμαία ή Καισάρεια).

Το πεταλόσχημο βόρειο τμήμα του σταδίου (σφενδόνη), κατασκευασμένο από ντόπιο ασβεστόλιθο, καταλαμβάνεται από 19 σειρές λίθινων καθισμάτων (εδώλια), τα οποία έχουν χωρητικότητα 8000 έως 10000 θεατές, και περιβάλλεται από δωρικές στοές.  Στο νότιο τμήμα του τα πρανή είναι διαμορφωμένα από απλό χώμα.

Οι κίονες από τις δωρικές στοές που περιβάλλουν το Στάδιο.

Ο στίβος του Σταδίου, έχει μήκος 180 μ.περίπου.
Την ύστερη Ρωμαίκη περίοδο προστέθηκε στο νότιο μέρος καμπύλος τοίχος. Τότε ο στίβος μετατράπηκε σε ελλειψοειδή αρένα για μονομαχίες και θηριομαχίες (τέλη 3ου και 4ος αι. μ. Χ.). Ενα χαμηλό στηθαίο και μεταλλικό κιγκλίδωμα έφραξαν το κάτω διάζωμα του πετάλου, για να προστατεύονται οι θεατές από τα όπλα των μονομάχων και από τα άγρια θηρία. Την εποχή αυτή δε χρησιμοποιούνταν πλέον τα χωμάτινα πρανή του Σταδίου.

Αρχαίο στάδιο Ρόδου

Στο Στάδιο τελούνταν τα «Μικρά Αλίεια» και τα «Μεγάλα Αλίεια» ,μεγάλοι αθλητικοί αγώνες προς τιμήν του θεού Ήλιου - Απόλλων, του πολιούχου του νησιού.

Τα «Μικρά Αλίεια» εορτάζονταν ετησίως ενώ τα «Μεγάλα Αλίεια» κάθε 4 χρόνια και τελούνταν συνεχώς από το 300 π.χ. ως το 300 μ.χ. Οι εορτές περιελάμβαναν αθλητικούς, μουσικούς και ιππικούς αγώνες με τη συμμετοχή και γυναικών. Το έπαθλο για τους νικητές των «Μεγάλων Αλιείων» ήταν ένα στεφάνι από φύλλα λεύκης.

Το αρχαίο Στάδιο περιτριγυρισμένο από δέντρα.

Η πρώτη οικοδομική φάση του Σταδίου της Ρόδου έγινε τον 4ο αι.π.Χ.. Η δεύτερη οικοδομική φάση έγινε το 227 π.Χ., έπειτα από τον μεγάλο σεισμό και η τρίτη τοποθετείται στον 2ο αι. μ.Χ., στην ρωμαϊκή περίοδο. Σήμερα το Στάδιο διατηρεί σχεδόν ακέραια τα λίθινα εδώλια του μετά από την ανακατασκευή που του έγινε.
Οι διαστάσεις του Στάδιου είναι 210 μ μήκος και 35 μ. πλάτος.

Πηγές :
http://el.wikipedia.org/
www.golden-greece.gr
http://www.lhepka.gr/
odysseus.culture.gr
Επιμέλεια Διόνυσος.
http://autochthonesellhnes.blogspot.gr/


Ποιο είναι το νησί όπου ζούσε η Καλυψώ και ναυάγησε ο Οδυσσέας

$
0
0

Tο νησί της Καλυψούς, σύμφωνα με την μυθολογία ήταν η Ωγυγία. Εκεί η νύμφη υποδέχτηκε τον Οδυσσέα ως ναυαγό.

Στον Πελοποννησιακό πόλεμο στους όρμους του νησιού κατέφυγαν πλοία των Σπαρτιατών και των Αθηναίων. 

Στην επανάσταση του ’21 αποτέλεσε καταφύγιο για τον Μιαούλη και τους Ψαριανούς, Υδραίους και Σπετσιώτες αγωνιστές.

Πρόκειται για ένα σύμπλεγμα 30 νησιών, το οποίο βρίσκεται ανάμεσα από την Πάτμο και τη Λέρο και αποτελείται από 24 νησίδες και έξι βράχους. 

Έχει θαυμάσιες παραλίες με καταγάλανα νερά, μικρές κοιλάδες και βραχώδη ακρωτήρια.

Στη σύγχρονη εποχή τράβηξε ξαφνικά τα φώτα της δημοσιότητας και έγινε πρωτοσέλιδο το 2002 όταν η αντιτρομοκρατική εντόπισε και συνέλαβε εκεί τον Αλέξανδρο Γιωτόπουλο, αρχηγό  της 17 Νοέμβρη.  Ο Γιωτόπουλος διέμενε στο αποκαλούμενο «κόκκινο» σπίτι στην κορυφή ενός λόφου.

Στην κορυφή του νησιού βρίσκεται το «κάστρο», όπου βρέθηκαν όστρακα από αγγεία και ερείπια από την αρχαία οχύρωση

Είναι οι Λειψοί, που στα αρχαία κείμενα αναφέρονται ως Λειψία. 

Το μεγαλύτερο νησί ονομάζεται Λειψώ και βρίσκεται στο κέντρο του συμπλέγματος. Ο οικισμός είναι χτισμένος αμφιθεατρικά και έχει 790 κατοίκους. Στην κορυφή της χώρας βρίσκεται ο Μύλος του Αραβή και η θέση «κάστρο», όπου βρέθηκαν όστρακα από αγγεία και ερείπια από την αρχαιότητα.

Οι πρώτοι άνθρωποι που κατοίκησαν στο νησί ήταν οι Κάρες, λαός της Μικράς Ασίας, που το 1300 π.Χ. κυριαρχούσε στο  Αιγαίο.

Εκατό χρόνια αργότερα, το νησί κατοικήθηκε από τους Δωριείς και αργότερα από τους Ίωνες.

Τα Ασπρονήσια είναι σύμπλεγμα τριών βραχονησίδων στην ανατολική πλευρά των Λειψών

Πολλές μικρές εκκλησίες είναι διάσπαρτες στο νησί. Σύμφωνα με την παράδοση αντιστοιχεί μια για κάθε οικογένεια.

Η εκκλησία της Κοίμησης της Θεοτόκου, η Παναγιά στο Κουσέλιο, ο Άγιος Θεολόγος του Μοσχάτου και η εκκλησία του Άγιο Νεκτάριου είναι από τις ομορφότερες.

Η εκκλησία της Παναγίας του Χάρου χτίστηκε το 1600 από μοναχούς της Πάτμου και φιλοξενεί μοναδική εικόνα, στην οποία απεικονίζεται η Παναγία που δεν κρατά αγκαλιά της το βρέφος αλλά τον Ιησού επάνω στον σταυρό.

Το μοναστήρι της Παναγίας του Χάρου βρίσκεται ένα χιλιόμετρο μακριά από τον οικισμό

Η εκκλησία γιορτάζει στις 23 Αυγούστου, όποτε πραγματοποιείται μεγάλο παραδοσιακό γλέντι.

Στη διάρκεια του καλοκαιριού οι κάτοικοι διοργανώνουν γιορτές κρασιού, όπου οι επισκέπτες έχουν την ευκαιρία να δοκιμάσουν το παραδοσιακό γλυκό κρασί των Λειψών.

Επίσης, μπορούν να κάνουν βαρκάδα στις υπόλοιπες νησίδες, που βρίσκονται σε κοντινή απόσταση και αποτελούν καταφύγιο για θαλάσσιες χελώνες και για τη φώκια «Μονάχους-Μονάχους»....

Πηγή: mixanitouxronou.gr

Μυκηναϊκή γέφυρα Καζάρμας - Η αρχαιότερη της Ευρώπης και μία από τις αρχαιότερες του κόσμου - 1400 π.Χ.

$
0
0

Μυκηναϊκή γέφυρας Καζάρμας στο Αρκαδικό του Άργους - Η αρχαιότερη της Ευρώπης και μία από τις αρχαιότερες του κόσμου - 1400 π.Χ.

Η μυκηναϊκή γέφυρα της Καζάρμαςείναι κατασκευασμένη με μεγάλες ακατέργαστες ασβεστολιθικές πέτρες με το χαρακτηριστικό μυκηναϊκό (κυκλώπειο) τρόπο κατασκευής χωρίς συνδετικό υλικό.

Πρόκειται για χαρακτηριστική μνημειακή κατασκευή της Μυκηναϊκής Εποχής. Έχει μήκος 22 μέτρα, πλάτος 5,6 μέτρα και ύψος 4 μέτρα.

Εκτός από την γέφυρα του Αρκαδικού στην ευρύτερη περιοχή σώζονται άλλες τέσσερις παρόμοιες γέφυρες.

Χαρακτηριστικό της μυκηναϊκής αυτής γέφυρας, η λοξή σφήνα που συγκρατεί,και τα τοιχώματα της τριγωνικής διόδου.

Η γέφυρα της Καζάρμαςκατασκευάσθηκε κατά την μυκηναϊκή εποχή, γύρω στο 1300 π.Χ. και βρίσκεται κατά μήκος ενός καλοκατασκευασμένου μυκηναϊκού δρόμου που συνέδεε τις Μυκήνες και την Τίρυνθα με την Επίδαυρο.

Θεωρείται η αρχαιότερη διατηρημένη γέφυρα της Ευρώπης και η αρχαιότερη μονότοξη γέφυρα που παραμένει μέχρι σήμερα σε χρήση.

Η μυκηναϊκή γέφυρα της Καζάρμας χρησιμοποιείται και σήμερα από τους κατοίκους της περιοχής.

Σενέκας: Περί της συντομίας της ζωής

$
0
0

Περί της συντομίας της ζωής[De brevitate vitae]

Σενέκας (4 π.Χ. - 65 π.Χ.)

Το να μάθει κανείς πώς να ζει και, κυρίως, πώς να πεθαίνει απαιτεί μια ολόκληρη ζωή. Συνήθως η γεροντική ηλικία έρχεται σαν έκπληξη στους ανθρώπους και ο θάνατος τρομοκρατεί όλους όσοι πέρασαν τη ζωή τους υπεραπασχολημένοι με πράγματα που δεν βελτίωναν την ποιότητά τους.

Ο άνθρωπος λοιπόν θα πρέπει να έχει μπροστά του ένα ικανοποιητικό χρονικό περιθώριο, ώστε να ασχοληθεί με τη φιλοσοφία, η οποία και μόνη είναι ικανή να τον συνδέσει με το παρελθόν και με όλους τους σοφούς.

Ότι προσφέρει η φιλοσοφία είναι πέρα από τη φθορά και τη βλάβη που προκαλεί ο χρόνος. Η σοφία των αιώνων θα ανοίξει στον άνθρωπο τους δρόμους της αθανασίας και θα δώσει νόημα στο πέρασμά του από τη γη.

"Δεν μπορεί να υπάρξει τίποτε πιο ανόητο από την άποψη αυτών που καυχώνται για την προνοητικότητά τους. Μένουν εξαντλητικά απασχολημένοι προκειμένου να δημιουργήσουν τις προϋποθέσεις για να ζήσουν καλύτερα. Περνούν τη ζωή τους με το να ετοιμάζονται να ζήσουν!"

Τα φιλοσοφικά έργα του Σενέκα (Διάλογοι ή Επιστολές) είναι προσανατολισμένα στη στωική φιλοσοφία, η οποία εξακολουθούσε να διδάσκεται στον αρχαίο κόσμο (Αρχαία, Μέση και Νεότερη Στοά) για 600 συνεχόμενα χρόνια. Οι Στωικοί ήταν οι Έλληνες φιλόσοφοι της μεταγενέστερης αρχαιότητας, που έδωσαν υψηλό ηθικό τόνο στη διδασκαλία τους και έβλεπαν τον άνθρωπο, πάνω από όλα, ως ένα λογικό ον. Στα φιλοσοφικά του έργα, ο Σενέκας, δεν ασχολείται με τη βελτίωση της θεωρίας αλλά με την προσαρμογή της ελληνικής στωικής φιλοσοφίας στη ρωμαϊκή εποχή.

Ο ίδιος προσπάθησε να γεφυρώσει το χάσμα μεταξύ φιλοσοφίας και πρακτικής ζωής. Με την προσπάθειά του αυτή ήθελε να τοποθετήσει την επίτευξη του φιλοσοφικού ιδεώδους μέσα στα όρια των δυνατοτήτων του μέσου ανθρώπου, να το καταστήσει ζωντανή δύναμη προσπελάσιμη στα άτομα μέσα στην κοινωνία προκρίνοντας από τα διάφορα ηθικά δόγματα των Στωικών εκείνα, που θεωρούσε ορθότερα και πιο ωφέλιμα, για να βασίζεται σε αυτά η ζωή.

Στο έργο του «Περί της συντομίας της ζωής», μιλά για την αξία του χρόνου. Ανάμεσα σε άλλα, ο Σενέκας αναφέρει ότι πολλοί θεωρούν πως η ζωή είναι σύντομη. Στην πραγματικότητα όμως, εμείς είμαστε εκείνοι που συντομεύουμε το χρόνο της ζωής μας, σπαταλώντας το πολυτιμότερο πράγμα που έχουμε, δηλαδή το χρόνο μας. «Το μεγαλύτερο μέρος της ζωής μας το περνάμε κάνοντας κακές πράξεις, ένα μεγάλο μέρος μην κάνοντας τίποτα, και όλη μας τη ζωή χωρίς να σκεπτόμαστε τι κάνουμε». (Επιστολές ηθικές στον Λουκίλιο, 1,1).

Το να μάθει κανείς πώς να ζει και πώς να πεθαίνει απαιτεί μια ολόκληρη ζωή. Γι’ αυτό, ο άνθρωπος θα πρέπει να ασχοληθεί με τη φιλοσοφία, η οποία είναι ικανή να τον συνδέσει με το παρελθόν και με όλους τους σοφούς για την καλλιέργεια του εσωτερικού του κόσμου και τον εμπλουτισμό του πνευματικού του ορίζοντα.

Πηγή: ellaniapili, Εικόνα © Αρχαία Ελληνικά

Μεσόγειος, η Ελληνική λίμνη - Εμπόριον [Βίντεο]

$
0
0

Το Εμπόριον είναι η μοναδική Ελληνική αποικία στην Ιβηρική χερσόνησο. Ιδρύθηκε από τους Φωκαείς στα μέσα του 6ου π.Χ. αιώνα και η ονομασία της ήταν δηλωτική της κύριας ασχολίας των κατοίκων, που ήταν η εκμετάλλευση μιας αγοράς άγνωστης για τους έλληνες εμπόρους.

Ο φακός της εκπομπής μας ξεναγεί στον αρχαιολογικό χώρο και το μουσείο του Εμπορίου, στο χωριό Άγιος Μαρτίνος που είναι κτισμένο πάνω στην παλιά ελληνική πόλη, καθώς και στα ερείπια της ρωμαϊκής πόλης η οποία κτίστηκε δίπλα στην Ελληνική, την περίοδο της κατάκτησης της περιοχής από τους Ρωμαίους.

Ο διευθυντής του Ινστιτούτου Cervantes στην Αθήνα, Eusebi Ayensa Prat μιλά στην εκπομπή για τον ιερό χώρο του Εμπορίου και πώς επηρέασε τα καλλιτεχνικά κινήματα των αρχών του περασμένου αιώνα, καθώς και το έργο του Salvador Dali ο οποίος καταγόταν από τη γειτονική πόλη Figueres.

Επίσης, στη σημερινή εκπομπή, ο καταλάνος τραγουδοποιός Josep Tero, το μεγαλύτερο μέρος του έργου του οποίου είναι εμπνευσμένο από τις ελληνικές ρίζες της περιοχής, τραγουδάει ανάμεσα στα αρχαία ερείπια του Εμπορίου το Quan dic l’ Escala, ένα από τα ωραιότερα τραγούδια του, το οποίο και δανείζεται η σειρά «Μεσόγειος, η ελληνική λίμνη» για τους τίτλους της.

Σκηνοθέτης: Κώστας Βάκκας

Σεναριογράφος: Κώστας Βάκκας

Δ/ντης Φωτογραφίας: Κωστής Κωνσταντινίδης

Δ/ντης Παραγωγής: Elisabetta Costa

Μοντάζ: Εύα Μαθιού, Χρήστος Χατζημπάρμπας

Ηχολήπτης: Κωστής Κωνσταντινίδης

Επιμέλεια Μουσικής: Αλέξης Βάκκας

Εκτέλεση Παραγωγής: Κώστας Βάκκας

tvrip by kkyr

Πειθώ η βοηθός της Αφροδίτης

$
0
0

Στην μεγάλη συντροφιά από φίλες και βοηθούς της Αφροδίτης, ανάμεσα στην Τύχη, την Υγεία, την Αρμονία, την Ευδαιμονία και τις Χάριτες, μάλιστα για μερικούς και η ίδια ήταν μια από αυτές, πίστευαν ότι βρισκόταν πάντα και η Πειθώ.

Οι υπηρεσίες που η Πειθώ συνήθως προσέφερε στην Αφροδίτη, ήταν κυρίως να πείθει τα κορίτσια με τα θελκτικά λόγια της να κατανικήσουν τους δισταγμούς τους και να αφεθούν στην ερωτική ένωση.

Η Πειθώ ήταν ολότελα διαφορετική από την Βία και την Ανάγκη και πίστευαν πως ήταν αδελφή της Τύχης και της Ευνομίας και μητέρα της Υγείας από την ένωσή της με τον Ερωτα.

Επειδή όμως καμιά φορά με τα πειστικά της λόγια γινόταν και αιτία συμφοράς για τους ανθρώπους, όπως στην περίπτωση του Ιάσονα και της Μηδειας, ή του Πάρι και της Ελένης, ο Αισχύλος την ονόμαζε κόρη της Ατης, δηλαδή της Συμφοράς.

Ωστόσο τα πειστικά λόγια της Πειθούς έφερναν αποτέλεσμα όχι μόνον στον έρωτα, αλλά και στον γάμο και στην απονομή της δικαιοσύνης και στις δημόσιες και στις ιδιωτικές σχέσεις των ανθρώπων και βοηθούσαν πολύ στο να διατηρείται στον κόσμο η ηθική τάξη γενικά.

Γι'αυτό και οι προϊστορικές λατρείες και οι μύθοι που παρουσιάζουν την Πειθώ ως κόρη του Ωκεανού και γυναίκα του Φόρωνα, κάνουν πιο καλά γνωστή την αρχική φυσιογνωμία της θεάς, με έργο της να πείθει γενικά και όχι μόνον στον έρωτα.

Ως κόρη του Ωκεανού, που σύμφωνα με ορισμένους κοσμογονικούς μύθους, είναι ο πρώτος θεός και πατέρας όλων των όντων του κόσμου, η Πειθώ ανήκε σ'εκείνες τις Ωκεανίδες που επέβλεπαν την τάξη του κόσμου.

Ως γυναίκα του Φορωνέα πάλι, που κατά τον ανθρωπογονικό μύθο του Αργούς ήταν ο πρώτος άνθρωπος και ο πρώτος θνητός βασιλιάς, η Πειθώ βοήθησε τον άντρα της να χτίσει τις πρώτες πολιτείες και να κάνει νόμους και δικαστήρια για να λύνουν τις διαφορές των οι άνθρωποι και να ζουν ειρηνικά.

Μετεωρίτες κατά την αρχαιότητα

$
0
0

Οι μετεωρίτεςαποτέλεσαν και αποτελούν όχι μόνο αντικείμενο λατρείας & θαυμασμού από την προϊστορία έως σήμερα, αλλά και ένα χρηστικό μέσο στην προσπάθειά του ανθρώπου για επιβίωση.

Μέσω του καθαρού μετάλλου που του προσέφεραν, χρησίμευσαν στην δημιουργία οπλών, και στην καλύτερη αντιμετώπιση του αρχέγονου εχθρικού περιβάλλοντος μέσα στο οποίο ζούσε και εξελίσσονταν. Μόλις στα τέλη του 19ου αιώνα Ευρωπαίοι μελετητές συνειδητοποίησαν ότι οι μύθοι & οι δοξασίες που αναφέρονταν στα μετέωρα & στους μετεωρίτες προϋπήρχαν των γνωστών αρχαίων πολιτισμών και αναφέρονταν ήδη από την εποχή των πρωτόγονων ανθρώπων.

Αρχαίοι πολιτισμοί χρησιμοποιούσαν στην Αμερική εδώ και πάνω από δέκα χιλιάδες χρόνια το μετεωριτικό μέταλλο για την δημιουργία εργαλείων και όπλων όπως θα δούμε παρακάτω. Ο ερχομός τους στην γη αποτελούσε πολλές φορές αφορμή και λειτουργούσε ως προάγγελος των γεγονότων που αυτοκράτορες, βασιλείς, στρατηγοί & θρησκευτικοί ηγέτες σκόπευαν να επιβάλλουν, σημαδεύοντας την ιστορία των λαών τους.

Τι πιο εντυπωσιακό άλλωστε από μία εξαιρετικά φωτεινή βολίδα σε κάθοδο, με ταχύτητα που ξεπερνά τα 40χλμ. το δευτερόλεπτο, που συνοδεύονταν πάντοτε από ηχητικά φαινόμενα που ξεπερνούσαν κατά πολύ το φράγμα του ήχου και γινόταν αντιληπτά από πολύ μεγάλες αποστάσεις – περισσότερο από 250χλμ.- προκαλώντας τον φόβο, το θαυμασμό και δημιουργώντας την εντύπωση ότι επρόκειτο για οιωνούς που δίνονταν στους ανθρώπους και είχαν θεϊκή προέλευση.

Στην Αρχαία Ελλάδα είχαν την ονομασία κεραύνιοι λίθοι, διότι οι Έλληνες πίστευαν ότι οι λίθοι αυτοί έπεφταν στη γη υπό την μορφή κεραυνών. Αργότερα ο Πλίνιος τους αναφέρει σαν Lapis Fulminis, και σημειώνει πως οι λίθοι αυτοί κατά την πτώση τους, έσχιζαν δένδρα και βράχους, και φόνευαν ανθρώπους και ζώα. Στην λαϊκή γλώσσα είχαν την ονομασία «αστροπελέκια» ή «σπεκλάρια». Στην κατηγορία των κεραύνιων λίθων, κατατάσσεται και ο όρος «βαίτυλοι». Οι βαίτυλοι είχαν σχήμα τσεκουριού, κώνου ή παραλληλεπιπέδου, και ήταν αντικείμενο στην «λιθολατρεία», κυρίως στους σημιτικούς λαούς.

Στην Παλαιά Διαθήκη (Γένεσις Κεφάλαιον ΚΗ) αναφέρεται η λατρεία των λίθων στην περιγραφή του ονείρου του Ιακώβ. Ο Ιακώβ, αποκοιμήθηκε σε ένα λίθο, και είδε σε όνειρο μία σκάλα όπου ανεβοκατέβαιναν άγγελοι. Ο Ιακώβ συνομίλησε με τον Θεό, και μόλις ξύπνησε, απέδωσε την συνομιλία του με τον Θεό, στον λίθο που χρησιμοποίησε ως προσκέφαλο. Τον λίθο αυτόν αργότερα τον μετέτρεψε σε βωμό. Οι βαίτυλοι περιγράφονται επίσης στα παλαιά κείμενα σαν «αερόλιθοι, οίτινες έπιπτον περιφλεγείς εκ του ουρανού».

Ο Αισχύλος αναφέρει στον Προμηθέα Δεσμώτη, ότι κάθε φορά που ο Δίας εκνευρίζονταν με τους ανθρώπους, εξαπέλυε βροχή από πέτρες κάτω στην γη. Σύμφωνα με τον Ρωμαίο επικό ποιητή Βιργίλιο στην Αινειάδα περιγράφεται μία πύρινη βολίδα που αποτέλεσε μήνυμα από τους θεούς για την επικείμενη πτώση της Τροίας.

Κατά την αρχαιότητα οι άνθρωποι παρομοίαζαν βολίδες και μετέωρα στην Μέση Ανατολή με διάφορα ζώα, όπως λιοντάρια, σκύλους και τσακάλια, στην αρχαία Ελλάδα με γίδες, στις γερμανικές φυλές περιγράφονται ως φίδια και δράκοντες ή ακόμα μπορούσαν να πάρουν και την μορφή ζωόμορφων δαιμόνων. Στην Μεσοποταμία ο Βjorkman αναφέρει ότι δεν έχουν βρεθεί ως τώρα αποδείξεις πως οι μετεωρίτες θεωρούνταν ως ιδιαίτερης αξίας αντικείμενα, άλλωστε οι Μεσοποτάμιοι δεν είχαν αναγνωρίσει καμία άμεση σχέση μεταξύ των μετεώρων & των μετεωριτών.

Σε αντίθεση στην ελληνορωμαϊκή εποχή η λατρεία των μετεωριτών πρέπει να θεωρείται ως δεδομένη, μια και αναφέρετε από αρκετούς ιστορικούς και χρονογράφους της εποχής, καθώς είναι και αποτυπωμένη σε πληθώρα αρχαίων νομισμάτων & μεταλλίων από τον 3 Π.Χ. έως και τον 3 Μ.Χ. αιώνα. Το κύριο χαρακτηριστικό γνώρισμα σε ορισμένα αρχαιοελληνικά νομίσματα είναι ο Ομφαλός, ένα κυλινδρικό βάθρο του οποίου το επάνω μέρος σχηματίζει ένα ημισφαίριο ή ένα κώνο όπου στηρίζονταν μία ιερή πέτρα, πολλές φορές ένας μετεωρίτης.

Μάλιστα σύμφωνα με ορισμένους Κλασικούς μελετητές, όπως ο H. A. Newton (1897) από το Yale η σχηματική παράσταση από πτυχές και κοιλότητες στην επιφάνεια των περισσότερων ομφαλών ήταν καλλιτεχνική αναπαράσταση της επιφάνεια ενός σιδηρομετεωρίτη που είναι γεμάτη με κοιλότητες (regmaglypts), αποτέλεσμα της πορείας του μέσα από την γήινη ατμόσφαιρα. Ακόμα και ο O.C. Farrington (1900), έφορος του Field Columbian Museum of Meteorites συμφωνούσε με την άποψη αυτή.

Γνωστές τοποθεσίες όπου υπάρχουν πιθανές αναφορές σχετικά με την λατρεία μετεωριτών στην Αρχαία Ελλάδα είναι ο Ναός της Άρτεμης στην Έφεσο της Μικράς Ασίας, ο οποίος είχε κατονομαστεί τον 2 Π.Χ. αιώνα ως ένα από τα 7 θαύματα του αρχαίου κόσμου. Σύμφωνα με την παράδοση το προσωπείο της Θεάς Άρτεμις είχε πέσει από τον ουρανό. Αργυροχόοι στην Έφεσο είχαν κατασκευάσει ομοιώματα της πέτρας αυτής από πολύτιμα μέταλλα και ορυκτά. Σύμφωνα με τον Wainwright οι επικουρικοί ναοί της Άρτεμις στην Πέργη, την Πόβλα και την Πισιδία αντικαθιστούσαν και αντιπροσώπευαν τον μετεωρίτη της Εφέσου.

Στην Μικρά Ασία υπήρχαν τρεις ναοί αφιερωμένοι στην Θεά Αφροδίτη, οι οποίοι είχαν σύνδεση με πιθανούς μετεωρίτες, ο ένας ήταν στα Άβακα μία ιερή τοποθεσία όχι μακριά από την Βίβλο, όπου αναφέρεται ότι αποτελούσε την δεύτερη τοποθεσία. Στο νησί της Πάφου κοντά στην Κύπρο αναφέρεται ότι βρίσκονταν η τρίτη τοποθεσία. Τα Άβακα θεωρήθηκαν ως ιερός τόπος από τότε που η έπεσε η Ουρανία Αφροδίτη με την μορφή «φωτιάς από ένα αστέρι». Η Αφροδίτη στους δύο άλλους ναούς που ήταν αφιερωμένοι σε αυτήν, στην Βίβλο και την Πάφο αντιπροσωπεύονταν και εδώ από έναν Ομφαλό, έναν επιμήκη κώνο μέσα σε ένα ναό με δύο κολόνες.

Τέλος στον ιερό ναό στους Δελφούς ο Ρωμαίος Παυσανίας γύρω στο 180 Μ.Χ. περιγράφει τον Ομφαλό που βρίσκονταν εκεί ως μία πέτρα μεσαίου μεγέθους, την οποία επάλειφαν με λάδι σε καθημερινή βάση και κατά την διάρκεια εορτών καλύπτονταν με μάλλινο περίβλημα. Σύμφωνα με τον μύθο που αναφερόταν στην τοποθεσία των Δελφών, ο Κρόνος είχε καταβροχθίσει και τους τέσσερις υιούς που του γέννησε η Ρέα (Κυβέλη) για να μην του πάρουν την εξουσία. Αλλά όταν γέννησε τον Δία του έδωσε να καταπιεί μία πέτρα αντί για το νεογέννητο βρέφος, προστατεύοντας έτσι το παιδί της.

Σύμφωνα πάντοτε με την Ελληνική μυθολογία όταν ο Δίας εκθρόνισε τον Κρόνο, αυτός ξέρασε την πέτρα , την οποία κατόπιν είτε ο Κρόνος είτε ο Δίας πέταξαν από τον ουρανό στη γη. Το σημείο που η πέτρα έπεσε χαρακτηρίστηκε ως το κέντρο της Γης.

Tα πιο συνηθισμένα λάθη που κάνουμε στην καθομιλουμένη

$
0
0

Πολλά είναι τα λάθη που παρατηρούνται καθημερινά στην καθομιλουμένη.

Από την λανθασμένη χρήση της προστακτικής (ανέλαβε αντί για ανάλαβε, αντέγραψε αντί για αντίγραψε κλπ.) μέχρι τα πιο μικρά λάθη που κάποιος μπορεί να θεωρεί ασήμαντα, η γλώσσα μας «υποφέρει» από ένα ευρύ φάσμα συντακτικών, γραμματικών και -όταν αυτά αποτυπώνονται στο χαρτί- ορθογραφικών λαθών.

Η άκριτη και αλόγιστη χρήση των λάθος λέξεων όμως έχει πολύ πιο μακροπρόθεσμες επιπτώσεις απ’ ότι πιστεύουμε, αφού σταδιακά η σωστή διατύπωσή τους παύει να υφίσταται, με τη λανθασμένη να εδραιώνεται και να μονιμοποιείται. Γνωρίζατε όμως πως πολλές φορές ένα μικρό λάθος σε μία λέξη μπορεί να διαστρεβλώσει και να αλλοιώσει το νόημα μίας ολόκληρης πρότασης; Μήπως όλοι θα έπρεπε να είμαστε πολύ πιο προσεκτικοί στο λεξιλόγιο που χρησιμοποιούμε;

Παρακάτω μπορείτε να διαβάσετε τα συνηθέστερα λάθη που ακούγονται στις καθημερινές συζητήσεις, ώστε την επόμενη φορά που θα χρειαστεί να χρησιμοποιήσετε τις συγκεκριμένες λέξεις να τα αποφύγετε:

A. Συνηθισμένα λάθη στη φωνητική απόδοση ουσιαστικών

αγορανομία και όχι αγορονομία + αγοραφοβία
αγοραπωλησία και όχι αγοροπωλησία
αεριωθούμενο και όχι αερωθούμενο
αθλητίατρος και όχι αθλίατρος
ακατονόμαστος και όχι ακατανόμαστος
αμάλγαμα και όχι αμάγαλμα
άναρθρος και όχι άναρθος
ανδριάντας και όχι αδριάντας
ανενημέρωτος κι όχι ανημέρωτος
ανεξεταστέος και όχι αναξεταστέος
απογοήτευση και όχι απαγοήτευση
αποδιοπομπαίος και όχι αποδιοπομπιαίος

απαθανατίζω και όχι αποθανατίζω
το απολωλός και όχι το απολωλόν
άρδευση και όχι άρδρευση
αρεοπαγίτης και όχι αεροπαγίτης
αρχαιρεσίες και όχι αρχιερεσίες
αφλογιστία και όχι αφλογισία
αυτοκινητικό δυστύχημα και όχι αυτοκινητιστικό δυστύχημα. Αλλά αυτοκινητιστικοί αγώνες.

γενεαλογικός και όχι γενεολογικός
γενετικό και όχι γεννητικό

δεισιδαιμονία και όχι δεισδαιμονία
διαπρύσιος και όχι διαπύρσιος
διελκυστίνδα και όχι διελκυνστίδα

εμβάθυνση και όχι εμβάνθυνση
ενάλιος και όχι ενιάλιος
επίμονος και ποτέ επίμων (αλλά πείσμων)
ευρεία χρήση και όχι ευρέα χρήση

επιτίθεμαι / επιτίθενται και όχι επιτίθομαι / επιτίθονται

ινστιτούτο και όχι ινσντιντούτο

Καραϊβική και όχι Καραβαϊκή
καταχώριση (σε φακέλους) και όχι καταχώρηση
κοινοτοπία, κοινότοπος και όχι κοινοτυπία, κοινότυπος
κομπλιμέντο και όχι κοπλιμέντο

λιποβαρής και όχι ελλιποβαρής

μεγέθυνση, μεγεθυσμένος αλλά και μεγεθυμένος και όχι μεγένθυνση, μεγενθυμένος
μεσοτοιχία και όχι μισοτοιχία

Νηρηίδες και όχι Νηιρίδες

Οκτώβριος και όχι Οκτώμβριος
ορεσίβιος και όχι ορεισίβιος

παρονομαστής και όχι παρανομαστής
παλιρροϊκός και όχι παλοιρριακός
πελιδνός και όχι πλεδινός ή πελινδός
περιβαλλοντολόγος και όχι περιβαλλοντόγος
η περίπολος και όχι το περίπολο
πετρελαϊκός και όχι πετραλαιικός ή πετραλαϊκός
πετρελαιοειδή και όχι πετραλαοειδή
πηχυαίος και όχι πηχαίος
πνευμονολόγος και όχι πνευμονιολόγος
πολιομυελίτιδα και όχι πολιμελίτιδα
προγεννητικός και όχι προγενετικός
προπετής και όχι προπέτης
η προβλήτα και όχι (το αρχ.) ο προβλήτας

συμπαρομαρτούντα και όχι συμπαρομαρτυρούντα
συνονθύλευμα και όχι συνοθύλευμα
συνδαιτυμόνας και όχι συνεδαιτημόνας
ο σωλήνας και όχι η σωλήνα

υπερωκεάνιο και όχι υπερωκειάνιο
υποβολιμαίος και όχι υποβολιμιαίος
υποθηκοφυλακείο κι όχι υποθηκοφυλάκιο

χλοοτάπητας και όχι χλωροτάπητας κλπ
χρειώδη (τα) και όχι τα χρεώδη
χρυσοποίκιλτος και όχι χρυσοποικίλητος

η ψήφος και όχι ο ψήφος

—-

B. Συνηθισμένα λάθη στη φωνητική απόδοση ή στη γραμματική ρημάτων

ανεξαρτητοποιούμαι και όχι ανεξαρτοποιούμαι
αντεπεξέρχομαι και όχι ανταπεξέρχομαι
αντικαθίστανται και όχι αντικαθιστώνται
έχω απαυδήσει και όχι έχω απηυδήσει, αλλά: απηυδισμένος
απογοητεύω και όχι απαγοητεύω

αποκαθίστανται και όχι αποκαθιστώνται
αποκτώνται και όχι αποκτούνται
απεμπολώ και όχι απεμπολίζω
απαθανατίζω και όχι: αποθανατίζω
απαντά (π.χ. σε κείμενο) και όχι απαντάται

απολαύει της εμπιστοσύνης και όχι απολαμβάνει
αποτάθηκα, θα αποταθώ και όχι αποτάνθηκα, θα αποτανθώ
αποτίνω (φόρο τιμής) και όχι αποτίω.
ασχολούμαστε, ασχολούμασταν και όχι: ασχολιόμαστε
αποσιωπώμενος και όχι αποσιωπούμενος

αποκατεστάθη και όχι απεκατεστάθη

διαλευκαίνω και όχι διαλευκάνω (αλλά θα διαλευκάνω)
διανοήθηκαν η διενοήθησαν και όχι διανοήθησαν
διατίθενται και όχι διατίθονται
διηθώ και όχι διηθίζω

εισέπραξα και όχι είσπραξα
εκτίνω ποινή και όχι εκτίω
ελλοχεύω και όχι ελογχεύω
εξεπλάγην και όχι εκπλάγηκα
εξέφρασα και όχι έκφρασα

εξοκέλλω και όχι εξοκείλλω
θα επιστήσω και όχι θα εφιστήσω
επλήγη (προτιμότερο από το: πλήχτηκε)

καταπατούνται και όχι καταπατώνται
καταχωρίζω (σε φακέλους), καταχώρισα και όχι καταχωρώ, καταχώρησα

κατονομάζω και όχι κατανομάζω

μεγεθύνω και όχι μεγενθύνω

παρεισφρέω, παρεισέφρησα και όχι παρεισφρύω, παρεισέφρυσα
παρεξηγώ και όχι παραξηγώ
περιθάλπω και όχι περιθάλπτω

προοιωνίζομαι (π.χ. …την καταστροφή) και όχι προιωνίζω

συνέθεσα και όχι σύνθεσα
συνελήφθη και όχι συλλήφθηκε
στενοχωρώ και όχι στεναχωρώ

τέξεται και όχι τεύξεται

τίθενται και όχι τίθονται

υποθάλπω και όχι υποθάλπτω

χαράχτηκε και όχι χαράκτηκε (αλλά, χαρακτήρας)

—-

Γ. Συνηθισμένα λάθη που είναι τόσο διαδεδομένα, τα έχουμε πια συνηθίσει και κατάντησαν να θεωρούνται σωστά

Κοινοτυπία. Δεν υπάρχει καμιά αμφιβολία ότι το σωστό είναι κοινοτοπία. Το “κοινοτυπία” είναι όμως πιο ωραία λέξη και χρησιμοποιείται περισσότερο.

Καταχωρώ-καταχώρηση. Το σωστό είναι καταχωρίζω-καταχώριση. Παρ’ όλα αυτά η εσφαλμένη εκδοχή είναι πολύ πιο διαδεδομένη.

Αυτοκινητιστικό δυστύχημα. Το σωστό είναι αυτοκινητικό δυστύχημα αλλά το “αυτοκινητιστικό δυστύχημα” είναι πολύ συνηθισμένο και δεν ενοχλεί.

Κάθησα–καθήστε. Όλες οι πηγές συμφωνούν ότι το σωστό είναι κάθισα-καθίστε, κάτι που φαίνεται όμως να είναι αποτέλεσμα κοινής συμφωνίας παρά επιστημονικής εξήγησης, δεδομένου ότι το “κάθισα” προέρχεται από το “καθίζω”.

Νεώτερος. Το σωστό είναι νεότερος, μιάς και όλα τα παραθετικά επιθέτων στη δημοτική (που δεν προέρχονται από “άνω” ή “κάτω”) έχουν κατάληξη μόνο σε -ότερος, -ότατος. Η συγκεκριμένη λέξη όμως αντιστέκεται σθεναρά.

Φρέσκιες, γλυκιές. Το σωστό είναι φρέσκες, γλυκές αλλά η διαφορά είναι δυσδιάκριτη φωνητικά και τείνει να γίνει και ορθογραφικά.

Ο πάτερ. Το “πάτερ”, ως γνωστόν, είναι η κλητική του “πατήρ”, αλλά η χρήση του σε άλλες πτώσεις πλην της κλητικής (όπως: “ήρθε ο πάτερ Βασίλειος”, “είδαμε τον πάτερ Αθανάσιο”) δεν είναι λανθασμένη! Η περίπτωση αυτή διαφέρει από τις υπόλοιπες αυτής της ομάδας ως προς το γεγονός ότι επισήμως δεν πρόκειται για λάθος. Απλώς φαίνεται λάθος. Το “πάτερ” είναι πλέον πλήρως αποδεκτό προτακτικό (όπως το “κυρ”). Το “ο πάτερ Δημήτριος” (όπως το: “ο κυρ Δημήτρης”) δεν είναι λάθος. Το λάθος είναι να υποδεικνύεται ως λάθος.

_______________________

Πηγή: gnomikologikon.gr

by Αντικλείδι,http://antikleidi.com


Θουκυδίδης περί κρίσεων

$
0
0

Κάντε τον κόπο να διαβάσατε το παρακάτω απόσπασμα του Θουκυδίδηκαι δείτε πόσο αναλυτικοί και σκεπτόμενοι ήταν οι άνθρωποι.

ΘΟΥΚΥΔΙΔΟΥ ΙΣΤΟΡΙΑΙ

Βιβλίο 3. Κεφάλαιο 82

Για όσα έγιναν, γίνονται και θα γίνουν

1. Σ’ αυτές τις ακρότητες έφτασε ο εμφύλιος πόλεμος και προκάλεσε μεγάλη εντύπωση, γιατί ήταν ο πρώτος που έγινε. Αργότερα μπορεί να πη κανείς ότι ολόκληρος ο Ελληνισμός συνταράχτηκε, γιατί παντού σημειώθηκαν εμφύλιοι σπαραγμοί. Οι δημοκρατικοί καλούσαν τους Αθηναίους να τους βοηθήσουν και οι ολιγαρχικοί τους Λακεδαιμόνιους. όσο διαρκούσε η ειρήνη δεν είχαν ούτε πρόφαση, αλλά ούτε και την διάθεση να τους καλέσουν για βοήθεια. Με τον πόλεμο, όμως καθεμιά από τις αντίπαλες πολιτικές παρατάξεις μπορούσε εύκολα να βρει ευκαιρία να προκαλέσει εξωτερική επέμβαση για να καταστρέψει τους αντιπάλους της και να ενισχυθεί η ίδια για ν’ ανατρέψει το πολίτευμα.

2. Οι εμφύλιες συγκρούσεις έφεραν μεγάλες κι αμέτρητες συμφορές στις πολιτείες, συμφορές που γίνονται και θα γίνονται πάντα όσο δεν αλλάζει η φύση του ανθρώπου, συμφορές που μπορεί να είναι βαρύτερες ή ελαφρότερες κι έχουν διαφορετική μορφή ανάλογα με τις περιστάσεις. Σε καιρό ειρήνης και όταν ευημερεί ο κόσμος και οι πολιτείες, οι άνθρωποι είναι ήρεμοι γιατί δεν τους πιέζουν ανάγκες φοβερές. Αλλά όταν έρθει ο πόλεμος που φέρνει στους ανθρώπους την καθημερινή στέρηση, γίνεται δάσκαλος της βίας κι ερεθίζει τα πνεύματα του πλήθους σύμφωνα με τις καταστάσεις που δημιουργεί.

3. Ο εμφύλιος πόλεμος, λοιπόν, μεταδόθηκε από πολιτεία σε πολιτεία. Κι όσες πολιτείες έμειναν τελευταίες, έχοντας μάθει τι είχε γίνει αλλού, προσπαθούσαν να υπερβάλουν σ’ επινοητικότητα, σε ύπουλα μέσα και σε ανήκουστες εκδικήσεις.

4. Για να δικαιολογήσουν τις πράξεις τους άλλαζαν ακόμα και την σημασία των λέξεων. Η παράλογη τόλμη θεωρήθηκε ανδρεία και αφοσίωση στο κόμμα, η προσωπική διστακτικότητα θεωρήθηκε δειλία που κρύβεται πίσω από εύλογες προφάσεις και η σωφροσύνη προσωπίδα της ανανδρίας. Η παραφορά θεωρήθηκε ανδρική αρετή, ενώ η τάση να εξετάζονται προσεκτικά όλες οι όψεις ενός ζητήματος θεωρήθηκε πρόφαση για υπεκφυγή.

5. Όποιος ήταν έξαλλος γινόταν ξακουστός, ενώ όποιος έφερνε αντιρρήσεις γινόταν ύποπτος. Όποιον επινοούσε κανένα τέχνασμα και πετύχαινε, τον θεωρούσαν σπουδαίο, κι όταν υποψιαζόταν σύγκαιρα και φανέρωνε τα σχέδια του αντιπάλου, τον θεωρούσαν ακόμα πιο σπουδαίο. Ενώ όποιος ήταν αρκετά προνοητικός, ώστε να μην χρειαστούν τέτοια μέσα, θεωρούσαν ότι διαλύει το κόμμα και ότι είναι τρομοκρατημένος από την αντίπαλη παράταξη. Με μια λέξη, όποιος πρόφταινε να κάνη κακό πριν από τον άλλον, ήταν άξιος επαίνου, καθώς κι εκείνος που παρακινούσε στο κακό όποιον δεν είχε σκεφτεί να το κάνη.

6. Αλλά και η συγγένεια θεωρήθηκε χαλαρότερος δεσμός από την κομματική αλληλεγγύη, γιατί οι ομοϊδεάτες ήσαν έτοιμοι να επιχειρήσουν οτιδήποτε, χωρίς δισταγμό, και τούτο επειδή τα κόμματα δεν σχηματίστηκαν για να επιδιώξουν κοινή ωφέλεια με νόμιμα μέσα, αλλά, αντίθετα, για να ικανοποιήσουν την πλεονεξία τους παρανομώντας. Και η μεταξύ τους αλληλεγγύη βασιζόταν περισσότερο στην συνενοχή τους παρά στους όρκους τους στους θεούς.

7. Τις εύλογες προτάσεις των αντιπάλων τις δέχονταν με υστεροβουλία και όχι με ειλικρίνεια για να φυλαχτούν από ένα κακό αν οι άλλοι ήταν πιο δυνατοί. Και προτιμούσαν να εκδικηθούν για κάποιο κακό αντί να προσπαθήσουν να μην το πάθουν. Όταν έκαναν όρκους για κάποια συμφιλίωση, τους κρατούσαν τόσο μόνο όσο δεν είχαν την δύναμη να τους καταπατήσουν, μη έχοντας να περιμένουν βοήθεια από αλλού. Αλλά μόλις παρουσιαζόταν ευκαιρία, εκείνοι που πρώτοι είχαν ξαναβρεί το θάρρος τους, αν έβλεπαν ότι οι αντίπαλοί τους ήσαν αφύλαχτοι, τους χτυπούσαν κι ένοιωθαν μεγαλύτερη χαρά να τους βλάψουν εξαπατώντας τους, παρά χτυπώντας τους ανοιχτά. Θεωρούσαν ότι ο τρόπος αυτός όχι μόνο είναι πιο ασφαλής αλλά και βραβείο σε αγώνα δόλου. Γενικά είναι ευκολότερο να φαίνονται επιδέξιοι οι κακούργοι, παρά να θεωρούνται τίμιοι όσοι δεν είναι δόλιοι. Οι περισσότεροι άνθρωποι προτιμούν να κάνουν το κακό και να θεωρούνται έξυπνοι, παρά να είναι καλοί και να τους λένε κουτούς.

8. Αιτία όλων αυτών είναι η φιλαρχία που έχει ρίζα την πλεονεξία και την φιλοδοξία που έσπρωχναν τις φατρίες ν’ αγωνίζονται με λύσσα. Οι αρχηγοί των κομμάτων, στις διάφορες πολιτείες, πρόβαλλαν ωραία συνθήματα. Ισότητα των πολιτών από την μια μεριά, σωφροσύνη της αριστοκρατικής διοίκησης από την άλλη. Προσποιούνταν έτσι ότι υπηρετούν την πολιτεία, ενώ πραγματικά ήθελαν να ικανοποιήσουν προσωπικά συμφέροντα και αγωνίζονταν με κάθε τρόπο να νικήσουν τους αντιπάλους τους. Τούτο τους οδηγούσε να κάνουν τα φοβερότερα πράγματα επιδιώκοντας να εκδικηθούν τους αντιπάλους τους, όχι ως το σημείο που επιτρέπει η δικαιοσύνη ή το συμφέρον της πολιτείας, αλλά κάνοντας τις αγριότερες πράξεις, με μοναδικό κριτήριο την ικανοποίηση του κόμματός τους. Καταδίκαζαν άνομα τους αντιπάλους τους ή άρπαζαν βίαια την εξουσία, έτοιμοι να κορέσουν το μίσος τους. Καμιά από τις δύο παρατάξεις δεν είχε κανέναν ηθικό φραγμό κι εκτιμούσε περισσότερο όσους κατόρθωναν να κρύβουν κάτω από ωραία λόγια φοβερές πράξεις. Όσοι πολίτες ήταν μετριοπαθείς θανατώνονταν από την μια ή την άλλη παράταξη, είτε επειδή είχαν αρνηθεί να πάρουν μέρος στον αγώνα είτε επειδή η ιδέα και μόνο ότι θα μπορούσαν να επιζήσουν προκαλούσε εναντίον τους τον φθόνο.

(Μετάφραση: Άγγελος Βλάχος)

Η ιστορία της επιστήμης στην αρχαία Ελλάδα

$
0
0

Η ιστορία της επιστήμης στην αρχαία Ελλάδα, ξεκινάει με τους προσωκρατικούς φιλοσόφους.

Την εποχή εκείνη η επιστήμη και η φιλοσοφία δεν αποτελούσαν ξεχωριστά αντικείμενα όπως σήμερα. Η δίψα για γνώση ξεκινούσε από φιλοσοφικά ερωτήματα σχετικά με τη φύση του ανθρώπου και του κόσμου. Οι απαντήσεις δίνονταν μέσα από έναν φιλοσοφικό τρόπο σκέψης και όχι με μεθόδους που θεωρούμε σήμερα “επιστημονικές”. Έτσι η αρχαία Ελληνική Φιλοσοφία γέννησε την Επιστήμη κι όχι αντίθετα. Η φιλοσοφία αγκάλιαζε και δικαιολογούσε την επιστημονική έρευνα, με την έννοια που εμείς δίνουμε σήμερα στην επιστήμη.

Η Φυσική Φιλοσοφία των Προσωκρατικών αποτέλεσε τη γέφυρα που συνέδεσε τον αρχαίο μυστικισμό και τη φιλοσοφία, με την επιστήμη και τη φιλοσοφία της κλασσικής Ελλάδας η οποία αποτέλεσε το λίκνο αυτού που σήμερα ονομάζουμε “Δυτικό πολιτισμό”. Σ’ αυτήν μπορούμε να διακρίνουμε δύο τάσεις. Η μία πιο μυστικιστική που ακολουθεί την παράδοση και το θρησκευτικό μυστικισμό των Ορφικών αντιπροσωπεύεται απ’ τον Πυθαγόρα. Η άλλη προσπαθεί να αποσπασθεί από την παράδοση και να εκφράσει τη δομή και την οργάνωση της Φύσης με διαφορετική μέθοδο και ορολογία και αντιπροσωπεύεται από τους Ίωνες φιλοσόφους (Ηράκλειτος, Θαλής, Αναξίμανδρος, Αναξιμένης) καθώς και από τους Ελεάτες (Ζήνωνας, Παρμενίδης).

Οι προσωκρατικοί ονομάστηκαν “Φυσικοί Φιλόσοφοι” επειδή προσπαθούσαν μέσα απ’ τη μελέτη της φύσης να πλησιάσουν και να γνωρίσουν την “Πρώτη Αρχή” που κινεί τα πάντα. Επιχείρησαν να ερευνήσουν τους Νόμους της Φύσης, ανάγοντας την όλη δομή του Σύμπαντος σε κάποιο “υλικό στοιχείο Έτσι προκύπτουν διαφορετικές θεωρήσεις: ο Θαλής ο Μιλήσιος θεωρεί αρχή των πάντων το “Υδωρ” και βλέπει έναν θεό μέσα σε καθετί, ο Αναξίμανδροςτο “Άπειρο”, ο Αναξιμένης τον “Αέρα”, ο Ηράκλειτος το “Πυρ” και ο Παρμενίδης το “Ον”. Αυτές οι θεωρήσεις οδήγησαν στο να χαρακτηριστούν “Υλοζωιστές” (δηλ. “αυτοί που πιστεύουν ότι η ύλη είναι ζωντανή”) επειδή έδιναν έμβια χαρακτηριστικά σε άψυχα στοιχεία (νερό, αέρας, φωτιά). Αλλά όλες αυτές οι διαφορετικές θεωρήσεις αποτελούν όψεις μιας Πρώτης Αιτίας που για τους προσωκρατικούς ήταν ο στόχος της μελέτης τους.

Η δράση των Προσωκρατικών προχωράει και σε άλλους τομείς της επιστήμης. Όσον αφορά π.χ. την γένεση της ζωής στη Γη, ο Αναξίμανδρος θεωρεί ότι η ζωή δημιουργούνταν αυτόματα απ’ τη λάσπη και ότι τα πρώτα ζώα ήταν ψάρια με αγκαθωτό δέρμα. Τα υπόλοιπα ζώα αποτελούν χερσαίους απόγονους των ψαριών. Την ίδια άποψη για την προέλευση της ζωής (απ’ τη λάσπη) διατύπωσε κι ο Αναξιμένης με τη διαφορά ότι θεωρούσε καταλυτική την παρουσία του αέρα και της θερμότητας του Ήλιου.Στην κλασσική Ελλάδα δεν παρουσιάζεται ένα εξαιρετικό ενδιαφέρον για τις επιστήμες, (τουλάχιστον όχι για ό,τι θεωρούμε σήμερα επιστημονικό). Η έρευνα στρέφεται απ’ το εξωτερικό περιβάλλον προς το εσωτερικό του ανθρώπου. Η Φιλοσοφία και η Ηθική κυριαρχούν. Το ενδιαφέρον για τη γνώση δεν έχει χαθεί, απλά αυτή αλλάζει αντικείμενο και στόχο.

Στα έργα του Πλάτωνα– στα οποία διακρίνονται έντονες πυθαγόρειες επιδράσεις – η Γεωμετρία και τα Μαθηματικά έχουν μια ξεχωριστή θέση. Αποτελούν εργαλεία για να γνωρίσει ο άνθρωπος τον εαυτό του και τους κρυμμένους νόμους της φύσης, να πλησιάσει το Ον. Η φράση “Ουδείς αγεωμέτρητος εισί” (= ας μην εισέλθει κάποιος αγεωμέτρητος) που δέσποζε στην είσοδο της Ακαδημίας, έκφραζε την πλατωνική θεώρηση που ήθελε τη φύση οργανωμένη με μαθηματικούς νόμους και αναλογίες, αποτυπωμένους σ’ ένα “γεωμετρικό” μοντέλο του κόσμου. Στον έργο του “Τίμαιος” ο Πλάτωνας σχεδιάζει μια κοσμογονία σύμφωνα με μια πυθαγόρεια γραμμή και παρουσιάζει τη μουσική να στηρίζεται σε μαθηματικούς λόγους.

Μετά τον Πλάτωνα, ο Αριστοτέληςδίνει μια νέα ώθηση στην επιστημονική μεθοδολογία. Δίχως να παραγνωρίζει τη μεταφυσική όψη της, ο Αριστοτέλης κατευθύνει την έρευνά του σε πιο πρακτικούς στόχους. Μελετά τον άνθρωπο και τη φύση συστηματοποιώντας την έρευνα σε τομείς παρόμοιους με αυτούς της σημερινής επιστήμης.Ουσιαστικά η νοοτροπία του σημερινού πολιτισμού βασίζεται στο αριστοτέλειο ορθολογιστικό μοντέλο σκέψης, το οποίο επικράτησε στα χρόνια της Αναγέννησης έναντι του πλατωνικού μεταφυσικού μοντέλου.Η ταξινόμηση, η παρατήρηση, το πείραμα, η ανάλυση, αν και δεν χρησιμοποιήθηκαν για πρώτη φορά απ’ τον Σταγειρίτη φιλόσοφο, αποτέλεσαν τον άξονα της θεώρησής του για τον κόσμο. Αργότερα η αριστοτέλεια μεθοδολογία θα υιοθετηθεί απ’ τον Ευρωπαϊκό Διαφωτισμό απ’ τον οποίο ξεπήδησε η επιστήμη των ημερών μας.Σημαντικό ρόλο στην ιστορία της σκέψης και της επιστήμης έπαιξαν επίσης οι κατακτήσεις του Μεγάλου Αλεξάνδρου.

Στην πολιτισμική αυτοκρατορία που δημιούργησε ο μακεδόνας Βασιλιάς, βασίστηκε η διάδοση του ελληνικού πολιτισμού στην Ανατολή. Στα ελληνιστικά χρόνια, (323-30 π.Χ.) αν και δεν έχουμε μια “επιστημονική επανάσταση”, αναπτύσσεται έντονη ερευνητική δραστηριότητα σε επιστήμες όπως τα Μαθηματικά, η Μηχανική και η Αστρονομία. Παρουσιάζονται σπουδαίοι μαθηματικοί (Ευκλείδης, Αρχιμήδης, Απολλώνιος) και αστρονόμοι (Ίππαρχος). Την ίδια εποχή οι Αιγύπτιοι αλχημιστές προσπαθούν να ερμηνεύσουν τις χημικές αντιδράσεις με την αριστοτέλεια λογική κάνοντας βήματα προς τη μεταγενέστερη “επιστημονική χημεία”.

Αστρονομία

Τις πρώτες Αστρονομικές θεωρήσειςμπορούμε να τις αποδώσουμε στους Πυθαγόρειους αστρονόμους – μαθηματικούς, που προσπαθούσαν μέσα απ’ τα Ιερά Μαθηματικά τους να ανακαλύψουν τις  αρμονίες του Σύμπαντος. Το μοντέλο του ηλιακού μας συστήματος που προτείνουν, περιλαμβάνει μια Κεντρική Εστία γύρω απ’ την οποία περιστρέφονται όλα τα ουράνια σώματα που βρίσκονται κοντά στη Γη. Παρουσιάζουν δηλ. ένα ηλιοκεντρικό σύστημα 2.000 χρόνια πριν απ’ τη διατύπωσή του απ’ τον Κοπέρνικο. Επίσης πρώτος ο Πυθαγόρας(585 ή 565 – 500; π.Χ.) αναφέρεται στη σφαιρικότητα της Γης. Αργότερα την ίδια άποψη υποστήριξαν ο Ικέτας και ο Έκφαντος οι οποίοι δίδαξαν και την περιστροφή της Γης γύρω απ’ τον άξονά της. Στον αντίποδα των πυθαγορείων υπολογισμών – και στην ίδια εποχή – ο Αναξίμανδρος δεχόταν τη Γη μετέωρη στο διάστημα, αλλά και σαν κέντρο του κόσμου.

Αργότερα ο Πλάτωνας (428-348 π.Χ.) προσπάθησε να παρουσιάσει ένα ηλιοκεντρικό μοντέλο με την αντίληψη της ομαλής κυκλικής κίνησης των ουρανίων σωμάτων γύρω απ’ την κεντρική εστία, θέλοντας ίσως να δώσει μια νομοτελειακή και μαθηματικά αρμονική όψη του Σύμπαντος. Επηρεασμένος απ’ τις πλατωνικές ιδέες ο Εύδοξος παρουσιάζει την υφήλιο σαν ένα σύστημα ομόκεντρων σφαιρών. Σε κάθε πλανήτη  αποδίδει τέσσερις ομόκεντρες σφαίρες, ενώ στον Ήλιο και τη Σελήνη τρεις.
Ο Αριστοτέλης (384-323/2 π.Χ.) υιοθέτησε το μοντέλο του Εύδοξου, άλλαξε όμως το κέντρο του. Παρουσιάζει τον κόσμο σαν “κρεμμύδι” που αποτελείται από 55 ομόκεντρες σφαίρες, στο κέντρο των οποίων βρίσκεται η Γη. Το γεωκεντρικό σύστημα του Αριστοτέλη έμελλε να επικρατήσει σ’ όλο τον δυτικό κόσμο μέχρι τον 16ο αι. μ.Χ., αφού υιοθετήθηκε απ’ την χριστιανική κοσμοθεωρία που επικράτησε τους πρώτους αιώνες μ.Χ.

Κάποια σκοτεινά σημεία που άφηνε η αριστοτέλεια άποψη για τον κόσμο, προσπάθησε να διορθώσει οΗρακλείδης ο Πόντιος (4ος αι. π.Χ.), φτάνοντας στην υπόθεση ότι ο Ερμής και η Αφροδίτη κινούνται γύρω απ’ τον Ήλιο κι όχι γύρω απ’ τη Γη. Πάντως και γι’ αυτόν ο Ήλιος και οι υπόλοιποι πλανήτες περιστρέφονται γύρω απ’ τη Γη. Για να εξηγήσει δε τις ημερήσιες κινήσεις των ουρανίων σωμάτων δέχτηκε ότι η Γη περιστρέφεται και η ίδια γύρω απ’ τον άξονά της.Παρόλα αυτά η ιδέα ενός ηλιοκεντρικού συστήματος και της σφαιρικής Γης δεν είχε ακόμα εγκαταλειφθεί. Την διατυπώνει ξανά ο Αρίσταρχος ο Σάμιος τον 3ο αι. μ.Χ.
                                                                       
Γύρω στο 235 π.Χ. ο Ερατοσθένης, υπεύθυνος της βιβλιοθήκης της Αλεξάνδρειας, υπολογίζει τη περίμετρο της Γης μετρώντας τη σκιά ενός ραβδιού και την βρίσκει ίση με 40.000 χλμ., σχεδόν όσο την υπολογίζουν και οι σημερινοί επιστήμονες με τα σύγχρονα μέσα. Το “σφάλμα” του Ερατοσθένη θεωρείται μηδαμινό. Ο ίδιος μάλιστα θεμελίωσε την επιστημονική Γεωγραφία και σχεδίασε έναν χάρτη του τότε γνωστού κόσμου που περιλάμβανε ένα τμήμα της Ευρώπης, ένα της Ασίας και ένα της Β. Αφρικής.Μια ακόμα μεγάλη μορφή της Αστρονομίας εμφανίζεται γύρω στο 130 π.Χ.: ο Ίππαρχος. Υποστηρικτής κι αυτός του γεωκεντρικού συστήματος, δεν τοποθετεί τη Γη στο γεωμετρικό κέντρο μιας κυκλικής τροχιάς, αλλά σ’ έναν έκκεντρο κύκλο στον οποίο ο πλανήτης μας κατείχε τη θέση έκκεντρου. Έτσι έλυσε κάποιες ανισότητες και μη κανονικότητες που παρατηρούνταν στις κινήσεις του Ήλιου και της Σελήνης και δικαιολόγησε την ανισότητα στη διάρκεια των εποχών. Παρατήρησε επίσης το φαινόμενο της μετάπτωσης των ισημεριών και έδωσε τις μαθηματικές μεθόδους που επέτρεπαν τον υπολογισμό του γεωγραφικού μήκους.

Την εικόνα που έχει σχηματιστεί για την Αστρονομία στην αρχαία Ελλάδα ήρθε να συμπληρώσει κάποιο ένα αρχαιολογικό εύρημα: ο “αστρολάβος των Αντικυθήρων” του 1ου αι. π.Χ. Πρόκειται για ένα σύστημα από 20 αλληλοεξαρτώμενους οδοντωτούς τροχούς που κινούσε κάποιους δείκτες μπροστά σε τρεις πλάκες με διαβαθμίσεις. Η κίνηση αυτή των τροχών έδειχνε την πορεία του Ήλιου, την πορεία και τις φάσεις της Σελήνης και τις κινήσεις ορισμένων πλανητών.

Φυσική

Η μελέτη των φυσικών φαινομένων ξεκινάει όπως προαναφέρθηκε απ’ τους προσωκρατικούς φιλοσόφους. Οι θεωρίες που αναπτύσσονται για την σύσταση και την ουσία του σύμπαντος, φαίνονται ακατανόητες απ’ τον σημερινό πολιτισμό (τουλάχιστον αν παρθούν κατά γράμμα και δεν γίνει μια συγκριτική μελέτη πάνω σ’ αυτές).Υπάρχουν όμως και θεωρίες που προκαλούν τουλάχιστον θαυμασμό για την πρωτοπορία τους. Οι ατομικοί φιλόσοφοι (Λεύκιππος, Δημόκριτος, Επίκουρος) υποστηρίζουν ότι καθετί στο Σύμπαν (έμψυχο ή άψυχο) απαρτίζεται από μικροσκοπικά αδιαίρετα κομμάτια ύλης, τα ά-τομα. Οι διάφοροι συνδυασμοί των ατόμων (μόρια) παράγουν όλους στους σχηματισμούς της φύσης.

Τι κρύβονταν όμως πίσω απ’ όλα αυτά; Τι κινούσε τους κόσμους; Ποια η φύση και οι ιδιότητες της Πρώτης Αιτίας; Τέτοιου είδους ερωτήσεις – που η σημερινή επιστήμη κατατάσσει στο χώρο της “μεταφυσικής” – έθεσαν οι φυσικοί φιλόσοφοι της αρχαίας Ελλάδας. Μέσα από ένα πλήθος θεωριών ξεχωρίζουν δύο: η άποψη του Ελεάτη φιλόσοφου Παρμενίδη που περιγράφει την “βασική αιτία” των πραγμάτων να είναι σταθερή, αμετάβλητη και αδιάφθορη (τοαμετάβλητο “Ον” του Παρμενίδη) και η αντίθετη άποψη του Ηράκλειτου ο οποίος διακήρυσσε ότι “Τα Πάντα Ρει”δηλ. ότι τα πάντα υπόκεινται σ’ ένα συνεχές γίγνεσθαι. Ίσως όμως τελικά να μην πρόκειται για δύο αντίθετες θεωρίες, αλλά αυτές να αλληλοσυμπληρώνονται με μια πιο “φιλοσοφική” ματιά – με παρόμοιο τρόπο που τα διαφορετικά “θεμέλια στοιχεία” των προσωκρατικών (ύδωρ, αήρ, πυρ, άπειρο) αποτελούν όψεις της ίδιας Αρχής.Συγκεκριμένες όμως προόδους έχουμε από τους Πυθαγόρειους στον τομέα της Ακουστικής. Αυτοί είχαν ανακαλύψει ότι ο ήχος ήταν αποτέλεσμα δονήσεων που μεταδίδονταν μέσω του αέρα. Ο ίδιος ο Πυθαγόρας είχε διαγνώσει τους αριθμητικούς λόγους των συγχορδιών και είχε εφεύρει τον “κανόνα”.

Σημαντική στην Φυσική είναι και η συνεισφορά του Αριστοτέλη. Ο μαθητής του Πλάτωνα ανάμεσα στα άλλα θέματα με τα οποία πραγματεύεται, θέτει τις βάσεις μιας Μηχανικής της κίνησης των σωμάτων παρόμοιας με αυτήν τουΝεύτωνα (17ος αι. μ.Χ.). Υποστηρίζει ότι η ύπαρξη συνεχούς κίνησης προϋποθέτει την ύπαρξη μιας συνεχούς αιτίας: μιας δύναμης που δρα πάνω στο κινούμενο σώμα. Μάλιστα η ποιότητας της κίνησης των σωμάτων κάνει τον Αριστοτέλη να χωρίσει το σύμπαν σε δύο περιοχές: α) στη γήινη περιοχή, την οποία χαρακτηρίζει η ευθύγραμμη κίνηση και β) στη ουράνια περιοχή που χαρακτηρίζει από την κυκλική κίνηση. Οι περιοχές αυτές διέπονται απ’ τους δικούς τους νόμους η καθεμιά και ο Αριστοτέλης χρησιμοποιεί τους νόμους της δεύτερης για να εξηγήσει τις κινήσεις των ουρανίων σωμάτων του γεωκεντρικού του συστήματος.Στα χρόνια που ακολουθούν, η έρευνα (με τη σημερινή της έννοια δεν προχωράει ιδιαίτερα). Ξεχωρίζουν όμως κάποιοι ερευνητές που βασισμένοι σε μαθηματικά μοντέλα σκέψης εξηγούν φυσικά φαινόμενα που έχουν να κάνουν με καθημερινές, πρακτικές ανάγκες. Αυτός είναι ο λόγος που γνωρίζουν άνθηση οι τομείς της Μηχανικής, της Οπτικής και της Υδροστατικής.

Ο Αρχιμήδηςμαθηματικός, φυσικός και μηχανικός του 3ου αι. π.Χ. δεν ασχολείται μόνο με τη θεωρητική μελέτη των φυσικών φαινομένων, αλλά τα περιγράφει με μαθηματικά μοντέλα και προχωράει σε τεχνολογικές εφαρμογές και εφευρέσεις. Μελετάει τη μηχανική των μοχλών και ασχολείται με μηχανικές κατασκευές: πολύσπαστο, ατέρμων κοχλίας, ελικοειδής αντλία κ.ά. Άλλες χαρακτηριστικές εφευρέσεις του Αρχιμήδη ήταν η επινόηση μιας μηχανής που μπορούσε να χειριστεί μόνο ένας άνθρωπος για να καθελκύσει ένα πλοίο, καθώς και οι περίφημες πολεμικές μηχανές του (καταπέλτες, άρπαγες κ.λ π.). Ασχολείται επίσης με την Αστρονομία και κατασκευάζει αστρονομικά όργανα. Όπως όμως αναφέρει ο Πλούταρχος, ο Αρχιμήδης ντρεπόταν για τις τεχνικές εφευρέσεις του· έβρισκε την κατασκευή οργάνων για πρακτικούς σκοπούς, κατώτερη και “αγενή”.

Με το έργο του “Περί επιπέδων ισορροπιών” καθιερώνεται ως θεμελιωτής της Στατικής. Διατύπωσε επίσης και νόμους της Υδροστατικής (π.χ. άνωση) γράφοντας δύο βιβλία με τον τίτλο “Περί των εν υδάτι εφισταμένων ή περί οχουμένων.Στον τομέα της Μηχανικής πρέπει ακόμα να σημειώσουμε τις γνώσεις των αρχαίων Ελλήνων για τη δύναμη του ατμού, την οποία όμως δεν εκμεταλλεύτηκαν με τον τρόπο που έγινε τον 18ο και 19ο αι. στην Ευρώπη. Παρόλα αυτά υπάρχουν περιγραφές για μηχανισμούς που χρησιμοποιούσαν τη δύναμη του ατμού, όπως το “αυτόματο μηχάνημα θυσιών” (σχήμα 3) που περιγράφει ο Ηρων ο Αλεξανδρινός (1ος αι. π.Χ. ή κατά άλλους 1ος αι. μ.Χ.) και η “ατμομηχανή” του ίδιου.Έντονη δραστηριότητα σημειώνεται και στον τομέα της Οπτικής. Ο Πλάτωνας θεωρεί ότι το φως είναι “πυρ” ή “κάτι σαν πυρ”· αντίθετα ο Δημόκριτος υποστηρίζει ότι είναι “ακτινοβολία από μικρότατα σωματίδια”.Αργότερα ο Εμπεδοκλής (490-430 π.Χ.) θεωρεί ότι το φως είναι “κίνηση” και έτσι θα πρέπει να διαδίδεται με κάποια συγκεκριμένη ταχύτητα (μια θεώρηση που εξετάζεται ξανά μόνο στην σύγχρονη εποχή με την μέτρηση της ταχύτητας του φωτός).

Ιατρική

Ο Ασκληπιόςήταν ο θεός της Ιατρικής στην αρχαία Ελλάδα. Τα ιερά του, που είναι διασκορπισμένα σ’ όλο τον ελληνικό χώρο, ήταν παράλληλα και θεραπευτικά κέντρα. Οι ασθενείς που κατέφευγαν στα “Ασκληπιεία” υποβάλλονταν στη διαδικασία της “εγκοίμησης” (αφού προηγούνταν καθαρμοί), κατά την οποία στον κοιμισμένο ασθενή παρουσιαζόταν ο ίδιος ο Ασκληπιός είτε για να τον θεραπεύσει είτε για να του δώσει συμβουλές.Εξέχουσα μορφή στο χώρο της ιατρικής αποτελεί ο Ιπποκράτης (Κω 460 π.Χ.-Λάρισα 380 π.Χ.). Ξεχωρίζει τη θρησκεία απ’ την Ιατρική και βάζει τις βάσεις για τη σημερινή “επιστημονική ιατρική Το έργο του “Αφορισμοί” αποτελεί βασικό ιατρικό σύγγραμμα μέχρι και τον 18ο αι. Η θεωρία του για τους χυμούς του ανθρώπινου σώματος (αίμα, φλέγμα, κίτρινη χολή και μαύρη χολή), επηρέασε για πολλούς αιώνες την Ιατρική. Τα υγρά αυτά έπρεπε να βρίσκονται στις σωστές αναλογίες στο ανθρώπινο σώμα για να είναι αυτό υγιές και η ανθρώπινη προσωπικότητα ισορροπημένη. Στην ιστορία επίσης έχει μείνει ο ηθικός του κώδικας στον οποίο καθορίζει την αποστολή και τα καθήκοντα του γιατρού. Ακόμα και σήμερα οι γιατροί παίρνουν τον “Ορκο του Ιπποκράτη” για να ασκήσουν το ιατρικό επάγγελμα.Ο μαθητής του Πυθαγόρα Αλκμαίων μπορεί να θεωρηθεί ιδρυτής της Εμβρυολογίας, αφού μελέτησε την ανάπτυξη του εμβρύου, περιέγραψε τη διαφορά μεταξύ αρτηριών και φλεβών ενώ ανακάλυψε και τη σύνδεση εγκεφάλου και ματιού μέσω του οπτικού νεύρου. Ο Αριστοτέλης επίσης πρόσφερε πολλά στην Ιατρική με τις βιολογικές του έρευνες.

Αργότερα ιδρύονται οι πρώτες ιατρικές σχολές, όπως η περίφημη σχολή της Αλεξάνδρειας που αποτέλεσε κέντρο της ιατρικής επιστήμης και κατά τη Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία. Εξέχουσες μορφές της θεωρούνται ο Ηρόφιλος(πατέρας της Ανατομίας) και ο Ερασίστρατος (πατέρας της Φυσιολογίας).Ο Ηρόφιλος απ’ την Χαλκηδόνα της Βιθυνίας άκμασε στις αρχές του 3ου αι. π.Χ. Στο έργο του “Ανατομία”, δίνει για πρώτη φορά ανατομικές περιγραφές ανθρωπίνων οργάνων. Στις έρευνές του βοήθησε η στάση των Πτολεμαίων ηγεμόνων της Αλεξάνδρειας, οι οποίοι του επέτρεψαν να κάνει ανατομές σε νεκρούς (ή και ζωντανούς κατά μια εκδοχή) εγκληματίες, ενώ παλιότερα η ανατομή ανθρώπων ήταν απαγορευμένη. Έτσι ο Ηρόφιλος αναγνώρισε την αληθινή φύση του νευρικού συστήματος και θεώρησε κέντρο του τον εγκέφαλο. Χώρισε τα νεύρα σε “αισθητικά” (σχετικά με τη λειτουργία των αισθήσεων) και “προαιρετικά” (αργότερα ο Ερασίστρατος τα αποκάλεσε “κινητικά”). Ανέπτυξε επίσης τη “θεωρία των σφυγμών” και μετρούσε τους σφυγμούς των ασθενών για να κάνει διαγνώσεις. Για τη θεραπεία των ασθενειών βασίζονταν πολύ στα φάρμακα τα οποία αποκαλούσε “χέρια των θεών”, ενώ έδινε μεγάλη σημασία και στη δίαιτα.

Ο δεύτερος μεγάλος γιατρός της αλεξανδρινής εποχής, ο Ερασίστρατος, γεννήθηκε στην Κέα. Απέρριπτε (όπως και ο Ηρόφιλος) την θεωρία των χυμών του Ιπποκράτη. Η συμβολή του εντοπίζεται στους τομείς της Φυσιολογίας και της Παθολογίας. Η μελέτη του για την κυκλοφορία του αίματος τον οδήγησε σε χρήσιμα συμπεράσματα που χρησιμοποιούσε για την θεραπεία ασθενειών. Θεωρούσε π.χ. ότι η σωστή κυκλοφορία του αίματος συντελούσε στην υγεία, ενώ η παρεμπόδιση της κυκλοφορίας του εξαιτίας της πλήρωσης των αγγείων με αίμα και του πλεονάσματος τροφής, οδηγούσε σε αρρώστιες.Συνέχεια στο έργο των δυο μεγάλων αλεξανδρινών γιατρών δίνει ηΕμπειρική Σχολή που ξεκινάει από μαθητές τους. Οι “εμπειρικοί γιατροί” δίνουν σημασία στην καταπολέμηση των ασθενειών αδιαφορώντας για την Ανατομία και τη Φυσιολογία. Σημασία γι’ αυτούς έχει το αποτέλεσμα και η εμπειρία που αποκτάται απ’ τη θεραπευτική μέθοδο, την οποία βασίζουν σχεδόν πάντα σε φαρμακευτικές αγωγές. Αρχηγός της Εμπειρικής Σχολής θεωρείται ο Φίλινος απ’ την Κω (περ. 250 π.Χ.) ή κατά άλλους ο Σεραπίων απ’ την Αλεξάνδρεια (περ. 200 π.Χ.). Σημαντικοί συνεχιστές της Σχολής ήταν ο Ηρακλείδης ο Πόντιος (περ. 75 π.Χ.) και ο Απολλώνιος ο Κιτιεύς (περ. 50 π.Χ.).

Αντίθετος στην άποψη του Αριστοτέλη περί χυμών, ο Ασκληπιάδης (γεν. το 124 π.Χ. στη Βιθυνία), επηρεασμένος απ’ την άποψη του Δημόκριτου για το ά-τομο υποστηρίζει ότι οι ασθένειες προέρχονται από σύσφιγξη ή χαλάρωση των δομικών στοιχείων του οργανισμού (των ατόμων). Ο ίδιος δίδει ιδιαίτερη σημασία στις ψυχικές παθήσεις και προσπαθεί να εφαρμόσει θεραπείες που περιελάμβαναν τη δημιουργική απασχόληση του ασθενή (απασχολησιοθεραπεία), το άκουσμα κατευναστικής μουσικής, καθώς και σωματικές ασκήσεις. Η μετάβαση του στη Ρώμη γύρω στο 91 π.Χ. συντελεί σε μεγάλο βαθμό στην μετάδοση ιατρικών γνώσεων της Ελλάδας στη Ρώμη.

Βιολογία

Πέρα απ’ τις θεωρίες των προσωκρατικών Αναξίμανδρου και Αναξιμένη για την προέλευση της ζωής, ιδιαίτερη μνεία πρέπει να γίνει στο έργο του Αριστοτέλη για την συστηματική κατάταξη των ζώων· τα χώρισε σε «άναιμα» (δίχως αίμα: κεφαλόποδα, ανώτερα καρκινοειδή, έντομα και οστρακόδερμα) και «έναιμα» (με αίμα: θηλαστικά εκτός απ’ τα κητώδη). Η έρευνά του επεκτάθηκε στην κληρονομικότητα. Παραδέχτηκε ότι τα είδη μεταβάλλονται, αρνούνταν όμως κάθε φυσική επιλογή (μοντέλο δαρβινισμού). Το έργο του συνέχισε ο μαθητής του Θεόφραστοςσυνενώνοντας πολλά είδη σε ένα “γένος”.Στα ελληνιστικά χρόνια ξεχωρίζει το έργο του Ηρόφιλου ο οποίος – όπως είδαμε και παραπάνω – έκανε ανατομές ανθρωπίνων πτωμάτων και τα σύγκρινε με ζώων για να καταλήξει στο συμπέρασμα ότι ο εγκέφαλος είναι το κέντρο του νευρικού συστήματος και έδρα της σκέψης. Επίσης ο σύγχρονός και αντίζηλός του Ερασίστρατος μελέτησε την κυκλοφορία του αίματος και υποψιάστηκε την παρουσία τριχοειδών αγγείων

Πηγή: Theseus Aegean

Εικόνα © Αρχαία Ελληνικά

Οι υπεράνθρωπες εγκεφαλικές ικανότητες και το σύστημα γνώσης των αρχαίων Ελλήνων

$
0
0

«Οι ασκήσεις της Μνήμης αποτελούν ενδυνάμωση της Ψυχής.»

Οι "υπεράνθρωπες"εγκεφαλικές ικανότητες και το σύστημα γνώσης των αρχαίων Ελλήνων

Ξεφυλλίζοντας τις σύγχρονες ανατυπώσεις κειμένων των αρχαίων Ελλήνων συγγραφέων, τα λιγοστά και αποσπασματικά "απομεινάρια"ενός ολόκληρου κόσμου και ενός σώματος γνώσης -που μας πληγώνει να σκεφτόμαστε ότι κάποτε ήταν ενιαίο- δεν είναι λίγες οι φορές που νιώθουμε τη σκέψη μας να "μουδιάζει"...

Αν αποτολμούσαμε να εξετάσουμε συνολικά τον αρχαίο ελληνικό πολιτισμό, η κυρίαρχη διαπίστωση στην οποία θα καταλήγαμε, θα ήταν ότι πρόκειται για ένα δημιούργημα πνευματικά ανώτερο, την αντανάκλαση της συλλογικής σκέψης πολλών ξεχωριστών διανοιών, οι οποίες για κάποιο "άγνωστο"λόγο, συνυπήρξαν στον συγκεκριμένο χώρο και χρόνο.

Τότε, όμως, θα οδηγούμασταν σε ένα άλλο, εξίσου αφοπλιστικό ερώτημα, ποιοι δηλαδή ήταν οι ιδιαίτεροι εκείνοι παράγοντες, οι οποίοι συνέτειναν στη σχεδόν ταυτόχρονη, ενσάρκωση, όλων αυτών των ανώτερων διανοιών στον ελληνικό χώρο; Κάποιοι εικάζουν ότι ήταν η γλώσσα. (Ή και το καθεστώς δημοκρατίας που επικρατούσε) Ίσως πάλι όχι. Ή τουλάχιστον όχι μόνο.

Γιατί υπάρχουν πραγματικά πολλές ενδείξεις ότι οι εκπληκτικές -σχεδόν υπεράνθρωπες- αυτές εγκεφαλικές ικανότητες των δημιουργών του ελληνικού πολιτισμού, καλλιεργούνταν κατά τη μακρινή αρχαιότητα, και μάλιστα σύμφωνα με μία πολύ συγκεκριμένη μέθοδο, η οποία μεταγενέστερα επικράτησε να αναφέρεται ως Μνημονική Τέχνη.

Δεν αποκλείεται, επίσης, και η ίδια η μαθηματικά δομημένη, "μνημονική"ελληνική γλώσσα, να αποτελεί, όπως θα δούμε και στη συνέχεια, απλή προέκταση των ανώτερων διανοητικών ικανοτήτων που καλλιεργούνταν μέσω της μακροχρόνιας και επίμονης εξάσκησης του νου, στο προαιώνιο αυτό σύστημα γνώσης.

Την Τέχνη της Μνήμης, της οποίας τα ίχνη χάνονται στις "σκοτεινές"εποχές πολύ πριν από τα ομηρικά χρόνια, τη συναντάμε σε συχνές αναφορές σε ολόκληρη την κλασική και ελληνιστική αρχαιότητα, ενώ αργότερα την παρακολουθούμε να διαδίδεται και στο λατινικό χώρο, όπου και προσωρινά ατονεί ιδίως μετά την επικράτηση του Χριστιανισμού και τη γενικότερη πνευματική "παρακμή"της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας), για να αναβιώσει αρκετούς αιώνες αργότερα, την εποχή του Μεσαίωνα και της Αναγέννησης.

Η παρατήρηση ότι όλες οι αναφορές της αρχαίας ελληνικής γραμματείας στην Τέχνη της Μνήμης είναι σχετικά σύντομες, μας οδηγεί στο συμπέρασμα ότι η εξάσκηση της στα αρχαία χρόνια ήταν σε τέτοιο βαθμό διαδεδομένη, ώστε να θεωρείται "περιττή"μια πιο λεπτομερειακή αναφορά σε αυτήν (σε αντίθεση π.χ. με τα μαθηματικά).

Το γεγονός δε ότι η εξάσκηση της δεν ανακόπηκε μετά τη διάδοση της γραφής (ούτε καν μετά την ανακάλυψη της τυπογραφίας, κατά τα πρωί μα χρόνια της Αναγέννησης), μας κάνει να "υποψιαζόμαστε"ότι πρόκειται για πολλά παραπάνω από ό,τι η ονομασία "Μνημονική Τέχνη"αφήνει να εννοηθεί...

Πρόκειται για μια μέθοδο "εσωτερικής γραφής" -"αποτύπωσης", όπως χαρακτηριστικά αναφέρει ο Αριστοτέλης "των εννοιών με τη μορφή εικόνων στις κέρινες πλάκες της ψυχής"(!)- η οποία επιτρέπει στον ασκούμενο την ανάκληση κάθε είδους πληροφορίας, σαν να ξεφυλλίζει τις σελίδες ενός βιβλίου.

Αυτή η σχολαστική οργάνωση και ταξινόμηση των ιδεών, των εννοιών και των πληροφοριών στον ανθρώπινο νου με την, μη δεσμευτική για τη σκέψη, μορφή των εικόνων, επιτρέπει την αλληλεπίδραση και το συσχετισμό τους σε ένα επίπεδο κατά πολύ βαθύτερο από αυτό της συνηθισμένης σκέψης.

Με αυτόν τον τρόπο, διευκολύνεται η παραγωγή πρωτότυπων ιδεών, οι οποίες φαίνονται να προέρχονται από "έμπνευση", καθώς το λογικό μέρος του νου (που λειτουργεί με το λόγο), δεν παρεμβάλλεται στη νοητική διαδικασία, επιτρέποντας ενδεχομένως στην ανθρώπινη διάνοια να συντονιστεί σε κάποιες συχνότητες, κατά τις οποίες γίνεται εφικτή η αλληλεπίδραση της με κάποιο είδος "μορφογενετικού πεδίου"συμπαντικής γνώσης!

Η ξεχασμένη τέχνη της Ελληνικής αρχαιότητας

Άρρηκτα δεμένη με κάθε ρητορική μάθηση αλλά και με την (προφορική) διάδοση της Μυθολογίας και της Ιστορίας (πολλές φορές έμμετρα!), μπορούμε να είμαστε βέβαιοι ότι η καλλιέργεια της μνημοτεχνικής γνώρισε ευρύτατη διάδοση σε ολόκληρο τον ελλαδικό (καθώς και τον αιγυπτιακό) χώρο, πολλούς αιώνες πριν την ανακάλυψη οποιουδήποτε είδους γραφής!

Μνήμες από τις μακρινές εκείνες εποχές της αρχαιότητας μας μεταφέρει ο Πλάτωνας στο διάλογο "Φαιδρός", όπου με έκπληξη παρατηρούμε τον θρυλικό για τη σοφία του βασιλέα των αιγυπτιακών Θηβών, Θαμού - Άμμωνα, να επι-πλήττει το θεό Θεού για την ανακάλυψη της γραφής, λέγοντας του τα εξής: «Και τώρα εσύ, που είσαι ο πατέρας των γραμμάτων, οδηγήθηκες από την συμπάθεια σον (προς τους ανθρώπους) να τους αποδώσεις μια ικανότητα αντίθετη από εκείνη την οποία πραγματικά κατέχουν.

Γιατί αυτή η εφεύρεση (η γραφή) θα προκαλέσει τη λήθη στα μυαλά όσων μάθουν να την εξασκούν, επειδή δεν θα καλλιεργούν πλέον τη μνήμη τους! Η εμπιστοσύνη τους στη γραφή -η οποία θα προέρχεται πλέον από εξωτερικούς χαρακτήρες, που δεν αποτελούν μέρος των εαυτών τους (δεν θα αποτελεί δηλαδή μέρος της ψυχής τους, κατά τον Πλάτωνα)- θα αποθαρρύνει τη χρήση της ίδιας της μνήμης τους μέσα τους. Ανακάλυψες το φάρμακο όχι της μνήμης, αλλά της υπενθύμισης.

Και προσφέρεις στους μαθητές σου την επίφαση της σοφίας, όχι την αληθινή σοφία, γιατί θα διαβάζουν πολλά πράγματα χωρίς στοτέλη στην Τέχνη της Μνήμης, γίνεται σαφής διάκριση μεταξύ μνήμης, υπενθύμισης και ανάμνησης, με την ανάκληση των πληροφοριών να αποτελεί τη συνειδητή προσπάθεια κάποιου να "βρει το δρόμο του ανάμεσα στα περιεχόμενα της μνήμης του".

Αυτό καθίσταται δυνατό με τη βοή θεια δύο βασικών -συμπληρωματικών μεταξύ τους- νοητικών αρχών, του συνειρμού (χτίζουμε τις νέες γνώσεις πάνω στις παλιές) και της ακολουθίας (της αλληλένδετης δηλαδή σειράς κατά την οποία αποτυπώνονται οι εικόνες στη νόηση).

Γενικά, θα λέγαμε ότι οι απόψεις του Αριστοτέλη για τις διαδικασίες μνήμης και ανάμνησης είναι σύμφωνες με τις αρχές μάθη σης, όπως τις εκφράζει στο "περί Ψυχής". Η προερχόμενη από τις αισθήσεις αντίληψη, μετατρέπεται από τη φαντασία σε εικόνες, οι οποίες "τροφοδοτούν"τις νοητικές λειτουργίες.

Η άποψη αυτή, με τη φαντασία να παίζει δηλαδή το ρόλο "διαμεσολαβητή"ανάμεσα στην αντίληψη και τη σκέψη, σε συνδυασμό με το συμπέρασμα στο οποίο καταλήγει ο Αριστοτέλης, ότι δηλαδή «είναι αδύνατο για την ψυχή να σκεφτεί χωρίς την ύπαρξη κάποιας νοητής εικόνας», φαίνεται να είναι απόλυτα σύμφωνη και να αιτιολογεί την επιλογή (μνημονικών) εικόνων και τόπων κατά την εξάσκηση της μνημονικής τέχνης της αρχαιότητας.

«Μπορούμε να σκεφτούμε όποτε επιλέξουμε», παρατηρεί ο σοφός δάσκαλος της αρχαιότητας, «επειδή είναι δυνατό να επαναφέρουμε τα πράγματα στο μυαλό μας, ακριβώς όπως εκείνοι που ασκούν τη μνημοτεχνική, κατασκευάζουν εικόνες»...

Η πλατωνική "ανάμνηση της ψυχής"

Αν η μνήμη αποτελεί για τον Αριστοτέλη φυσική νοητική διαδικασία, για τον Πλάτωνα δεν είναι παρά ανάμνηση της ψυχής από τον Κόσμο των Ιδεών. Ξεπερνώντας, ωστόσο, την "επιφανειακή"αυτή διαφορά, μπορούμε εύκολα να διαπιστώσουμε ότι οι απόψεις του Πλάτωνα συμπληρώνουν αυτές του Αριστοτέλη, επιτρέποντας μας να ανασυνθέσουμε μια σχετικά ολοκληρωμένη εικόνα για τη μνημονική τέχνη στην ελληνική αρχαιότητα, της οποίας και οι δύο ήταν μέτοχοι.

Στο Θεαίτητο βρίσκουμε το Σωκράτη να χρησιμοποιεί για την ψυχή την ίδια παρομοίωση, ότι δηλαδή αυτή αποτελείται από ένα υλικό σαν κερί, στο οποίο οι ιδέες αποτυπώνονται με τη μορφή εικόνων και αποτελεί το δώρο της Μνημοσύνης, της μητέρας των Μουσών, στους ανθρώπους.

Στο διάλογο Φαίδων αναπτύσσεται η θεωρία ότι, καθώς είναι αδύνατο να αντιληφθούμε κάτι το οποίο δεν έχει καμία σχέση με εμάς, αναγκαστικά κάθε μάθηση/γνώση είναι έμφυτη στην ψυχή μας. Αντιλαμβανόμαστε π.χ. το δίκαιο ή το άδικο, επειδή η ψυχή μας είναι εξοικειωμένη με την έννοια της δικαιοσύνης από την προηγούμενη ύπαρξη της στον Κόσμο των Ιδεών, πριν ενσαρκωθεί στο σώμα μας.

Στον "Φαίδρο", όπου ο Πλάτων εκθέτει την άποψη ότι η ρητορική τέχνη πρέπει να υπηρετεί μόνο την αλήθεια, επικρίνοντας τους σοφιστές, γίνεται φανερό ότι θεωρεί "βλάσφημη"τη χρήση της μνημοτεχνικής (ως μέρος της διδασκαλίας της ρητορικής τέχνης), για την εξυπηρέτηση των ψευδών συμπερασμάτων των σοφιστών.

Μπορεί στο έργο του Πλάτωνα να μη βρίσκουμε κάποια συγκεκριμένη περιγραφή των αρχών της μνημονικής τέχνης, οι ιδέες του όμως φαίνονται να είναι διαποτισμένες με αυτήν, εκφράζοντας όλη την αισιοδοξία και τη βεβαιότητα ότι η σοφία βρίσκεται ήδη μέσα μας και το μόνο που έχουμε να κάνουμε, είναι να την αφουγκραστούμε προσεκτικά.

Ας μην ξεχνάμε επίσης, ότι στον Πλάτωνα χρωστάμε και την πολύτιμη διάσωση της ανάμνησης ότι η Τέχνη της Μνήμης, η "εσωτερική"δηλαδή γραφή των πληροφοριών, προϋπήρξε της κανονικής γραφής. Άλλωστε, οι πλατωνικές Ιδέες ήταν που (όπως θα δούμε και στη συνέχεια) ενέπνευσαν την "αναβίωση"της Τέχνης της Μνήμης στις περιόδους του Μεσαίωνα και της Αναγέννησης.

Μία ανεκτίμητη πηγή από τη λατινική γραμματεία: τα "χαμένα"κομμάτια του παζλ

Την περίοδο 86-82 π.Χ., κάποιος άγνωστος καθηγητής της ρητορικής τέχνης στη Ρώμη, ολοκλήρωνε για τους μαθητές του μια πραγματεία, η οποία έμελλε να μείνει στην Ιστορία με το όνομα του προσώπου στο οποίο αφιερωνόταν, κάποιον (επίσης άγνωστο) Ερέννιο (Ad Herennium).

Η αξία του συγκεκριμένου έργου, είναι για τους σύγχρονους ερευνητές της Τέχνης της Μνήμης πραγματικά ανεκτίμητη, καθώς πρόκειται ουσιαστικά για τη μοναδική σχετικά ολοκληρωμένη πηγή, αναφορικά με το προαιώνιο αυτό σύστημα γνώσης, η οποία ευτυχήσαμε να φτάσει ακέραιη ως τις μέρες μας από τον αρχαίο κόσμο.

«Υπάρχουν δύο είδη μνήμης», αναφέρει ο ανώνυμος συγγραφέας σε αυστηρά ακαδημαϊκό ύφος και ύστερα από εκτενή ανάλυση των μερών της ρητορικής τέχνης, «η φυσική και η τεχνητή. Η φυσική μνήμη, είναι εκείνη η οποία χαράσσεται στο νου μας ταυτόχρονα με τη σκέψη. Η τεχνητή μνήμη ενδυναμώνεται και στερεοποιείται με την εκπαίδευση».

Στη συνέχεια, ο ανώνυμος συγγραφέας παραθέτει πλήθος παντελώς άγνωστων στην εποχή μας ελληνικών πηγών για τη διδασκαλία της μνημοτεχνικής, προτού επανέλθει στην περιγραφή της τεχνητής μνήμης, αναφέροντας, μεταξύ άλλων, τα εξής:

«Η τεχνητή μνήμη απαρτίζεται από τόπους και εικόνες. Ως (μνημονικός) τόπος (locus), θεωρείται ένα μέρος (όπως π.χ. ένα κτίριο), το οποίο μπορεί εύκολα να αποτυπωθεί στη μνήμη, ενώ οι (μνημονικές) εικόνες (imagines) απαρτίζονται από μορφές, σύμβολα ή αγάλματα των εννοιών που θέλουμε να απομνημονεύσουμε»! Παρατηρούμε ότι σήμερα θα μπορούσαμε να αντιστοιχίσουμε αυτούς τους τόπους με τους «virtual τόπους» ή τις τοποθεσίες/φακέλους ενός κυβερνοχώρου.

Η Τέχνη της Μνήμης παρουσιάζεται και εδώ ως μια μέθοδος εσωτερικής γραφής, της οποίας οι ασκητές "καταγράφουν"νοητικά ό,τι τους υπαγορεύεται και είναι ανά πάσα στιγμή έτοιμοι να το "διαβάσουν"από τη μνήμη τους. «Γιατί οι "τόποι"είναι σαν τις κέρινες πλάκες ή τους παπύρους, οι εικόνες είναι σαν τα γράμματα, η οργάνωση και η διάταξη των εικόνων είναι σαν το κείμενο και η παράδοση (του κειμένου) είναι σαν την ανάγνωση» !

Οι μαθητευόμενοι στην Τέχνη της Μνήμης καλούνται να δείξουν ιδιαίτερη προσοχή στην επιλογή των "τόπων". Πρέπει να εφοδιάσουν τη μνήμη τους με μεγάλο αριθμό τέτοιων τόπων, έτσι ώστε να μπορούν να συγκρατούν μεγάλο όγκο πληροφοριών.

Οι τόποι αυτοί (οι οποίοι μπορούν να είναι και φανταστικοί, δηλαδή, να μην είναι αναπαραστάσεις υπαρκτών χώρων) πρέπει να αποτυπωθούν στη σκέψη των ασκούμενων με κάθε λεπτομέρεια, να είναι επαρκώς φωτισμένοι (ώστε όλες οι εικόνες να είναι "ευανάγνωστες"), να είναι ευρύχωροι αλλά σαφώς οριοθετημένοι (ώστε να μπορούν να τοποθετηθούν σε αυτούς πλήθος μνημονικών αντικειμένων) και φυσικά να είναι συνδεδεμένοι μεταξύ τους, αποτελώντας ένα ενιαίο σύνολο (ώστε οι μαθητευόμενοι της μνημονικής τέχνης να μπορούν να μετακινηθούν άνετα σε αυτούς προς όποια κατεύθυνση επιθυμούν).

Πόσο παλαιά είναι η Τέχνη της Μνήμης; Μερικές σκέψεις για τη χρονολόγηση της μεθόδου

Το "πολύτιμο"κείμενο Ad Herennium φαίνεται να βάζει τα
πράγματα σε μια σειρά, όσον αφορά την αναζήτηση των αρχών της "χαμένης"Τέχνης της Μνήμης. Όμως οι "εκπλήξεις"από το "Ad Herennium"δεν σταματούν στα όσα ήδη αναφέραμε. Στη συνοπτική του αναφορά στη "μνήμη των λέξεων", ο ανώνυμος ρητοροδιδάσκαλος,προβαίνει στο ακόλουθο σχόλιο:

«Γνωρίζω ότι οι περισσότεροι από τους Έλληνες, οι οποίοι έχουν γράψει αναφορικά με τη Μνήμη, ακολούθησαν την οδό της παράθεσης εικόνων που ανταποκρίνονται σε πολλές λέξεις (έννοιες-verba), έτσι ώστε όσοι θα επιθυμούσαν να απομνημονεύσουν αυτές τις εικόνες, θα τις είχαν έτοιμες χωρίς να κοπιάζουν στην αναζήτηση τους».

Θα ήταν αδύνατο να αφήσουμε την απίστευτη αυτή παρατήρηση ασχολίαστη. Κάπως έτσι, ή μάλλον, ακριβώς έτσι, δεν ήταν και οι πρώτες μορφές γραφής; Συγκεκριμένες εικονομορφικές συμβολικές αναπαραστάσεις (π.χ. ιερογλυφικά), οι οποίες χρησιμοποιούνταν για να αποδώσουν πολλαπλά παρεμφερή νοήματα; Μήπως το συγκεκριμένο απόσπασμα επιβεβαιώνει τον "μύθο"του Πλάτωνα για την προΰπαρξη μιας "εσωτερικής", μνημονικής γραφής στην ψυχή των ανθρώπων, την οποία διαδέχτηκε η γραφή που όλοι γνωρίζουμε;

Ας ξαναδιαβάσουμε το απόσπασμα... Χωρίς αμφιβολία, οι εικόνες στις οποίες αναφέρεται εδώ ο συγγραφέας φαίνονται να είναι οι ίδιες αναπαραστάσεις που βρίσκουμε διάσπαρτες στον αρχαίο κόσμο (π.χ. στον αινιγματικό "δίσκο της Φαιστού"ή στις "ιερογλυφικές γραφές της Αιγύπτου, κ.α.), εξέλιξη των οποίων αποτέλεσαν και τα πρώτα είδη γραφής.

Είναι πολύ πιθανό στο συγκεκριμένο απόσπασμα να βρίσκεται η ατράνταχτη απόδειξη ότι η γραφή προήλθε από παραφθορά των συμβόλων που χρησιμοποιούνταν κατά την εξάσκηση της Τέχνης της Μνήμης, για την οποία, θα μπορούσαμε να υποστηρίξουμε με βεβαιότητα ότι διδασκόταν συστηματικά επί χιλιετίες πριν την ύπαρξη γραφής!

Στο τεύχος 130 (Φεβρ. 2005) το ΤΜ δημοσίευσε άρθρο, βασισμένο στις έρευνες των Φλόρενς και Κένεθ Γουντ, το οποίο αποδείκνυε ότι ο Όμηρος περιγράφοντας τα γεγονότα του Τρωικού πολέμου, ουσιαστικά περιέγραφε τις κινήσεις των αστερισμών του ουρανού όπως φαίνεται από την Ελλάδα.

Αυτό που έδειξαν οι έρευνες των Γουντ ήταν ότι οι αστρονομικές πληροφορίες που περιλαμβάνονται στο ομηρικό έπος αρχίζουν από το 8900 π.Χ., αν όχι πολύ παλαιότερα. Ήταν η εποχή κατά την οποία η εξαιρετικά αργή περιστροφική κίνηση του άξονα της Γης (wobbling), η οποία ευθύνεται για την εναλλαγή των "ζωδιακών εποχών", επανέφερε το άστρο του Σείριου στον ελληνικό ουρανό, μετά από απουσία 7.000 περίπου ετών.

Αν έχουν δίκιο οι Γουντ, αν δηλαδή η επιστροφή του Σείριου αποδίδεται συμβολικά στο έπος με την επιστροφή του "λαμπρότερου άστρου" -δηλαδή του Αχιλλέα- στη μάχη, τότε μια "μετριοπαθής"χρονολόγηση για την Τέχνη της Μνήμης (καθώς και για το ίδιο το ομηρικό έπος, το οποίο άλλωστε διασώθηκε μέσω αυτής), θα μας έδινε ως αφετηρία των ιστορικών πληροφοριών που περιλαμβάνονται στο έπος, περίπου το έτος 8900 π.Χ.!

Όμως, η Ιλιάδα δεν αρχίζει με την επιστροφή του Αχιλλέα στη μάχη αλλά με τη "μήνιν"αυτού και την "αποχώρηση"του, η οποία, αν ακολουθήσουμε τη λογική, τις αποδείξεις και τα συμπεράσματα των Γουντ, πρέπει να συνέβη περίπου 7.000 χρόνια νωρίτερα, όταν το άστρο του Σείριου "αποχώρησε"και χάθηκε από το ελληνικό στερέωμα.

Είναι, λοιπόν, δυνατό η πρώτη αναφορά στην Τέχνη της Μνήμης, να ανάγεται στο 15900 περίπου π.Χ.; Αυτό δεν θα σήμαινε ότι η εσωτερική γραφή προϋπήρξε της εξωτερικής κατά τουλάχιστον 10.000 έτη; Και η συγκεκριμένη εκτίμηση, γίνεται σύμφωνα με τη χρονολόγηση της πινακίδας του Δισπηλιού της Καστο ριάς (με τη μέθοδο του άνθρακα C14, η οποία ανήγαγε την έναρξη της γραφής στον ελληνικό χώρο στα 5260 π.Χ.), διαφορετικά, στον αριθμό αυτό θα χρειαστεί να προσθέσουμε και μερικές ακόμα χιλιάδες χρόνια...

Γιατί όχι; Εξάλλου, όπως φαίνεται και από το παραπάνω απόσπασμα, η "εσωτερική γραφή"αποτελεί επίσης μορφή γραφής, και μάλιστα πολύ πιο εξελιγμένης, καθώς η καλλιέργεια της απαιτεί από τον ασκούμενο την ανάπτυξη απίστευτων εγκεφαλικών ικανοτήτων διαλογισμού, οραματισμού, και φυσικά, μνήμης. Επίσης, δεν λείπει ούτε η βιβλιογραφία, ούτε οι αποδείξεις για την ύπαρξη της εν λόγω τέχνης...

Σκεφτείτε το λίγο... Σταματήστε για λίγα λεπτά την ανάγνωση αυτού του κειμένου και αναλογιστείτε τις ατέλειωτες ώρες δια λογισμού και συστηματοποιημένης μνημοτεχνικής εξάσκησης που θα απαιτούνταν για να σχηματίσει κάποιος τους μνημονικούς τόπους και τις νοητές εκείνες εικόνες, ώστε να είναι σε θέση να απαγγείλει και τις 24 ραψωδίες της Ιλιάδας...

Μάλιστα, πολύ περισσότερο αν οι Γουντ κάνουν λάθος, οπότε στην προσπάθεια του αυτή ραψωδός δεν χρησιμοποιεί τα άστρα ως μνημονικά βοηθήματα... Αναλογιστείτε τώρα το σύνολο της ελληνικής μυθολογίας, το οποίο διαμορφώθηκε πριν από την ύπαρξη γραφής καθώς και τον πλούτο της αρχαίας ελληνικής γλώσσας, η οποία αναγκαστικά, επίσης προϋπήρξε της γραπτής της αναπαράστασης μέσω συμβόλων...

Αναμφίβολα, οι διάνοιες οι οποίες ανέπτυξαν και διατήρησαν τον πλούτο της ελληνικής γλώσσας, Μυθολογίας και Ιστορίας επί χιλιετίες χωρίς την ύπαρξη γραφής, όφειλαν να είναι εξασκημένες σε ένα μνημονικό σύστημα, αν όχι το ίδιο, τότε πολύ πιο εξελιγμένο, σύνθετο και απαιτητικό (όσον αφορά τη χρήση των διανοητικών τους ικανοτήτων) από αυτά της κλασικής και ρωμαϊκής περιόδου, που παρουσιάσαμε. Μήπως ένα σύστημα, το οποίο θα προϋπέθετε τη χρήση των 45.000 περίπου ορατών από τη Γη άστρων, ως μνημονικούς "τόπους";

Στο σημείο αυτό, αξίζει να παραθέσουμε μια μικρή λεπτομέρεια, την οποία ελάχιστοι φαίνεται ότι γνωρίζουν: τα 45 (μνημο-τεχνικά;) σύμβολα που "διακοσμούν"το δίσκο της Φαιστού (περ.1600 π.Χ.) δεν είναι εγχάρακτα, αλλά έχουν "αποτυπωθεί"σε πηλό με λίθινες σφραγίδες! Η ίδια αυτή τεχνική σήμερα, δεν αποκαλείται (όχι απλά γραφή, αλλά) "τυπογραφία";

Γίνεται πλέον ξεκάθαρο, ότι ο μοναδικός λόγος για τον οποίο οι μακρινοί μας πρόγονοι δεν ανέπτυξαν νωρίτερα "εξωτερική"γραφή, είναι ότι, απλούστατα, δεν την είχαν ανάγκη... Δεν αποκλείεται μάλιστα, αν ποτέ καταφέρουμε να αποκρυπτογραφήσουμε τον δίσκο της Φαιστού, να αποκαλυφθεί ότι το"μυστηριώδες"περιεχόμενο του, το οποίο τόσο πολύ έχει προβληματίσει τους επιστήμονες, δεν ήταν τίποτε άλλο από ένα απλό παιδικό τραγουδάκι ή ποίημα, για τους νεαρούς μαθητευόμενους της μνημονικής, "εσωτερικής"γραφής.

Άλλωστε, οι Έλληνες (και συγκεκριμένα οι Αθηναίοι) δεν ήταν που νίκησαν τους υπερανεπτυγμέ-νους τεχνολογικά, αλλά διεφθαρμένους και αλαζόνες Άτλαντες, σύμφωνα με τον πλατωνικό "μύθο"στον "Κριτία";

Προσπαθήστε τώρα να θυμηθείτε την -αποδεκτή ως μόνη "ορθή"από την παγκόσμια ακαδημαϊκή κοινότητα- θεωρία περί ινδοευρωπαϊκής φυλής και γλώσσας, που διδαχθήκαμε όλοι στα σχολεία και τα πανεπιστήμια (και η οποία εξακολουθεί να διδάσκεται, σχεδόν αυθαίρετα), και αποφασίστε ποια σας φαίνεται πιο πειστική...

Ο άγνωστος εκείνος δάσκαλος της ρητορικής και της μνήμης προτείνει επίσης να εφοδιάσουμε νοητά κάθε πέμπτο τόπο με ένα χαρακτηριστικό αντικείμενο (π.χ. ένα χρυσό χέρι) και κάθε δέκατο (decimus) με τη μορφή ενός οικείου μας προσώπου, προκειμένου να μην κάνουμε λάθος στη σειρά σύνδεσης τους. Οι τόποι αυτοί δεν πρέπει να μοιάζουν μεταξύ τους, καθώς ενδέχεται να τους μπερδέψουμε στη σκέψη μας.

Όσον αφορά τις εικόνες, ο συγγραφέας του "Ad Herennium", τις διακρίνει σε δύο κατηγορίες, μία για τα πράγματα (res) και μία άλλη για τις λέξεις-έννοιες (verba). Η απομνημόνευση των πραγμάτων (memoria rerum) είναι σχετικά απλή και ο ασκούμενος μπορεί να την τελειοποιήσει σύντομα και χωρίς μεγάλη δυσκολία.

Αντίθετα, η απομνημόνευσητων λέξεων-εννοιών (memoria verborum), η ικανότητα δηλαδή να ανακαλούμε στη μνήμη μας (όπως οι ποιητές της αρχαιότητας) ολόκληρα κείμενα, είναι πολύ πιο σύνθετη και απαιτεί μακροχρόνια εξάσκηση, καθώς και έναν τεράστιο αριθμό μνημονικών τόπων.

Στο σημείο αυτό αξίζει να σταθούμε, καθώς η τελευταία παρατήρηση πιθανότατα εξηγεί γιατί ο Όμηρος (όπως βέβαια και οι γενιές των προκατόχων του), επέλεξε να "τοποθετήσει"μνημοτεχνικά ολόκληρο το έπος της Ιλιάδας στον τεράστιο αριθμό των αστεριών, των πλανητών και των αστερισμών του στερεώματος... (βλ. ΤΜ, τεύχ. 130)

Ολοκληρώνοντας την αναφορά μας στην ενότητα της μνήμης του "Ad Herennium", o συγγραφέας προτείνει, σε ό,τι αφορά στις εικόνες, να επιλέγονται μορφές υπερφυσικές, αστείες ή γκροτέσκες, καθώς το μυαλό μας έχει την τάση να ξεχνά οτιδήποτε το συνηθισμένο.

Μερικές ακόμα αναφορές (Κικέρων, Πλούταρχος, Στράβων, Κιντιλιανός):

Η "αστρική"Μνήμη του Μητρόδωρου του Σκέψιου

Ένα άλλο, προερχόμενο επίσης από τη λατινική γραμματεία, έργο με αναφορές στη μνημονική τέχνη, είναι και το "De Oratore"του Κικέρωνα, στην εισαγωγή του οποίου βρίσκουμε τη γνωστή ιστορία με την οποία περιγράφεται η ανακάλυψη της Τέχνης της Μνήμης από τον Σιμωνίδη.

Η μικρή αναφορά που γίνεται στο έργο αυτό στις αρχές της μνημονικής τέχνης, φαίνεται να επαληθεύει πλήρως το "Ad Herennium"και γίνεται εύκολα αντιληπτό ότι ο Κικέρωνας απευθύνεται (όπως και οι κλασικοί Έλληνες συγγραφείς) σε αναγνώστες, οι οποίοι είναι ήδη αρκετά εξοικειωμένοι με αυτές. Μεταξύ άλλων, αναφέρει ότι ο ίδιος έχει γνωρίσει δύο Έλληνες με "θεϊκές ικανότητες Μνήμης"και αναφέρει δύο ονόματα: τον Χαρμάδα από την Αθήνα και τον Μητρόδωρο τον Σκέψιο, τον οποίο συνάντησε στη Μ. Ασία και εικάζει ότι τη στιγμή που γράφει το "De Oratore", βρίσκεται ακόμα εν ζωή.

Ειδικά για τον Μητρόδωρο, γνωρίζουμε από αναφορά του Πλουτάρχου, ότι είχε πρωτοστατήσει σε μια αυτονομιστική κίνηση των ελληνικών πόλεων της Μ. Ασίας από τη ρωμαϊκή κυριαρχία, ενώ ο Στράβων (στα Γεωγραφικά του, 13ος τόμος), αναφέρει ότι ακολούθησε μια πορεία από τη Φιλοσοφία στην Πολιτική για να καταλήξει στη διδασκαλία της ρητορικής τέχνης.

Ο μεγάλος γεωγράφος αναφέρει επίσης ότι ο Μητρόδωρος είχε συγγράψει και σχετική πραγματεία (ή πραγματείες), η οποία όμως δυστυχώς δεν σώζεται σήμερα, και μας δίνει την πληροφορία ότι η ρητορική του δεινότητα ήταν τέτοια, ώστε άφηνε πάντα το ακροατήριο του άναυδο...

Η πιο "αινιγματική"ωστόσο πληροφορία για αυτόν τον αρχαίο Έλληνα ασκητή της μνημονικής τέχνης, έρχεται από έναν άλλο Λατίνο δάσκαλο της ρητορικής, τον Κιντιλιανό (Quintilianus), ο οποίος πιθανότατα γνώριζε (όπως και ο Κικέρωνας) το έργο του Μητρόδωρου. Αναφέρει λοιπόν, ότι ο Μητρόδωρος στη μνημονική του τέχνη χρησιμοποιούσε «360 μνημονικούς τόπους στα δώδεκα ζώδια, μέσα από τα οποία διέρχεται ο Ήλιος».
Αναμφίβολα, πρόκειται για μία αρχαία μαρτυρία η οποία επιβεβαιώνει ότι η Τέχνη της Μνήμης στην αρχαιότητα συνδεόταν με τη μελέτη των άστρων και τη χρήση τους ως μνημονικούς τόπους.

Μήπως λοιπόν το μνημονικό σύστημα στο οποίο είχε εξασκηθεί ο Μητρόδωρος ήταν το ίδιο (ή έστω παρεμφερές) με αυτό του Ομήρου; Εκτός αυτού, στην αναφορά αυτή ίσως να κρύβεται και η εξήγηση στο ερώτημα γιατί οι περισσότεροι από τους μεταγενέστερους στοχαστές του Μεσαίωνα και της Αναγέννησης επέλεξαν επίσης να χρησιμοποιήσουν τις 360 μοίρες του ζωδιακού κύκλου, σε μια προσπάθεια αναδημιουργίας των αρχαίων ελληνικών μνημονικών συστημάτων...

Η Τέχνη της Μνήμης στο Μεσαίωνα και την Αναγέννηση: αναζητώντας την αρχαία γνώση

Τα "σκοτεινά"χρόνια που ακολούθησαν την πτώση της Ρώμης, η γενικότερη πνευματική παρακμή παρέσυρε κάθε γνώση στη λήθη. Στα πλαίσια αυτά, και η διδασκαλία της μνη-μοτεχνικής φαίνεται να ατονεί σταδιακά (με ελάχιστες εξαιρέσεις) και να χάνεται, εντασσόμενη στο θολό ημίφως της μαγικής, "δαιμονικής"γνώσης, προερχόμενης από την "αναίσχυντη, ειδωλολατρική αρχαιότητα".

Οι μνήμες της ύπαρξης αυτής της τέχνης, ωστόσο, υπήρχαν ακόμα ολοζώντανες, όπως και οι περισσότερες από τις (λατινικές κυρίως) πηγές, οι οποίες στα χέρια των λίγων "εκλεκτών"της γνώσης, αποτέλεσαν τον οδηγό τους στις μεμονωμένες προσπάθειες αναπαραγωγής του εντυπωσιακού αυτού συστήματος γνώσης.

Η αναζήτηση λοιπόν ενός μνημονικού συστήματος ικανού να ανακτήσει ολόκληρο το σώμα της χαμένης αρχαίας σοφίας, τοποθετήθηκε από τα πρώιμα κιόλας μεσαιωνικά χρόνια στην κορυφή των επιδιώξεων της νέας κάστας φιλοσόφων-μάγων που δημιουργήθηκε.

Βασιζόμενοι στην αριστοτελική πεποίθηση ότι είναι αδύνατο να υπάρξει καινούρια γνώση, έστρεψαν από την αρχή τις έρευνες τους στο παρελθόν. Στην αναζήτηση αυτή, καταλυτικό ρόλο έπαιξε και η μελέτη των θεωριών του Πλάτωνα, ότι κάθε γνώση είναι ανάμνηση της ψυχής από τον Κόσμο των Ιδεών, με τη μνήμη να αποτελεί έμφυτη ιδιότητα που ανήκει στις δυνατότητες του ανθρώπινου νου.

Δεν θα ήταν υπερβολή, αν λέγαμε ότι οι ερευνητές του Μεσαίωνα και της Αναγέννησης αισθάνονταν σαν το παιδί εκείνο που, μεγαλώνοντας, έχασε το θείο δώρο της ψυχικής ανάμνησης. Η "Ars Magna" (Μεγάλη Τέχνη), όπως ονομάστηκε η προσπάθεια αυτή αποκατάστασης της επαφής της ανθρώπινης ψυχής με τη συμπαντική γνώση, αποτέλεσε από νωρίς το "Άγιο Δισκοπότηρο"της φιλοσοφικής έρευνας, στην αναζήτηση του οποί ου αναλώθηκαν πολλά από τα φωτεινότερα πνεύματα της εποχής (π.χ. Julio Camillo, Θωμάς ο Ακινάτης, Albertus Magnus, Raymond Lull κ.α.)·

Σε όλα σχεδόν τα μνημονικά συστήματα της εποχής που κατά καιρούς δημιουργούνταν, η Τέχνη της Μνήμης, εμφανιζόταν να είναι ενδεδυμένη το περίβλημα του μάγου. Απομονώνοντας, ωστόσο, τις επικλήσεις και τις μαγικο-θρησκευτικές δοξασίες, μπορούμε με ασφάλεια να διαπιστώσουμε ότι οι μνημονικές αρχές των μεσαιωνικών και αναγεννησιακών συστημάτων ήταν ουσιαστικά οι ίδιες με αυτές των αρχαίων χρόνων.

Μερικά μνημονικά συστήματα του Μεσαίωνα και της Αναγέννησης

Οι αναφορές από τα διάφορα μνημοτεχνικά συστήματα που κατά καιρούς προτάθηκαν και χρησιμοποιήθηκαν στη μεσαιωνική και αναγεννησιακή περίοδο, είναι πολλές και εντυπωσιακές.

Ενδεικτικά μόνο, αξίζει να αναφέρουμε ότι τέτοιου είδους μνημονικούς τόπους αποτέλεσαν και οι αίθουσες της Κολάσεως του Δάντη(Ι), ενώ πολλοί είναι εκείνοι που υποστήριξαν (εδώ και πολλούς μάλιστα αιώνες) ότι το συγκεκριμένο έργο δεν αποτελεί παρά μια ακόμα μνημοτεχνική-μεταφυσική διατριβή με χριστιανικές αναφορές!

Ωστόσο, ξεχωρίζοντας και αξιολογώντας τις κατά καιρούς μνημονικές μελέτες των "σκοτεινών"αυτών εποχών, μπορούμε εύκολα να διακρίνουμε εκείνες, οι οποίες, εκτός του ότι άσκησαν τεράστια επίδραση στη διαμόρφωση του φιλοσοφικού στοχασμού των εν λόγω περιόδων, αποτέλεσαν και την αφετηρία των αναζητήσεων του αναμφισβήτητα μεγαλύτερου ασκητή της Τέχνης της Μνήμης της μεταχριστιανικής περιόδου: του μεγάλου Giordano Bruno, αλλά και άλλων σπουδαίων στοχαστών εκείνης της καθοριστικής περιόδου.

Η "Ars Brevis" (Τέχνη των Γενναίων) του Ramon Lull

Γεννημένος στη Μαγιόρκα, το 1235 -δέκα περίπου χρόνια μετά τον Θωμά τον Ακινάτη- ο Ramon Lull, ήταν ο πρώτος που επιχείρησε να αφομοιώσει το σύνολο της διαθέσιμης κατά την εποχή του γνώσης σε ένα ομοιογενές σύστημα μνημοτεχνικά δομημένο.

Η "Are Brevis" (Τέχνη των Γενναίων ή γενναία τέχνη), όπως επικράτησε να αποκαλούν το σύστημα του τόσο ο ίδιος όσο και οι πολυάριθμοι συνεχιστές του έργου του, έδινε στον ασκούμενο τη δυνατότητα να συνδυάζει παρεμφερείς μεταξύ τους έννοιες κατά τρόπο τέτοιο, ώστε να προκύπτουν "πρωτότυποι"στοχασμοί.

Το σύστημα "αναζήτησης της αλήθειας"του Lull (του οποίου την επινόηση απέδιδε ο ίδιος σε "θεϊκή φώτιση", αποτέλεσμα μιας υπερβατικής εμπειρίας κατά την επίσκεψη του στο όρος Randa, σε ένα νησί της Μαγιόρ κα!), αφομοίωνε και αστρολογικές δοξασίες και αντιλήψεις. Μετά από πολλές αναθεωρήσεις και διαδοχικές "βελτιώσεις", ο Lull προχώρησε κατά την περίοδο 1305-8 στην τελευταία εκδοχή της μεθόδου του, την επινόηση της οποίας ο ίδιος φρόντισε να συνοδεύσει με μεγαλεπήβολες διακηρύξεις και σχόλια, από δίδοντας της την "υπεροπτική"ονομασία "Ars Magna" (Μεγάλη Τέχνη).

Στη μέθοδο αυτή, για πρώτη φορά βλέπουμε να χρησιμοποιούνται παρεμφερείς μεταξύ τους έννοιες τοποθετημένες σε κυκλική διάταξη, έτσι ώστε να διευκολύνεται ο συσχετισμός τους με την κεντρική, υπό διερεύνηση ιδέα, η οποία βρίσκεται στο κέντρο της σχηματικής απεικόνισης.

Ο Νεοπλατωνιστής αυτός ως προς τις φιλοσοφικές του αντιλήψεις, άσκησε τεράστια επιρροή στο φιλοσοφικό στοχασμό της εποχής του (σε βαθμό ώστε οι σύγχρονοι μελετητές να κάνουν λόγο για "ρεύμα σκέψης Λαλλιαμού" - Lullism), και με τις επιδράσεις του έργου του να είναι ευδιάκριτες ακόμα και στην Αναγέννηση.

Το φιλοσοφικό μνημοτεχνικό σύστημα του Lull υιοθετήθηκε αργότερα από τους εκπροσώπους των Φραγκισκανών, αντλώντας από τις ιδέες του το ιδεολογικό υπόβαθρο του κινήματος τους. (Και αφού μιλάμε για μέθοδο μνήμης, θυμηθείτε τα όσα γράφαμε στο τεύχος 130 για τις επιδράσεις του ελληνικού Νεοπλατωνισμού σε όλα τα μεταγενέστερα δυτικά εσωτερικά συστήματα...)

Το "Θέατρο της Μνήμης"του Julio Camillo

Πιο πιστός στις αρχαίες αρχές της Τέχνης της Μνήμης, όπως τη βρίσκουμε να διατυπώνεται μέσα από τα αρχαία κείμενα, ο Julio Camillo Delminio έδωσε στους μνημονικούς τόπους του συστήματος που εισηγήθηκε, τη μορφή αρχαίου ελληνικού αμφιθεάτρου.

Ο γεννημένος το 1480 Ιταλός στοχαστής και ερευνητής της Τέχνης της Μνήμης, από νωρίς διαπίστωσε ότι η αρχιτεκτονική διαρρύθμιση ενός αμφιθεάτρου θα παρουσίαζε τεράστια πλεονεκτήματα στην εξάσκηση της μνημονικής τέχνης.

Σύμφωνο προς τις προϋποθέσεις των (μνημονικών) τόπων του "Ad Herennium"και του Αριστοτέλη, το ελληνικό αμφιθέατρο διαθέτει ένα κεντρικό. σημείο αφετηρίας (σκηνή), το οποίο προσφέρει τεράστια ελευθερία κινήσεων, καθώς μέσω των διαδρόμων επικοινωνεί με όλα τα, ευδιάκριτα χωρισμέ να σε επτά διαδοχικά επίπεδα, διαστήματα των κερκίδων.

Όσον αφορά τις (μνημονικές) εικόνες που επέλεξε να χρησιμοποιήσει ως φορείς των εννοιών, ο Camillo προσπάθησε στο θέατρο του να αναπαραστήσει ολόκληρο το σύμπαν όπως προβάλλεται μέσα από την ελληνική μυθολογία, την αστρολογία και την καβαλιστική παράδοση.

Οι κερκίδες χωρίζονταν από 6 διαδρόμους σε 7 τμήματα, τα οποία ο ίδιος ονόμαζε "στήλες του Οίκον της Σοφίας τον Σολόμωντος". Καθένα από αυτά τα τμήματα χρησιμοποιούταν για να αποδώσει και έναν διαφορετικό πλανήτη με τις αστρολογικές του ιδιότητες, έφερε το όνομα ενός θεού της αρχαίας ελληνικής θρησκείας, ενώ τα επίπεδα "αφιερώνονταν"σε χαρακτήρες και τόπους της ελληνικής μυθολογίας.

Τα "εντυπωσιακά σχέδια ενός νοητικού μνημοτεχνικού θεάτρου στο οποίο θα απεικονιζόταν ολόκληρη η συμπαντική γνώση"του μυστηριώδη σοφού, δεν άργησαν να διαδοθούν σε ολόκληρη την Ιταλία. Το 1530, ο Camillo βρέθηκε στο Παρίσι, προσκεκλημένος ίου Γάλλου βασιλιά, ο οποίος ανέλαβε και τη χρηματοδότηση της υλικής κατασκευής του. Μαρτυρίες της εποχής αναφέρουν ότι λίγο καιρό αργότερα, ένα μικρό ξύλινο αμφιθέατρο με πολύ παράξενη διακόσμηση είχε ανεγερθεί στη βασιλική αυλή της Γαλλίας...

Όμως φαίνεται ότι το αποτέλεσμα δεν ικανοποίησε τον Camillo, καθώς το 1532 επιστρέφει στην Ιταλία, όπου αρχίζει νέες προσπάθειες για την υλοποίηση της κατασκευής του μνημονικού του θεάτρου, αυτή τη φορά στη Βενετία. Ο Julio Camillo τελικά πέθανε το 1544 και το όνειρο της κατασκευής του "θεάτρου της Μνήμης", στο οποίο είχε αφιερώσει και το μεγαλύτερο μέρος της ζωής του ποτέ δεν υλοποιήθηκε όπως θα ήθελε.
Το "μνημονικό παλάτι"του Matteo Ricci. Η διδασκαλία της Τέχνης της Μνήμης στην Κίνα!

Ο Matteo Ricci ήταν ένας Ιησουίτης ιερέας στον οποίο το 1577 ανατέθηκε να μεταβεί στη μακρινή Κίνα για να κηρύξει τη χριστιανική πίστη και τη δυτική σκέψη στους υπηκόους της δυναστείας των Μινγκ. Μετά από μακροχρόνια όμως παραμονή και χωρίς να έχει καταφέρει να κεντρίσει ιδιαίτερα το ενδιαφέρον των Κινέζων, το 1596 ανέφερε σε μια τυχαία συνομιλία του με έναν πρίγκιπα της δυναστείας για ένα σύστημα μνήμης, το οποίο επιτρέπει στον ασκούμενο την από μνημόνευση με τη μορφή εικόνων τεράστιου όγκου πληροφοριών σύμφωνα με μια μέθοδο, την οποία στη μακρινή δύση αποκαλούσαν "εσωτερική γραφή".

Η μέθοδος αυτή είχε ανακαλυφθεί πριν πολλά χρόνια σε μια μακρινή χώρα της Δύσης, την Ελλάδα, από έναν ποιητή ευγενούς καταγωγής, ονόματι Xi-mo-ni-de (Σιμωνίδης)!

Η είδηση για την ύπαρξη μιας τόσο εκπληκτικής τέχνης, ενθουσίασε τους ευγενείς της πόλης Nanchang στην επαρχία Jianxi, όπου διέμενε και τον προσκάλεσαν να τους την διδάξει.

Ο Ricci, ο οποίος γνώριζε τις γενικές αρχές της μνημοτεχνικής (καθώς στα πλαίσια των νομικών σπουδών που είχε παρακολουθήσει στη Ρώμη το 1572, είχε διδαχθεί το έργο του Κικέρωνα), οργάνωσε για το πρωτότυπο αυτό "ποίμνιο"που κατάφερε επιτέλους να συγκεντρώσει μια σειρά μνημονικών τόπων, οι οποίοι συγκροτούσαν ένα παλάτι.
Οι αίθουσες του "μνημονικού παλατιού"του Ricci διακοσμούνται από κινεζικά ιδεογράμματα, τα οποία όμως πρέσβευαν διαφορετικές παραστάσεις της Βίβλου, προσαρμοσμένες στις κινεζικές παραδόσεις.

Βλέποντας τη μαζική ανταπόκριση των Κινέζων ευγενών στη διδασκαλία της τέχνης της Μνήμης, πολύ σύντομα συνέγραψε και μελέτη στα κινεζικά και άρχισε να περιοδεύει, κηρύττοντας μέσα από τη μνημονική τέχνη το λόγο του θεού.

Το ενδιαφέρον των Κινέζων για τον πολιτισμό που ανέπτυξε ένα τόσο εξελιγμένο σύστημα -τον ελληνικό- οδήγησε το 1607 τον Ricci, όταν πλέον είχε εγκατασταθεί στο Πεκίνο, να μεταφράσει στα κινεζικά και να εκδώσει και τα πρώτα έξι βιβλία των "στοιχείων της Γεωμετρίας"του Ευκλείδη.

Τελικά, μετά από μεγάλη προσπάθεια, οι κόποι του δείχνουν να ευοδώνονται όταν, στις 8 Σεπτεμβρίου 1609, παίρνει άδεια από τον αυτοκράτορα της δυναστείας να ιδρύσει στο Πεκίνο την "Αδελφότητα της Μαρίας". Ο Matteo Ricci πέθανε στο Πεκίνο στις 11 Μαΐου 1610. Το βιβλίο του για τη μνημονική τέχνη, φυλάχτηκε με ευλάβεια από τους ευγενείς της δυναστείας των Μινγκ και κληροδοτούμενο από γενιά σε γενιά, σώζεται ως τις μέρες μας.

Το "μαγικό"σύστημα μνήμης του Giordano Bruno

Η αναδημιουργία ενός μνημοτεχνικού συστήματος ικανού να επιτύχει την πλατωνική ανάμνηση, ήταν ένα ζήτημα, το οποίο από νωρίς απασχόλησε την κορυφαία πνευματική μορφή της Αναγέννησης, από την εποχή που ήταν ακόμα δομινικανός μοναχός.

Δεν θα ήταν υπερβολή, αν λέγαμε όχι η "μαγική", όπως την αποκαλούσε, μνήμη αποτελούσε τον "κορμό"του μεγάλου δέντρου των αναζητήσεων του, με τις φιλοσοφικές, θεολογικές και κοσμολογικές του απόψεις να είναι απλά οι καρποί.

Άλλωστε, εκτός από τα αμιγώς "μνημονικά"έργα του, αναφορές στην μνημονική τεχνική που χρησιμοποιούσε βρίσκουμε στο σύνολο σχεδόν των μελετών του, ενώ ολόκληρος ο φιλοσοφικός του στοχασμός φαίνεται να αποτελεί το αποτέλεσμα και την επιβεβαίωση της αποτελεσματικότητας των τεχνικών μνήμης που χρησιμοποιούσε.

Η ύπαρξη στην ελληνική αρχαιότητα συλλογιστικών συστημάτων ικανών να παράγουν σχεδόν αλάνθαστα αποτελέσματα, ήταν για τον Μπρούνο αυταπόδεικτη. Αφετηρία του μνημονικού συστήματος που εισηγήθηκε, στάθηκε η ανάλυση της συλλογιστικής διαδικασίας παραγωγής ιδεών και εξαγωγής συμπερασμάτων, όπως τη συναντάμε στο έργο του Πλάτωνα.

Παρατήρησε ότι η "εκμαίευση"των αληθειών από τον Σωκράτη επιτυγχανόταν ξεκινώντας από απλούς ορισμούς των εννοιών και διερευνώντας όλες τις γύρω τους. Στο κλείσιμο της αλληγο ρίας αυτής, βρίσκουμε ακόμα μία περιγραφή του μνημονικού συστήματος του Μπρούνο.

Οι ύμνοι τους οποίους χρησιμοποι εί στο έργο αυτό, παρουσιάζουν εξαι ρετική ομοιότητα με τους Ορφικούς ύμνους και αποσκοπούν, σύμφωνα με την κορυφαία ερμηνεύτρια του έργου του, Frances A.Yates, στην ψυχική προετοιμασία και τόνωση των μελετητών της μνημονικής τέχνης και στη διέγερση της φαντασίας τους, ώστε να φτάσουν σε εγκεφαλική και ψυχική κατάσταση ετοιμότητας να "δεχθούν"τη γνώση από το Σύμπαν, με την εξάσκηση της μνημονικής τέχνης. Βλέπουμε λοιπόν ότι η «ανάμνηση» δεν είναι μία απλή μηχανιστική διαδικασία, αλλά απαιτεί κατάλληλο ψυχικό υπόβαθρο...

Σύντομα, ο Μπρούνο εκδίδει και τρίτο "μνημονικό"έργο, την "Τέχνη της Μνήμης" (Are Memoriae). Φαίνεται ότι οι έρευνες του για την απεικόνιση της συμπαντικής και ανθρώπινης διάνοιας τον οδήγησαν στην υιοθέτηση μιας πιο αφαιρετικής φόρμας, με εντονότερο το στοιχείο του συμβολισμού, καθώς τόσο οι ομόκεντροι κύκλοι, όσο και οι πίνακες αναφοράς έχουν λιγοστέψει.

Έχει πλέον εμβαθύνει στη "χαοτική"σκέψη και τα σύμβολα του παραπέμπουν σε αστερισμούς και σε επεισόδια παρμένα από την ελληνική μυθολογία, θεωρώντας ότι αποτελούν γνησιότερους συμβολισμούς μεγαλύτερης δύναμης και μεστότητας νοημάτων και ότι βρίσκονται πιο κοντά στη συμπαντική σκέψη.

To Ars Memoriae έχει χαρακτηριστεί από τους μελετητές του έργου του Μπρούνο ως "μαγικό". Αποτελεί, ωστόσο, την ευθεία προέκταση της πορείας που ακολουθεί η σκέψη του από το συγκεκριμένο στο αφηρημένο, από το υλικό στο πνευματικό και από το ανθρώπινο στο Συμπαντικό.

Αρκετά χρόνια αργότερα, κατά τη διάρκεια της παραμονής του στη Γερμανία, ο Μπρούνο θα επανέλθει στην προσπάθεια του να δημιουργήσει ένα σύστημα μνήμης εκφρασμένο αυτή τη φορά μέσα από εικόνες και σύμβολα, ικανών να φέρουν την ανθρώπινη ψυχή σε επαφή με την "αληθινή πραγματικότητα", με την έκδοση των «30 αγαλμάτων» (Lampas Triginte Statuarum).

Στο έργο αυτό, το οποίο έχει κυρίως θρησκευτικό χαρακτήρα, οι αστρολογικές παραστάσεις στις οποίες στηριζόταν η διαδικασία της "ανάμνησης", έχουν πλέον αντικατασταθεί από μορφές αγαλμάτων, τις οποίες ο Μπρούνο χαρακτηρίζει ως "εσωτερικές εικόνες".

Θεωρεί τη φαντασία ως τον ισχυρότερο και αμεσότερο τρόπο να επιτύχει κάποιος την επαφή με τον πνευματικό κόσμο και χρησιμοποιεί τις μορφές αυτές ως πιο αποτελεσματικούς ψυχικούς συνδέσμους της φαντασίας (της ανθρώπινης διάνοιας) με το Θείο.

Πρώτη μορφή στις απεικονίσεις του είναι αυτή του Απόλλωνα που συμβολίζει το Εν και το Φως και ακολουθεί ο Κρόνος που αντιπροσωπεύει την Αρχή. Ανάμεσα στα υπόλοιπα αγάλματα βρίσκουμε τις μορφές του Προμηθέα, του Ηφαίστου, της Θέτιδος, του Γανυμήδη ή Τοξότη, του Ουρανού, της Αφροδίτης, του Έρωτα, της Αρτέμιδος και φυσικά της Αθηνάς, η οποία εκπροσωπώντας τη Σοφία, αποτελεί την ιερότερη, σύμφωνα με τον Μπρούνο, από τις Θηλυκές Θεότητες.

Εξαιρετικό, επίσης, ενδιαφέρον παρουσιάζει στο έργο αυτό και ο πρωταρχικός δια χωρισμός του Θεϊκού στοιχείου, για το οποίο αναφέρει ότι είναι αδύνατο να αποδοθεί με κάποια μορφή άλλη από τη φυσική του, που είναι το Φως και έχει τριαδική υπόσταση.

Το Θεϊκό αυτό στοιχείο, δύναται να γίνει αντιληπτό από την ανθρώπινη διάνοια με τις έννοιες: του "Πατρός ή Νου ή της Ουσίας των Ουσιών", του "Υιού ή της πρωταρχικής διάνοιας, της ομορφιάς και της αγάπης της δημιουργίας", και του "Φωτός", το οποίο αποτελεί την ψυχή του Κόσμου και όλων των πραγμάτων (anima mundi) και τη Ζωοποιό Ενέργεια του Σύμπαντος.

Η πορεία των αναζητήσεων του Μπρούνο στην αναδημιουργία των μνημοτεχνικών μεθόδων της αρχαιότητας, παρουσιάζει ιδιαίτερο ενδιαφέρον, καθώς έχοντας ως αφετηρία τις ερμητικές και πλατωνικές θεωρίες και ιδέες, καταλήγει να επαληθεύει πρακτικές αιώνων.

Το μνημονικό σύστημα του Μπρούνο φαίνεται να επιβεβαιώνει ότι οι αφηρημένες έννοιες και οι συμβολικές εικόνες διευρύνουν την αντίληψη, αμβλύνουν τη λογική-γραμμική σκέψη και προκαλούν την κατάλληλη διανοητική κατάσταση, επιτρέποντας με αυτό τον τρόπο στην ανθρώπινη ψυχή να επικοινωνήσει με το θείο κατά τον αμεσότερο δυνατό τρόπο.

Μερικές "τολμηρές"υποθέσεις...

Ας "ξεχάσουμε"για λίγο όλα όσα γνωρίζουμε για τον αρχαίο ελληνικό πολιτισμό και ας επιχειρήσουμε να τον ξανα-αντικρίσουμε με την αποκαλυπτική απλότητα της πρώτης ματιάς. Παρατηρούμε λοιπόν, ότι τα ονόματα και οι ιδιότητες των αρχαίων Θεών συμπίπτουν με τα αντίστοιχα των πλανητών, ενώ η δράση τους αποτυπώνεται σε επεισόδια της Μυθολογίας, με συμμετοχή και κατώτερων θεοτήτων, τα ονόματα των οποίων πάλι, κατά "σύμπτωση", συμπίπτουν με τα ονόματα και τις ιδιότητες των αστερισμών!

Σε κάποια φάση της εξέλιξης του πολιτισμού αυτού, δημιουργείται από πρωτογενείς αποτυπώσεις των εννοιών σε εικόνες, μια αρχική μορφή κωδικοποιημένης επικοινωνίας, η οποία φθείρεται με την πάροδο των αιώνων και απλοποιείται, για να δώσει τη θέση της στους χαρακτήρες που γνωρίζουμε σήμερα ως γραφή!

Η συγκεκριμένη γραφή που αναπτύσσεται, ακριβώς όπως και οι μνημονικές εικόνες, διαβάζεται κανονικά από τα αριστερά προς χα δεξιά, αλλά και αντίστροφα. Την ίδια περίπου εποχή, οι πιο οξυδερκείς παρατηρητές των άστρων διατυπώνουν τις αρχές της Γεωμετρίας (όπως π.χ. ο Θαλής), της Φιλοσοφίας (Ησίοδος), της Ποίησης (Όμηρος) ή των θρησκευτικών αντιλήψεων (Ορφικοί), ενώ άλλοι, οι οποίοι πιθανότητα "μαγεύτηκαν"από την αναλλοίωτη και αιώνια λάμψη των άστρων, μπορούν και "αντιλαμβάνονται"τις δονήσεις τους (Πυθαγόρας) και προσπαθούν να τις αναπαράγουν.

Δημιουργείται έτσι η Μουσική (η πλησιέστερη σύμφωνα με τον Πλάτωνα τέχνη στο θεϊκό στοιχείο, καθώς είναι άυλη), από τη μελέτη των αρχών της οποίας προκύπτουν τα Μαθηματικά.

Η επισταμένη έρευνα καθώς και η πρακτική εφαρμογή των αρχών των μαθηματικών οδηγεί στην ανάπτυξη όλων των υπολοίπων τεχνών και επιστημών (π.χ. Γλυπτική, Αρχιτεκτονική), με αποτέλεσμα μια γενικότερη περίοδο ευημερίας και άνθισης, κατά την οποία χτίζονται πόλεις (πάλι σε αντανάκλαση των αστερισμών. Βλ. Νίκ. Λίτσας, "Μυστικές Διαδρομές στην Άγνωστη, Ελλάδα και η Αναζήτηση, τον Πραγματικού Ομήρου").

Όλοι αυτοί οι τομείς γνώσης (π.χ. η Αστρονομία, τα Μαθηματικά, η Φιλοσοφία, η Μουσική, η θρησκεία, οι εικαστικές τέχνες, η Ναυσιπλοΐα, η Αρχιτεκτονική, κ.α.) είναι φυσικά αλληλένδετοι μεταξύ τους, αλληλεπιδρούν και εξελίσσονται ταυτόχρονα και για την αποτύπωση τους χρησιμοποιούν την παραφθαρμένη μορφή των αρχικών "μνημονικών"εικόνων (γραφή). Σημειώστε ότι τα γράμματα του ελληνικού αλφαβήτου χρησιμοποιούνται για να αποδώσουν όχι μόνο τον γραπτό λόγο, αλλά και τους αριθμούς, καθώς και τους μουσικούς τόνους (νότες).

Δηλαδή, ακριβώς όπως και οι μνημονικές εικόνες, χα γράμματα αποτελούν στον αρχαίο ελληνικό πολιτισμό "φορείς"πολλαπλών νοημάτων, αναλόγως του συστήματος σκέψης με το οποίο τα ερμηνεύουμε.

Επίσης, όλες αυτές οι γνώσεις εμφανίζονται να έχουν "θεϊκή"προέλευση. (Μήπως τελικά η "συνωνυμία"άστρων, πλανητών, αστερισμών, Θεών και μυθικών χαρακτήρων ήταν ουσιαστικά "μνημοτεχνική"ταυτοσημία;)

Απομακρυνόμενοι πλέον από τον ελληνικό χώρο, όλες αυτές οι τέχνες, οι επιστήμες και οι γνώσεις μεταναστεύουν στο λατινικό κόσμο, όπου, αποκομμένες από τις ρίζες τους, ατροφούν σε μια "σκοτεινή"περίοδο πνευματικής παρακμής και εξαθλίωσης, για να αναβιώσουν μερικούς αιώνες αργότερα, σε μια προσπάθεια αναδημιουργίας του αρχαίου κόσμου (Αναγέννηση).

Την περίοδο εκείνη μάλιστα, η φωτεινότερη πνευματική μορφή (Giordano Bruno) οδηγείται μέσα από τη μελέτη των αρχαίων πηγών στην επαλήθευση και την επιβεβαίωση όλων των αρχών της ελληνικής σκέψης, με ιδιαίτερη έμφαση (όπως και οι Έλληνες) στην παρατήρηση και την μελέτη των άστρων.

Ολοκληρώνοντας τον μακροσκελή (και αναγκαστικά γενικευτικό) αυτό συλλογισμό, θα αποτολμήσουμε τη διατύπωση ορισμένων "τολμηρών"ερωτημάτων, θεωρώντας ότι το να θέτει κανείς ερωτήματα αποτελεί πολύ πιο ειλικρινή στάση από την "αφοριστική"κατάθεση απαντήσεων:

* Μήπως ολόκληρο το σώμα της αρχαίας και σύγχρονης γνώσης στηρίχθηκε στις αρχές της Τέχνης της Μνήμης, σύμφωνα με τις οποίες η μάθηση οικοδομείται με την ορθή τοποθέτηση κάθε πληροφορίας πάνω στην παλαιά γνώση;

* Μήπως είχε δίκιο ο Πλάτωνας και η γνώση που προέρχεται από το διάβασμα γραπτών πηγών δεν ασκεί καμία απολύτως επί δράση στη διαμόρφωση της ψυχής μας, αλλά λειτουργεί ανασταλτικά στην απόκτηση της σοφίας;

* Μήπως, αντίθετα με τις απόψεις των ιστορικών και των ανθρωπολόγων, η ανάπτυξη της γραφής σήμανε την έναρξη μιας εκτεταμένης περιόδου πνευματικής παρακμής του ελληνισμού, καθώς άρχισε σταδιακά να εγκαταλείπεται η μνημονική Τέχνη;

* Μήπως το πραγματικό απόγειο του ελληνικού πολιτισμού θα πρέπει να το αναζητήσουμε όχι στην κλασική εποχή, αλλά στην εκτενή προ-ομηρική περίοδο, κατά την οποία διαμορφώνονταν οι μυθικές αντιλήψεις και η γλώσσα;

* Μήπως η ταύτιση της σκέψης με μη συγκεκριμένες μορφές και εικόνες εννοιών (όπως αυτές της ελληνικής Μυθολογίας), αποδεσμεύει την ανθρώπινη διάνοια από τις από τις "αλυσίδες"της ασφυκτικά λογικής, γραμμικής πραγματικότητας και επιτρέπει την επικοινωνία με τη συμπαντική διάνοια, καθιστώντας δυνατή την πλατωνική ανάμνηση της ψυχής;

* Μήπως θα πρέπει να επιχειρήσουμε να "ξαναδιαβάσουμε"ολόκληρη την ελληνική Μυθολογία, προσπαθώντας να αποκωδικοποιήσουμε τις "μνημονικές"της εικόνες;

* Μήπως το ίδιο θα πρέπει να κάνουμε και με την αρχαία ελληνική τέχνη στο σύνολο της, προσέχοντας τόσο την ακριβή θέση της κάθε ανάγλυφης μορφής π.χ. στα αετώματα ή στις εισόδους των αρχαίων ναών όσο και τις επιμέρους της λεπτομέρειες;

* Μήπως, κάτω από το φως των νέων αυτών αποκαλύψεων, η αρχαία ελληνική μυθολογία θα έπρεπε να εισαχθεί στην εκπαίδευση και να διδάσκεται σχολαστικά, προκειμένου να αυξηθούν οι μαθησιακές, αντιληπτικές και συλλογιστικές ικανότητες των μαθητών;

* Μήπως το ίδιο ακριβώς θα πρέπει να γίνει και με τις αρχές της μνημονικής τέχνης;

* Μήπως όλες αυτές οι αλήθειες κρατήθηκαν επίτηδες κρυφές από το ευρύ κοινό, σε μια προσπάθεια γενικότερης πνευματικής υποβάθμισης του συνόλου από ομάδες μυημένων, ώστε να καθίσταται ευκολότερη η χειραγώγηση του; (Είναι γνωστό ότι ειδικά στην περίπτωση του Μπρούνο, οι διδασκαλίες του ποτέ δεν έγιναν ευρύτερα γνωστές, ωστόσο αποτέλεσαν το πνευματικό υπόβαθρο της οργάνωσης των Ροδόσταυρων.)

* Μήπως η επιστροφή στην εξάσκηση της Τέχνης της Μνήμης θα οδηγούσε όχι μόνο τον ελληνισμό, αλλά και ολόκληρη την ανθρωπότητα σε μια νέα πνευματική ανάταση;

Εικόνα © Αρχαία Ελληνικά

Το μουσείο των πολύτιμων λίθων!

$
0
0

Μέσα στο χώρο της Εθνικής Ανώτατης Σχολής Ορυχείων (MINES ParisTech), στο Παρίσι, βρίσκεται το άγνωστο, αλλά εντυπωσιακό, μουσείο ορυκτολογίας.

Εκεί, μπορούν οι επισκέπτες να δουν μία από τις πιο εξαιρετικές συλλογές πολύτιμων λίθων στον κόσμο που χρονολογούνται από τον 19ο αιώνα. Μαζί με αυτούς υπάρχουν διάφορα πετρώματα και μετεωρίτες.

Συνολικά, εκτίθενται ή είναι αποθηκευμένα 100.000 κομμάτια. Ολόκληρη η συλλογή έχει οργανωθεί αλφαβητικά ενώ υπάρχουν διευκρινίσεις στην εξαιρετική βιβλιοθήκη ορυκτών.

Η συλλογή των πολύτιμων λίθων, ξεκίνησε το 1530, όταν ο βασιλιάς Φρανσουά άρχισε να τους συλλέγει ως επίδειξη πλούτου, αλλά και ως επένδυση.

Κάτα την τρίτη δημοκρατία της Γαλλίας το 1887, οι κυβερνώντες για να απαλλαγούν από όλα τα σύμβολα της μοναρχίας, έβγαλαν στο σφυρί τα βασιλικά κοσμήματα, τα οποία διασκορπίστηκαν σε όλη τη Γαλλία.

Μια μικρή μερίδα, όμως, σώθηκε και δωρήθηκε σε τρία ιδρύματα: Στο Μουσείο του Λούβρου, στο Εθνικό Μουσείο Φυσικής Ιστορίας και την Εθνική Ανώτατη Σχολή Ορυχείων, με την διαβεβαίωση ότι δεν θα χρησιμοποιηθούν ως πειραματικά δείγματα από τους φοιτητές.

Για περισσότερο από έναν αιώνα αυτά τα πετράδια φυλάσσονταν στα συρτάρια των παλιών ξύλινων ντουλαπιών, όπου εξακολουθεί να βρίσκεται το μεγαλύτερο μέρος της συλλογής του μουσείου.

Το 2016, οι βασιλικοί πολύτιμοι λίθοι, που κοσμούσαν τα στέμματα, προστέθηκαν τελικά στη μόνιμη έκθεση του μουσείου.

Απόλλων: Ο μέγας Θεός του Ολύμπου

$
0
0

Ο Απόλλωνας ανήκει στη δεύτερη γενιά των Ολύμπιων θεών. Είναι καρπός της ερωτικής σχέσης του Δία με τη Λητώ και αδερφός της Άρτεμης.

Ο Δίας, ο πατέρας των θεών και των ανθρώπων, θαμπώθηκε από την ομορφιά της Λητώς που προερχόταν από τη γενιά των Τιτάνων και έσμιξε ερωτικά μαζί της. Η ζηλιάρα Ήρα όμως αγανακτισμένη από τις αναρίθμητες απιστίες του άντρα της με θνητές και θεές και επειδή δεν είχε τη δύναμη να βλάψει το σύζυγό της, εναντιώθηκε στη Λητώ και βάλθηκε να μην την αφήσει με κανένα τρόπο να γεννήσει.

Μάταια η Λητώ έτρεχε κατάκοπη σ’ ολόκληρη τη γη, δοκιμάζοντας κάμπους, βουνά και θάλασσες για να γεννήσει τα παιδιά της· ολόκληρη η γη αρνιόταν να τη δεχτεί γιατί φοβόταν την τρομερή εκδίκηση της Ήρας. Μονάχα ένα μικρό πλεούμενο νησί, η Ορτυγία (νησί των Ορτυκιών) ή Αστερία, δέχτηκε να δώσει άσυλο στη δυστυχισμένη Λητώ.

Το νησάκι αυτό ήταν φτωχό και άγονο, δεν μπορούσαν να βοσκήσουν σ’ αυτό πρόβατα ούτε βόδια, ούτε όμως και να καρπίσουν αμπέλια ή άλλα δέντρα. Γι’ αυτό λοιπόν δε φοβόταν την οργή της θεάς. Ο Απόλλωνας για να ανταμείψει το φτωχό νησί, μόλις γεννήθηκε το στερέωσε για πάντα με τέσσερις στήλες στο βυθό της θάλασσας και του έδωσε το όνομα Δήλος (= Φωτεινή).

Εννιά ολόκληρες μέρες κράτησαν οι πόνοι της γέννας. Η Λητώ ξαπλωμένη στη ρίζα μιας φοινικιάς, του μοναδικού δέντρου που υπήρχε πάνω στο νησί, βογκούσε από τους πόνους και εκλιπαρούσε την Ήρα να της επιτρέψει να γεννήσει τα παιδιά της. Η Αθηνά, η Δήμητρα, η Αφροδίτη και άλλες μικρότερες θεές έτρεξαν να βοηθήσουν τη Λητώ, όμως δεν μπορούσαν να κάνουν τίποτα χωρίς τη συγκατάθεση της Ήρας, που κρατούσε επάνω στον Όλυμπο την Ειλείθυια, τη θεά των αίσιων τοκετών.

Τελικά, έστειλαν την πολύχρωμη Ίριδα, την αγγελιοφόρο των θεών, για να ζητήσει από την Ήρα να επιτρέψει τον τοκετό, προσφέροντάς της ένα περιδέραιο εξαιρετικής ομορφιάς από μάλαμα και κεχριμπάρι, εννιά πήχεις, που είχε κατασκευάσει στο εργαστήρι του ο μεγάλος τεχνίτης των θεών, ο Ήφαιστος.

Αυτό το δώρο καταλάγιασε το θυμό της Ήρας, που έστειλε την Ειλείθυια στη Δήλο. Η Λητώ εξαντλημένη από τους αβάσταχτους πόνους τόσων ημερών γονάτισε στη ρίζα της φοινικιάς και έφερε στον κόσμο πρώτα την Άρτεμη και αμέσως μετά τον Απόλλωνα. Την ώρα της γέννας του θεού ιεροί κύκνοι πετούσαν πάνω από το νησί κάνοντας εφτά κύκλους, γιατί ήταν η έβδομη μέρα του μήνα.

Η Λητώ δεν πρόλαβε να θηλάσει καθόλου το νεογέννητο θεό. Μόλις γεννήθηκε, η Θέμιδα έσταξε στο στόμα του μερικές σταγόνες νέκταρ και λίγη αμβροσία και έτσι έγινε το θαύμα: το βρέφος άρχισε να μεγαλώνει απότομα, τα σπάργανα σκίστηκαν και έπεσαν από το σώμα του.

Οι θεές θαμπωμένες από την ομορφιά του, τον καμάρωναν να κάνει βόλτες πάνω στο νησί. Αμέσως ο Απόλλωνας έτρεξε πάνω στον Όλυμπο για να πάρει την ευχή του παντοδύναμου πατέρα του, αλλά και για να γνωρίσει τους υπόλοιπους θεούς. Ο Δίας καλοδέχτηκε το γιο του και του πρόσφερε πάρα πολλά πλούσια και πανέμορφα δώρα. Ανάμεσα σ’ αυτά ήταν μια ολόχρυση μίτρα στολισμένη με ρουμπίνια και σμαράγδια, που συμβόλιζε τη δύναμη του θεού και είχε πάνω σκαλισμένες σκηνές από τη ζωή των Ολυμπίων.

Επίσης, ο Δίας του χάρισε μια λύρα που ο Απόλλωνας την αγαπούσε πολύ και κάθε φορά που έπαιζε, με τη μουσική του μάγευε θεούς και ανθρώπους· επιπλέον ένα πανώριο άρμα ζεμένο με εφτά ολόλευκους κύκνους που μετέφεραν το θεό σε όποιο σημείο της γης ή του ουρανού επιθυμούσε.

Αμέσως μετά ο Δίας διέταξε τις Ώρες να στρώσουν τραπέζι με νέκταρ και αμβροσία για να καλωσορίσουν όλοι μαζί τον καινούριο θεό πάνω στον Όλυμπο. Ακολούθησε τρικούβερτο γλέντι μέχρι το πρωί. Ο Απόλλωνας έπαιζε με τη λύρα του και χόρευαν οι Χάριτες, η Αρμονία, η Ήβη, η Αφροδίτη και η Άρτεμη· σε λίγο μπήκαν στο χορό και ο Ερμής με τον Άρη.

Μια άλλη όμως παράδοση διηγείται ότι αμέσως μετά τη γέννησή του οι κύκνοι μετέφεραν τον Απόλλωνα στη χώρα τους που βρισκόταν στις όχθες του Ωκεανού, τους Υπερβόρειους· εκεί καθιέρωσαν τη λατρεία του θεού που τη γιόρταζαν αδιάκοπα. Ο Απόλλωνας έμεινε στη χώρα των Υπερβορείων ένα χρόνο και επέστρεψε στην Ελλάδα κατακαλόκαιρο.

Η φύση ολόκληρη γιόρτασε με κάθε τρόπο την επιστροφή του μεγάλου θεού με γλέντια και τραγούδια· τα τζιτζίκια και τ’ αηδόνια τραγουδούσαν και τα νερά των πηγών ήταν πιο καθαρά. Οι Νύμφες και οι Νεράιδες των ποταμών και των λιμνών χόρευαν μερόνυχτα ολόκληρα στα βουνά και τα ξέφωτα. Κάθε χρόνο στους Δελφούς γιόρταζαν αυτή την επιστροφή του με εκατόμβες, δηλαδή ομαδικές θυσίες εκατό ζώων.

Στους Δελφούς ο Απόλλωνας σκότωσε ένα φοβερό δράκοντα που ονομαζόταν Πύθωνας και είχε δέκα χέρια και τέσσερα μάτια. Ο δράκοντας αυτός που έμοιαζε με τεράστια σαύρα έκανε πολλές καταστροφές στην περιοχή. Θόλωνε τα νερά αναταράζοντας τις πηγές και τα ποτάμια, κατέστρεφε τις καλλιέργειες, καταβρόχθιζε τα κοπάδια και τρόμαζε τις Νύμφες όταν μάλιστα ήταν πολύ μανιασμένος, στραγγάλιζε και κατάπινε τους ανήμπορους κατοίκους. Εξάλλου, αυτό το τέρας είχε κυνηγήσει, με εντολή της Ήρας, τη Λητώ όταν έψαχνε τόπο για να γεννήσει τα παιδιά της.

Ο Απόλλωνας με τα ολόχρυσα βέλη που του χάρισε ο Ήφαιστος εξόντωσε τον Πύθωνα και έτσι απάλλαξε τους κατοίκους της περιοχής που για να θυμούνται το κατόρθωμά του καθιέρωσαν προς τιμή του αγώνες οι οποίοι ονομάστηκαν Πυθικοί Αγώνες. Επίσης, έχτισαν ένα μαντείο, το μαντείο των Δελφών, όπου εκεί η Πυθία καθισμένη πάνω στον ιερό τρίποδα, μασώντας φύλλα δάφνης σε κατάσταση ένθεης μανίας αποκάλυπτε τους διφορούμενους χρησμούς του θεού.

Από το μαντείο αυτό πέρασε κάποτε ο ημίθεος Ηρακλής για να ζητήσει χρησμό.

Η Πυθία όμως αρνήθηκε να του απαντήσει, γι’ αυτό ο Ηρακλής έκλεψε τον ιερό τρίποδα και πήγε να ιδρύσει αλλού μαντείο. Ο Λοξίας (προσωνυμία του Απόλλωνα για τους διφορούμενους χρησμούς του) καταδίωκε για πολύ καιρό τον Ηρακλή· όταν τον έφτασε, πάλευαν εννιά ολόκληρες μέρες και νύχτες αδιάκοπα, ολόκληρη η γη τρανταζόταν από τα χτυπήματά τους. Τελικά, ο Δίας χώρισε τους δυο αντιπάλους ρίχνοντας ανάμεσά τους έναν κεραυνό.

Ο Απόλλωνας ήταν ένας πανέμορφος θεός, πανύψηλος, με καταπληκτική κορμοστασιά, γαλάζια μάτια και κατάξανθες μακριές μπούκλες. Γι’ αυτό είχε πολυάριθμες ερωτικές περιπέτειες με Νύμφες και θνητές.

Έτσι, αγάπησε τη Νύμφη Δάφνη, την κόρη του θεού ποταμού Πηνειού της Θεσσαλίας. Αυτή ήταν πανέμορφη και τη ζητούσαν από τον πατέρα της πολλά παλικάρια και γνωστοί ήρωες. Ο Πηνειός την παρακαλούσε να παντρευτεί για να του χαρίσει εγγόνια. Αυτή όμως, αγύριστο κεφάλι, δεν άκουγε το γέροντα πατέρα της, γιατί προτιμούσε να κυνηγάει μέσα στα δάση και να συντροφεύει την παρθένα Άρτεμη. Όταν κάποτε τη συνάντησε ο Απόλλωνας, θαμπώθηκε από την ομορφιά της και θέλησε να την κάνει δική του.

Η Νύμφη όμως δεν ανταποκρίθηκε στον έρωτα του θεού και κατέφυγε στο βουνό. Μερόνυχτα ολόκληρα ο Φοίβος (προσωνυμία του Απόλλωνα) την κυνηγούσε ανάμεσα στους θάμνους και τα πουρνάρια, φωνάζοντάς της πως δεν ήταν ένας τυχαίος γαμπρός αλλά ο λαμπρός Απόλλωνας που τον τιμούσαν θεοί και θνητοί. Τη στιγμή όμως που κόντευε να τη φτάσει, η Νύμφη παρακάλεσε τον πατέρα της να τη σώσει από το αγκάλιασμα του θεού.

Τότε ο Πηνειός που λυπήθηκε την κόρη του, τη μεταμόρφωσε στο ομώνυμο δέντρο· τα πόδια της έγιναν οι ρίζες της δάφνης, το σώμα της ο κορμός, τα χέρια της τα κλαδιά και τα μαλλιά της τα φύλλα του γνωστού δέντρου. Ο Απόλλωνας κλαίγοντας απαρηγόρητα αγκάλιασε το δέντρο και αφού δεν κατάφερε να σμίξει με τη Νύμφη όσο ήταν ζωντανή, ορκίστηκε ότι στο εξής η δάφνη θα ήταν το ιερό δέντρο του και ο ίδιος θα φορούσε πάντα δάφνινο στεφάνι.

Από τη σχέση του με τη θεά της Θεσσαλίας, τη Νύμφη Κυρήνη, ο Απόλλωνας απέκτησε ένα γιο, τον Αρισταίο.
Η Κυρήνη ζούσε άγρια ζωή στα δάση της Πίνδου και προστάτευε τα κοπάδια του πατέρα της. Μια μέρα επιτέθηκε χωρίς όπλα σ’ ένα λιοντάρι, πάλεψε μαζί του και το νίκησε. Ο Φοίβος είδε το κατόρθωμά της και την ερωτεύτηκε. Κατόπιν την απήγαγε και με το ολόχρυσο άρμα του την οδήγησε, πετώντας πάνω από στεριές και από θάλασσες, στη Λιβύη· εκεί σ’ ένα ολόχρυσο παλάτι έσμιξε μαζί της.

Και με τις Μούσες ο Απόλλωνας είχε ερωτικές περιπέτειες. Λένε πως από τη Θάλεια απέκτησε τους Κορύβαντες, δαίμονες που ανήκαν στη συνοδεία του Διόνυσου, μαζί με τους Σάτυρους και τα άλλα ξωτικά του δάσους. Με την Ουρανία απέκτησε τους μουσικούς Λίνο και Ορφέα, που γαλήνευαν τη φύση ολόκληρη παίζοντας τον αυλό τους και εξημέρωναν τα άγρια θηρία. Επίσης, ο Απόλλωνας είναι ο πατέρας του Ασκληπιού, του θεού της Ιατρικής. Λένε πως ο ερωτιάρης θεός έσμιξε με τη Κορωνίδα και την άφησε έγκυο.

Τον καιρό όμως που αυτή περίμενε παιδί έκανε απιστίες στο θεό πηγαίνοντας μ’ έναν θνητό. Όταν το έμαθε αυτό ο Απόλλωνας, οργισμένος από την προσβολή, σκότωσε την άπιστη Κορωνίδα. Τη στιγμή όμως που το σώμα της τοποθετήθηκε πάνω στη φωτιά και ήταν έτοιμο να καεί, ο εκδικητικός θεός μεταμορφωμένος σε γύπα όρμησε και τράβηξε από τα σπλάχνα της το παιδί, ζωντανό ακόμη.

Την ίδια ατυχία είχε και με τη Μάρπησσα, τη βασιλοπούλα της Αιτωλίας. Ο θεός αγαπούσε τη νεαρή κοπέλα, αλλά την έκλεψε ο θνητός Ίδας μ’ ένα φτερωτό άρμα που του δώρισε ο Ποσειδώνας και την οδήγησε στη Μεσσήνη. Εκεί, ο Ίδας και ο Απόλλωνας χτυπήθηκαν αλλά τους χώρισε ο Δίας.

Η Μάρπησσα είχε δικαίωμα να διαλέξει ανάμεσα στους δυο εραστές. Μάταια ο θεός την παρακαλούσε και της έδινε υποσχέσεις αιώνιας πίστης και αφοσίωσης. Αυτή διάλεξε το θνητό Ίδα, από το φόβο της ότι ο αθάνατος και αιώνια νέος Απόλλωνας θα την παρατούσε στα γεράματά της, όταν θα την εγκατέλειπαν η ομορφιά και η φρεσκάδα της νιότης.
Αλλά και με την Κασσάνδρα, την κόρη του Πρίαμου, ο έρωτας δεν ευνόησε το θεό.

Ο Απόλλωνας αγαπούσε την Κασσάνδρα και για να την κερδίσει της υποσχέθηκε να της μάθει την τέχνη της μαντικής. Η νεαρή βασιλοπούλα δέχτηκε, όταν όμως έμαθε καλά την τέχνη, εγκατέλειψε το θεό. Άλλοι πάλι λένε πως ο θεός έσμιξε τελικά με την Κασσάνδρα και απέκτησε μαζί της τον Τρωίλο.

Στην κυρίως Ελλάδα πίστευαν ότι ο Απόλλωνας ήταν εραστής της τοπικής ηρωίδας Φθίας, από την οποία απέκτησε τρεις γιους: τον Δώρο, τον Λαόδοντα και τον Πολυποίτη, που τους σκότωσε ο Αιτωλός. Στην Κολοφώνα πίστευαν πως ο Απόλλωνας ζευγάρωσε με τη Μαντώ, την κόρη του τυφλού μάντη Τειρεσία και από το σπέρμα του γεννήθηκε ο μέγας μάντης Νόμος.

Στην Κρήτη ο ερωτομανής θεός αγάπησε την Ακάλλη, την κόρη του Μίνωα· καρπός της κρυφής σχέσης τους ήταν ο Μίλητος. Η Ακάλλη μόλις γέννησε, άφησε το νεογέννητο στο δάσος, γιατί φοβόταν τον πατέρα της. Ο Απόλλωνας φρόντισε να ζήσει ο γιος του στέλνοντας λύκους να τον προστατεύουν και μια λύκαινα να τον θηλάζει.

Στην Αθήνα ο σκανταλιάρης θεός βίασε την Κρέουσα, την κόρη του βασιλιά Ερεχθέα. Εκείνη μόλις γέννησε εγκατέλειψε το παιδί σε μια ερημιά. Ο Απόλλωνας φρόντισε να φέρει το μωρό στους Δελφούς, όπου το μεγάλωσε η Πυθία. Αυτός ο γιος του Απόλλωνα που με τόσο άσχημο τρόπο ήρθε στη ζωή ονομάστηκε Ίωνας.Ο Απόλλωνας λέγεται ότι αγάπησε και νέους άντρες.

Πιο σημαντική είναι η ερωτική του περιπέτεια με τον Υάκινθο, έναν παρά πολύ όμορφο νέο. Μια μέρα που έπαιζαν οι δυο τους με το δίσκο ο τρομερός Ζέφυρος (άνεμος), επειδή ζήλευε το θεό, παρέσυρε το δίσκο ο οποίος χτύπησε τον Υάκινθο και τον σκότωσε ακαριαία. Ο Φοίβος απαρηγόρητος από το θάνατο του φίλου του και για να κάνει αθάνατο το όνομά του, τον μεταμόρφωσε στο γνωστό ομώνυμο λουλούδι.

Διηγούνται πως ο Απόλλωνας δυο φορές υποχρεώθηκε να μπει δούλος στην υπηρεσία θνητών. Η πρώτη φορά ήταν όταν μαζί με τον Ποσειδώνα, την Ήρα και την Αθηνά θέλησαν να πάρουν την εξουσία του Δία και γι’ αυτό προσπάθησαν να τον δέσουν με τεράστιες σιδερένιες αλυσίδες και να τον κρεμάσουν στον ουράνιο θόλο. Η συνωμοσία όμως απέτυχε και η τιμωρία του Απόλλωνα ήταν να φυλάει τα κοπάδια του βασιλιά της Τροίας Λαομέδοντα, πάνω στις βουνοπλαγιές της Ίδης.

Ο Απόλλωνας έτσι κι έκανε, μια και δεν μπορούσε ν’ αντιμιλήσει στον πατέρα του, τον παντοδύναμο Δία. Μόλις όμως πέρασε ο ένας χρόνος, ο Λαομέδοντας αρνήθηκε να πληρώσει το θεό για τις υπηρεσίες του και τον έδιωξε κακήν κακώς.

Όταν αυτός διαμαρτυρήθηκε, τον απείλησε ότι θα του κόψει τ’ αυτιά και θα τον πουλήσει σαν δούλο. Μόλις ο Απόλλωνας ξαναβρήκε τη θεϊκή του δύναμη, έστειλε φονικό λοιμό στην Τροία που ρήμαζε τη χώρα για έξι ολόκληρους μήνες. Οι γυναίκες γεννούσαν νεκρά παιδιά, τα κοπάδια αποδεκατίζονταν και τα σπαρτά ξεραίνονταν χωρίς να δίνουν καρπούς.

Ο Απόλλωνας πέρασε τη δοκιμασία του βοσκού και για δεύτερη φορά. Αυτό έγινε όταν ο Δίας κεραυνοβόλησε τον Ασκληπιό, γιατί είχε προοδεύσει τόσο πολύ στην ιατρική, ώστε κατόρθωνε να ανασταίνει νεκρούς. Ο Φοίβος πληγώθηκε από το θάνατο του γιου του και για να εκδικηθεί σημάδεψε με τα ολόχρυσα βέλη του πάνω από τον Όλυμπο τους Κύκλωπες που είχαν κατασκευάσει τον κεραυνό.

Ο Δίας αγανακτισμένος πια από τη συμπεριφορά του Απόλλωνα δεν αστειευόταν καθόλου· ήθελε να φυλακίσει το γιο του στα ολοσκότεινα και αφιλόξενα Τάρταρα, στα έγκατα της μάνας Γαίας. Όμως η Λητώ τον παρακάλεσε να ελαφρύνει την ποινή του. Τότε μόνο ο Δίας υποχώρησε και διέταξε τον Απόλλωνα να μπει στην υπηρεσία του βασιλιά Άδμητου. Όταν ο Απόλλωνας έφτασε στις Φέρρες της Θεσσαλίας και παρουσιάστηκε στον Άδμητο, αυτός από τη γλυκύτητα της μορφής του και τη θεϊκή ομορφιά του κατάλαβε πως ήταν κάποιος θεός μεταμορφωμένος σε θνητό.

Έπεσε στα γόνατά του και του πρόσφερε το θρόνο του. Ο Απόλλωνας όμως του εξήγησε ότι ήταν θέλημα του Δία να δουλέψει στην υπηρεσία του και συγκινημένος από την καλή συμπεριφορά και το σεβασμό του Άδμητου, έφερε την ευημερία στο παλάτι και σ’ όλη τη χώρα· όλες οι αγελάδες γεννούσαν δυο μοσχάρια τη φορά, τα χωράφια κάρπιζαν δυο φορές το χρόνο και όλο και περισσότερα πλούτη συγκεντρώνονταν στα χέρια του ευγενικού Άδμητου.

Ο Απόλλωνας έλαβε μέρος στη Γιγαντομαχία στο πλευρό του πατέρα του Δία. Επίσης συμμετείχε στον Τρωικό πόλεμο και ήταν πάντοτε με το μέρος των Τρώων. Ακόμη συνέβαλε στην ολοκλήρωση της Αργοναυτικής εκστρατείας βοηθώντας τον Ιάσονα να φτάσει στη μαγική χώρα του Αιήτη.Δυο φορές χρειάστηκε ο Απόλλωνας να χρησιμοποιήσει τις σαΐτες του για να υπερασπίσει τη μητέρα του, τη Λητώ.

Η πρώτη φορά ήταν όταν ο γίγαντας Τιτυός επιθύμησε τη Λητώ και προσπάθησε να τη βιάσει. Ο θεϊκός γιος της ενέργησε αστραπιαία· σκότωσε με τα βέλη του το γίγαντα λίγο πριν πραγματοποιήσει την άτιμη σκέψη του.

Κάποια άλλη φορά μαζί με την αδερφή του Άρτεμη εξόντωσαν τα παιδιά της Νιόβης, εκτός από δύο, όταν αυτή καυχήθηκε ότι ήταν πιο ευτυχισμένη και πιο τυχερή από τη Λητώ που είχε μόνο δυο παιδιά, ενώ η ίδια είχε δεκατέσσερα. Ο Απόλλωνας σκότωσε με τα βέλη του τα αρσενικά παιδιά και η Άρτεμη τις κόρες. Ο Δίας λυπήθηκε τη Νιόβη και τη μεταμόρφωσε σε βράχο που κλαίει ακόμη για το χαμό των παιδιών της.

Ο Απόλλωνας ήταν γενικά ο θεός της μουσικής και της ποίησης. Γι’ αυτό προέδρευε πάνω στον Ελικώνα, στους αγώνες των Μουσών. Επιπλέον, ήταν θεός και της μαντικής. Πίστευαν ότι εμπνέει τόσο τους μάντεις όσο και τους ποιητές. Επίσης ήταν θεός ποιμενικός που οι έρωτές του με τις Νύμφες και τους νέους που έγιναν λουλούδια τον συνέδεαν με τη βλάστηση και τη φύση. Ήταν ακόμη θεός πολεμιστής που με τα τόξα και τα ολόχρυσα βέλη του μπορούσε να στείλει από μακριά την εκδίκησή του.

Τα ιερά ζώα τα αφιερωμένα στον Απόλλωνα ήταν ο λύκος και το ελάφι. Από τα πουλιά ο κύκνος, ο γύπας και το κοράκι που από το πέταγμά τους έπαιρναν χρησμούς. Τέλος, από τα θαλάσσια ζώα το δελφίνι, που το όνομά του θύμιζε τους Δελφούς, το κυριότερο ιερό του Απόλλωνα. Η δάφνη ήταν το κατεξοχήν ιερό φυτό του θεού.

Ο Απόλλωνας ήταν η προσωποποίηση του φωτός και του ήλιου. Αντιπροσώπευε τις καλές τέχνες, τη μουσική και την ποίηση, που τόσο πολύ λάτρεψαν και καλλιέργησαν οι αρχαίοι Έλληνες.

«ἔστ’ ἦμαρ ὅτε Φοίβος πάλιν ελεύσεται καὶ ες αεί ἔσσεται»

Πηγή: ellinikoarxeio

Το Πρώτο Εθνικό Νομισματοκοπείο. Άργος 1822 – Αίγινα 1828

$
0
0

Η Πρώτη Εθνική Συνέλευση των Επαναστατημένων Ελλήνων [1] εξουσιοδοτεί τον Πρόεδρο του Εκτελεστικού σώματος Αλέξανδρο Μαυροκορδάτο,να υλοποιήσει μία από τις σημαντικές αποφάσεις της. Να δημιουργηθεί δηλαδή το συντομότερο δυνατό Ελληνικό Εθνικό Νόμισμα, χωρίς να περιμένουν να ολοκληρωθεί με επιτυχία η Επανάσταση του Έθνους. Το όνομά του ορίστηκε να είναι η Δραχμή.

Η Παναγία η Κατακεκρυμμένη. Φωτογραφία του Γάλλου Αρχαιολόγου Antoine Bon (;) περίπου στα 1930.

Ένα χρόνο περίπου μετά την καταστροφή του από τον Κιοσέ Πασά Μουσταφάμπεη ή Κεχαγιάμπεη (24/4/1821) [2]το Άργοςαποφασίστηκε να είναι η έδρα του πρώτου Ελληνικού Νομισματοκοπείου.Το μοναστήρι της Παναγίας της Κατακεκρυμένης (της Πορτοκαλούσας), που δεσπόζει στην πλαγιά του Λόφου της Λάρισας κάτω από τοΠελασγικό Κάστροτου Άργους, έκριναν ότι είναι το καλύτερο και ασφαλέστερο μέρος για να κοπούν τα πρώτα ελληνικά νομίσματα.

Στην Καρδαμύλη της Μεσσηνιακής Μάνης ένας κιβδηλοποιός είχε στήσει ένα μηχάνημα κοπής κίβδηλων νομισμάτων (ανθούσε τότε η κιβδηλοποιία). Ήταν το μόνο γνωστό και διαθέσιμο που μπορούσε να χρησιμοποιηθεί αμέσως. Έτσι τον Μάρτιο του 1822 ο Δημήτριος Καλαμαριώτης εξουσιοδοτήθηκε ν’ αγοράσει αυτήν τη «μάκινα» όπως την έλεγαν και να την φέρει στο Άργος. Πράγματι αγοράστηκε και οι εργασίες για την ετοιμασία τα κοπής της Δραχμής ξεκίνησαν, αλλά προχωρούσαν αργά και με προβλήματα. Χρειάζονταν χρυσός, ασήμι και χαλκός. Τα λάφυρα από την Άλωση της Τριπολιτσάς (23/9/1821) είχαν μοιρασθεί τα περισσότερα στους νικητές καπετανέους και στους στρατιώτες τους. Πρότειναν να λιώσουν τ’ ασημένια σκεύη από τις εκκλησίες, ως έσχατη και άμεση λύση για την εύρεση ασημιού.

Έπρεπε, επίσης, να βρεθεί ικανός χαράκτης για την χάραξη της δραχμής. Βρέθηκε στο πρόσωπο ενός ικανού τεχνίτη στην κατασκευή ασημένιων αντικειμένων  και κιβδηλοποιού, του Αρμενικής καταγωγήςΧατζηγρηγόρη Πυροβολιστή (Χατζή – Κιρκορ), που διορίστηκε ως Πρώτος Έλληνας χαράκτης του Εθνικού Νομισματοκοπείου. Ως πρώτα νομίσματα αποφασίσθηκε ότι θα κοπούν, το ασημένιο πεντάδραχμοκαι ο χάλκινος οβολός.

Στην τουρκοκρατούμενη Ελλάδα τα οθωμανικά νομίσματα που κυκλοφορούσαν ήταν –βασικά- τα ασημένια «γρόσια» και οι «παράδες».

Στις 16/3/1822 ο Αλέξανδρος Μαυροκορδάτος με διάταγμά του καθόρισε τις επίσημες ισοτιμίες όλων των γνωστών νομισμάτων που κυκλοφορούσαν τότε στην απελευθερωμένη από την εθνική επανάσταση Ελλάδα. Όπως:

  • Τα χρυσά νομίσματα του σουλτάνου Αχμέτ του Γ’, τα λεγόμενα  «φουντούκια», που κυκλοφόρησαν από το 1703 έως το 1730, ισοδυναμούσαν με 11 γρόσια και 20 άσπρα το καθένα.
  • Τα χρυσά νομίσματα του σουλτάνου Μαχμούτ τα αποκαλούμενα από τον λαό «Μαχμουδιέδες» που κυκλοφορούσαν από το 1730 έως 1754 και ισοδυναμούσαν με 26 γρόσια το καθένα.
  • Τα χρυσά νομίσματα του Μουσταφά του Γ’, τα ονομαζόμενα από τον λαό «Αϊναλιά» και ισοδυναμούσαν με 33. Ήταν από τα πλέον περιζήτητα και ακριβά.
  • Τα γαλλικά ναπολεόνια, οι βρετανικές λίρες, οι κορώνες.
  • Τα αυστριακά νομίσματα της Μαρίας Θηρεσίας, τα ονομαστά «Τάλιρα Ρεγγίνα» (σ’ αυτά είχαν ιδιαίτερη προτίμηση οι Υδραίοι και νησιώτες καπετάνιοι καραβοκύρηδες. Όλα αυτά και άλλα ξένα νομίσματα, 26 συνολικά, είχαν τη δική του ισοτιμία με το γρόσι, όπως την προσδιόριζε το διάταγμα της 16/3/1822.

Δράμαλης (Μαχμούτ) πασάς (1780 – 1822)

Οι εργασίες του πρώτου Εθνικού Νομισματοκοπείου στο μοναστήρι της Παναγίας της Κατακεκρυμένης στο Άργος διεκόπησαν αρχές Ιουλίου 1822 λίγο πριν ολοκληρωθούν. Γιατί η μεγάλη στρατιά του Μαχμούτ Πασά (1788-1822) πέρασε τον Ισθμό της Κορίνθου χωρίς αντίσταση και στις 13 Ιουλίου 1822 μπήκε στο Άργος. Η πόλις καταστράφηκε ξανά για δεύτερη φορά μέσα σε 15 μήνες και εκατοντάδες κάτοικοί του σφαγιάστηκαν ή αιχμαλωτίστηκαν. Έτσι ναυάγησε – λόγω Δράμαλη- η πρώτη προσπάθεια να κοπούν τα πρώτα ελληνικά νομίσματα στο Α’ Εθνικό νομισματοκοπείο που στήθηκε στο Άργος την άνοιξη του 1822.

Μετά την καταστροφή του Δράμαλη στα Δερβενάκια 26-27/7/1822 η προσωρινή κυβέρνηση με απόφαση του εκτελεστικού σώματος τύπωσε χαρτονομίσματα αξίας 100, 250, 500, 700 και 1000 γροσίων για την ενίσχυση του Εθνικού Αγώνα. Τα χαρτονομίσματα αυτά δεν είχαν σχεδόν καμία ανταπόκριση ούτε από τους Έλληνες ούτε από τους ξένους και η αξία του μηδενίστηκε.

Η Β’ Εθνοσυνέλευσητου Άστρους το 1823 πήρε ξανά την απόφαση ότι είναι καθήκον της η έκδοση εθνικού νομίσματος. Και επανέλαβε ότι πρέπει να κοπούν ασημένιες δραχμές και χάλκινοι οβολοί. Κάθε δραχμή προσδιόρισαν την ισοτιμία της με 100 οβολούς. Ούτε και τούτη τη φορά το θέμα προχώρησε.

Ξανά και πάλι εμφύλιος πόλεμος, φατριασμός, διχασμοί, η επαναστατημένη Ελλάδα να βλέπει τα παιδιά της να σκοτώνονται μεταξύ τους και να μην έχει πού ν’ ακουμπήσει να πάρει μία ανάσα. Ο χρυσός, τ’ ασήμι, τα μέταλλα τ’ αναγκαία για να κοπούν τα νομίσματα έγιναν καπνός, όπως και το δάνειο της Ανεξαρτησίας (2.800.000 αγγλικές λίρες) που πήραμε το 1825. Και ο Ιμπραήμ Πασάςεισέβαλε ανενόχλητος στο Μωριά ρημάζοντάς τον.

Ιωάννης Καποδίστριας, Λιθογραφία γύρω στο 1818., Καλλιτέχνες: «von L Brand ν{οη} R. Weber».

Μετά τη ναυμαχία του Ναβαρίνου (8/10/1827) και την απελευθέρωση της χώρας και με την έλευση του κυβερνήτη Ιωάννη Καποδίστρια (7/1/1828) το θέμα το πέρασε πλέον στην αρμοδιότητά του και απεφάσισε: πρώτον την άμεση δημιουργία Εθνικού Νομισματοκοπείου και δεύτερον να μην δημιουργήσει τη Δραχμή, αλλά ως νομισματική μονάδα τον αργυρό «Φοίνικα». (Το μυθικό πουλί των αρχαίων που αναγεννάται από τις στάχτες του, όπως η Ελλάδα).

Πολλαπλάσιο του αργυρού φοίνικα θα ήταν η χρυσή «ΑΘΗΝΑ» αξίας 20 φοινίκων και το ήμισυ αυτής 10 φοινίκων. Δυστυχώς λόγω ελλείψεως χρυσού, χρυσά νομίσματα δεν εκόπησαν.

Αρχές του 1828, ο Ιωάννης Καποδίστριας έλαβε ως δωρεά 1.500.000 ρούβλια από τη ρωσική κυβέρνηση αλλά και άλλες αξιόλογες δωρεές από τους υπόλοιπους συμμάχους των Ελλήνων. Τα χρήματα αυτά έδωσαν στον κυβερνήτη την ευκαιρία να ξεκινήσει αμέσως τη δημιουργία εθνικού νομίσματος.

Ο Φοίνικας, το πρώτο νόμισμα του νεοσυσταθέντος ελληνικού κράτους, κόπηκε από τον Καποδίστρια στην Αίγινα το 1828. Στο πίσω μέρος σχηματίζεται κύκλος από δύο κλαδιά δάφνης και ελιάς.

Έδωσε εντολή και στις 22 Μαΐου 1828 ο Αλέξανδρος Κοντόσταυλοςτον οποίο διόρισε ως πρώτο έφορο του υπό ίδρυση Εθνικού Νομισματοκοπείου Ελλάδος, πήγε σε ειδική αποστολή στη Μάλτα και με 100 στερλίνες αγόρασε 2 μηχανές κατασκευής νομισμάτων του 1783 και 1797. Ανήκαν στο Τάγμα των Ιωαννιτών Ιπποτών της Μάλτας, που είχε πάψει να λειτουργεί πριν 30 χρόνια όταν το τάγμα εκδιώχθηκε από τους Γάλλους και εγκατέλειψε τη Μάλτα. Μαζί με άλλα αναγκαία εξαρτήματα που αγόρασε στη Μασσαλία, στις 20/11/1828 έστησε το νομισματοκοπείο στην Αίγινα, στο ισόγειο του κτιρίου, που ο λαός ονόμασε «το παλάτι του Μπάρμπα-Γιάννη» και χρησίμευσε ως κυβερνείο του Ιωάννη Καποδίστρια για λίγο καιρό προτού μετακομίσει στην πρωτεύουσα στο Ναύπλιο.

Τα χάλκινα νομίσματα που εξέδωσε ο Καποδίστριας.

Τα πρώτα νομίσματα της ελεύθερης Ελλάδας εκόπησαν στις 27/06/1829. Και είναι αξιοσημείωτο το γεγονός ότι και το πρώτο αρχαίο ελληνικό νόμισμα οι «χελώνες», είχαν κοπεί τον 7οναιώνα π.Χ. πάλι στην Αίγινα, που τότε ήταν αποικία των Αργείων από τον βασιλιά του Άργους τον Φείδωνα.Τελικά τέθηκαν σε κυκλοφορία μόνο 4 εκδόσεις. Ο αργυρός «Φοίνικας» τα χάλκινα «λεπτόν», «πεντάλεπτον» και «δεκάλεπτον» και το 1830 το χάλκινον «εικοσάλεπτον».

Αργυρός στατήρας Αίγινας (480 π.χ.)

Χελώνα της Αίγινας (480 π.Χ.)

Ο γνωστός μας (από την πρώτη προσπάθεια στο Άργος) Αρμένης Χατζηγρηγόρης  ήταν ο χαράκτης των ασημένιων «φοινίκων», που έγιναν από λιώσιμο ασημένιων διακοσμήσεων και όπλων, ενώ τα χάλκινα νομίσματα έγιναν από κατεστραμμένα πυροβόλα και είδη οικιακής χρήσεως. Τις χαράξεις του 1830 τις έκανε  τεχνίτης με το όνομα «Δάσκαλος» Γεώργ. Παπακωσταντόπουλοςαπό την Καρύταινα, των δε κοπών του 1831 ο Καρπενησιώτης Δημ. Κοντός. Συνολικά εκόπησαν 11.978 ασημένιοι φοίνικες.

Γενική Εφημερίς

Η 4ηΕθνοσυνέλευσητων Ελλήνων που έγινε στο αρχαίο θέατρο του Άργους (11/07 έως 6/08/1829) ενέκρινε ψήφισμα (το Ζ/31/7/1829) για τη λειτουργία του Νομισματοκοπείου και την κυκλοφορία του νέου νομίσματος εγκρίνοντας έτσι όλες τις μέχρι τότε αποφάσεις και πράξεις του Ιωάννη Καποδίστρια. Μάλιστα στις 30/7/1829 στα μέλη της Δ’ Εθνοσυνέλευσης μοιράσθηκαν ως δώρο τα πρώτα νομίσματα που κυκλοφόρησαν.

Οι φοίνικες του Καποδίστρια

Το 1831 αναγκάσθηκε ο Ιωάννης Καποδίστριας να κυκλοφορήσει χάρτινους φοίνικες [3]. Την απόφασή του αυτή ο πρώτος κυβερνήτης της χώρας μας την αιτιολόγησε με λόγια που μακάρι να τα ακούγαμε και σήμερα από τους νυν κυβερνώντες μας. «…χρεωστούντες να εξεύρωμεν τον τρόπον να θεραπεύσωμεν την ανάγκην ταύτην (δηλαδή την έλλειψη χρημάτων) χωρίς να επιφορτίσωμεν με νέους φόρους την γεωργίαν και το εμπόριον, τα οποία πρέπει να αναζωογονήσωμεν ως παθόντα εκ της παρελθούσης ανωμαλίας…». Οι χάρτινοι φοίνικες τυπώθηκαν στην Αίγινα την 1/7/1831. Η συνολική αξία τους ανήλθε στο ύψος των 500.000 φοινίκων, από 3.000.000 που είχαν αρχικά ορισθεί, τυπώθηκαν ονομαστικές αξίες των 5, 10, 50 και 100 φοινίκων. Τα χαρτονομίσματα μη έχοντας αντίκρισμα σε χρυσό ή ασήμι δεν απέκτησαν την εμπιστοσύνη Ελλήνων και ξένων και απέτυχαν.

Μετά τηδολοφονία του Ιωάννη Καποδίστρια (27/9/1831) και την έλευση του νεαρού βασιλιά Όθωναστο Ναύπλιο (18/1/1833) οι Βαυαροί που δεν ήθελαν ν’ ακούσουν καν για τις ημέρες και τα έργα του Α’ Κυβερνήτη της Ελλάδος, στις 1/2/1833 με μία από τις πρώτες αποφάσεις του Όθωνα σταμάτησαν τις εργασίες του Εθνικού Νομισματοκοπείου στην Αίγινα [4]και απεφάσισαν ότι το νέο νόμισμα της χώρας θα είναι πλέον η Δραχμή που από τότε έως το 2002 που την αντικατέστησε το ευρώ, πέρασε πολλά ευχάριστα και δυσάρεστα και εμείς μαζί της περισσότερα…

****

Υποσημειώσεις


[1]Οι εργασίες της Α’ Εθνοσυνέλευσης άρχισαν την 1/12/1821 στον ημιυπόγειο ναό του Αϊ-Γιάννη στο Άργος (ο σημερινός ναός του Αϊ-Γιάννη κτίσθηκε μετά το 1822 και περατώθηκε από τον Ιωάννη Καποδίστρια το 1829). Οι εργασίες της ξεκίνησαν άσχημα. Οι έριδες και ραδιουργίες έφεραν σε σύγκρουση τον Δ. Υψηλάντη και τον Θ. Κολοκοτρώνη με τους Μαυροκορδάτο και Νέγρη. Η δολοφονία στο Άργος εκείνες τις μέρες του Αντώνη Οικονόμου έκανε το Άργος ανάστατο. Οι πολιτικοί αντιπρόσωποι της Α’ Εθνοσυνέλευσης ένιωθαν μεγάλη ανασφάλεια γιατί ο στρατός είχε αγριέψει και τους απειλούσε. Έτσι αποφάσισαν να τη σταματήσουν και να μεταβούν στην Πιάδα (Νέα Επίδαυρο) χωρίς τον Δ. Υψηλάντη και τον Θ. Κολοκοτρώνη. Εκεί άρχισαν εκ νέου οι εργασίες της από την 20/12/1821 και τέλειωσαν στις 16/01/1822. Ο Μαυροκορδάτος κυριάρχησε και εκλέχτηκε Πρόεδρος του Εκτελεστικού σώματος (προσωρινός πρωθυπουργός).

[2]Στις 25/04/1821, ο Κιοσέ Μεχμέτ Πασάς Μουσταφάμπεης ή Κεχαγιάμπεης με 3.500 Τουρκαλβανούς εισβάλει στο Άργος και επί 6 μερόνυχτα ανενόχλητος το ρημάζει. Σφάζει 700 Αργείους, βιάζει γυναίκες και παίρνει όσα γυναικόπαιδα βρήκε ως σκλάβους. Βλέπε: Αργολική Αρχ. Βιβλιοθήκη: Ο Μεντρεσές του Άργους και η πολύτιμη για τον Αγώνα του 1821 μολύβδινη σκεπή τους.

[3]Δυστυχώς το κόστος παραγωγής κάθε αργυρού φοίνικα ξεπέρασε κατά πολύ την αξία που είχε σαν νόμισμα. Γι’ αυτό και σταμάτησε – μαζί με άλλους λόγους που κυρίαρχος ήταν η απουσία ασημιού- την παραγωγή του.

[4]Ό,τι έχει απομείνει από τα μηχανήματα αυτά βρίσκεται στη συλλογή της Εθνολογικής & Ιστορικής Εταιρείας της Ελλάδος. Μια μικρή πρέσα, βρίσκεται σήμερα δίπλα στα σκαλοπάτια της εισόδου του Εθνικού Ιστορικού Μουσείου στην Αθήνα.

Βιβλιογραφία


  • Αναστάσιος Τζαμαλής, «ΤΑ ΝΟΜΙΣΜΑΤΑ ΤΗΣ ΝΕΩΤΕΡΗΣ ΕΛΛΑΔΑΣ 1828-1979», Εκδόσεις ΝΟΥΜΜΙΟ, Αθήνα 1981.
  • Αργειακόν Ημερολόγιον 1930 (Συλλογή Γ. Γιαννούση).
  • Κάρολος Μπρούσαλης, «Το Εθνικό Νόμισμα» εφημ. Έθνος (Ιανουάριος 2007).
  • Αλέξης Τότσικας, «Η Δραχμή μας», Ιστόραμα, 2002.
  • Πρότυπο Πειραματικό Γενικό Λύκειο Βαρβακείου Σχολής, «Οι φοίνικες του Καποδίστρια: το πρώτο νόμισμα του νεώτερου ελληνικού κράτους», Απρίλιος 2013.

Γιώργος Γιαννούσης

Οικονομολόγος – Πρόεδρος Αργολικής Αρχειακής Βιβλιοθήκης Ιστορίας & Πολιτισμού

Πηγή: argolikivivliothiki

Αντικλείδι, http://antikleidi.com

Δες τι σημαίνει το όνομά σου στα Αρχαία Ελληνικά

$
0
0

Ετυμολογία αρχαίων ονομάτων που συναντώνται και σήμερα

Ονόματα ανδρών

Αγαθοκλής (αγαθός+κλέος) ο έχων καλή φήμη.

Αγησίλαος ( άγω+λαός) ο ικανός ηγέτης.

Αθηναγόρας (Αθήναι+αγορά) ο σοφός αγορητής

Αθηνόδωρος (Αθηνά+δώρο) δώρο της Αθηνάς, ο σοφός.

Αλέξανδρος (αλέξω:απομακρύνω+ανήρ) ο απωθών τους άνδρες, ο ανδρείος.

Αλκιβιάδης (αλκή+βία) ο τολμηρότατος.

Ανδροκλής (ανήρ+κλέος) ο ένδοξος.

Αριστογένης (άριστος+γένος) ο ευγενής.

Αριστόβουλος (άριστος+βουλή) ο άριστος σύμβουλος.

Αριστοκλής (άριστος+κλέος) ο έχων άριστη δόξα.

Αριστομένης (άριστος+μένος) ο ανδρειότατος.

Δημοσθένης (δήμος+σθένος) η δύναμη του λαού.
Διογένης (Ζευς+γένος) ο Θεογένητος
Διομήδης (Διός+μέδων:άρχων) ο άρχων με θεία δύναμη.

Επαμεινώνδας (επί+άμεινον) ο προοδευτικός.
Ετεοκλής (ετεός:αληθής+κλέος) ο έχων αληθινή δόξα.
Ευαγόρας (ευ+αγορεύω) ο καλός ομιλητής.
Ευρυβιάδης (ευρύς+βία) ο πολύ αυταρχικός.
Ευρυσθένης (ευρύς+σθένος) ο καρτερικότατος.

Θεμιστοκλής (θέμις+κλέος) ο ένδοξος υπερασπιστής του δικαίου.
Θουκυδίδης (Θεού+κύδος:δόξα) ο δοξάζων τον θεό.
Θρασύβουλος (θρασύς+βουλεύομαι) ο τολμηρά σκεπτόμενος.
Ιάσων (ίασις:θεραπεία) ο θεραπευτής.
Ίων (ίον:άνθος) ο μενεξεδένιος.

Κίμων (χίμων:χειμών) ο θυελλώδης.
Κλέαρχος (κλέος+άρχω) ο ένδοξος άρχων.
Κλεόβουλος (κλέος+βουλή) ο επινοητικότατος.
Κλεομένης (κλέος+μένος) ο ένδοξος για τη γενναιότητά του.
Κρίτων (κρίνω) ο ευφυής.

Λέανδρος (λαός+ανήρ) ο ανδρείος του λαού.

Μενέλαος (μένος+λαός) η ορμή του λαού.
Μιλτιάδης (μίλτος:ερυθρά βαφή) ο αιματώδης, ο ανδρείος.

Νεοκλής (νέος+κλέος) η νέα δόξα.

Ξενοφών : ο ανδρείος ηγέτης των ξένων

Οδυσσεύς (οδύσσομαι:διώκομαι) ο διωκόμενος υπό των θεών.
Ορέστης (όρος+ίσταμαι) ο ορεσίβιος.

Πάτροκλος (πατρίς+κλέος) η δόξα της πατρίδος
Περικλής (περί+κλέος) ο ένδοξος
Πολυδεύκης (πολύ+δεύκος:γλεύκος) ο πολύ γλυκός
Πύρρος (εκ του πυρρός) ο ξανθοκόκκινος

Σόλων (πιθανώς από το ρ. σέλλω:σείω) ο διασείσας το παλαιό, ριζοσπάστης
Σοφοκλής (σοφός+κλέος) ο έχων δόξα σοφού
Σωκράτης (σώζω+κράτος) ο σωτήρ του κράτους

Τηλέμαχος (τηλέ: μακριά+μάχομαι) ο αγωνιζόμενος μακράν της πατρίδος
Τιμολέων (τιμή+λέων) ο ισχυρός ως λέων

Φαίδων (φως) ο λαμπρός καθ όλα
Φίλιππος (φιλώ+ίππος) ο αγαπών τους ίππους
Φοίβος (φάος:φως) ο ακτινοβόλος
Φρίξος (φρίττω) ο τρομακτικός.
Ονόματα γυναικών
Αγαθόκλεια (αγαθή+κλέος) η έχουσα καλή φήμη
Αγαθονίκη (αγαθή+νίκη) η νικήτρια ένδοξης νίκης.
Aλκηστις (αλκή+εστία) η χάρη της οικογενείας
Αλκμήνη (αλκή+μήνη:σελήνη) η ακτινοβολούσα.
Ανδρομάχη (ανήρ+μάχομαι) η πρόμαχος.
Αριάδνη (άρι:πολύ+αγνή) η αγνότατη
Αρσινόη (άρσις < αίρω+νους) η υψηλόφρων.
Αφροδίτη (αφρός+αναδύω) η αφρογενής, η ωραιοτάτη.

Δηϊδάμεια (δήϊος:εχθρός+δαμάζω) η νικήτρια των εχθρών.
Διώνη (εκ του Διός) η θεϊκή.

Ερατώ (ερώ:αγαπώ) η αξιολάτρευτη, Μούσα
Εριφύλη (έρι:πολύ+φύλον) η έξοχη των γυναικών.
Ευδοξία (ευ+δόξα) η έχουσα καλή φήμη.
Ευνομία (ευ+νέμω:διανέμω) η δίκαιη χορηγός των αγαθών.
Ευρυδίκη (ευρύς+δίκη) η πολύ δίκαιη.
Ευρύκλεια (ευρύς+κλέος) η πολυένδοξη.
Ευτέρπη (ευ+τέρπω) η πολύ ευχάριστη, Μούσα.

Ήβη (ήβη:ακμή) η πάντοτε θαλερή, νέα
Ηλέκτρα (ηλέκτωρ:ο ακτινοβολών ήλιος) η ακτινοβολούσα από χάρη
Ηρώ (Ήρα) η προσωποποίηση της Θεάς Ήρας Θάλεια (θάλλω) η δροσερή, η ωραία, Μούσα

Θέμις (τίθημι>θεσμός) η θεά του Δικαίου, η άκρως δίκαιη.

Ιοκάστη (ίον+κάζω:στολίζω) η ωραία ως μενεξές.
Ιππολύτη (ίππος+λύω) η αρματιλάτις.
Ίρις (είρω:αγγέλω) η αγγελιοφόρος των θεών.
Ιφιγένεια (ίφι:ισχυρά+γίγνομαι) η πολύ ισχυρή.

Καλλιόπη (κάλλος+ωψ:οφθαλμός) η έχουσα ωραία μάτια.
Καλλιρρόη ( καλώς+ρέω) η δροσερή ως καθαρό νερό.
Κλειώ (κλέος) Η ένδοξη, Μούσα.
Κλεονίκη (κλέος+νίκη) η ένδοξη νικήτρια.
Κλεοπάτρα (κλέος+πάτρη) η δόξα της πατρίδος.

Λητώ (λανθάνω) η μυστηριώδης.

Μελπομένη (μέλπω) η ευφραίνουσα με το άσμα της.
Μυρτώ (μύρτον) η ευχάριστη ως μυρτιά.

Ναυσικά (ναυς+καίνυμαι:υμνούμαι) η υμνούμενη από τους ναυτικούς.
Νεφέλη (νέφω:χύνω ύδωρ) η προσφέρουσα ζωογόνον ύδωρ.

Ξανθίππη η ξανθή ιππεύτρια.

Πηνελόπη (πήνη:υφάδι+λέπω:εκτυλίσσω) η καλλιτέχνις υφάντρια.
Πολυξένη (πολύ+ξενία) η πολύ φιλόξενη.
Πολύμνια (πολύς+ύμνος) η θεία τραγουδίστρια, Μούσα.

Τερψιχόρη (τέρπω+χορός) η τέρπουσα με το χορό της, Μούσα.

Φαίδρα (φαιδρός < φως) η φωτεινή, η λάμπουσα από χάρη.
Φερενίκη (φέρω+νίκη) η νικηφόρος
Φιλομήλα (φιλώ+μέλος) η φιλόμουσος, η φίλη της αρμονίας.

Χρυσηϊς (χρυσός) η πολύτιμη, η χρυσαφένεια.
Ονοματοπαίγνια
(η ετυμολογία των ονομάτων αφορμή για ψάξιμο και παιχνίδι)
Βοηθήματα: Λεξικό Νέας Ελληνικής Γλώσσης Γ. Μπαμπινιώτη, Μέγα Λεξικό της Ελληνικής Γλώσσης Henry G.Liddell- Robert Scott.
Α
Αγαμέμνων: επίμονος
Αγησίλαος: αρχηγός
Αδάμ: άνθρωπος
Αδαμάντιος-ία: διαμαντένιος
Αίγλη: γοητεία
Άλκηστη: ικανή
Αλκιβιάδης: ισχυρός
Αμαλία: ακούραστη
Ανδρομάχη: μάχη ανδρός
Αντιγόνη: απόγονος
Απόστολος-ία: αγγελιοφόρος
Ασπασία: χαρούμενη
Αγνή: σεμνή
Αντώνης-ία: ο καταγόμενος από τον Ηρακλειδη Άντωνα
Αθανάσιος-ία: αθάνατος
Αγαθάγγελος: φέρνει καλές ειδήσεις
Αρσένιος: αρσενικός
Αγαθή: αθώα
Ακύλας: αετός
Αρχέλαος: αρχηγός του λαού
Αγάπιος: ανιδιοτελής
Αλέξιος-ία: προστάτης
Αρτέμων: αναρτητής
Ακάκιος: άκακος
Αναστάσιος: αυτός που σηκώνεται
Αχίλλειος- Αχιλλέας: θλιμμένος
Ακυλίνη: αετίνα
Αφροδίσιος: ο αναφερόμενος στην Αφροδίτη, την ερωτική επιθυμία
Αριστοκλής: δοξασμένος
Αιμιλιανός: αντίζηλος
Αλέξανδρος-α: προστάτης των ανθρώπων
Άνθιμος: άνθος
Αριστείδης: άριστος στη μορφή
Αριάδνη: πάναγνη
Ανδρόνικος-ίκη: αυτός που νικά τους εχθρούς
Αριστόβουλος: ο έχων καλή θέληση
Αργυρώ: ασημένια
Αικατερίνη: καθαρή
Ανδρέας: άφοβος
Αγγελίνα: αγγελάκι
Αμβρόσιο: άφθαρτος
Άννα: η έχουσα εύνοια, χάρη
Απολλώνιος: δυνατός
Αγλαΐα: η έχουσα ευτυχισμένη ζωή και
Αγλαΐα: ωραία
Αναστασία: αναστημένη
Αγαθοκλής: ο έχων φήμη γενναίου ανδρός
Αθηνά: Αθηναία
Αναξαγόρας: άρχοντας του λόγου
Αναξίμανδρος: κύριος της ομώνυμης του θεού Μάνδρου περιοχής της Μ. Ασίας
Αναξιμένης: κύριος του πάθους
Ανάργυρος: ανάργυρος, χωρίς χρήματα
Ανδροκλής: ένδοξος άνδρας
Άρης: καταστροφή, κατάρα
Αρίσταρχος: άριστος άρχοντας
Αριστοτέλης: ο έχων άριστους σκοπούς
Αριστοφάνης: ο έχων άριστη όψη
Αρχίλοχος: πρωτογεννημένος
Αρχιμήδης: κυρίαρχος της σκέψης
Αύγουστος: σεβαστός και
Αύγουστος: οιωνοσκόπος

Β
Βέρα: αληθινή
Βιργινία: παρθένος
Βύρων: στάβλος
Βασίλειος-ική : βασιλιάς-ισσα
Βουκόλος: βοσκός βοδιών
Βλάσης: βλαστάρι
Βαλεντίνος-η: ρωμαλέος
Βενέδικτος: ευλογημένος
Βάϊος: βάγια
Βαρνάβας: υιός παράκλησης
Βερονίκη: αληθινή νίκη
Βίκτωρ-ία: νίκη
Βαρβάρα: βάρβαρη
Βαρθολομαίος: γιος του Τολμάι
Βερέμης: ο ασθενικός, φθίση
Βιόλα: μενεξές
Βιολέτα: υποκορ. του Βιόλα

Γ
Γαλάτεια: ισχυρή
Γρηγόρης: άγρυπνος
Γελάσιος: εξαπατημένος
Γαβριήλ: ο Θεός είναι η ισχύς μου
Γερόντιος: ώριμος
Γεώργιος-ία: γεωργός
Γλυκερία: γλυκός μούστος
Γεράσιμος: τιμημένος
Γεθσημανή και Γεσθημανή: ελαιοτριβείο

Δ
Δαλιδά: ευχαρίστηση
Δανάη: φαιδρή, χαρούμενη
Δημοσθένης: τόλμη του δήμου
Διάνα: Άρτεμις (εγερτήριο σάλπισμα)
Δομνίκη: κυρία, αρχόντισσα
Δομνίνη: αρχοντοπούλα
Δωροθέα: δώρο Θεού
Δαβίδ: αγαπητός
Δαμιανός: μικρός
Διομήδης: σκέψη του Δία
Διονύσης-ία: Διόνυσος
Δημήτριος-α: μητέρα γη
Δαμασκηνός: ο καταγόμενος από τη Δαμασκό
Δανιήλ: καθαρός
Δανιήλ: κριτής μου είναι ο Θεός
Δαίδαλος: περίτεχνα δουλεμένος, κατάστικτος
Δεσπότης- θηλ. Δέσποινα: ο κύριος του σπιτιού
Δημόκριτος: κριτής του δήμου
Δίκαιος: ο συμμορφούμενος προς τους θεσμούς, τις δικανικές αποφάσεις
Διογένης: γεννημένος από τον Δία
Διόδωρος: δώρο του Δία
Δούκας: άγω, οδηγώ

Ε
Έκτωρ: κάτοχος
Ελεονώρα: ξένη
Έλλη: Ελληνίς
Επαμεινώνδας: ο ισχυρότερος
Ερασμία: αξιαγάπητη
Ερρίκος: για πάντα δυνατός
Εύα: η μητέρα των ζωντανών
Ευστράτιος: καλός στρατιώτης
Ευθύμιος: πρόσχαρος
Ευσέβιος: θεοσεβής
Ευστάθιος-ία : ακλόνητος, σταθερός
Ευδοκία: καλή διάθεση
Ευθαλία: ανθισμένη
Ευτρόπιος: προετοιμασμένος
Ευάγγελος-ία: ο φέρων καλές ειδήσεις
Ευβούλη: συνετή
Ευτύχιος-ία: καλότυχος
Ελισάβετ: αφθονία
Ειρήνη: φιλήσυχη
Επιφάνιος: επιφανής
Ελένη: λαμπάδα
Ελισ(σ)αίος: αυτός που ελίσσεται
Ευδόκιμος: επιτυχημένος
Ειρηναίος: ειρηνικός
Ερμιόνη: η καταγόμενη από την ομώνυμη πόλη
Ευανθία: λουλουδιασμένη
Ευφημία: η έχουσα καλή φήμη
Ευφροσύνη: χαρούμενη
Ερωτηίς: ερωτιάρα
Ευλάμπιος-ία: λαμπερός
Επιστήμη: αυτή που γνωρίζει τα πάντα
Ελευθέριος-ία: ελευθερωτής
Ευγένιος-ία: από καλή γενιά
Ειλείθυα: έρχομαι, φέρνω
Ελπίδα: αναμένω, ελπίζω
Ερμής: πιθανόν έρμα= σωρός λίθων
Έρση: έρση, δροσιά
Ευρυδίκη: ευρύς και δίκη
Ευρώπη: πιθανόν ωπός, ανοιχτομάτης
Εμπεδοκλής: ο έχων έμπεδον κλέος, σταθερή δόξα, ο μόνιμα ένδοξος

Ζ
Ζήνων: Ζευς
Ζαχαρίας: αυτός που θυμάται
Ζηνοβία: αυτή που ζει τη ζωή

Η
Ήβη: ισχύς
Ηρώ: Ήρα
Ηρωδίων: ήρωας
Ηρώδης: ήρωας
Ηράκλειος: ο πολύ δυνατός
Ηλίας: είναι ο Θεός μου
Ηλέκτρα: λαμπρή, φωτεινή
Ησαΐας: σωτηρία του Θεού
Ησίοδος: ρίχνω, εκτοξεύω φωνή, ωδή
Ηρόδοτος: Ήρα και δοτός
Ηώ: χάραμα, αυγή

Θ
Θαλής-Θάλεια: ανθηρός
Θεωνάς: κοντά στο Θεό
Θεοδόσιος-α: ο δοσμένος στο Θεό
Θεόδωρος-α: δώρο του Θεού
Θεοφύλακτος: αυτός τον οποίο φυλάει ο Θεός
Θωμάς: δίδυμος
Θεολόγος-ία: αυτός που μιλά για το Θεό
Θεράπων: θεραπευτής
Θεοδότης: ο Θεός δίνει
Θεμιστοκλής: δόξα της δικαιοσύνης
Θεοφάνης: φανέρωση του Θεού

Ι
Ιωάννης-α: ευνοημένος από το Θεό
Ιανουάριος: Ιανός
Ιάσων: θεραπευτής
Ιουνία: Ιούνιος, Ήρα
Ιουστίνος: δίκαιος
Ιλαρίων: χαρωπός
Ιούδας: παινεμένος
Ιεζεκιήλ: ο Θεός δυναμώνει
Ιππόλυτος: αυτός που λύνει τα άλογα
Ιπποκράτης: αυτός που κρατά τα άλογα
Ίρις: λυγαριά
Ιφιγένεια: από ισχυρό γένος
Ιουλία: Πέμπτη
Ιωακείμ: ο Θεός σταθεροποιεί
Ιουλιανός: Ιούλιος
Ιωνάς: περιστέρι
Ισσαάκ: γελαστός
Ιάκωβος: αυτός που υποσκελίζει
Ιωσήφ-ίνα: πολύτεκνος
Ιγνάτιος: φωτιά
Ιερώνυμος: ο φέρων ιερό όνομα
Ιορδάνης: εκροή
Ισμαήλ: ο Θεός ακούει

Κ
Καλλιρρόη: η καλλίρροη, η με άφθονα νερά
Καλυψώ: αυτή που καλύπτεται
Κάρολος: δυνατός άντρας
Κασσάνδρα: αυτή που υπερέχει
Κίμων: ο έχων σκούρο καφέ χρώμα
Κλέαρχος: ένδοξος άρχοντας
Κλειώ: υπόληψη
Κύρος: κύριος
Κύριλλος: κύριος
Κασσιανός-ή: ο φέρων περικεφαλαία
Κωνσταντίνος-ίνα: σταθερός
Καλλιόπη: ομορφομάτα
Καλλίνικος: λαμπρή νίκη
Κοσμάς: κόσμημα
Καλλίστρατος: καλός δρόμος
Κυριάκος-η: ο ανήκων στο Θεό
Κυπριανός: χάλκινος
Κλεοπάτρα: η από ένδοξο πατέρα
Κυβέλη: Κυβήβη, πιθανόν ανατολ. δάνειο

Λ
Λουκάς: ο καταγόμενος από τη Λουκανία
Λέων: λιοντάρι
Λαυρέντιος: δάφνινος
Λυδία: η καταγόμενη από την αρχαία ομώνυμη χώρα
Λύδα: γυναίκα
Λάζαρος: ο Θεός έχει βοηθήσει
Λουκία: λουκάνικο
Λουκιανός: φωτεινός
Λογγίνος: ρήτορας
Λυκούργος: ο ως λύκος συμπεριφερόμενος
Λάμπρος: λαμπρός
Λατίνος: ο καταγόμενος από το Λάτιο
Λευκή: φωτεινή, λαμπρή
Λάουρα: δάφνη, δάφνινο στεφάνι

Μ
Μελπομένη: τραγουδίστρια
Μενέλαος: αυτός που μένει με το λαό
Μαλαχίας: μαλακός
Μάξιμος: μέγιστος
Μάρκος: φιλοπόλεμος
Μεθόδιος: μεθοδικός
Μελέτιος: αυτός που δείχνει ενδιαφέρον
Μαρίνα: θάλασσα
Μαρίνος: ο θαλασσινός Μαγδαληνή: από τα Μάγδαλα-Πύργος
Μάρκελλος-α: υποκ. Άρης
Μαρία: πικρή, ανυπότακτη
Μαρκιανός: ο υιοθετημένος
Μιχάλης: ποιος είναι σαν το Θεό;
Ματθαίος-ίλδη: δώρο Θεού
Μηνάς: αυτός που στέλνει μηνύματα
Μελάνη-Μελανία: μελαχρινή
Μιράντα: θαυμαστή
Μυρσίνη: μυρτιά
Μάγια: όχι πολύς, ανεπαρκής
Μαντώ: μάντις
Μερόπη: θνητός άνθρωπος, βροτός
Μιλτιάδης: κοκκινωπός, στο χρώμα του αίματος
Μορφέας: μορφή
Μωυσής: βγαλμένος απ΄ έξω, σωσμένος(απ΄το νερό) (βιβλ. άποψη)

Ν
Ναϊάς: πηγή, κρήνη
Νικηφόρος: θέλγει τη νίκη
Νήφων: νηφάλιος
Νεφέλη:νέφος, σκότος
Ναταλία: λουλούδι
Νικήτας: νικητής
Νεόφυτος: καινούρια βλάστηση
Νέστορας: αυτός που επιστρέφει ευτυχής
Νεκτάριος: γλυκός χυμός
Νικόλαος: ο χαρίζων στο λαό
Ναθαναήλ: ο Θεός έχει δώσει

Ξ
Ξένη: φιλόξενη
Ξενοφών: ηχεί παράξενα

Ο
Οδυσσέας: αντικείμενο οργής
Ορέστης: ορεινός και
και Ορέστης: ορεινός
Ορέστης: μετριόφρων
Ονούφριος: σκεπτικός
Όλγα: ευτυχισμένη
Ολυμπιάς: βουνό, Όλυμπος
Όθων: πλούτη, περιουσία

Π
Πρισκίλλη: παλιά
Πάμφιλος: φίλος όλων
Πολύκαρπος: γόνιμος
Πηγή: πάγος
Πατρίκιος: πατέρας
Παύλος: μικρός
Πέτρος: λιθάρι
Προκόπης: προκομμένος
Παγκράτιος: πανίσχυρος
Παρασκευάς,ή: προετοιμασία
Παντελεήμων: τους πάντες ελεεί
Πρόδρομος: αυτός που προηγείται
Πελαγία: η πελαγινή, η πελαγίσια
Πλάτων: ο ευρύστερνος
Πανδώρα: η έχουσα όλα τα δώρα
Πάτροκλος: αυτός που έχει ένδοξο πατέρα
Περικλής: φημισμένος
Πηνελόπη: είδος πουλιού
Περσεφόνη: αυτή που προσφέρει αφθονία
Παυσανίας: αυτός που ανακουφίζει από τη θλίψη
Περσεύς: καταστροφέας
Πολυχρόνης: αυτός που ζει πολλά χρόνια
Πιλάτος: δόρυ, ακόντιο

Ρ
Ρεβέκκα: παχουλή
Ρεγγίνα: βασίλισσα
Ραφαήλ: ο Θεός έχει θεραπεύσει
Ρωμανός: σφριγηλός
Ραχήλ: προβατίνα
Ρήγας: βασιλιάς

Σ
Σίλβεστρος: ασημένιος
Συμεών: αυτός που έχει ακούσει το Θεό
Σαββίνος-α: αναπαυόμενος
Σεραφείμ: φλεγόμενος άγγελος
Σίμων-ώνη: αυτός τον οποίο άκουσε ο Θεός
Σαμψών: ήλιος
Σίλας: πράος
Σωτήρης-ία: λυτρωτής
Σαμουήλ: όνομα του Θεού
Σαλώμη: ειρήνη
Σοφοκλής: δοξασμένος, σοφός
Σταύρος: στύλος
Σαββάτιος: αναπαυμένος
Σέργιος: αυτός που του αρέσει ο περίπατος, το σεργιάνι
Σωκράτης: δυνατός
Σεβαστιανός-ή: αποσυρόμενος
Στυλιανός-ή: αστέρι και
Στυλιανός: στύλος
Σύλβια: δάσος
Σάββας: Σάββατο
Σπυρίδων-ούλα: ο εύπορος, που έχει πολύ σιτάρι
Στέφανος-ία: στεφανωμένος
Σίσυφος: πανούργος

Τ
Τατιανή: αυτή που τακτοποιεί
Τιμόθεος: τίμα το Θεό
Τρύφων: φιλήδονος
Ταράσιος: ταραχοποιός
Τίμων: τιμημένος
Τριαντάφυλλος-ιά: ρόδινος
Τίτος: ο χαίρων σεβασμού
Τερέζα: από το ελλην. θερίζω δηλώνοντας γονιμότητα και κατ΄ άλλους από το τοπωνύμιο Θήρα

Υ

Φ
Φαίδων: χαρούμενος, γελαστός
Φωκίων: φώκια
Φώτης-εινή: φανέρωση του Θεού
Φλαβιανός: ξανθός
Φιλοθέη: αγαπά το Θεό
Φιλήμων: φιλικός
Φεβρωνία: εξαγνισμένη
Φλώρα: λουλούδι
Φανούριος-ία: αυτός που φωτίζει, που φανερώνει
Φίλιππος: φίλος των αλόγων
Φαίδρα: λαμπερή
Φιλάρετος-η: φίλος της αρετής

Χ
Χαράλαμπος-ία: αυτός που λάμπει από χαρά
Χρύσανθος-άνθη: χρυσό λουλούδι
Χριστόφορος: ο φέρων το Χριστό
Χριστίνα: χρισμένη
Χαριτίνη: χαριτωμένη
Χρυσή: μαλαματένια
Χρήστος-ίνα: ο χρηστός, ο ηθικός
Χαρίλεια: χάρις-δόξα
Χαρίλαος: χάρις του λαού

Ψ
Ω

Ωρίων: ώρα, φροντίδα


Εξισλαμισμός και παιδομάζωμα

$
0
0

Οι αιτίες των μαζικών εξισλαμισμών των Ελλήνων – Η στάση του κλήρου απέναντι στους εξισλαμισμούς – Ο τρόπος με τον οποίο στρατολογούνταν οι γενίτσαροι – Τα προβλήματα που δημιουργούσαν στους σουλτάνους

Ένα ακόμα πολύ σημαντικό θέμα από τη σκοτεινή περίοδο της Τουρκοκρατίας θα εξετάσουμε σήμερα. Πρόκειται για τον αποδεκατισμό των Ελλήνων, αλλά και των άλλων χριστιανών ορθόδοξων των Βαλκανίων και της Μικράς Ασίας και το εφιαλτικό παιδομάζωμα.

ΜΑΖΙΚΟΙ ΚΑΙ ΑΤΟΜΙΚΟΙ ΕΞΙΣΛΑΜΙΣΜΟΙ

Οι εξισλαμισμοί αποτέλεσαν διαρκή απειλή για τον ελληνισμό στα χρόνια της Τουρκοκρατίας. Θεωρητικά, ο βίαιος, καθολικός εξισλαμισμός, δεν ήταν υποχρεωτικός, καθώς, σύμφωνα με το Ισλάμ, οι θρησκείες της Βίβλου ήταν ανεκτές κάτω από ορισμένες προϋποθέσεις. Επίσης, οι οθωμανικές αρχές δεν επεδίωξαν καθολικούς εξισλαμισμούς, καθώς αυτό θα είχε ως αποτέλεσμα την ανατροπή του οικονομικού και κοινωνικού καθεστώτος, το οποίο στηριζόταν στην εκμετάλλευση των υπόδουλων.

Στην πραγματικότητα, όμως, η κατάσταση ήταν τελείως διαφορετική. Οι αβάσταχτοι φόροι, οι αυθαιρεσίες των Οθωμανών, ο προσηλυτιστικός ζήλος των δερβίσηδων και οι εξευτελιστικοί όροι ζωής για τους υπόδουλους, τους ανάγκαζαν να αλλαξοπιστήσουν.

Υπήρχε, επίσης, ευρύτατα διαδεδομένη ανάμεσα στους χριστιανούς η πίστη ότι ο Θεός τους εγκατέλειψε λόγω των πολλών αμαρτιών τους και ότι ευνοούσε πλέον τους πιστούς του Ισλάμ.

Σπουδαίο ρόλο στη εξωμοσία πολλών χριστιανών έπαιξαν οι δερβίσηδες και οι ουλεμάδες. Ειδικά οι δερβίσηδες που ήταν οπαδοί των αιρέσεων Bektasi και Mevlevi, κατάφεραν να φέρουν στους κόλπους του Ισλάμ πολλούς χριστιανούς.

Και η αψυχολόγητη, όμως, αδιαλλαξία ορισμένων ορθόδοξων κληρικών οδηγούσε πολλούς χριστιανούς στην εξωμοσία. Η πιστή εφαρμογή των τύπων της χριστιανικής θρησκείας που αξίωναν, συχνά, οι ανώτεροι, κυρίως κληρικοί από το ποίμνιό τους, παραβλέποντας τις πολύ δύσκολες συνθήκες διαβίωσης των χριστιανών τα χρόνια της Τουρκοκρατίας, είχε σαν αποτέλεσμα την αγανάκτηση των πιστών και την προσχώρησή τους στο Ισλάμ.

Βέβαια, η ορθοδοξία είχε ν’ αντιμετωπίσει και τη δογματική διάβρωση εκ μέρους των καθολικών. Οι νεοφώτιστοι μουσουλμάνοι επιβεβαίωναν τη νέα τους πίστη καταπιέζοντας και τυραννώντας τους, άλλοτε ομόθρησκους, ομοεθνείς τους. Ο Βενετός βάιλος (πρεσβευτής στην Κωνσταντινούπολη), Ματθαίος Zane, γράφει ότι οι αρνησίθρησκοι αυτοί ήταν «...οι πιο αλαζόνες και αχρείοι άνθρωποι που μπορεί να φανταστεί κανείς, γιατί μαζί με την αληθινή τους πίστη έχουν χάσει και κάθε ανθρωπιά».

Υπήρχαν, βέβαια, περιπτώσεις, όπου ο χριστιανός που έγινε μωαμεθανός ήταν 8-10 ετών, υποβλήθηκε βίαια σε περιτομή σε πολύ νεαρή ηλικία ή παρασύρθηκε σε εξωμοσία κάτων από την επήρεια μέθης ή σφοδρών συναισθημάτων. Πολλοί από αυτούς αργότερα αποκήρυτταν τον ισλαμισμό και εξιλεώνονταν μαρτυρώντας για τη χριστιανική τους πίστη.

Υπήρχαν, επίσης, οι λεγόμενοι κρυπτοχριστιανοί. Χριστιανοί, δηλαδή, που για κάποιο διάστημα εμφανίζονταν ως μουσουλμάνοι, ενώ κρυφά τελούσαν τα χριστιανικά τους καθήκοντα. Τα πρώτα γνωστά παραδείγματα κρυπτοχριστιανών εμφανίζονται στη Νίκαια της Βιθυνίας, μετά την άλωσή της το 1331.

Πολλοί τρομοκρατημένοι κάτοικοί της έγιναν μόνο επιφανειακά μωαμεθανιί, ενώ κατά βάθος παρέμειναν χριστιανοί. Ο τότε Οικουμενικός Πατριάρχης, Ιωάννης Καλέκας, με έγγραφα του 1339 και του 1340, δέχτηκε, εκπροσωπώντας την Εκκλησία, την κατάσταση αυτή και εμψύχωνε τους κρυπτοχριστιανούς. Αργότερα, όμως, καθώς οι περισσότεροι από τους κρυποτοχριστιανούς εξισλαμίζονταν, η Ορθόδοξη Εκκλησία ήταν αυστηρή απέναντί τους και προσπαθούσε να αποτρέψει την πρακτική αυτή (ΠΗΓΗ : ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΟΥ ΕΛΛΗΝΙΚΟΥ ΕΘΝΟΥΣ, ΤΟΜΟΣ Ι).

Ο Κωνσταντίνος Παπαρρηγόπουλος γράφει για τους εξισλαμισμούς : «...κι έτσι όσοι δεν διέθεταν το ακλόνητο αίσθημα της πίστης και της εθνότητας, απελπισμένοι από το δικό τους κράτος, δεν δίσταζαν να υποκύπτουν στη νέα και ακμάζουσα κυριαρχία και αυτομολούσαν στις τάξεις του ισλαμισμού. Και παρακάτω: «Ακόμα και τον 18ο αιώνα επικρατούσε τόση απελπισία ώστε ο Καισάριος Δαπόντες διακήρυσσε ότι οι Τούρκοι θα κυβερνούσαν στην Ανατολή μέχρι τη συντέλεια του αιώνα και ότι ήταν μάταιες οι προσδοκίες για ανάσταση του ελληνισμού. Στην εκούσια αρνησιθρησκία συντέλεσε πολύ η φιλοδοξία και πλεονεξία των αποστατών και ο πόθος τους να απαλλάξουν τα παιδιά τους από τη στρατολογία στο γενιτσαρικό τάγμα».

Όσο για τη στάση του κλήρου απέναντι στο πρόβλημα των εξισλαμισμών, ο σπουδαίος ιστορικός του περασμένου αιώνα Απόστολος Βακαλόπουλος, γράφει χαρακτηριστικά στην «ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΟΥ ΕΛΛΗΝΙΚΟΥ ΕΘΝΟΥΣ», ΤΟΜΟΣ Ι : «Έτσι η σκλαβιά παρουσιαζόταν ως «πειρασμός», για να δοκιμασθεί η πίστη των χριστιανών ως «πίστεως γυμνάσιον», όπως λέγει ο πρώτος μετά την Άλωση πατριάρχης, Γεννάδιος.

Έτσι η Εκκλησία προετοίμαζε τους πιστούς της για τους «υπέρ πίστεως» αγώνες, εξήρε την προθυμία για θυσία και μακάριζε εκείνους που θα τολμούσαν να φθάσουν ως το μαρτύριο. Κήρυσσε πως ξανάρχιζαν οι χρόνοι των παλαιών διωγμών και μαρτυρίων και ακόμα πως το αίμα των μαρτύρων (των νεομαρτύρων δηλαδή) ήταν αναγκαίο, γιατί αυτό θα πότιζε το δέντρο της πίστεως και θα στήριζε την ορθοδοξία. Και είναι αλήθεια πως η αυτοθυσία των νεομαρτύρων κράτυνε την ορθόδοξη πίστη, όπως παρατηρούσε αργότερα ο Νικόδημος ο Αγιορείτης (1749 – 1809).

Για τους εξισλαμισμούς, ο πατέρας Γεώργιος Μεταλληνός στο έργο του «ΤΟΥΡΚΟΚΡΑΤΙΑ», εδκ. ΑΚΡΙΤΑΣ, 1989, γράφει χαρακτηριστικά:

«Ο εξισλαμισμός υπήρξε η τρομερότερη απειλή εναντίον του Ελληνισμού, γιατί συνιστούσε μόνιμη αφαίμαξη εμψύχων δυνάμεων. Εξισλαμισμός σήμαινε αυτόματα άρνηση της ιδιότητας του ορθόδοξου και του Έλληνα και προσχώρηση στο σώμα των κατακτητών... Ο δελεασμός ήταν μεγάλος, αφού ο εξισλαμιζόμενος από δούλος γινόταν αυτόματα κύριος... Δεν ήταν σπάνιο το φαινόμενο διχασμού της ίδιας της οικογένειας, με αυτονόητες τις συνέπειες.». Και παρακάτω: «Δεν έλειψαν ακόμα και αλλαξοπιστίες επισκόπων, που οφείλονταν σε διάφορα αίτια (φιλοδοξία, διαφωνία με το μητροπολίτη κλπ.), με ανυπολόγιστη επίδραση στο λαό. Μεγαλύτερη έκταση έλαβαν οι εξισλαμισμοί σε άλλες ομάδες υπόδουλων. Βόσνιοι, Κροάτες και Αλβανοί εξισλαμίστηκαν σε μεγάλη έκταση. Αλλά και οι εξισλαμισμένοι Έλληνες δεν ήταν λίγοι. Εξισλαμισμούς έχουμε μέχρι τον 18ο αιώνα (1759 στη Μακεδονία)».

Κλείνουμε αυτό το κεφάλαιο με το «τελετουργικό» εξισλαμισμού των γυναικών, όπως το περιγράφει ο Απόστολος Βακαλόπουλος. Οι γυναίκες που θα αλλαξοπιστούσαν οδηγούνταν στον ανώτατο ιεροδικαστή και έπρεπε να πουν τα παρακάτω λόγια: «Ένας είναι ο Θεός και υπηρέτης του ο Μεσσίας, δούλη του η Μαρία και ο Μωάμεθ ο μεγαλύτερός του προφήτης». Κατόπιν, ο ιεροδικαστής έπαιρνε τη ζώνη της γυναίκας, την έκοβε στα δύο και σχημάτιζε με τα κομμάτια ένα σταυρό. Η γυναίκα τότε έπρεπε να πατήσει το σταυρό τρεις φορές, να αρνηθεί τη χριστιανική πίστη και να πει τα λόγια που αναφέραμε.

Αλλά και η εκούσια προσέλευση ενός άντρα χριστιανού στον ισλαμισμό ήταν μια γιορτή για τους οθωμανούς, πολύ πιο σύνθετη όμως από εκείνη που γινόταν για τις γυναίκες. Ο Α. Βακαλόπουλος αντλεί τα στοιχεία αυτά από τα γραφόμενα του Ιωάννη Schiltberger, αιχμάλωτου των Τούρκων (15ος αιώνας).

ΤΟ ΠΑΙΔΟΜΑΖΩΜΑ – Ο «ΑΝΘΡΩΠΙΝΟΣ ΦΟΡΟΣ» ΤΩΝ ΟΡΘΟΔΟΞΩΝ ΣΤΑ ΧΡΟΝΙΑ ΤΗΣ ΤΟΥΡΚΟΚΡΑΤΙΑΣ

Με τον όρο παιδομάζωμα αναφερόμαστε στη βίαιη στρατολογία παιδιών χριστιανών υπηκόων της οθωμανικής αυτοκρατορίας, για την επάνδρωση των σωμάτων των γενιτσάρων ή των εσωτερικών υπηρεσιών των σουλτανικών ανακτόρων.

Η λέξη «παιδομάζωμα», εμφανίζεται για πρώτη φορά το 1675.Ο παλαιότερος όρος, ήταν «γιανιτζαρομάζωμα».

Για το πότε ακριβώς ξεκίνησε το παιδομάζωμα, οι απόψεις διίστανται. Ο Γ. Κορδάτος αναφέρει ότι ξεκίνησε το 1227 και τα παιδιά που αρπάχτηκαν με τη βία, έγιναν σωματοφύλακες του Σουλτάνου.

Στην εγκυκλοπαίδεια «ΠΑΠΥΡΟΣ - ΛΑΡΟΥΣ - ΜΠΡΙΤΑΝΙΚΑ» διαβάζουμε ότι η πρώτη σημαντική αναφορά για παιδομάζωμα χρονολογείται από το 1395 και αφορά τη Θεσσαλονίκη. Ο Κωνσταντίνος Παπαρρηγόπουλος, στην «ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΟΥ ΕΛΛΗΝΙΚΟΥ ΕΘΝΟΥΣ», δίνει μία άλλη εκδοχή, περισσότερο τεκμηριωμένη, που φαίνεται ότι βρίσκεται πιο κοντά στην πραγματικότητα.

Σύμφωνα μ’ αυτή, λοιπόν, το 1326 μετά την άλωση της Προύσας και τον θάνατο του Οσμάν, τη διακυβέρνηση των Τούρκων της Βιθυνίας ανέλαβε ο γιος του, Ορχάν, ο οποίος θεωρείται ιδρυτής του οσμανικού κράτους.

Ο αδελφός του Ορχάν, Αλαεδδίν (κατά τον Παπαρρηγόπουλο), κανόνισε τα θέματα ιματισμού των πολιτικών και στρατιωτικών, ώστε να διακρίνονται οι Οσμανίδες από τους Τουρκομάνους και, φυσικά, τους χριστιανούς.

Ασχολήθηκε με τη συγκρότηση μόνιμου στρατού, που διαιρέθηκε σε τακτικό πεζικό, τους Πιαδέ ή Γιαγιά (πεζοπόρους) και σε άτακτο πεζικό, τους Αζάπ (παρόμοιους με τους Έλληνες ευζώνους) και σε τακτικό ιππικό, με τους σπαχήδες (ιππείς) και άτακτο ιππικό, από τους Ακιντζί (δρομείς) (προφανώς κάποιος μακρινός πρόγονος του ηγέτη των Τουρκοκυπρίων Μουσταφά Ακιντζί ανήκε σε αυτό το Σώμα!).

Αυτός, όμως, που είχε τη φρικιαστική ιδέα για το παιδομάζωμα ήταν ο Καρά Χαλίλ Τσεντερλής, ο τότε αστυνόμος του στρατού, που κατάλαβε ότι το οσμανικό κράτος με τον ελάχιστο μωαμεθανικό πληθυσμό και τους ατίθασους Τουρκομάνους ως βάση του στρατού, θα ήταν εύκολος αντίπαλος για τους χριστιανούς αλλά και τους άλλους μωαμεθανούς. Έτσι, πρότεινε τη δημιουργία ενός προνομιούχου τάγματος πεζικού από εξισλαμισμένα χριστιανόπουλα, με σκοπό τη διατήρηση της πειθαρχίας στον στρατό.

Το φαινόμενο αυτό, γράφει ο Παπαρρηγόπουλος, είναι μοναδικό στην παγκόσμια ιστορία. Ναι μεν η ακούσια ή εκούσια αρνησιθρησκία των κατακτημένων ήταν πολύ συνηθισμένο φαινόμενο ακόμα και στο αραβικό κράτος των πρώτων μωαμεθανών χαλίφηδων. Αλλά η συστηματική στρατολόγηση εξισλαμισμένων παιδιών είναι μοναδικό φαινόμενο στον κόσμο και συνέβαλε αποφαιστικά στην ενίσχυση και την επέκταση του οθωμανικού κράτους.

Ο διαπρεπής βυζαντινολόγος και ιστορικός Σπυρίδων Βρυώνης αναφέρει ως εμπνευστή του παιδομαζώματος τον Καρά Χαλίλ Τσεντερλή, καζασκέρη (στρατιωτικό δικαστή), όπως γράφει και τοποθετεί χρονικά την συστηματική εφαρμογή του ολέθριου για τους χριστιανούς θεσμούς, στο α’ μισό του 15ου αιώνα, επί σουλτάνου Μουράτ Β’.

Το παιδομάζωμα, σύμφωνα με τον Παπαρρηγόπουλο, άρχισε να γίνεται πιο συστηματικό από τα χρόνια του Μουράτ Α’ και συγκεκριμένα από το 1362. Επί Μουράτ Β’, το σώμα που είχε δημιουργηθεί από το παιδομάζωμα είχε 6.000 – 10.000 άνδρες. Οριστικά, το παιδομάζωμα επιβλήθηκε επί Σελίμ Α΄και Σουλεϊμάν Β’. Τότε ψηφίστηκε ο νόμος για στρατολόγηση χριστιανόπουλων ανά πενταετία, σύντομα αυτό άρχισε να γίνεται κάθε τετραετία και τελικά έγινε ετήσιο. Τον βαρύ αυτό φόρο «πλήρωναν» όλες οι βαλκανικές επαρχίες της οθωμανικής αυτοκρατορίας (και η Ουγγαρία), ενώ από τα τέλη του 15ου αιώνα επεκτάθηκε και στην Ανατολή. Ορισμένες μόνο περιοχές (Κωνσταντινούπολη, Γαλατάς, Ρόδος, Ιωάννινα) είχαν εξαιρεθεί από το παιδομάζωμα. Επίσης, από την βίαιη στρατολόγηση εξαιρούνταν οι Εβραίοι και οι Αρμένιοι.

Το σύστημα της περιοδικής στρατολόγησης και του εξισλαμισμού ανήλικων χριστιανών (devsirme) για την επάνδρωση της σουλτανικής διοίκησης και κυρίως του τακτικού στρατού, έχει τις ρίζες του στον ιερό μουσουλμανικό νόμο, σύμφωνα με τον οποίο το ένα πέμπτο της πολεμικής λείας, στην οποία περιλαμβάνονταν και οι μη μουσουλμάνοι αιχμάλωτοι, υπαγόταν στη δικαιοδοσία του ιμάμη και κατ’ επέκταση του σουλτάνου. Η οριστική θεσμοθέτηση του devsirme, από τα τέλη του 15ου αιώνα, ήταν αντίθετη προς τις αρχές του ιερού νόμου, ωστόσο «δικαιολογήθηκε» με τη θεωρητική διατήρηση της «καταστάσεως πολέμου» και κατά συνέπεια και της ισχύος του σουλτανικού διατάγματος απόκτησης αιχμαλώτων από τους ορθόδοξους χριστιανούς, που θεωρήθηκε ότι πρόβαλαν σθεναρή αντίσταση στην οθωμανική προέλαση.

Πώς όμως γινόταν το παιδομάζωμα;

Ο σουλτάνος, πρόσταζε οι χριστιανοί δημογέροντες(κοτζαμπάσηδες), να κρατούν βιβλία για τα παιδιά ποτ γεννιούνται. Ένας λοχαγός των γενίτσαρων, ακολουθούμενος από ένα γραφέα, έφτανε σε ένα τόπο έχοντας μαζί του αυτοκρατορική διαταγή(φιρμάνι).Ο κάθε πατέρας παρουσίαζε όσους γιους είχε. Αρχικά οι οθωμανοί έπαιρναν το 1/5 των παιδιών, αργότερα όμως όσα είχαν ανάγκη και πάντα τα πιο υγιή και όμορφα. Μάλιστα, ενώ αρχικά έπαιρναν ένα αγόρι από κάθε οικογένεια, αργότερα έπαιρναν δύο και τρία. Αρχικά δεν έπαιρναν τα μοναχοπαίδια, όμως κι αυτό στη συνέχεια καταστρατηγήθηκε.

Επίσης, δεν έπαιρναν τους παντρεμένους, γι’ αυτό και πολύ συχνά οι γονείς πάντρευαν τα παιδιά τους σε ηλικία 8 ετών(!). Σχετικός είναι ο πίνακας του, γνωστού μας κι από το «Κρυφό Σχολειό», Νικόλαου Γύζη «Παιδικοί Αρραβώνες» (ή «Τα Αρραβωνιάσματα»), που φιλοτεχνήθηκε γύρω στο 1875. Φαίνεται όμως ότι σε κάποιες περιπτώσεις ούτε τα παντρεμένα αγόρια γλίτωναν από το φρικτό παιδομάζωμα. Γράφει χαρακτηριστικά ο Κ. Παπαρρηγόπουλος:

«Όμως αυτό (δηλ. ο γάμος σε παιδική ηλικία) ήταν τελείως ανώφελο γιατί και τους παντρεμένους τους έπαιρναν και όχι μόνο σε ηλικία που ο γάμος δεν μπορούσε να θεωρηθεί άξιος λόγου, αλλά και μέχρι τα 20 και τα 24 χρόνια». Μόνο τα ορφανά αγόρια φαίνεται ότι εξαιρούνταν πάντα από το παιδομάζωμα.

Επίσης, οι κάτοικοι των παράλιων περιοχών, κατέφευγαν κυρίως σε ενετοκρατούμενα μέρη για να γλιτώσουν.
Ο Γερμανός Γκέρλαχ, αυτόπτης μάρτυρας, γράφει ότι πολλές δυστυχισμένες μητέρες παρακαλούσαν τον Θεό να πάρει τα παιδιά τους για να μην πέσουν στα χέρια των γενίτσαρων. Ο ίδιος, όμως, γράφει ότι άλλοι γονείς έδιναν τα παιδιά τους με μεγάλη προθυμία, ενώ κι εκείνα ανυπομονούσαν να ζήσουν την πλούσια και ανέμελη ζωή στο παλάτι. Θα δούμε, βέβαια, παρακάτω ότι δεν ήταν καθόλου πλούσια και ανέμελη η ζωή τους...
Ο Βενετός πρεσβευτής στην Κωνσταντινούπολη, Ντομένικο Τρεβιζάνο, έγραφε ότι το 1554 «το παιδομάζωμα, που κάποτε λογιζόταν σαν η μεγαλύτερη συμφορά, κατάντησε να θεωρείται ευτύχημα».

Η «ΠΟΡΕΙΑ» ΤΩΝ ΘΥΜΑΤΩΝ ΤΟΥ ΠΑΙΔΟΜΑΖΩΜΑΤΟΣ

Τα χριστιανόπουλα που είχαν πρόσφατα στρατολογηθεί, στέλνονταν τμηματικά στην Κωνσταντινούπολη με συνοδούς. Αφού ξεκουράζονταν για λίγες μέρες, υποβάλλονταν σε επιθεώρηση για να διαπιστωθεί αν το παιδομάζωμα είχε γίνει σωστά. Στη συνέχεια, ασπάζονταν τον ισλαμισμό και υποβάλλονταν σε περιτομή.

Από τις τάξεις των βίαια στρατολογημένων χριστιανόπαιδων, ορισμένα, ηλικίας μάλιστα 6-10 ετών, προορίζονταν μετά από αυστηρή επιλογή και πολυετή εκπαίδευση, να καταλάβουν θέσεις της αυλικής ή της διοικητικής ιεραρχίας. Όσα εξισλαμισμένα χριστιανόπουλα προορίζονταν για στρατιωτική υπηρεσία, ονομάζονταν Acemi Oglan (ατζέμ ογλάν) και στέλνονταν αρχικά να εργαστούν σε τιμαριούχους της Μικράς Ασίας, οι οποίοι έδιναν ένα μικρό, συμβολικό χρηματικό ποσό στον συνοδό αξιωματούχο των παιδιών και τα χρησιμοποιούσαν σαν δούλους, σε βαριές κοπιαστικές εργασίες.

Οι Acemi Oglan έμεναν στα τιμάρια για δύο η περισσότερα χρόνια, προκειμένου να προσαρμοστούν στο νέο περιβάλλον, να σκληραγωγηθούν, να μυηθούν στη νέα θρησκεία, τα ήθη και τα έθιμα των οθωμανών και να μάθουν την τουρκική γλώσσα.

Μετά από δύο ή περισσότερα χρόνια, οι ίδιοι αξιωματούχοι περνούσαν για να διαπιστώσουν αν οι νέοι που είχαν εμπιστευθεί στους τιμαριούχους ήταν άξιοι να καταταγούν στον στρατό. Οι πιο άξιοι μεταφέρονταν στην Κωνσταντινούπολη, όπου κατατάσσονταν σε ειδικά αυτοκρατορικά σώματα δούλων (ocak). Οι ικανότεροι κατέληγαν στο επίλεκτο σώμα των γενίτσαρων.

Από τα παιδιά που γίνονταν «δούλοι της Πύλης», τα μικρότερα και πλέον ικανά προορίζονταν αποκλειστικά για υπηρεσία του σουλτανικού ανακτόρου, γίνονταν δηλαδή (ιτς ογλάν). Η εκπαίδευσή τους διαρκούσε 14 χρόνια. Διδάσκονταν τουρκικά, περσικά, αραβικά, μουσική, καλές τέχνες, γυμνάζονταν στην τοξοβολία, την ιππασία, το ακόντιο και τη χρήση των πυροβόλων όπλων. Τέλος, μελετούσαν εντατικά το Κοράνι και τους ιερούς νόμους.

Η «φορολογία του αίματος», το παιδομάζωμα, προκάλεσε μεγάλη φθορά στον ελληνισμό. Ο Κ. Παπαρρηγόπουλος γράφει ότι γύρω στο 1.000.000 χριστιανοί έγιναν γενίτσαροι! Σύμφωνα με τουρκική πηγή, στο τέλος του 16ου αιώνα, 200.000 παιδιά χριστιανών ήταν θύματα του παιδομαζώματος!

Πολύτιμες μαρτυρίες για το παιδομάζωμα βρίσκουμε στο βιβλίο «Περί της Καταστάσεως των Σήμερον Ευρισκομένων Ελλήνων», του Χριστόφορου Άγγελου (1619), που μεταφράστηκε σε πολλές ευρωπαϊκές γλώσσες.

Συγκλονιστικές είναι οι περιγραφές Ευρωπαίων διπλωματών για τη διαβίωση των παιδιών που εξισλαμίζονταν. Ο Βενετός πρέσβης στην Κωνσταντινούπολη, Πιέτρο Μοροζίνι, γράφει χαρακτηριστικά (1585):

«Τα παιδιά αυτά διατελούν στην Κωνσταντινούπολη υπό την άμεση επίβλεψη ευνούχων, ιδίως μαύρων, που για το τίποτε τα ξυλοκοπούν αγρίως. Σπανίως τους δίνουν εκατό βουρδουλιές. Συνηθέστερα φτάνουν στις χίλιες. Και οι ευνούχοι, μετά τις βουρδουλές απαιτούν να παρουσιάζονται μπροστά τους τα δαρμένα παιδιά και να τους φιλούν το φόρεμα, εμφράζοντας τις ευχαριστίες των σ’ εκείνον που τα έδειρε. Τέτοια ταπείνωση και περιφρόνηση παθαίνουν τα δύστυχα».

Και στο παιδομάζωμα, όμως, γίνονταν...παρασπονδίες. Οι πλούσιοι δωροδοκούσαν τους οθωμανούς αξιωματούχους για να μην πάρουν τα παιδιά τους ή τα έκρυβαν σε σπίτια φίλων τους Τούρκων.

Με τον καιρό, όμως, στα ανώτερα στρώματα της τουρκικής κοινωνίας άρχισε να δημιουργείται εχθρότητα προς τον θεσμό του παιδομαζώματος, καθώς παιδιά χριστιανών, εξισλαμισμένα έστω, καταλάμβαναν υψηλές θέσεις στο παλάτι. Έτσι, άρχισαν να «δανείζουν» τα παιδιά τους σε χριστιανούς, προκειμένου αυτά να γίνουν γενίτσαροι! Ένας πλούσιος Τούρκος έλεγε χαρακτηριστικά στον πρέσβη της Αυστρίας: «Ενώ τα παιδιά των άθλιων χωρικών πηγαίνουν στα παλάτια και γίνονται μεγάλα και σπουδαία, τα δικά μας παιδιά αγνοούνται και παραμερίζονται σε σημείο να γίνονται υπηρέτες των άλλων».

Τους επιτράπηκε να παντρεύονται και από το 1567 το σώμα των γενίτσαρων επανδρωνόταν από τα ίδια τα παιδιά τους. Το 1637, οι έμμισθοι γενίτσαροι έφτασαν τις 46.000, από 12.000 που ήταν πριν λίγα χρόνια. Στις αρχές του 17ου αιώνα, ο Οσμάν Β’ είχε αποφασίσει να αντικαταστήσει τους γενίτσαρους με τάγματα Αιγυπτίων μισθοφόρων. Αυτό όμως μαθεύτηκε, οι γενίτσαροι στασίασαν και το 1622 σκότωσαν τον Οσμάν Β’. Ο διάδοχός του, Μουράτ Β’, άλλαξε τη νομοθεσία για τους γενίτσαρους (να σημειώσουμε ότι η λέξη προέρχεται από το τουρκικό «γενίσερι», δηλ. νέος στρατιώτης) και το 1638 κατάργησε το παιδομάζωμα.

Η τελευταία στρατολόγηση έγινε το 1705 στη Νάουσα και κατέληξε σε ανταρσία των κατοίκων. Τα σώματα των γενίτσαρων, όμως, διατηρήθηκαν ως το 1826, οπότε ο Μαχμούτ Β’ τα κατάργησε τελείως.

Τα εξισλαμισμένα χριστιανόπουλα, είτε σαν γενίτσαροι είτε σαν ανώτεροι δημόσιοι λειτουργοί, είτε σαν αστυνομικοί φύλακες, έγιναν οι πραγματικοί κύριοι του κράτους, δυνάστες των χριστιανών αλλά και μισητοί στους εκ γενετής μωαμεθανούς.

Υπάρχουν, βέβαια, και παραδείγματα γενίτσαρων που διατηρούσαν ισχυρές αναμνήσεις των παιδικών τους χρόνων και ευνοούσαν τους χριστιανούς. Κάποιοι, μάλιστα, υποστήριζαν ακόμα και σταυροφορία των Δυτικών ενάντια στην οθωμανική αυτοκρατορία! Χαρακτηριστική περίπτωση γενίτσαρου που «επανέκαμψε» ήταν ο Αρτινός Μουχαμέτης Παπαδάτος που έφυγε στο εξωτερικό και πήγε στο Τίμπιγκεν της Γερμανίας, όπου βαπτίστηκε χριστιανός σε ηλικία 28 ετών, το 1587.

Κλείνουμε το άρθρο αυτό με ένα έγγραφο του Βενετού πρέσβη στην Κωνσταντινούπολη προς τον δόγη της γαληνοτάτης δημοκρατίας (4 Απριλίου 1579):

«Έμαθα...ότι οι χριστιανοί υπήκοοι, Οθωμανοί τόσον εκείνης της χώρας (της Πελοποννήσου) όσον και της Ελλάδος, ευρίσκονται τώρα εις εσχάτην απόγνωσιν και ανέκφραστον λύπην, διότι εις διάστημα 25 ημερών υπέστησαν όλας αυτά τας ανυποφόρους επιβαρύνσεις, ήτοι να καταβάλουν το συνηθισμένον «χαράτσι», να πληρώσουν την αγγαρείαν, που ονομάζεται «αβαρίτς», δια τον εξοπλισμόν των γαλερών, να δώσουν αδιακρίτως κατοικίαν και τροφήν εις τους σπαχήδες (ιππείς), που συναθροίζονται δια τον κατά της Περσίας πόλεμον, και τέλος να απογυμνωθούν από τους σπαχήδες και από το ολίγον εκείνο που τοις απέμεινεν εις τα χωριά των, τα οποία είναι πτωχά. Και πληρώνουν τους σπαχήδες οι κάτοικοι με ό,τι έχουν και με το αίμα των ακόμα!».

Στη σκοτεινή περίοδο της Τουρκοκρατίας θα επανέλθουμε σύντομα με τις ένοπλες εξεγέρσεις των Ελλήνων στα χρόνια της Τουρκοκρατίας, οι οποίες είναι δεκάδες. Χαρακτηριστικά, στο 15ο βιβλίο της «Ιστορίας του Ελληνικού Έθνους» του Κ. Παπαρρηγόπουλου, περισσότερες από 80 σελίδες (184-266) αναφέρονται σ’ αυτές...

ΠΗΓΕΣ: ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΟΥ ΕΛΛΗΝΙΚΟΥ ΕΘΝΟΥΣ, Κ.ΠΑΠΑΡΡΗΓΟΠΟΥΛΟΣ, ΒΙΒΛΙΟ ΔΕΚΑΤΟ ΠΕΜΠΤΟ

ΓΙΑΝΝΗΣ ΚΟΡΔΑΤΟΣ, «ΜΕΓΑΛΗ ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΑΣ»

ΠΑΤΕΡΑΣ ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΜΕΤΑΛΛΗΝΟΣ, «ΤΟΥΡΚΟΚΡΑΤΙΑ», 1989, ΕΚΔ. ΑΚΡΙΤΑΣ

«ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΟΥ ΕΛΛΗΝΙΚΟΥ ΕΘΝΟΥΣ», ΤΟΜΟΣ Ι, «ΕΚΔΟΤΙΚΗ ΑΘΗΝΩΝ»

ΕΓΚ/ΔΕΙΑ «ΠΑΠΥΡΟΣ ΛΑΡΟΥΣ ΜΠΡΙΤΑΝΙΚΑ», ΤΟΜΟΣ 47, ΕΚΔ.1991

Φιλόπαππος: Ο άνθρωπος που πίστευε ότι «νίκησε» τον Παρθενώνα | Βίντεο

$
0
0

Ακριβή ιστορικά στοιχεία  

Ο Γάιος Ιούλιος Αντίοχος Επιφανής Φιλόπαππος ήταν ευεργέτης της πόλης των Αθηνών, ο οποίος γεννήθηκε γύρω στο 70 μ.Χ. και στον οποίο είναι αφιερωμένο το μνημείο του Φιλοπάππουστον ομώνυμο λόφο. Ήταν ο εγγονός του Αντίοχου Δ΄ του Επιφανούς, τελευταίου βασιλέως της Κομμαγηνής στη σημερινή Συρία.

Η αριστοκρατική καταγωγή του τον βοηθά να γίνει αποδεκτός από τους κατοίκους της Αθήνας, εγγράφεται μάλιστα ως Αθηναίος πολίτης, από τον δήμο Βήσας της Αντιοχίδας φυλής, αναλαμβάνει δημόσια αξιώματα και συμμετέχει σε πολιτικές και θρησκευτικές εκδηλώσεις της πόλης.

Τα επόμενα χρόνια ο Φιλόπαππος μετακομίζει στην Ρώμη, όπου εκεί, αφού γίνει Ρωμαίος πολίτης και έχοντας την εύνοια του αυτοκράτορα Τραϊανού, αναλαμβάνει νέα αξιώματα και αναγορεύεται ύπατος. Τέλος, επιστρέφει στην Αθήνα και μεταξύ των ετών 114 και 116 πεθαίνει.

Ο Φιλόπαπποςως Αθηναίος πολίτης υπήρξε Αγωνοθέτης των Διονυσίων και δύο φορές Επώνυμος άρχοντας μεταξύ. Ως Ρωμαίος πολίτης υπήρξε μέλος του γένους των Ιουλίων και της Φαβίας φυλής. Εντάχθηκε στην τάξη των πραιτόρων, το 109 έγινε ύπατος και μεταξύ 110 με 115 συμμετείχε στο 12μελές σώμα των ιερέων του αυτοκράτορα Τραϊανού. Ο Πλούταρχος τον εκτιμούσε ιδιαίτερα και του αφιέρωσε την πραγματεία "Πως αν τις διακρίνει τον κόλακα του φίλου"στο έργο του "Ηθικά".

Το μνημείο του Φιλοπάππουανεγέρθη το 114 με 116 προς τιμή του στον, μέχρι τότε ονομαζόμενο, λόφο των Μουσών απέναντι από την Ακρόπολη με δαπάνες της πόλης των Αθηνών και κάτω από την επίβλεψη των δύο αδελφών του.

Σύμφωνα με τον Παυσανία το μνημείο κτίσθηκε στην ίδια θέση όπου παλαιότερα είχε ταφεί ο Μουσαίος.

Το μνημείο, διαστάσεων 9.80 Χ 9.30 μ., περιλάμβανε τον ταφικό θάλαμο και είναι κτισμένο από λευκό πεντελικό μάρμαρο σε βάθρο ύψους 3, 08 μ. από πωρόλιθο επενδυμένο με πλάκες υμήττειου μαρμάρου. Η βόρεια πλευρά που είναι ορατή από την Ακρόπολη ήταν η πρόσοψη του μνημείου και είχε πλούσιο αρχιτεκτονικό διάκοσμο.

Το μνημείο σωζόταν μέχρι τα μέσα του 15ου αιώνα, όταν ο Κυριακός ο εξ Αγκώνος αντέγραψε τις πέντε επιγραφές της πρόσοψης. Οι τρεις που είναι χαραγμένες κάτω από τα αγάλματα, δίνουν τα ονόματα των απεικονιζόμενων προσώπων. Η κεντρική μορφή ήταν ο Φιλόπαππος, γιος του Επιφάνους, αριστερά ο Αντίοχος, γιος του βασιλέα Ιουλίου Αντιόχου Φιλoπάππου, και δεξιά ο βασιλιάς Σέλευκος Νικάτωρ, γιος του Αντιόχου.

Ανασκαφές στην περιοχή του μνημείου πραγματοποιήθηκαν το 1898 και τον επόμενο χρόνο έγιναν εργασίες συντήρησης. Το 1940 πραγματοποιήθηκε συμπληρωματική διερευνητική ανασκαφή από τους Η. Α. Thompson και Ι. Τραυλό. Σύμφωνα με νεώτερες έρευνες διαπιστώθηκε ότι αρχιτεκτονικά μέλη από την ανωδομή του μνημείου χρησιμοποιήθηκαν στην κατασκευή του Μιναρέ στον Παρθενώνα.

Η συνοικία του Φιλοπάππου που βρίσκεται ανάμεσα στις συνοικίες Κουκάκι, Πετράλωνα, Μακρυγιάννη και Ακρόπολη πήρε το όνομά της από το Λόφο Φιλοπάππου γύρω από τον οποίο αναπτύχθηκε.

Πώς μπορεί να εξοντωθεί ένας λαός – Τί έλεγαν Αριστοτέλης και Πλάτωνας

$
0
0

Δυόμιση χιλιάδες χρόνια μετά που ο Αριστοτέληςέγραψε τα «Πολιτικά» αποδείχθηκε όχι μόνο επίκαιρος και σοφός αλλά φάνηκε να ήξερε τον σχεδιασμό όσων ήθελαν να εξοντώσουν το λαόο οποίος είναι ο ίδιος από τότε μέχρι σήμερα.

Αλλά και ο Πλάτωναςείχε σκιαγραφήσει πλήρως το αποτέλεσμα όσων ήταν άβουλοι και αμέτοχοι στα κοινά με αποτέλεσμα να φέρνουν πάνω από τα κεφάλια τους επικίνδυνους και καταστροφικούς κυβερνήτες. Το ίδιο όμως φαίνεται να συμβαίνει μέχρι και σήμερα.

Διαβάστε στο παρακάτω απόσπασμα την σημασία των λόγων τους:

«Επιδίωξη της τυραννίας είναι να πτωχεύσουν οι πολίτες, αφενός για να συντηρείται με τα χρήματα τους η φρουρά του καθεστώτος και αφ ετέρου για να είναι απασχολημένοι οι πολίτες και να μην τους μένει χρόνος για επιβουλές.

Σε αυτό το αποτέλεσμα αποβλέπει τόσο η επιβολή μεγάλων φόρων, η απορρόφηση των περιουσιών των πολιτών, όσο και η κατασκευή μεγάλων έργων που εξαντλούν τα δημόσια οικονομικά.»

ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΟΥΣ ΠΟΛΙΤΙΚΑ

Αλλά και ο Πλάτωνας είχε γράψει για τον λαό:

«Κάθε λαός είναι άξιος των ανθρώπων που τον κυβερνούν . Κανείς δεν είναι πιο υποδουλωμένος από εκείνους που εσφαλμένα πιστεύουν πως είναι ελεύθεροι. Όσοι αδιαφορούν για τα κοινά είναι καταδικασμένοι να εξουσιάζονται πάντα από ανθρώπους κατώτερούς τους .»

Πλάτωνας 427-347 π.Χ

Μια ανακάλυψη που μπορεί να αλλάξει την ιστορία της ανθρωπότητας [Βίντεο]

$
0
0

Επιστήμονες στις ΗΠΑ ισχυρίζονται πως ανακάλυψαν ενδείξεις ανθρώπινης παρουσίας στη Βόρεια Αμερική πριν από 130.000 χρόνια.

Αν κάτι τέτοιο επιβεβαιωθεί -και ήδη εκφράζεται μεγάλος σκεπτικισμός από άλλους επιστήμονες- τότε θα πρέπει να ξαναγραφτεί η ιστορία του Νέου Κόσμου. Μέχρι σήμερα θεωρείτο ότι οι πρώτοι άνθρωποι έφθασαν στην Αμερική πριν από 14.000 έως 15.000 χρόνια, ενώ ορισμένες γενετικές, αλλά όχι αρχαιολογικές, ενδείξεις φθάνουν το πολύ έως πριν από 23.000 χρόνια.

Σύμφωνα με τα πιο πρόσφατα στοιχεία που συγκεντρώθηκαν, ο άνθρωπος πάτησε στην Αμερική πριν από 15.000 χρόνια και γενετικές εξετάσεις έχουν δείξει ότι οι άνθρωποι εκείνοι ήταν πρόγονοι των αυτοχθόνων Αμερικανών που έφτασαν στη Βόρεια Αμερική από την Ασία.

Αν τελικά ο άνθρωπος περπατούσε στην Αμερική 100.000 χρόνια νωρίτερα, πιθανώς να μην είχε σχέση με κάποια από τις γνωστές ομάδες. Ο σύγχρονος άνθρωπος δεν έφυγε από την Αφρική παρά πριν από 50.000 έως 80.000 χρόνια όπως έδειξαν πρόσφατες γενετικές μελέτες.

Αν οι κάτοικοι της Καλιφόρνιας δεν ήταν σύγχρονοι άνθρωποι, τότε θα πρέπει να ήταν Νεάντερταλ ή κάποια άλλη αφανισμένη ομάδα του ανθρώπινου γενεαλογικού δένδρου.

Οι ερευνητές, με επικεφαλής τον παλαιοντολόγο δρα Τόμας Ντεμέρ του Μουσείου Φυσικής Ιστορίας του Σαν Ντιέγκο στην Καλιφόρνια, που έκαναν τη σχετική δημοσίευση στο περιοδικό «Nature», ανακάλυψαν ίχνη ανθρώπινης επέμβασης πάνω στα οστά και στα δόντια ενός μαστόδοντου (αμερικανικού μαμούθ), που έχει εκτιμώμενη ηλικία περίπου 131.000 ετών (συν/πλην 9.400 χρόνια).

Τα οστά και τα δόντια, που ανακαλύφθηκαν τυχαία στην Καλιφόρνια κατά τις εργασίες διάνοιξης ενός δρόμου, φαίνονται να έχουν υποστεί θραύση με σκληρά αντικείμενα και όχι από γεωλογικές ή άλλες φυσικές διαδικασίες, ούτε από δαγκωματιές άλλων ζώων. Κοντά σε αυτά τα οστά βρέθηκαν πέτρες που φέρουν ίχνη φθοράς και θα μπορούσαν να έχουν χρησιμοποιηθεί ως εργαλεία.

Οι ερευνητές συμπέραναν ότι κάποιος πρόγονος του ανθρώπου, που ήδη ζούσε στην Αμερική εκείνη την εποχή, είχε την επιδεξιότητα να κάνει κάτι τέτοιο, πιθανώς με σκοπό να χρησιμοποιήσει τα οστά των μαστόδοντων ως εργαλεία. Δεν ανακαλύφθηκαν, πάντως, καθόλου ίχνη των ίδιων των ανθρωπίνων σκελετών.

Όλα αυτά σημαίνουν ότι κάποιοι πρόγονοί μας είχαν φθάσει στην Αμερική τόσο παλιά -ίσως περπατώντας από τη Σιβηρία έως την Αλάσκα μέσω μίας γέφυρας ξηράς στο Βερίγγειο- κάτι που όμως θεωρείται αδιανόητο για τους περισσότερους επιστήμονες. Δεν είναι έτσι παράξενο που ουκ ολίγοι άλλοι επιστήμονες δήλωσαν ότι δεν έχουν καθόλου πειστεί από τα νέα στοιχεία και από την ερμηνεία που τους δίνουν οι ερευνητές. Κάποιος από αυτούς είπε, «η φύση είναι πονηρή, μπορεί να σπάσει τα οστά και να τροποποιήσει τις πέτρες με μυριάδες τρόπους».

Ο διεθνούς φήμης παλαιοντολόγος Κρις Στρίνγκερ του Μουσείου Φυσικής Ιστορίας του Λονδίνου δήλωσε: «Αν τα ευρήματα επιβεβαιωθούν από επόμενες μελέτες, τότε θα πρέπει να αλλάξει το κάθε τι που νομίζαμε ότι ξέρουμε για την πρώιμη ανθρώπινη αποίκιση της Αμερικής. Αν επαληθευθούν, τότε τα ευρήματα μπορεί να σημαίνουν πως αρχαϊκοί άνθρωποι, όπως οι Νεάντερταλ ή οι Ντενίσοβαν, ήσαν οι πρώτοι άποικοι της Αμερικής και όχι οι σύγχρονοι άνθρωποι (Homo sapiens)».

Όμως, πρόσθεσε, ότι «οι εντυπωσιακοί ισχυρισμοί απαιτούν και εντυπωσιακές αποδείξεις». Κάτι που, προς το παρόν, δεν φαίνεται να συμβαίνει.

tvxs.gr

Γυναίκα, δουλεία και ελευθερία στην Ελληνική αρχαιότητα

$
0
0

Τα κοινωνικά συστήματα της αρχαιότητας είχαν ενσωματώσει το θεσμό της δουλείας στις δομές τους. Γνωρίζουμε από πληθώρα πηγών ότι, ενώ οι ενήλικοι άνδρες συνήθως θανατώνονταν είτε στο πεδίο της μάχης είτε κατά την κατάληψη κάποιας πόλης, οι γυναίκες και τα παιδιά αιχμαλωτίζονταν και πωλούνταν ως δούλοι (ήδη από την ομηρική εποχή).[1]

Ποια ήταν όμως η σχέση ανάμεσα στους δούλους, άνδρες και γυναίκες, και στις γυναίκες της δουλοκτητικής τάξης; Υπάρχουν βάσιμοι λόγοι να πιστέψει κανείς ότι οι γυναίκες-δουλοκτήτες ή οι σύζυγοι των δουλοκτητών ήταν πιο ήπιες στη μεταχείριση των δούλων, ότι δεν τους εκμεταλλεύονταν άγρια τόσο στο οικονομικό όσο και στο σεξουαλικό επίπεδο; Η απάντηση δεν είναι εύκολο να δοθεί, όμως φαίνεται ότι οι γυναίκες δεν υπήρξαν καλύτερες, ούτε χειρότερες, από τους άνδρες σε καμία εποχή, και ότι το φύλο του εκμεταλλευτή δεν επηρέαζε αποφασιστικά το βαθμό εκμετάλλευσης των δούλων, εκτός από σπάνιες περιπτώσεις.

Ανταγωνισμός μεταξύ νόμιμης συζύγου και δούλης – παλλακίδας

Από την ομηρική εποχή ο σεξουαλικός ανταγωνισμός μεταξύ της νόμιμης συζύγου και της δούλης-παλλακίδας ήταν έντονος, ιδιαίτερα αν η σύζυγος ήταν στείρα ή είχε γεννήσει μόνο κόρες: αν μπορούμε να χρησιμοποιήσουμε τα ομηρικά έπη ως ιστορικές πηγές, τότε θα συμπεράνουμε ότι τα νόθα παιδιά που ήταν οι καρποί των ενώσεων του κυρίου και κάποιας δούλης είχαν μια στοιχειώδη κοινωνική αναγνώριση και ίσως κάποια δικαιώματα στην πατρική περιουσία. Τουλάχιστον σε αυτά τα συμπεράσματα καταλήγει κανείς, αν αναλογιστεί ότι στην Οδύσσεια ο Τηλέμαχος, όταν επισκέπτεται το παλάτι του Μενελάου και της Ελένης στη Σπάρτη, παρευρίσκεται σε διπλές γαμήλιες τελετές: της νόμιμης θυγατέρας του ζεύγους Ερμιόνης αλλά και του νόθου γιου που ο Μενέλαος είχε αποκτήσει από τη σχέση του με μια δούλη.[2]

Στην Ιλιάδα, η ιέρεια της Αθηνάς, η Θεανώ, αποτελεί σπάνιο παράδειγμα ανεκτικής συζύγου: έφθασε στο σημείο να θηλάζει η ίδια τον νόθο γιο του άνδρα της, του Αντήνορα, για να τον ευχαριστήσει.[3] Ο Ευριπίδης βάζει στο στόμα της Ανδρομάχης παρόμοια λόγια, που όμως φαίνεται να είναι επινόηση του τραγικού ποιητή, καθώς στην Ιλιάδα δεν υπάρχει σχετική αναφορά και το παράδειγμα της Θεανώς αναφέρεται ως σπανιότατη περίπτωση συζυγικής ανοχής.[4]

Καθώς σε κάθε πατριαρχική κοινωνία η γυναίκα αξιολογείται με μοναδικά κριτήρια την ομορφιά της και την αναπαραγωγική της ικανότητα, καμία νόμιμη σύζυγος δεν θα ήταν τόσο ανόητη ώστε να αποδεχτεί την παλλακίδα του άνδρα της και τα νόθα παιδιά του: κάτι τέτοιο θα οδηγούσε σε σοβαρό κλονισμό της θέσης της μέσα στον «οίκο».

Δεν είναι τυχαίο ότι πολλές από τις σωζόμενες τραγωδίες και των τριών μεγάλων τραγικών έχουν ως κεντρικό ή δευτερεύον θέμα τη σύγκρουση συζύγου και παλλακίδας: στο πρώτο έργο της αισχύλειας τριλογίας Ορέστεια, τον Αγαμέμνονα, κυριαρχεί η σύγκρουση της δεσποτικής και αρχομανούς Κλυταιμνήστρας και της αιχμάλωτης παλλακίδας του Αγαμέμνονα, της Κασσάνδρας. Οι ομηρικές βασίλισσες φαίνεται ότι βρίσκονταν συχνά στην ίδια θέση με τις ασσύριες ομόλογές τους, που υποδέχονταν τις αιχμάλωτες γυναίκες και συχνά ήταν υπεύθυνες για την επιλογή των παλλακίδων που θα στελέχωναν το χαρέμι του άνδρα τους.[5]

Όμως, οι αρχαίες βασίλισσες του ελληνικού χώρου δεν ήταν τόσο ανεκτικές: στην Οδύσσεια αναφέρεται ότι ο πατέρας του Οδυσσέα, ο Λαέρτης, αν και αγόρασε αντί υψηλής τιμής τη δούλη Ευρύκλεια, δεν την έκανε παλλακίδα του, για να μη στενοχωρήσει τη νόμιμη σύζυγό του, την Αντίκλεια.[6] Στην Ιλιάδα, αντίθετα, υπάρχει η σύγκρουση ανάμεσα στον Φοίνικα και στον πατέρα του, σύγκρουση με μήλο της έριδας την παλλακίδα του πατέρα και με υποκινήτρια τη νόμιμη σύζυγο και μητέρα του Φοίνικα.[7]

Η Κλυταιμνήστρα δολοφονεί τόσο το σύζυγό της Αγαμέμνονα, όσο και την αθώα παλλακίδα του, την Κασσάνδρα, όχι γιατί τρέφει αγάπη για το σύζυγό της και αισθάνεται προδομένη αλλά γιατί προσβλήθηκε η βασιλική της τιμή:

«Και αυτήν την απόφασίν μου ενόρκως σου την ανακοινώνω. Μα την τελεία Δίκη της θυγατέρας μου, μα την Άττην και την Ερινύα, χάριν των οποίων εφόνευσα αυτόν εδώ, δεν θα πατήσει μέσα εις το σπίτι μου ίχνος φοβίας, όσον καιρό ανάβει την εστία ο Αίγισθος αφοσιωμένος σε μένα, όπως και πριν. Αυτός αποτελεί για μένα θαρραλέα προστατευτική ασπίδα. Κάτω νεκρός ευρίσκεται αυτός, αφού επρόδωσε εμένα και εχαριτολογούσε με τις Χρυσηίδες εις την Τροία. Το ίδιο κείται νεκρή και αυτή η αιχμαλωτισμένη μάντισσα και ερωμένη του, η πιστή του συγκοιμώμενη, με την οποία πλάγιαζε στο στρώμα του πλοίου. Δεν έμειναν ατιμώρητοι. Αυτός με τον τρόπο που σας περιέγραψα. Και αυτή, αφού σαν κύκνος θρήνησε τον θάνατό της, έπεσε πάνω στον αγαπημένο της νεκρή».[8]

Έχει προηγηθεί η σύγκρουση των δύο γυναικών, κατά την οποία η Κασσάνδρα παρέμεινε βουβή, ενώ η Κλυταιμνήστρα οδηγήθηκε από έναν ψευδή οίκτο προς μια προσπάθεια ταπείνωσης της Κασσάνδρας, η οποία αντιμετωπίζεται ως βάρβαρη, άλαλη, αγρίμι που μόλις έχει αιχμαλωτιστεί.[9] Η D.E. McCoskey ανέπτυξε την εξής θέση, με βάση τη σύγκρουση των δύο γυναικών: η Κλυταιμνήστρα, τυφλωμένη από την αρχομανία της, δεν θέλει να δει ότι μπορεί να υπάρχουν κοινά σημεία ανάμεσα στην Κασσάνδρα και την ίδια, και οι δύο ως γυναίκες είναι θύματα της πατριαρχίας.

Όμως, η Κλυταιμνήστρα επιδιώκει να δράσει ως «υπερ-γυναίκα», αρνούμενη το φύλο της, και η θεά Αθηνά θα την πληρώσει με το ίδιο νόμισμα, καθώς, αρνούμενη τη θηλυκή της υπόσταση, θα ψηφίσει υπέρ της αθώωσης του γιου και δολοφόνου της αργείας βασίλισσας.[10]

Αργότερα, ο Δίων Χρυσόστομος, εκπρόσωπος της λεγόμενης Δεύτερης Σοφιστικής, που έζησε κατά τον 2ο αιώνα μ.Χ., επιχείρησε να ρίξει φως στην άγνωστη προσωπικότητα της πρώτης παλλακίδας του Αγαμέμνονα, της Χρυσηίδας, και έμμεσα στη συμπεριφορά της Κλυταιμνήστρας, στον 61ο λόγο του, με τίτλο «Χρυσηίδα».

Εκεί υποστηρίζει ότι η βουβή, ως χαρακτήρας, Χρυσηίδα ήταν μια έξυπνη γυναίκα που ώθησε τον πατέρα της να την εξαγοράσει μόνον όταν κατάλαβε πόσο ωμός ήταν ο Αγαμέμνονας: αφού πρόσβαλε δημόσια τη νόμιμη γυναίκα του, που ήταν η μητέρα των παιδιών του και βασίλισσα, πώς θα φερόταν απέναντι στην ίδια, μια ασήμαντη δούλη-παλλακίδα, μόλις κουραζόταν από τα θέλγητρά της (Ιλιάδα Α 113-115); Επίσης, ο Δίων παρουσιάζει τη Χρυσηίδα να προβληματίζεται όταν μαθαίνει ότι οι Aτρείδες «γυναικοκρατούνταν» και ότι η Κλυταιμνήστρα ήταν μια σκληρή και δυναμική γυναίκα: μια τέτοια σύζυγος ήταν κακός οιωνός για οποιαδήποτε παλλακίδα.

Η σύγκρουση συζύγου-παλλακίδας παίρνει τρομακτικές διαστάσεις στην τραγωδία του Ευριπίδη Ανδρομάχη, όπου η νόμιμη σύζυγος του Νεοπτόλεμου, η Ερμιόνη και η παλλακίδα του, η Ανδρομάχη, συγκρούονται άγρια: η Eρμιόνη παραμένει στείρα και, έξαλλη που η Ανδρομάχη έχει χαρίσει γιο στον Νεοπτόλεμο, αποπειράται, με τη βοήθεια του πατέρα της Μενέλαου, να σκοτώσει και την Ανδρομάχη και το γιο της. Στη μακρά στιχομυθία ανάμεσα στις δύο γυναίκες, η Ερμιόνη, ελαφρόμυαλη και αλαζονική, προσπαθεί να υποβιβάσει την αντίπαλό της στο επίπεδο του «φύσει δούλου», του ανόητου βάρβαρου. Της τονίζει ότι είναι ένα τίποτα, μια αιχμάλωτη, δούλη σε ξένη γη, χωρίς ελπίδα για βοήθεια από κανέναν.[11]

Η Ερμιόνη περηφανεύεται για την πλούσια προίκα της, για τη δυνατότητα που της δίνει να μιλάει ελεύθερα, αλλά δεν έχει καμία δύναμη απέναντι στον άνδρα της: αν αυτός καταλάβει το σχέδιό της την περιμένει ο θάνατος ή η υποδούλωση.[12] Όντας γυναίκα, η εξουσία της πάνω στους δούλους περιορίζεται σημαντικά από εκείνη του συζύγου της επάνω της.

Το ίδιο ισχύει για την άτυχη σύζυγο του Ηρακλή, τη Δηιάνειρα, αν και αυτή παρουσιάζεται στην τραγωδία του Σοφοκλή Τραχίνιαι  ως μια συμπαθής μορφή. Ύστερα από χρόνια μοναξιάς και ανοχής των άπειρων απιστιών του συζύγου της, δεν μπορεί να αντέξει να μοιράζεται το συζυγικό κρεβάτι με μια άλλη: αυτό συνιστά κλονισμό της θέσης της στον οίκο και δεν μπορεί να το αφήσει έτσι. Όμως, σε αντίθεση με την Κλυταιμνήστρα και την Ερμιόνη, είναι μια καλόψυχη γυναίκα: συμπονά την άτυχη Ιόλη, την παλλακίδα του Ηρακλή, όταν τη βλέπει μέσα στο κοπάδι των αιχμάλωτων γυναικών που ο Ηρακλής στέλνει στον οίκο του ως λάφυρα, μετά την άλωση της Οιχαλίας: «Με πλημμυρίζει, φίλες μου, οίκτος να βλέπω αυτές τις άμοιρες στην ξένη γη, ξεσπιτωμένες κι ορφανές και σκλάβες. Γεννήθηκαν ελεύθερες και τώρα το πικρό ψωμί θα τρώνε της δουλείας».[13]

Η Δηιάνειρα δεν έχει σκοπό να σκοτώσει την Ιόλη ούτε να τη βλάψει με κάποιον άλλο τρόπο. Θα επιχειρήσει απλά να ξανακερδίσει την αγάπη του Ηρακλή με το μαγικό φίλτρο που της έδωσε ο Κένταυρος Νέσσος πριν πεθάνει, δίχως να γνωρίζει ότι πρόκειται για δηλητήριο.

Από τις τρεις αυτές τραγικές ηρωίδες εκείνη που πλησιάζει περισσότερο τη μέση αρχαία Ελληνίδα είναι η Δηιάνειρα. Η θέση της νόμιμης συζύγου μπορούσε να κλονιστεί σοβαρά από το δεσμό του άνδρα της με μια δούλη, αν και στην Αθήνα του 5ου αιώνα π.Χ. η νομοθεσία δεν άφηνε περιθώρια για να γίνουν τα παιδιά ενός τέτοιου δεσμού τίποτα περισσότερο από δούλοι.

Για την ακρίβεια καθ’ όλη τη διάρκεια της αρχαιότητας η νομική θέση ενός παιδιού καθοριζόταν από τη νομική θέση της μητέρας του: το παιδί μιας δούλης ήταν, από νομική άποψη, δούλος. Όμως, διαφορετικές πηγές μας παρουσιάζουν δούλες να σφετερίζονται αντικείμενα και προνόμια της κυρίας τους χάρη στην εύνοια του κυρίου. Σε ένα μύθο του Αισώπου, μια άσχημη και κακότροπη δούλη κατάφερε να την αγαπήσει ο κύριός της και εκείνη με το χρυσάφι που της έδινε στολιζόταν και μάλωνε με την κυρά της.[14] Τελικά, χρειάστηκε η επέμβαση της θεάς Αφροδίτης, για να συμμαζευτεί κάπως η υπερφίαλη δούλη.

Πολύ πιο ενδιαφέρουσα είναι μια επιγραφή (αχρονολόγητη) χαραγμένη σε όστρακο, που βρέθηκε στην αρχαία αγορά της Αθήνας: πρόκειται για το κείμενο της επιστολής μιας Αθηναίας που, ενώ βρισκόταν στην Κόρινθο, έμαθε ότι κατά την απουσία της ο σύζυγός της όχι μόνο απελευθέρωσε τη δούλη και ερωμένη του αλλά και συζούσε ανοιχτά μαζί της και της επέτρεπε να χρησιμοποιεί τα ρούχα και τα κοσμήματα της γυναίκας του. Η αθηναία κυρία έγινε έξαλλη που ο σύζυγος ξεπέρασε κάθε όριο και έγραψε αμέσως στους συγγενείς της, ζητώντας τους να επέμβουν γιατί η συμπεριφορά του συζύγου εξευτέλιζε όχι μόνο την ίδια αλλά και ολόκληρο το γένος τους.[15]

Σε μια ερμηνεία ονείρου από τον Αρτεμίδωρο (2ος αι. μ.Χ.), μια υπηρέτρια που κάποιος την είδε στον ύπνο του να απαγγέλλει ευριπίδειους στίχους («Ψήσε, κατάκαψε τις σάρκες μου, χόρτασε από μένα»), έπεσε θύμα της άγριας ζηλοτυπίας της κυρίας της, κι ο συγγραφέας βρήκε πολύ φυσικό το ότι απήγγειλε στίχους από την Ανδρομάχη.[16]

Όμως και μια δούλη μπορούσε να βλάψει την κυρία της: σε ένα άλλο όνειρο, αυτή τη φορά μιας ελεύθερης γυναίκας, η υπηρέτρια έπλεκε τα μαλλιά της και χρησιμοποίησε παρά τη θέλησή της την εικόνα της που ήταν ζωγραφισμένη σε έναν πίνακα, καθώς και τα ρούχα της, σαν να επρόκειτο να παρελάσει σε πομπή. Πολύ σύντομα, η υπηρέτρια τη χώρισε από τον άνδρα της, με συκοφαντίες.[17]

Τέλος, κάποιες επιγραφικές μαρτυρίες (από την ελληνιστική εποχή) υποδηλώνουν ότι αν η νόμιμη σύζυγος ήταν στείρα, ο σύζυγος που αποκτούσε γιο από μια δούλη-παλλακίδα μπορούσε να απελευθερώσει την ίδια και το παιδί και να τους καταστήσει συγκληρονόμους με τη νόμιμη χήρα του. Αυτό έπραξε κάποιος Κλεομάντης σε μια απελευθερωτική επιγραφή του 2ου αιώνα π.Χ. από τους Δελφούς.[18]

Ιδιαίτερα αποκαλυπτική είναι η απελπισία της Κρέουσας, της βασίλισσας της Αθήνας στην τραγωδία Ίων του Ευριπίδη, όταν οι ακόλουθές της τής ανακοινώνουν ότι ο βασιλικός της σύζυγος, ο Ξούθος, ανακάλυψε ότι έχει έναν νόθο γιο και ότι σκοπεύει να τον φέρει στην Αθήνα και να τον αναγορεύσει διάδοχο του θρόνου που ανήκε στην ίδια, η οποία καταγόταν από τον Κέκροπα, τον πρώτο βασιλιά της Αττικής. Η αθηναία πριγκίπισσα δεν μπορεί να δεχτεί ότι στον οίκο της θα γίνει διάδοχος ο γιος ενός ξένου (ο Ξούθος δεν ήταν Αθηναίος) και μιας δούλης: «Και το χειρότερο θα πάθεις, Δέσποινα. Έναν χωρίς μάνα και όνομα και σκλάβας γιο θα σου στήσει αφέντη. Αν ήταν γιος αρχόντισσας και σ’ έπειθε αφού είσαι άτεκνη – ας το ’φερνε αν ήθελε».[19]

Η συμπεριφορά των γυναικών της δουλοκτητικής τάξης απέναντι στους δούλους

Αφήνοντας κατά μέρος την ιδιάζουσα συμπεριφορά απέναντι στις δούλες-παλλακίδες, ποια ήταν η γενικότερη στάση των ελεύθερων γυναικών απέναντι στους δούλους; Οι γυναίκες δεν διέφεραν σε γενικές γραμμές από τους άνδρες στη συμπεριφορά τους απέναντι στους δούλους: εκμεταλλεύονταν την εργασία τους, τους τιμωρούσαν το ίδιο σκληρά όταν έκαναν σφάλματα ή όταν επιχειρούσαν να δραπετεύσουν.

Στις τραγωδίες του Ευριπίδη Μήδεια, Ίων, Ιππόλυτος, οι ηρωίδες, Μήδεια, Κρέουσα και Φαίδρα, στηρίζονται για βοήθεια σε δούλους: η Μήδεια και η Φαίδρα βασίζονται στη βοήθεια της παλιάς τους τροφού, ενώ η Κρέουσα απολαμβάνει την πολύτιμη βοήθεια του ηλικιωμένου παιδαγωγού της. Οι παλιοί παιδαγωγοί, οι παλιές τροφοί συνδέονται με έντονους συναισθηματικούς δεσμούς με τις κυρίες (και τους κυρίους τους), όπως φαίνεται και από τα πορίσματα της διατριβής της Κατερίνας Συνοδινού.[20] Αυτό δεν είναι καθόλου ασυνήθιστο. Οι παιδαγωγοί και οι τροφοί είναι οι δούλοι που είχαν τις περισσότερες πιθανότητες να απελευθερωθούν και χωρίς υλικά ανταλλάγματα.

Αλλά και οι ίδιες οι κυρίες συχνά έτρεφαν μεγάλη αγάπη για τους θρεπτούς και τις θρεπτές, δούλους και δούλες που τους ανέθρεψαν οι ίδιες μαζί με τα αληθινά παιδιά τους: έτσι, η θρεπτή της σκληρής Βίτιννας, που θέλει να στείλει τον εραστή δούλο της στον δημόσιο χώρο βασανιστηρίων για να μαστιγωθεί ως τιμωρία στην απιστία του με μια φίλη της, μεσολαβεί για χάρη του με επιτυχία[21] ( 3ος αι. π.Χ.). Η Βίτιννα την είχε αναθρέψει μαζί με την κόρη της.

Η Α. Ρουσσοπούλου σε ένα νομικό άρθρο της σχολίασε μια απελευθερωτική επιγραφή από την Κάλυμνο του 2ου αιώνα μ.Χ. Σε αυτήν κάποια Αγαθή Δωροθέου, Αντιόχισσα, απελευθέρωσε ένα κορίτσι το οποίο είχε «λάβει», και όχι αγοράσει, αφού πρώτα, το κορίτσι αυτό, η Αφροδεισία, «παρέμενε» κοντά της έως το θάνατό της. Σύμφωνα με τη Ρουσσοπούλου, η Αφροδεισία δεν ήταν «θρεπτή», αλλά παραδόθηκε βρέφος στην Αγάθη μάλλον από τους γονείς της.

Η Αγάθη, προφανώς άτεκνη, χρειαζόταν την υποστήριξη της Αφροδεισίας στα γηρατειά της. Η Ρουσσοπούλου βρήκε παραλληλισμό με τις «ψυχοκόρες» της νεότερης εποχής.[22] Σε μια άλλη επιγραφή από τη Βέροια, της ίδιας εποχής, μια ηλικιωμένη γυναίκα, η Αριάγνη, στην αίτηση για βοήθεια που έστειλε στα αδέλφια της πήρε αρνητική απάντηση μαζί με τη συμβουλή να μην απελευθερώσει τη δούλη της καθώς ήταν το στήριγμα των γηρατειών της.[23]

Αλλά και για τις ταφικές τιμές, όταν δεν υπήρχαν παιδιά, ήταν απαραίτητοι οι δούλοι: δεν είναι τυχαίο ότι στις επιγραφές της Λυκίας απαντά η λέξη «μνημόδουλος», αυτός ήταν ο δούλος που αναλάμβανε τη φροντίδα του τάφου του κυρίου του με ανταμοιβή την απελευθέρωσή του. Στο λεξικό Liddel-Scott αναφέρεται ως αμφίβολης σημασίας και ότι απαντά στο ΤΑΜ 2 (3) στην πόλη Αρύκανδα.

Στην ίδια όμως πόλη μια γυναίκα, η Αρισταινέτη, μετά το θάνατο της κόρης της αναφέρει σε επιγραφή ότι θα απελευθερώσει τις δύο «προικαίαις» δούλες της για να προσφέρουν ταφικές τιμές στους τάφους της ίδιας και της κόρης της.[24]

Το ότι οι θρεπτοί αποτελούσαν μέλη του οίκου αποδεικνύεται από λυκιακές επιγραφές όπου οι θρεπτοί εξασφαλίζουν μια θέση στον οικογενειακό τάφο: π.χ. σε μια επιγραφή από την Τερμεσσό, η Αυρηλία Αθηναΐς αναφέρει ότι κατασκεύασε τη σωματοθήκη για την ίδια, τις κόρες της και τη θρεπτή της.[25]

Όμως και η άλλη όψη, εκείνη της σκληρότητας που άγγιζε την απανθρωπιά ήταν εξίσου συχνή: οι γυναίκες-δούλοι ειδικά βρίσκονταν στο έλεος των κυριών τους, καθώς περνούσαν τον περισσότερο καιρό μαζί τους στον οίκο.

Έτσι στους «Μιμίαμβους» του Ηρώνδα οι κυράδες φέρονται βάναυσα στις δούλες τους, τις κατηγορούν για τεμπελιά και τις απειλούν με ξυλοδαρμό «Κορριτώ: Κάθησε, Μητρώ. (Στη δούλα). Ξεκουμπίσου και φέρε μια πολυθρόνα στην κυρία. Σήκω όρθια, είπα! Πρέπει όλα να της τα λες. Δεν θα κάνεις τίποτα, κακομοίρα μου, από μόνη σου; Δεν βαριέσαι, κοτρώνα έχω βάλει σε αυτό το σπίτι, όχι δούλα. Όταν όμως έρθει η ώρα να λάβεις το μερτικό σου από το αλεύρι, μετράς και τον τελευταίο κόκκο. Κι αν τόσο δα χυθεί στο πάτωμα, όλη τη μέρα γκρινιάζεις και ξεφυσάς και οι φωνές διαπερνούν όλους τους τοίχους. Τι τρίβεις εκεί; Βρήκες την ώρα, μωρή λησταρχία, να τα γυαλίσεις; Να ’χεις χάρη που έχω επίσκεψη την κυρία γιατί αλλιώς θα σου έδειχνα εγώ τι γεύση έχει το χέρι μου».[26]

Σε έναν άλλο μιμίαμβο, το «Προσκύνημα στον Ασκληπιό», μία από τις προσκυνήτριες μεταχειρίζεται με εξίσου άθλιο τρόπο την (μάλλον νουμιδή) δούλη της: «Στ’ ορκίζομαι σ’ αυτόν τον θεό Κύδιλλα, γιατί με κάνεις να ανάβω χωρίς να το θέλω, στ’ ορκίζομαι λέω που θα έρθει μέρα που το βρωμοκέφαλό σου αυτό θα το ξύνεις και θα κλαις».[27]

Σε ένα μύθο του Αισώπου, ένας άνδρας έχει εκπλαγεί τόσο από τη σκληρή συμπεριφορά της γυναίκας του προς τους οικιακούς δούλους ώστε την έστειλε στον πατέρα της με κάποιο πρόσχημα για να δει αν θα συμπεριφερόταν με τον ίδιο τρόπο και σε εκείνους τους δούλους που δούλευαν έξω από το σπίτι. Όταν γύρισε και τη ρώτησε γι’ αυτό το θέμα, του απάντησε ότι οι αγελαδάρηδες και οι βοσκοί την κοίταζαν με μισό μάτι, και τότε ο σύζυγος εξερράγη από το θυμό του για τη συμπεριφορά της.[28]

Στην τραγωδία του Ευριπίδη Υψιπύλη, η ηρωίδα, πρώην βασίλισσα της Λήμνου, και δούλη-τροφός του Οφέλτη, γιου του βασιλιά της Νεμέας Λυκούργου και της Ευρυδίκης, άθελά της γίνεται αιτία του θανάτου του νήπιου: η βασίλισσα Ευρυδίκη είναι ανελέητη στην απόφασή της για την τιμωρία της τροφού: «Δούλα ξενόφερτη κι αγορασμένη, που ’χεις στην κάθε ανάγκη εύκολο δάκρυ, θα μου πληρώσεις το χαμό του γιου μου με το δικό σου θάνατο, να ξέρεις».[29]

Η μητέρα του γιατρού του 2ου αιώνα μ.Χ., του Γαληνού, χαρακτηρίζεται από το γιο της ως οργιλωτάτη, ως μια δεύτερη Ξανθίππη.[30] Αυτή η γυναίκα, που ζούσε στα οικογενειακά κτήματα έξω από την Πέργαμο, όταν πάθαινε κρίσεις θυμού, ξεσπούσε δαγκώνοντας και δέρνοντας τις δούλες της. Η κακομεταχείριση των δούλων από τις καταπιεσμένες γυναίκες της δουλοκτητικής κοινωνίας ήταν συχνή ιδίως στη ρωμαϊκή περίοδο: αποκλεισμένες από τον δημόσιο βίο, υποταγμένες στο σύζυγο, με περιορισμένα δικαιώματα, αυτές οι γυναίκες ξεσπούσαν την οργή τους πάνω στους δούλους που βρίσκονταν πιο χαμηλά από τις ίδιες στην κοινωνική ιεραρχία.

Αυτό δεν σημαίνει ότι έλειπαν και παραδείγματα γυναικών που κατόρθωσαν να διατηρήσουν τη στοιχειώδη για ανθρώπινα όντα ευαισθησία: π.χ. στο μυθιστόρημα του Αχιλλέα Τάτιου Λευκίππη και Κλειτοφών (2ος αι. μ.Χ.), το πορτρέτο της πλούσιας κυρίας Μελίττης είναι ανθρώπινο: έχοντας χηρέψει πρόσφατα, η Μελίττη ξαναπαντρεύεται με ένα νεότερό της άνδρα, τον ήρωα του έργου, τον Κλειτοφώντα, και ενώ επισκεπτόταν για επιθεώρηση τα κτήματά της, έπεσε στα πόδια της μια γυναίκα σε άθλια κατάσταση, παρακαλώντας την, σαν γυναίκα προς γυναίκα, να δείξει οίκτο.[31]

Η γυναίκα αυτή ήταν η αληθινή σύζυγος του Κλειτοφώντα, η Λευκίππη, που είχε πωληθεί ως δούλη από τους απαγωγείς της, και τώρα βασανιζόταν από τον σαδιστή επιστάτη της Μελίττης, γιατί αρνιόταν να υποκύψει στις σεξουαλικές του ορέξεις: η Μελίττη έδειξε οίκτο αλλά κάτι τέτοιο ήταν σπάνιο την εποχή εκείνη. Ήταν μια σπάνια περίπτωση όπου η κυρία ένιωθε τα κοινά στοιχεία που την ένωναν με τη δούλα: την αδυναμία τους ως γυναικών σε μια πατριαρχική κοινωνία.

Από την ομηρική εποχή εκφράστηκε η άποψη της δυστυχίας της αρχόντισσας που ο πόλεμος τη μετέτρεψε σε δούλη: π.χ. στο διάλογο του Έκτορα και της Ανδρομάχης, ο Έκτορας ανάμεσα στα άλλα λέει: «Όταν χαλκάρματος κάποιος Αχαιός πάρει τη λευτεριά σου και ξοπίσω του σε σέρνει δακρυσμένη. Και στο Άργος πέρα υφαίνεις έπειτα στον αργαλειό μιας ξένης κι από τη Μεσσηίδα ή την Υπέρεια σου λέει νερό να φέρνεις, πολύ άθελά σου, μα ανημπόρετη θα σε βαραίνει ανάγκη».[32]

Εξάλλου, όταν η Εκάβη μαθαίνει ότι δόθηκε με κλήρο στον Οδυσσέα, τον χειρότερο δυνατό αφέντη, και εκφράζει την απελπισία της, δέχεται την παρηγοριά του Ταλθύβιου, που της λέει ότι έτυχε σε καλή δέσποινα, εννοώντας την Πηνελόπη.[33]

Για τις δούλες, που κατά κανόνα δούλευαν στον οίκο, σημασία είχε κυρίως το ποιόν της δέσποινας, κάτω από την επίβλεψη της οποίας θα δούλευαν και λιγότερο του αφέντη, ο οποίος ασχολούνταν με την επίβλεψη των αρσενικών που δούλευαν στα χωράφια. Εξάλλου, και ο Ισχόμαχος, ο ήρωας του διαλόγου «Οικονομικός» του Ξενοφώντα (4ος αιώνας π.Χ.), στην εκπαίδευση της νεαρής συζύγου του, τονίζει ότι ανάμεσα στα βασικά της καθήκοντα είναι η επίβλεψη των δούλων του οίκου ακόμα και ο έλεγχος της σεξουαλικής ζωής τους.[34]  «Εκείνη όμως έπρεπε επίσης να καταπιαστεί ενδεχομένως με τα εργόχειρα. Κυρίως να πλησιάζει τον αργαλειό για να διδάξει ό,τι ήξερε καλύτερα από τους άλλους και να μάθει απ’ τη μεριά της ό,τι γνώριζε λιγότερο καλά».[35]

Είναι εξαιρετικά δύσκολο να αποδεχθεί κανείς την άποψη του καθηγητή κοινωνιολογίας Orlando Patterson ότι η ιδέα της προσωπικής ελευθερίας είχε εφευρεθεί από τις γυναίκες της ελληνικής τραγωδίας. Πολύ σωστά η καθηγήτρια φιλοσοφίας Βούλα Λαμπροπούλου επισημαίνει ότι αν και στις τραγωδίες οι γυναικείες φωνές υψώνονται προς υπεράσπιση της ειρήνης και της ελευθερίας, σε πρακτικό επίπεδο οι γυναίκες της αρχαίας Ελλάδας δεν είχαν τη δυνατότητα, ίσως ούτε την επιθυμία να προκαλέσουν κοινωνικές μεταβολές. Επιπλέον, όντας μέλη βασιλικών οίκων δεν είχαν κοινά ταξικά συμφέροντα με τους δούλους και εκείνο που είχε σημασία για τις ίδιες ήταν η ευημερία του οίκου τους.[36]

Αν και οι γυναίκες, όπως και οι δούλοι, ανήκαν στα καταπιεσμένα στρώματα της αρχαίας ελληνικής κοινωνίας, η καταπίεσή τους δεν ήταν ομόλογη: σαφώς οι γυναίκες της ελίτ κυριαρχούσαν επί των δούλων ή ακόμα και επί των φτωχών ελεύθερων ανδρών, τουλάχιστον από την ελληνιστική εποχή.

Κώστας Μαντάς

Δρ. Αρχαίας Ιστορίας

Πανεπιστήμιο Bristol

Υποσημειώσεις

[1] Βλ. Κ. Μαντάς, «Δούλοι και δουλεία στην αρχαιότητα», Corpus 24 (2001), σ. 44-52.

[2] Βλ. Α. Λεντάκης, Είναι η γυναίκα κατώτερη από τον άνδρα ή Πώς κατασκευάζεται η γυναίκα;, Αθήνα 1986, σ. 260-261.

[3] Ιλιάδα Ζ 298 κ.ε.

[4] Ευριπίδης, Ανδρομάχη, 213-214.

[5] Βλ. G. Lerner, The Creation of Patriarchy, Νέα Υόρκη 1985.

[6] Οδύσσεια  α  430-433.

[7] Ιλιάδα  Ι 447-457.

[8] Αισχύλος, Αγαμέμνων, 132 κ.ε, εκδ. ΓΕΣ, Αθήνα 1973, σ. 69.

[9] Στο ίδιο, 56.

[10] D.E. McCoskey, «Slavery and the division of women in Aeschylus’ Oresteia», στο S.R. Joshel /S. Murnaghan (επιμ.), Women and Slaves in Greco-Roman Culture, Λονδίνο-Νέα Υόρκη 1998, σ. 35-55.

[11] Ευριπίδης, Ανδρομάχη, 137 κ.ε.

[12] Στο ίδιο, 927.

[13] Σοφοκλής, Τραχίνιαι, 298-302, μετ. Κ. Γεωργουσόπουλος, εκδ. Πατάκη, Αθήνα 2003.

[14] Αισώπου μύθοι, τ. Α΄, εκδ. Τολίδη, μετ. Τ. Βουρνάς, Αθήνα χ.χ., σ. 41.

[15] Α.Ν. Oikonomides, «Graffiti-inscriptions from the excavations of the Αthenian agora at Kerameikos», Horos 4 (1986), σ. 57-58.

[16] Αρτεμίδωρος, 4.59.284.

[17] Στο ίδιο.

[18] T. Wiedemann, Greek and Roman Slavery, Λονδίνο 1988, σ. 48-49.

[19] Ευριπίδης, Ίων, 835-841.

[20] K. Synodinou, On the Concept of Slavery in Euripides, Ιωάννινα 1977, σ. 62-65.

[21] Ηρώνδας, Μιμίαμβοι, μετ. Ρ. Μανθούλης, Αθήνα 2000, σ. 74-75.

[22] Α. Ρουσσοπούλου, «Ο θεσμός της ψυχοκόρης εις τα πλαίσια της συγχρόνου εποχής και του αρχαίου ελληνικού δικαίου», Νομικό Bήμα 13 (1965), σ. 163-165.

[23] SEG  XXXVI, 1986, num.590.

[24] SEG  XLIV, 1994, num. 1155.

[25] ΤΑΜ  ΙΙΙ.Ι, num. 237.

[26] Ηρώνδας, ό.π., σ. 83.

[27] Στο ίδιο, σ. 61.

[28] Αισώπου μύθοι, ό.π.

[29] Ευριπίδης, Υψιπύλη, μετ.- διασκευή Τ. Ρούσσος, εκδ. Κάκτος, σ. 95.

[30] Πάπυρος – Λαρούς – Μπριτάννικα, λ. «Γαληνός».

[31] Αχιλλέας Τάτιος, Λευκίππη και Κλειτοφών, 5.17.

[32] Ιλιάδα Ζ  454, κ.ε., μετ. Καζαντζάκη-Κακριδή.

[33] Ευριπίδης, Τρωάδες, 275-280.

[34] Ξενοφών, Οικονομικός  VII, 36-37.

[35] Y. Garlan, Η δουλεία στην Αρχαία Ελλάδα, Αθήνα 1988, σ. 179.

[36] Βούλα Λαμπροπούλου, Ο νους δεν έχει φύλο, Αθήνα 2006, σ. 15-19.

Πηγή: argolikivivliothiki.gr

Viewing all 7798 articles
Browse latest View live