Αποτυπωμένα στις πινακίδες της Γραμμικής Γραφής Β’ την οποία χρησιμοποιούσαν κατά τηΜυκηναϊκή περίοδογια να αποδώσουν την ελληνική γλώσσα που μιλιόταν τότε, τα φυτά, οι καρποί και τα βότανα δεν προορίζονταν μονάχα για τροφή. Αιώνες πριν τον Ιπποκράτη, που έλεγε πως η τροφή μας είναι το φάρμακό μας, οι γιατροί, επίσημοι και ανεπίσημοι της μινωικής Κρήτης και της μυκηναϊκής Ελλάδας τα χρησιμοποιούσαν και για θεραπευτικούς σκοπούς.
Ο δρ Αντώνης Βασιλάκης, έκανε πρόσφατα μάθημα στη Σχολή Ξεναγών του Ηρακλείου Κρήτης με θέμα «Υγεία, Γιατροί και Γιατρικά στο Mινωικό και στο Μυκηναϊκό κόσμο» και παρουσίασε σειρά φαρμάκων και τεχνικών που ήταν γνωστά στους γιατρούς: τους ας πούμε επίσημους, των ανακτόρων κυρίως, τους πρακτικούς, όπως και τους μάγους- ιερείς- θεραπευτές.
Δεν γνωρίζουμε πώς εκπαιδεύονταν, ούτε πώς ακριβώς έφτιαχναν τα φάρμακά τους, ή ποιες ακριβώς ασθένειες γιάτρευαν με αυτά. Ξέρουμε όμως πως χρησιμοποιούσαν πολλά βότανα ως καρυκεύματα, γιατρικά, ή και για την παρασκευή αρωματικών λαδιών.
Η ανεύρεση των πινακίδων με τη Γραμμική Β’ στις Μυκήνες (το σύστημα γραπτών κατάστιχων) τις καθιστούν κέντρο διακίνησης βοτάνων και μπαχαρικών, όπως λέει ο δρ Βασιλάκης. Ανάμεσά τους είναι και φυτά που δεν παραδόθηκαν στην κεντρική εξουσία, όπως άνηθος και γλυκάνισσος, όμως τα ανιχνεύουν οι αρχαιολόγοι σε αναλύσεις ιζητμάτων σε μαγειρικά σκεύη.
«Από άλλες πηγές γνωρίζουμε ότι χρησιμοποιούσα το όπιο της μήκωνος υπνοφόρου ως καταπραϋντικό πόνων» υπογραμμίζει. «Στα παραπάνω πρέπει να προσθέσουμε και το μέλι, που είναι γνωστό και μαρτυρημένο από την Αίγυπτο για τις θεραπευτικές του ιδιότητες. Το μέλι είναι φυσικό αντιβιοτικό και το χρησιμοποιούσαν ως καθαρτικό, ως καταπραϋντικό για τις ωδίνες, ως αλοιφή επούλωσης τραυμάτων και στη θεραπεία των ματιών, και σε διάφορα σκευάσματα αναμειγμένο με ελαιόλαδο ή ζωικό λίπος.»
Ο μέσος όρος ζωής των ανθρώπων της μινωικής Κρήτης ήταν χαμηλός, μέχρι τα 30 με 35 χρόνια. Οι κάτοικοι των ανακτόρων λόγω καλύτερης σίτισης, όπως συνάγεται από τις μελέτες, αντιμετώπιζαν λιγότερες ασθένειες, τουλάχιστον από όσες ανιχνεύονται στα οστά. Επίσης, είχαν καλύτερες θεραπείες σε κατάγματα και επεμβάσεις στο κρανίο.
Στον χώρο του Αιγαίου έχουν βεβαιωθεί αρρώστιες που αφήνουν σημάδια στα οστά (ελονοσία, σιδηροπενική αναιμία, πολυομυελίτιδα, φυματίωση, σταφυλόκοκκος, σαλμονέλα, αβιταμινωση, σκορβούτο, μεταστατικός καρκίνος των οστών, οστεοαρθρίτιδες κ.α. Δεν γνωρίζουμε τίποτα για επιδημίες όπως η χολέρα και ο τύφος που συνήθως υπάρχουν σε αστικούς πληθυσμούς με υποβαθμισμένο επίπεδο ζωής.
Το... Κολωνάκι είχε απείρως καλύτερη διαβίωση. Αλλά στις φτωχές κοινότητες της υπαίθρου, η υπερσυγκέντρωση του πληθυσμού, «οι συνθήκες υγιεινής και η έλλειψη συχνά κατάλληλου νερού σε συνδυασμό με φτωχή, ανισόρροπη και συχνά μόνο εποχική δίαιτα, σίγουρα είχαν επιπτώσεις στον πληθυσμό που θα είχε ασθενή αντίσταση σε επιδημίες, όπως η δυσεντερία, τα σκουλήκια στα έντερα και ο τέτανος» σημειώνει ο αρχαιολόγος. «Σίγουρα και οι παιδικές αρρώστιες, όπως η διάρροια, η διφθερίτιδα, ο βήχας και κόκκινος πυρετός θα απέβαιναν συχνά μοιραίες.
Από την άλλη μεριά το υπερπόντιο εμπόριο θα είχε εισαγάγει και εξαπλώσει επικίνδυνους μικροοργανισμούς από άλλες χώρες.» Ένα παράδειγμα, είναι ο οικισμός των εργαζομένων κοντά στη μεταλλουργική εγκατάσταση στο Χρυσοκάμινο της Ιεράπετρας, που έδωσε στους επιστήμονες την αρχαιότερη μαρτυρία στην Κρήτη για ύπαρξη φαρμάκων και ιαματικών αλοιφών, μαρτυρία που ανάγεται στο 2000 π.Χ.
Η δουλειά ήταν σκληρή και είχαν πάρει μέτρα για να αντιμετωπίσουν τις συνέπειες από την πολύωρη έκθεση σε σκληρή και επίπονη σωματική εργασία και από την έκθεση σε ψηλές θερμοκρασίες. Είχαν δυσπεψία, κακώσεις στα χέρια και στα πόδια, αναπνευστική λοίμωξη, αγγειοπάθεια, νευρικές διαταραχές, πονοκεφάλους, ξηρότητα λαιμού και ζάλη και χρησιμοποιούσαν αντίδοτα και αλοιφές.
Οι θεραπείες απαιτούσαν και επεμβάσεις. Το αρχαιότερο δείγμα χειρουργικού τρυπανισμού έχει ανακαλυφθεί στο ταφικό σπήλαιο/ οστεοφυλάκιο του Αγίου Χαράλαμπου στο οροπέδιο Λασιθίου και χρονολογείται στα 1850 π.Χ. Τα αμέσως μετά αρχαιότερα δείγματα τρυπανισμού προέρχονται από τον ταφικό Περίβολο Β των Μυκηνών, ενώ τρυπανισμοί υπάρχουν και σε κρανία από το νεκροταφείο των Αρμένων.
Η αρχαιότερη απεικόνιση παθήσεων μελών του σώματος προέρχεται από τα μινωικά ειδώλια και ημίτομα ανδρικά και γυναικεία από ιερά κορυφής της παλαιοανακτορικής περιόδου στο Τραόσταλο Ζάκρου, στον Πετσοφά Παλαικάστου και το Βρύσινα Ρεθύμνου (2000-1700 π.Χ.) Πρόκειται για: το ειδώλιο της καθιστής γυναίκας με το πρησμένο πόδι που έπασχε από ελεφαντίαση ή από καρκίνο του συκωτιού το παραμορφωμένα πρησμένο χέρι που έπασχε από λέπρα ή σοβαρή αρθρίτιδα τα ειδώλια του κάτω μέρους του σώματος από χαλκό και πηλό με οπή ανάρτησης και το ειδώλιο γυναίκας με πολλαπλές αρρώστιες.
Η αρχαιότερη απεικόνιση τραύματος στην εξοχή είναι σε ένα όμορφο κορίτσι (ή θεά κατά μια ερμηνεία) που τραυματίστηκε στο νύχι του ποδιού της που αιμορραγεί, όπως εικονίζεται σε θηραϊκή τοιχογραφία του 17ου αι. π.Χ.. Στη νεοανακτορική Φαιστό (1550 π.Χ. περίπου) βρέθηκε πίθος με επιγραφή σε Γραμμική Α στον οποίο, κατά την ανάγνωση του Γκάρεθ Ουενς, καταγράφεται ένας γιατρός από τη Φαιστό με το όνομα Σίμας. (Αντίθετα με τη Γραμμική Β/ η Γραμμική Α δεν έχει απoκρυπτογραφηθεί και δεν γνωρίζουμε αν χρησιμοποιήθηκε για την απόδοση ελληνικής γλώσσας. Τη μελετά ο Γκάρεθ Οουενς.
Σε ιατρικό πάπυρο που βρίσκεται στο Λονδίνο και χρονολογείται γύρω στα 1550 π.Χ. καταγράφεται -στη μινωική γλώσσα- “… ένα καθαρτικό φάρμακο ..που είναι σαν τα φασόλια από τη χώρα των Keftiu (Κρήτη) …”. «Είναι σοβαρή μαρτυρία για την ανταλλαγή βοτάνων ή και φαρμάκων ανάμεσα στην Κρήτη και την Αίγυπτο, που ήταν τα χρόνια εκείνα η κιβωτός των ιατρικών και φαρμακευτικών γνώσεων» λέει ο δε Βασιλάκης. «Η ασθένεια ήταν μια ασιατική παραλλαγή της σχιστοσωμίασης, μιας ασθένειας του αίματος που προκαλείται από παράσιτα.»
Σημαντικά είναι και τα γραπτά κατάλοιπα. Ο κ. Βασιλάκης αναφέρει πως σε πινακίδες της Γραμμικής Β από την Πύλο, την Κνωσό και τις Μυκήνες υπάρχει το όνομα i-ja-te ιητήρ (ιατήρ-ιατρός).
Μια γυναίκα που ζούσε στα ανάκτορα των Μυκηνών περί το 1550 π.Χ. είχε ένα τέλεια θεραπευμένο τριπλό κάταγμα στο δεξιό βραχιόνιου, μια περίπτωση που δεν μπορούσε να αποκατασταθεί με φυσικό τρόπο. Αντίθετα, σε νεκροταφεία της Λέρνας και της Ασίνης, τα κατάγματα είχαν αποκατασταθεί «με λαθεμένη επανένωση και φανερή δυσλειτουργία». Από το Ναύπλιο, προέρχονται εκπληκτικά ευρήματα. Στην ανατολική πλαγιά του Παλαμηδιού όπου εκτεινόταν μεγάλο νεκροταφείο λαξευτών και θαλαμωτών και λακκοειδών της μυκηναϊκής περιόδου, υπάρχει τάφος με ιατρικά εργαλεία (λαβίδες, μαχαιρίδια, μεγάλη οδοντωτή λαβίδα- διαστολέα, οπεις, τριπτήρες). Είναι εν πολλοίς πανομοιότυπα όχι μόνον με τα ευρισκόμενα στα Ασκληπιεία, αλλά και με όσα χρησιμοποιούσαν οι γιατροί εκατό χρόνια πριν.
«Η ανακάλυψη αυτή έρχεται να βεβαιώσει το μύθο που θέλει τον Παλαμήδη να ήρωα- θεότητα, φημισμένο εφευρέτη, σοφό, γιατρό, αστρονόμο, γραμματικό, φιλόσοφο» τονίζει ο κ. Βασιλάκης. Ο Παλαμήδης έλαβε μέρος και στον Τρωικό πόλεμο.
Ο πολυπράγμων «Πορθητής της Προύσας», Αθανάσιος Βελλούδιος, και η απίστευτη καταδρομική του περιπέτεια
«Από τα πληρώματα της ΝΑΜΣ [Ναυτικής Αεροπορικής Μοίρας Σμύρνης] ξεχώρισε ο παράτολμος αεροπόρος Αθανάσιος (Θάνος) Βελούδιος, ο οποίος την 25η Ιουνίου 1920 προσγείωσε το αεροπλάνο του μέσα στον περίβολο της Οθωμανικής Στρατιωτικής Ακαδημίας, στην Προύσα, και ύψωσε στον ιστό της την Ελληνική σημαία».
Αυτό μας λέει η ιστοσελίδα της Πολεμικής μας Αεροπορίας, στις «Επιχειρήσεις στη Μικρά Ασία (1919-1922)», επιβεβαιώνοντας τον απίστευτο σε έκταση και συμβολικό εκτόπισμα άθλο του Θάνου Βελλούδιου-Μούρραη στη Μικρασιατική Εκστρατεία.
Παρά το λαμπρό ανδραγάθημα, εκείνος είχε πολλά ακόμα να θυμάται από το ηρωικό στρατιωτικό του μητρώο. Στο άρθρο του «Ελληνευρετικαί εκδόσεις του Θάνου Αλ. Δ. Μούρραη-Βελλούδιου» που δημοσιεύτηκε στο περιοδικό «Οδός Πανός» (τεύχος 37, 7-8/1988), ο καλλιτέχνης και στρατιωτικός ανακαλεί χαρακτηριστικά:
«Εγώ κατεύκασα βομβαρδίσας 25.3.1921 από αέρος το Στρατηγείον εις τον Σιδηροδρομικόν Σταθμόν Αφιόν Καρά Χισάρ (Πρυμνησίας), του ολετήρος του Ελληνισμού Κεμάλ, εις την εσωτέραν Μικρασίαν. Εγώ εβομβάρδισα κατά τον Α Παγκόσμιο Πόλεμο επανειλημμένως τα θωρηκτά GOEBEN και BRESLAU εις τον Τουρκικόν Ναύσταθμον του Ναγαρά εις τα Δαρδανέλλια. Εγώ άνοιξα τον δρόμον της Ανεμοπορίας εν Ελλάδι, λαβών το Πτυχίον τής Προκεχωρημένης Εκπαιδεύσεως αυτής εν Wasserkuppe της Γερμανίας.
Εγώ ετραυματίσθην ίσως από τον άσσον Αεροπόρον Immelmann εις τον Πρίνον της Θάσου, ιπτάμενος με ένα Sopwith Fighter. Εγώ ως μόνος Έλλην, ανεκύκλωσα εν ακροβατή πτήσει λούπινγκ το βαρύ βομβαρδιστικόν αεροπλάνον Hawker Horsley Rolls-Royce. Εγώ ανετίναξα (Φεβρ. 1921) δια βομβών από αέρος την Σιδηροδρομικήν Γέφυραν ανατολικής έξωθεν του Ουσάκ, αναχαιτίσας την φυγήν των ατάκτων Τούρκων Τσετών του Κεμάλ».
Κι ενώ αυτά θα έφταναν κανονικά να τον στέψουν εθνικό ήρωα, δεν ήταν παρά υποσημείωση στην πλούσια και πολυσχιδή καριέρα του, καθώς πέρα από πρωτοπόρος αεροπόρος ήταν επίσης αβάν-γκαρντ καλλιτέχνης, λαογράφος, συνθέτης και ηθοποιός, αν και εκείνος θα παρέθετε μερικούς ακόμα τίτλους, όπως «ελληνοράπτης», «ελληνευρέτης» και προπάντων «φαντασιομέτρης»!
«Με κτηθείσαν, πείραν 93 ετών, πέρα από κάθε από ολούθε στοχεύουσαν Βελλουδιοκτόνον φθονοθανοφαγίαν ημεδαπών και αλλοδαπών», ο Βελλούδιος έζησε ως φαινόμενο σχεδόν εκατό χρόνια, παραμένοντας μπροστάρης κάθε εικαστικής πρωτοπορίας. Ο «Πορθητής της Προύσας» θα γινόταν βασικός συνεργάτης του Άγγελου Σικελιανού στις Δελφικές Γιορτές, μιας και οι λαογραφικές του γνώσεις για την πατρίδα μας ήταν τεράστιες, θα έγραφε μουσική, θα έπαιζε σε αξιόλογες ταινίες, θα άφηνε παρακαταθήκη βιβλία και έργα τέχνης με όχημα την παροιμιώδη ελληνικότητά του.
Λάτρης του ζεϊμπέκικου και της ελληνικής ψυχής, ο «ελληνευρέτης πάντων των ενισχυόντων την ελληνικήν ιδιοπροσωπίαν» πέρασε σαν σίφουνας από τον κόσμο μας ως σουρεαλιστής και ντανταϊστής καλλιτέχνης αντλώντας έμπνευση από την πλούσια ιστορία της Ελλάδας. Θα περνούσε πολλά χρόνια μελετώντας και καταγράφοντας τη «ζώσα λαογραφία», ζώντας μια βιωματική σχέση με τον ελληνικό πολιτισμό. Καταβυθίστηκε στη λαϊκή μας παράδοση και όργωσε την ελληνική περιφέρεια για να κάνει την τέχνη του, αν και τίποτα από όλα αυτά δεν τον εμπόδισε να παραμείνει ένας άρτιος πιλότος των ελληνικών ενόπλων δυνάμεων, καθώς ήταν πάντα περισσότερα του ενός πράγματος.
Ο Θάνος-Αλέξανδρος Δημήτρη Βελλούδιος-Μούρραης, όπως ήθελε ο ίδιος το όνομά του, φιγουράρει πλέον στα ιστορικά κιτάπια του τόπου μας ως πρωτοποριακός καλλιτέχνης και την ίδια ώρα διατηρεί το προνόμιο να περιλαμβάνεται στις λαμπρότερες σελίδες της ελληνικής Πολεμικής Αεροπορίας!
Ίσως έφταιγε το γεγονός ότι ήταν «ελληνοδίφης», απλώνοντας την ελληνικότητά του σε ό,τι κι αν έκανε. Και έκανε πολλά, είναι η αλήθεια…
Πρώτα χρόνια
Image may be NSFW. Clik here to view.
Ένα σχεδίασμα βιογραφικού σημειώματος μας παρέχει ο ίδιος ο Βελλούδιος. Σύμφωνα με τα όσα θυμόταν λοιπόν, ο Θάνος-Αλέξανδρος Δημήτρη Βελλούδιος-Μούρραης γεννιέται στις 16 Ιουλίου 1895 στο Κολωνάκι της Αθήνας. Η καταγωγή της οικογένειας είναι μεγαλοαστική. Ο παππούς του, Αθανάσιος Ρουσόπουλος, ήταν καθηγητής αρχαιολογίας στο Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο και ο πατέρας του, Δημήτριος Μούρραης-Βελλούδιος, μαθηματικός. Η οικογένεια μετρούσε επίσης μεγαλοκαθηγητάδες στο εξωτερικό αλλά και το εσωτερικό. Ο αδελφός του πατέρα του, Όθωνας Ρουσόπουλος, ήταν αυτός που ίδρυσε την Εμπορική Ακαδημία (μετέπειτα ΑΣΟΕΕ).
Ο Δημήτρης Βελλούδιος παντρεύεται κάποια στιγμή και αποκτά δύο παιδιά, τη Μαρίκα (1894-1989) και τον Θάνο-Αλέξανδρο. Η σύζυγός του θα πεθάνει όμως πολύ νωρίς, όταν ο Θάνος ήταν μόλις τριών χρονών, και ο ίδιος ο Δημήτρης θα την ακολουθήσει το 1916.
Τα παιδιά έχουν σταλεί εντωμεταξύ σε συγγενείς τους στην Ελβετία, όπου θα σπουδάσει τέχνη ο Θάνος στη Βασιλεία και αργότερα στο Λονδίνο.
Στη συνέχεια, ο νεαρός Βελλούδιος «ειργάσθη εις το Σίτυ, ως νέος», όπως το θυμόταν, είχε κολλήσει ωστόσο και το μικρόβιο της αεροπορίας. «Επέταξε ως άλλος Ίκαρος χωρίς κινητήρα και έλαβε το Πτυχίον του Ανεμοπόρου εν Γερμανία, ως ο πρώτος Έλλην Ανεμοπόρος των χρόνων μας».
Γνωρίζοντας καλά αγγλικά, γαλλικά, γερμανικά και ιταλικά, θα καταφτάσει στην Ελλάδα πάνω στην ώρα για τη Μικρασιατική Εκστρατεία. Προτού καταταγεί βέβαια ως σημαιοφόρος στη Ναυτική Αεροπορική Υπηρεσία το 1917, είχε προλάβει να παραστεί στη γέννηση του ντανταϊστικού κινήματος στη Ζυρίχη, όπου είχε βρεθεί για να σπουδάσει.
Το απίστευτο περιστατικό
Image may be NSFW. Clik here to view.
Ο ελληνικός στρατός αποβιβάστηκε στη Σμύρνη στις 2 Μαΐου 1919 και την ίδια κιόλας μέρα άρχισε η ανάπτυξη της Ναυτικής Αεροπορικής Μοίρας Σμύρνης (ΝΑΜΣ), η οποία αριθμούσε 10 αεροσκάφη Airco De Havilland D.H.9 και 15 καταδιωκτικά Sopwith Camel 1F.1. Η ΝΑΜΣ δημιούργησε Προκεχωρημένα Σμήνη Μετώπου και επιχειρούσε κυρίως από τα αεροδρόμια Καζαμίρ, Μαγνησίας και Ουσάκ.
Η πρώτη Μονάδα της ΣΑ, που διατέθηκε στις δυνάμεις της Μικράς Ασίας, ήταν η 533η Μοίρα με αεροσκάφη Breguet 14A2/B2. Η πρώτη αποστολή βομβαρδισμού έγινε στις 18 Ιουνίου 1919, όταν 3 Airco De Havilland D.H.9 υποστήριξαν την ελληνική επίθεση στο Αϊδίνιο. Την 20ή Δεκεμβρίου 1919 οργανώθηκε η Διεύθυνση Αεροπορικής Υπηρεσίας Στρατιάς (ΔΑΥΣ), που ενσωμάτωσε όλες τις αεροπορικές δυνάμεις της Μικρασιατικής Εκστρατείας. Επιπλέον, οι Μοίρες 532, 533 και 534 μετονομάστηκαν σε Α΄, Β΄ (στο Καζαμίρ) και Γ΄ (στην Πάνορμο) Μοίρες Αεροπλάνων αντίστοιχα, με τυπική δύναμη 8-12 αεροσκάφη καθεμιά.
Τις αποστολές αναγνώρισης, πολυβολισμού και βομβαρδισμού αναλάμβανε πρωτίστως η ΣΑ, ενώ τα πληρώματα της ΝΑΜΣ εκτελούσαν κυρίως αποστολές βομβαρδισμού, λόγω μικρής εμπειρίας στη συνεργασία με τις επίγειες δυνάμεις. Την περίοδο Ιουνίου-Οκτωβρίου 1920 έγινε η προέλαση του ελληνικού στρατού μέχρι την Προύσα. Από τον Αύγουστο είχαν οργανωθεί περιπολίες από ελληνικά καταδιωκτικά, προκειμένου να αντιμετωπίσουν τις σποραδικές εμφανίσεις της Οθωμανικής Αεροπορίας.
Οι ήρωες αεροπόροι της περιόδου αυτής είναι ελάχιστα γνωστοί. Πιλότοι όπως οι Δημήτρης Μάρακας, Γεώργιος Μαμαλάκης, Μιχάλης Πετροπουλέας κ.ά. εκτέλεσαν επικίνδυνες αποστολές σε όλες τις φάσεις και τα μέτωπα. Από τα πληρώματα της ΝΑΜΣ ξεχώρισε φυσικά ο παράτολμος αεροπόρος Βελλούδιος, ο οποίος την 25η Ιουνίου 1920 προσγείωσε το αεροπλάνο του μέσα στον περίβολο της Οθωμανικής Στρατιωτικής Ακαδημίας στην Προύσα και ύψωσε στον ιστό της την ελληνική σημαία!
Ο ίδιος το θυμόταν ως εξής: «Την Παρασκευή 25 Ιουνίου 1920, εορτήν των Αγίων Έρωτος, Στρατιώτου Λογανδρείου και Φεβρωνίας Βασιλίδος Οσίας, προσεγειώθη στην Προύσαν της Μικράς Ασίας εις τας προσβάσεις του Ολύμπου της Βιθυνίας, όπου και ύψωσε εκεί, ο πρώτος και μόνος, την ελληνικήν Σημαίαν» (μιλούσε στο τρίτο πρόσωπο). Η υψωμένη γαλανόλευκη στην τουρκική Σχολή Ευελπίδων αναπτέρωσε το ηθικό του ελληνικού στρατού και στον Βελλούδιο κόλλησαν τώρα το παρατσούκλι «Πορθητής της Προύσας».
Image may be NSFW. Clik here to view.
Ο πιλότος δεν έμεινε βέβαια εκεί, προσβάλλοντας τον εχθρό σε αρκετά ακόμα σημαντικά χτυπήματα. Ο ίδιος ο Κεμάλ γλίτωσε τον θάνατο όταν -σύμφωνα πάντα με την αφήγηση του ίδιου του Βελλούδιου- φυγαδεύτηκε την τελευταία στιγμή, καθώς το αεροσκάφος του αεροπόρου βομβάρδιζε ανηλεώς το στρατηγείο του στο Αφιόν Καραχισάρ: «Στο Αφιόν Καρά Χισσάρ την αρχαίαν Ελληνική Πρυμνησίαν εις την εσωτέραν Μικρασίαν, με παρατηρητήν τον Π. Ψύχαν επυρπόλησε δια βομβών (25 Μαρτίου 1921) το Στρατηγείο του Κεμάλ Ατατούρκ όπου για μερικά δευτερόλεπτα, εγλύτωσε ο ολετήρ αυτός από βέβαιον θάνατο».
Σε όλες τις μάχες που πήρε μέρος πολέμησε με γενναιότητα και ηρωισμό, υπερβαίνοντας συχνά τα επιχειρησιακά του καθήκοντα, αν και είχε τη φρόνηση να μην υποτιμά τις εντολές των ανωτέρων του ριψοκινδυνεύοντας το όλο εγχείρημα. Και βέβαια φαινόταν να το διασκεδάζει! Να πώς διηγήθηκε ο αντισμήναρχος Βελλούδιος το 1990 την πτητική εμπειρία με τα αεροπλάνα της εποχής: «Πετούσα με FARMAN Type Metallique που ήταν εντεταμένα με χαλύβδινα σύρματα όπως αυτά του κλειδοκύμβαλου. Τα σύρματα ανέδιδον μετά από ορισμένη ταχύτητα πτήσεως, μελωδικούς ήχους όπως αι κινέζικαι αιολικαί άρπαι».
Συνεχίζοντας τη βιογραφική του αφήγηση, ο Βελλούδιος θυμόταν (πάντα σε τρίτο πρόσωπο): «Υπηρέτησε ως αξιωματικός του Ναυτικού της Αεροπορίας επί 21 χρόνια, ως πρωτοπόρος πιλότος και εκπαιδευτής, εν συνεχή πολεμική πτητική ενεργεία, τραυματισθείς ως ιπτάμενος χειριστής. Έχει γράψει παλαιότερα στην Ναυτική Επιθεώρηση, του Ναυτικού Πολεμικού Επιτελείου, μελέτην αεροπορικής Στρατηγικής καθώς και Τεχνικά Εγχειρίδια».
Έκανε όμως και άλλα πολλά στο ελληνικό στράτευμα: «Διοργάνωσε και διοίκησε τα κλιμάκια των Στρατιωτικών Αθλητικών Ομάδων, ως και συνέθεσε τον Πυρρίχιόν των»…
Η εξίσου απίστευτη μεταπολεμική ζωή
Image may be NSFW. Clik here to view.
Όπως μας βεβαιώνει ο Λεωνίδας Χρηστάκης: «Είτε από χαρακτήρα, είτε από μια τάση μαγικής θολούρας και μυστηριώδους υπερβατικής σύγχυσης, ο Βελλούδιος δεν μίλησε ποτέ για τα χρόνια 1925-1950». Δεν κοκορεύτηκε ποτέ για τα πολεμικά του κατορθώματα, καθώς πλέον τον απασχολούσαν άλλα, εξίσου ηρωικά και ιδεαλιστικά.
Από το 1920 ως και την άνθηση της underground εικαστικής πρωτοπορίας στα μεταπολιτευτικά χρόνια, ο Βελλούδιος «ήταν τόσο γνωστός που αισθανόσουν ντροπή να μην τον ξέρεις τουλάχιστον σε μία από τις επιδόσεις του. Όλοι οι γνωστοί και μη εξαιρετέοι των τελευταίων πενήντα χρόνων είχανε ‘κοινωνήσει’ στις απειράριθμες γνώσεις του», φανερώνει ο επίσης πολυπράγμονας Λεωνίδας Χρηστάκης στο πόνημά του «Οι Δικοί μας Άγιοι» (1998).
Τόσο η καλλιτεχνική του δράση όσο και η φυσική του παρουσία σε «ποικίλους κύκλους των Αθηνών» οδηγούσε τις συζητήσεις για το νέο ελληνικό πνεύμα αλλά και το μέτρο του ανθρώπου, «δηλαδή το μέτρο του κόσµου, ήτοι το φαντασιόµετρο», όπως το προσδιόριζε ο ίδιος.
Πριν καταταγεί ακόμα στη Ναυτική Αεροπορική Υπηρεσία το 1917, είχε προλάβει να παραστεί στη γέννηση του ντανταϊστικού κινήματος στη Ζυρίχη, όντας ο μόνος Έλληνας που συμμετείχε στις πυρετώδεις διεργασίες της σύγχρονης τέχνης του Μεσοπολέμου. Ο Βελλούδιος ήταν ένας από τους πρώτους έλληνες αεροπόρους, παρόντας ακόμα και στο Μακεδονικό Μέτωπο κατά τον Α’ Παγκόσμιο, και ταυτοχρόνως ένας γόνιμος καλλιτέχνης, ακροβατώντας μεταξύ στρατιωτικής πειθαρχίας και δημιουργικής αναρχίας.
Συνάμα ήταν βέβαια και ένας έξοχος μελετητής της ελληνικής παράδοσης, γι’ αυτό και του ανέθεσε το 1927 ο Άγγελος Σικελιανός να παρουσιάσει τον πυρρίχιο χορό κατά τη διάρκεια των Δελφικών Εορτών. Ως χορογράφος και «ρυθμοδότης» που ήταν, μελέτησε τις αναπαραστάσεις των αγγείων της κλασικής αρχαιότητας και αναβίωσε έναν πανάρχαιο πολεμικό χορό!
Τον ίδιο ζήλο και επιστημοσύνη θα έδειχνε και αργότερα, όταν θα μελετούσε τον ζεϊμπέκικο χορό, για τον οποίο θα συγκέντρωνε σπάνια ντοκουμέντα και θα τον προσδιόριζε ως έναν «πρωτοελληνικό φρυγικό χορό»: «…και έγραψε σχετική πραγματεία με βάσην τον Πρωτοελληνικό Φρυγικό χορό Ζεϋμπέκικο-Αρτοζήνα (Τουθόα, Λούσιος, Τρόπαια, Άκοβα), εις τις Δελφικές Εορτές των παγκοσμίων Αμφικτυονιών των Σικελιανών του 1927 και 1930», θυμόταν εκείνος.
Η επιμονή του να ενσωματώσει στην ιστορική διαδρομή των Ελλήνων τον αντρικό χορό στα καπηλειά και τα καφενεία υπήρξε καθοριστική για τη διάσωση αλλά και την απενεχοποίηση της λαϊκής μας κουλτούρας. Μας παραδίδεται άλλωστε πως ο Βελλούδιος ήταν αυτός που έμαθε στον Γιάννη Τσαρούχη να χορεύει το ζεϊμπέκικο τόσο αριστοτεχνικά. Για το ζεϊμπέκικο που λάτρευε έλεγε χαρακτηριστικά:
«Αυτός ο χορός, ή μάλλον η όρχησις – διότι είναι κατ'εξοχήν ανδρική όρχησις, αφού υπονοεί και ορισμένους αδένας του άρρενος εις την σύνθεσίν της και την ετυμολογία της. Διότι μόνον ένας άνδρας έχει το βάρος να χορέψει μόνος και εκ του εαυτού του για τον εαυτόν του. Είναι ένα είδος, ας πούμε, κινησιολογικής υπερβατικής μεταρσιώσεως. Και έτσι ο κατατρυχόμενος από διάφορα βάρη οικονομικά, οικογενειακά, οιασδήποτε κοινωνικής σειράς πηγαίνει σε μία ταβέρναν εις ένα κέντρον, σηκώνεται, και χωρίς να 'χει ανάγκην από συντροφιά γυναικός ή άλλου ατόμου αρχίζει και χορεύει μονήρης, σόλο, μίαν όρχησιν χαλαρώσεως που είναι ο Αρτοζήνας-Ζεϊμπέκικος».
Image may be NSFW. Clik here to view.
«Δηλαδή αρχίζει και περιδινίζεται , περιστρέφεται, απλώνει τα χέρια του σαν φτερούγες και τα κινεί σαν να ήθελε να πετάξει. Και πράγματι φαντάζεται ότι στις ωμοπλάτες του έχει φτερά και αιωρείται μεταξύ ας πούμε χρόνου και διαστήματος χώρων. Αφού εκτελέσει αυτό το γύμνασμα αισθάνεται χαλαρωμένος και πάει και κάθεται στην καρέκλα του, εις το κουτούκι ... χωρίς να έχει το μίσος της πάλης των τάξεων, που λένε».
Ο Βελλούδιος έγραψε πολλά ακόμα και έκανε ακόμα περισσότερα. Ας τον ακούσουμε: «Συνέγραψε το Λαογραφικόν έργον του τα ‘‘Ελληνικά Πνεύματα’’ Αερικά, Ξωτικά και καλικάντζαροι με τις σχετικές 45 έγχρωμες φιγουμογραφίες των, και κείμενα σε 4 γλώσσες. Συνέθεσε και την σχετική Μουσική Ελληνική Σουίτα Κοντσέρτο Μεσογειακό (δια τους Έλληνας Αερικούς Αεροπόρους). ‘‘Πέραν του Καλού και του Κακού, Gradus ad Helicon’’. Επεδόθη προσέτι σε διαφόρους Υψηλής Ελληνοραπτικής Ανδρικάς Δημιουργίας, φουστανέλλες, χιτώνες κτλ. ενδυμασίες στυλιζαρισμένες», δικαιώνοντας τον τίτλο που κόλλησε ο ίδιος στον εαυτό του, αυτό το περιβόητο «ελληνοράπτης»!
Μελετώντας την ελληνική ενδυματολογική παράδοση στο διάβα των αιώνων, ο Βελλούδιος δημιούργησε «40 τύπους Νεοελληνικών Υποκαμίσων», τα οποία φορούσε μάλιστα κι ο ίδιος χειμώνα καλοκαίρι. Όπως το περιβόητο «κοστούμι από σαμαροσκούτι με κουμπιά από πεταλίδες της θάλασσας»! «Εγώ εδημιούργησα 40 τύπους Νεοελληνικών Υποκαμίσων και αναξυρίδων, που τα φοράω – το καλοκαίρι. Τον χειμώνα φοράω κοστούμι από σαμαροσκούτι με κουμπιά από πεταλίδες της θάλασσας».
Στα βιβλία του επιχείρησε να συνθέσει την ελληνική ιδιοσυστασία μέσα από τα θραύσματα της παράδοσης και του βίου των ανθρώπων της επαρχίας, τους οποίους συναναστράφηκε με άδολη φιλία και όχι ως ακαδημαϊκός μελετητής. Έγραψε για τα αερικά, τους καλικάντζαρους, τα πανάρχαια παγανιστικά έθιμα, αλλά και τον Άγιο Νικόλαο, αναδεικνύοντας τη βυζαντινή παράδοση των ελληνικών Χριστουγέννων.
«Εγώ ξεφασούλησα τον Άγιο Βασίλειο από την πλαστοπροσωπεία Του με τον Άγιο Νικόλαο (Μπάρμπα Νοέλη) και έδωσα ολοκληρωμένα Βυζαντινά Χριστούγεννα δια τους Έλληνας, με βιβλίο και πρότυπο εκκλησάκι για τα Κάλανδα», εξομολογείται: «Στο βιβλίο μου, ξετουρκεύω τον Ναό του Αιόλου-Αέρηδες από Τέμενος των Περιδινούμενων Ντρεβίσηδων, τοποθετώντας εκεί την Γέννησιν του Χριστού, κατά πρότυπον των Μεγάλων Ζωγράφων της Αναγεννήσεως», λέει στο πόνημά του «Αερικά, Ξωτικά και Καλικάντζαροι» (1978).
Παρά το γεγονός ότι συστηνόταν ως «φαντασιομέτρης», δεν ήταν καθόλου εκκεντρική φιγούρα, αλλά ένας σοβαρός μελετητής της ελληνικότητας και ένας ταγμένος καλλιτέχνης στην εμπροσθοφυλακή της πρωτοπορίας. Αλλοπρόσαλλος μπορεί να φαινόταν στα μάτια του αδαούς, κανείς δεν σκέφτηκε πάντως να αμφισβητήσει ποτέ το κύρος του ως δαφνοστεφούς απόστρατου αξιωματικού με αξιοθαύμαστη πολεμική δράση.
Ήταν άλλωστε ολότελα συγκροτημένος ως προσωπικότητα, όπως ακριβώς πρόσταζε η «φαντασιομετρία» του: «Η Τέχνη της Φαντασιομετρίας πραγματοποιεί με επιμελή διερεύνηση την επισήμανση του πνεύματος του εσωτέρου πυρήνος, του σπέρματος και της ουσίας κάθε πράγματος, εμψύχου ή αψύχου, ή και ενός φαινομένου ή ιδέας. Η πραγματοποίησις των δημιουργημάτων της τέχνης αυτής πρέπει να είναι ιστορικά εξειλκυσμένη και προφητικά προβεβλημένη. Εκ προοιμίου ο “Φαντασιομέτρης” πρέπει να είναι “γεωμετρημένος”, εις την έννοιαν του ρητού πού ήταν γραμμένο εις το υπέρθυρο της Ακαδημίας του Πλάτωνος, που έλεγε: Ουδείς αγεωμέτρητος εισίτω!». Τη φαντασιομετρία του την ξεδίπλωσε σε όλη της τη σουρεαλιστική μεγαλοπρέπεια στο βιβλίο «Ελληνοκεντρική Φαντασιομετρική Τέχνη για Προχωρημένους» (1983).
Image may be NSFW. Clik here to view.
Ο ασίγαστος Βελλούδιος υπήρξε ένας γενναίος πιονέρος της ελληνικής αεροπορίας, φίλος των ντανταϊστών της Ζυρίχης, συνοδοιπόρος του ελληνικού σουρεαλισμού, λαογράφος, συνθέτης, ηθοποιός και καλλιτέχνης, επιδρώντας καθοριστικά στην εγχώρια τέχνη και τους πρωταγωνιστές της στον έναν σχεδόν αιώνα που έζησε.
Τι άλλο έκανε; «Εγώ ξετούρκεψα τον χορό Ζεϊμπέκικο και του έδωσα την ευγενικιά του 'Ελληνική'καταγωγή και θρησκευτικότητα, ως Αρτοζήν. Εγώ ξεμόρτησα την λέξη μάνγκας και της έδωσα την ευγενικιά της ‘‘Ελληνική-Βυζαντινή’’ καταγωγή και έννοια μέγας (μεγιστάν). Εγώ ξεφράγκεψα την ντυσιά των Νεοελλήνων απλούστευσα την φουστανέλλα, και εδημιούργησα την φουστανέλλα-φράκο εσπερίδος, και την εφόρεσα με ελληνοκεντρικήν έφεσιν και κομψόν συρμόν».
Ο Βελλούδιος έπαιξε σε αρκετές ταινίες, στις οποίες κρατούσε συνήθως και τον ρόλο του συμβούλου περί λαογραφίας και εθιμοτυπίας. Αναφέρουμε ενδεικτικά τα φιλμ «Η Χρυσομαλλούσα» (1978) του Τώνη Λυκουρέση, «Το Ταξίδι του Μέλιτος» (1979) του Γιώργου Πανουσόπουλου και «Ελευθέριος Βενιζέλος, 1910-1927» (1980) του Παντελή Βούλγαρη.
Ταυτοχρόνως, ήταν ένας άνθρωπος που δεν έκρυψε ποτέ τις ερωτικές του προτιμήσεις, σε καιρούς μάλιστα ιδιαίτερα δύσκολους για τη σεξουαλική ελευθερία. Ο Λεωνίδας Χρηστάκης παρατηρεί χαρακτηριστικά πως ακόμη και η ομοφυλοφιλία αποτελούσε για τον Βελλούδιο «μια τελετική τέχνη, όπου πρώτευε η διεγερτική αναζήτηση μέσα από δεκάδες ξεχασμένα ταμπού».
Για τα διονυσιακά και φαλλικά ήθη και έθιμα του τόπου μας έγραψε εξάλλου το τρίτο βιβλίο του «Ευγονία και άλλα τινά» το 1991, αναβιώνοντας μια λησμονημένη Ελλάδα που ήταν άλλοτε σε διαρκή επικοινωνία με τη φύση και τις εκδηλώσεις της. Ο Βελλούδιος αναζητούσε μανιωδώς τις πανάρχαιες ρίζες του ελληνικού παγανισμού που εμπλουτίστηκε στην πορεία από τη λαϊκή χριστιανική θρησκεία, όντας λες το έργο της ζωής του.
«Η λαογραφία, η καλλιτεχνία, η ‘άλλη’ αρχαιολογία, η παπαδιστική, και η διδασκαλία μέσω των περιηγήσεών του, ήταν οι κύριοι και βασικοί τομείς με τους οποίους ασχολήθηκε και δεκάδες πρόσωπα ωφελήθηκαν από την διέλευσή του από αυτή τη ζωή», παρατηρεί ο Χρηστάκης και έχει αναμφίβολα δίκιο. Κάτι που αναγνώρισε και ο Διονύσης Σαββόπουλος αφιερώνοντας στον μεγάλο μύστη το τραγούδι «Ποιος φτιάχνει τα ανέκδοτα» (από το άλμπουμ «Χρονοποιός»)…
Γιατί ξεχάστηκε τόσο γρήγορα ο Βελλούδιος όταν έφυγε από τον κόσμο το 1992, ένας άνθρωπος που σφράγισε όσο λίγοι τη νεοελληνική σύγχρονη τέχνη και τους πρωταγωνιστές της, αυτό παραμένει πραγματικά αξιοπερίεργο. Ίσως να φταίει πως κλείνει έτσι απλά και άδοξα το βιογραφικό του:
«Επί τι διάστημα υπηρέτησε εις τον Διεθνή Ερυθρόν Σταυρόν ως επίσης και εις το Ελληνικόν Υπουργείον των Εξωτερικών. Προεβλήθη συχνά εις την Τηλεόρασιν και τον Κινηματογράφον»…
ΗΣίδη,σπουδαίο εμπορικό λιμάνι στις ακτές της Παμφυλίας, ήταν μία από τις ισχυρότερες πόλεις της περιοχής κατά την Αρχαιότητα. Έχει ταυτιστεί με τα ερείπια ενός αρχαίου οικισμού κοντά στο σύγχρονο τουριστικό θέρετρο Selimiye, σε απόσταση 70 περίπου χλμ. από την Αττάλεια.
Η ονομασία Σίδη σημαίνει «ρόδι». Το ρόδι άλλωστε αποτελούσε το επίσημο σύμβολο της πόλης από την πρώιμη ιστορία της μέχρι και την Ύστερη Αρχαιότητα.
Από τη Μυκηναϊκή στην Αρχαϊκή εποχή
Η ίδρυση της αρχαίας Σίδης ανάγεται στη σφαίρα του μύθου. Πιο συγκεκριμένα, μετά τη λήξη του Τρωικού πολέμου, γύρω στο 1200 π.Χ., μια ομάδα Ελλήνων προωθήθηκε στην ενδοχώρα και εγκαταστάθηκε στην περιοχή την οποία κατόπιν ονόμασε «Παμφυλία». Σύμφωνα με την παράδοση, πρωτεργάτες των μεταναστευτικών αυτών κινήσεων ήταν οι φημισμένοι μάντεις Μόψος, Κάλχας και Αμφίλοχος.
Αυτοί ίδρυσαν πόλεις στη νέα τους πατρίδα, οι οποίες διαδραμάτισαν πρωταγωνιστικό ρόλο στην περιοχή μέχρι και την Ύστερη Αρχαιότητα. Είναι ιδιαίτερα ενδιαφέρον το ότι ο μύθος αυτός περί των πρώτων οικιστών επιβεβαιώνεται από την επιβίωση μιας τοπικής διαλέκτου που –όπως πιστοποιούν επιγραφές και νομίσματα– ήταν σε χρήση στη Σίδη μέχρι και τον 3ο αιώνα π.Χ. Επρόκειτο στην ουσία για ένα κυπροαρκαδικό γλωσσικό μείγμα, με μεταγενέστερα δωρικά-αιολικά στοιχεία. Αυτά αποδίδονται σε μια δεύτερη ομάδα μεταναστών από την Κύμη της Αιολίδας, που εγκαταστάθηκαν στη Σίδη γύρω στο 700 π.Χ.
Ο ιστορικός Αρριανός αναφέρει ότι οι νέοι άποικοι γρήγορα λησμόνησαν τα ελληνικά τους και υιοθέτησαν το τοπικό ιδίωμα που χρησιμοποιούσαν οι παλιοί κάτοικοι, το οποίο μάλιστα χαρακτηρίζει ως «βαρβαρικό». Η τοπική αυτή διάλεκτος ατόνησε πολύ αργότερα, μετά την άφιξη του Μεγάλου Αλεξάνδρου το 334 π.Χ., έως ότου αντικαταστάθηκε σταδιακά από τα ελληνικά, που έγιναν πια η επίσημη γλώσσα της πόλης.
Μια εκ των κεντρικών πυλών της Σίδης τα τείχη της οποίας έχουν κατασκευαστεί στην ελληνιστική εποχή
Οι αναφορές των αρχαίων πηγών σχετικά με τη Σίδη είναι δυσανάλογα αποσπασματικές, αν αναλογιστεί κανείς τη σπουδαιότητα της πόλης κατά την Αρχαιότητα. Το κενό αυτό το αναπληρώνουν σε μεγάλο βαθμό οι επιγραφές και τα νομίσματα, που παρέχουν επαρκείς πληροφορίες κυρίως για την Ελληνιστική και την Αυτοκρατορική περίοδο. Λυδική και περσική κυριαρχία
Όσον αφορά την πρώιμη ιστορία της πόλης, είναι εφικτή η ανασύνθεση ενός γενικού μόνο ιστορικού πλαισίου, με βάση τις συνθήκες που είχαν διαμορφωθεί σε ολόκληρη την Παμφυλία κατά την περίοδο αυτή. Ο Ηρόδοτος παραδίδει ότι η περιοχή κατακτήθηκε τον 6ο αιώνα π.Χ. από τον βασιλιά των Λυδών Κροίσο (560-546 π.Χ.). Μετά την ήττα του από τους Πέρσες το 546 π.Χ., η Παμφυλία εντάχθηκε διοικητικά σε περσική σατραπεία και εξαναγκάσθηκε να καταβάλει φόρο υποτέλειας στη νέα αρχή.
Φαίνεται πάντως πως η Σίδη απολάμβανε κάποια αυτονομία, αφού έκοβε δικό της νόμισμα ήδη από τον 5ο αιώνα π.Χ. Στα χρόνια μετά τους Περσικούς πολέμους, η επεκτατική πολιτική της Α'Αθηναϊκής Συμμαχίας επηρέασε άμεσα και τη Σίδη, δεδομένου του γεγονότος ότι οι Αθηναίοι επιδίωξαν να επεκτείνουν τον έλεγχό τους στις παμφυλικές ακτές. Τελικά, η σαρωτική νίκη του Αθηναίου στρατηγού Κίμωνα στη μάχη του Ευρυμέδοντα κοντά στη Σίδη (466 ή 461 π.Χ.) είχε ως συνέπεια να χάσουν οι Πέρσες την κυριαρχία τους στην παμφυλική πεδιάδα.
Η κατάσταση ανετράπη εκ νέου το 386 π.Χ. με την Ανταλκίδειο Ειρήνη, σύμφωνα με την οποία όλες οι ελληνικές πόλεις της Μικράς Ασίας βρέθηκαν ξανά υπό τον έλεγχο του Πέρση Βασιλέα. Δεν είναι γνωστό ποιες ακριβώς συνθήκες επικράτησαν στις παμφυλικές πόλεις κατά τη δεύτερη αυτή φάση της περσικής κυριαρχίας. Η νομισματοκοπία πάντως της Σίδης –όπως και της γειτονικής της Ασπένδου– συνεχίστηκε και στα χρόνια αυτά, στοιχείο που υποδηλώνει κάποια μορφή αυτονομίας για τις δύο πόλεις. Λίγο αργότερα, το 365 π.X., η Σίδη έλαβε μέρος στην επανάσταση των Σατραπών εναντίον των Περσών, μαζί με τις υπόλοιπες παμφυλικές πόλεις.
O Ναός της Τύχης στην Σίδη. Έργο της Ρωμαϊκής περιόδου.
Ο Μέγας Αλέξανδρος και η Ελληνιστική περίοδος Μια νέα περίοδος ξεκίνησε για την πόλη μετά την άφιξη του Αλεξάνδρου στην περιοχή. Μετά τη μάχη του Γρανικού (334/333 π.Χ.), η Σίδη, η Πέργη και η Άσπενδος έσπευσαν να δηλώσουν υποταγή στον Μακεδόνα. Αυτός τοποθέτησε φρουρά στη Σίδη και ίδρυσε εκεί νομισματοκοπείο, γεγονός που είχε ως συνέπεια να διατηρήσει η πόλη τον σημαίνοντα ρόλο που διαδραμάτιζε στην Παμφυλία. Ο θάνατος του Αλεξάνδρου το 323 π.Χ. σηματοδότησε μια νέα εποχή ανακατατάξεων. Στα χρόνια που ακολούθησαν, η Παμφυλία βρέθηκε διαδοχικά σε διαφορετικές σφαίρες επιρροής, ανάλογα με τις δυνάμεις που δρούσαν στην περιοχή.
Έτσι, μετά τη συνδιάσκεψη του Τριπαραδείσου (321 π.Χ.) μέχρι και τη μάχη της Ιψού (301 π.Χ.), η περιοχή πέρασε στην κυριαρχία των Σελευκιδών. Τον 3ο αιώνα π.Χ. (295-218 π.Χ.) άλλαξε στρατόπεδο και βρέθηκε υπό τον έλεγχο των Πτολεμαίων, οι οποίοι είχαν γίνει κυρίαρχοι της Μεσογείου στα χρόνια αυτά. Οι Πτολεμαίοι άσκησαν μάλλον χαλαρό διοικητικό έλεγχο, συνάπτοντας συμφωνίες με τις πιο ισχυρές από τις πόλεις που βρίσκονταν στη δικαιοδοσία τους. Από το 218 ως το 189 π.Χ., οι Σελευκίδες ανέκτησαν τα ερείσματά τους στην περιοχή.
Η αρχή της περιόδου αυτής σηματοδοτήθηκε από τη δράση του Αχαιού, ο οποίος αποπειράθηκε να σφετεριστεί την εξουσία του Αντιόχου Γ΄ του Μεγάλου. Με τα γεγονότα αυτά συνδέεται και μια στρατιωτική περιπέτεια στην οποία ενεπλάκη ενεργά η Σίδη, γεγονός που επιβεβαιώνει ότι οι σχέσεις μεταξύ των πόλεων της Παμφυλίας δεν ήταν πάντοτε αρμονικές. Όταν η Σέλγη επιτέθηκε εναντίον της Πεδνηλισσού, γειτονικής πόλης της ισχυρής Ασπένδου, ο Αχαιός απέστειλε εκεί τον στρατιωτικό διοικητή Γαρσύηρη για να συνδράμει τους πολιορκούμενους. Ενώ η Άσπενδος και η Έτεννα έσπευσαν να συνδράμουν την πολιορκούμενη πόλη, η Σίδη αρνήθηκε οποιαδήποτε ανάμειξη. Η στάση αυτή δεν υπαγορεύτηκε μόνο από την αφοσίωσή της στην κεντρική εξουσία, αλλά κυρίως από τις εχθρικές τους σχέσεις με την Άσπενδο.
Στις αρχές του 2ου αιώνα π.Χ. (190-189 π.Χ.), ο πόλεμος μεταξύ των Ρωμαίων και του Αντιόχου Δ'ανέτρεψε εκ νέου τις ισορροπίες των δυνάμεων που είχαν διαμορφωθεί και σηματοδότησε την έναρξη μιας νέας εποχής. Η ναυμαχία της Σίδης μάλιστα, το 190 π.Χ., ήταν γεγονός αποφασιστικής σημασίας για την έκβαση του πολέμου, αφού εκεί κατατροπώθηκε ο σελευκιδικός στόλος. Ακολούθησε η ειρήνη της Απάμειας (188 π.Χ.), η οποία καθόρισε τις σφαίρες επιρροής των νέων κυριάρχων. Έτσι, το δυτικό τμήμα της Παμφυλίας μέχρι τον ποταμό Κέστρο προσαρτήθηκε στο βασίλειο της Περγάμου, ενώ το ανατολικό –όπου βρισκόταν η Σίδη– παρέμεινε ελεύθερο.
Τμήμα από το μουσείο της αρχαίας Σίδης όπου στεγάζονται τα αρχαιολογικά ευρήματα της πόλης.
Τα χρόνια αυτά, μέχρι το τέλος του 2ου αιώνα π.Χ., σηματοδοτούν την πρώτη μεγάλη περίοδο ακμής της πόλης. Αυτή οφείλεται κατά κύριο λόγο στην άνθηση του εμπορίου, που κατέστησε τη Σίδη ένα από τα σημαίνοντα εμπορικά κέντρα της περιοχής. Η ευρεία κυκλοφορία των νομισμάτων της όχι μόνο στη Μ. Ασία αλλά και στη Συρία, τη Μεσοποταμία και την Αίγυπτο πιστοποιεί την ύπαρξη ενός ευρύτατου εμπορικού δικτύου στο Αιγαίο και στην ευρύτερη Μεσόγειο.
Ενδιαφέρον είναι και το γεγονός ότι οι κάτοικοι της Παμφυλίας, διαβλέποντας την άνοδο της ρωμαϊκής ισχύος στην περιοχή τους, φρόντιζαν σε κάθε ευκαιρία να εκδηλώνουν φιλικές διαθέσεις προς την ανερχόμενη δύναμη. Για παράδειγμα, το έτος 168 π.Χ., μια πρεσβεία από Παμφυλείς κατέφθασε στη Ρώμη με βασικό αίτημα την ανανέωση της φιλίας μεταξύ των δύο μερών. Λίγο αργότερα, η Σίδη συμμετείχε ενεργά στον Γ'Καρχηδονιακό πόλεμο (149-146 π.Χ.) υπέρ της Ρώμης, παραχωρώντας πέντε πλοία στον Ρωμαίο στρατηγό Σκιπίωνα Αιμιλιανό για την πολιορκία της Καρχηδόνας.
Η ρωμαϊκή επέμβαση Η περίοδος αυτή έληξε με το θάνατο του Αττάλου Γ'και την κληροδότηση του βασιλείου της Περγάμου στη Ρώμη το 133 π.Χ. Για ένα σύντομο διάστημα η Παμφυλία διατήρησε την ανεξαρτησία της, αλλά σύντομα κλήθηκε να αντιμετωπίσει τη μάστιγα της πειρατείας, η οποία αποτέλεσε παράγοντα αποσταθεροποίησης για την περιοχή τα επόμενα χρόνια. Τα ως τότε ισχύοντα μέσα αυτοπροστασίας των πόλεων αποδείχτηκαν ανεπαρκή. Είναι χαρακτηριστικό το ότι η Σίδη εξαναγκάστηκε να παραχωρήσει στους πειρατές το δικαίωμα να κατασκευάζουν πλοία στα νεώριά της.
Σύντομα κατέστη ένα από τα κυριότερα κέντρα αγοραπωλησίας της λείας από τις πειρατικές επιδρομές. Η κατάσταση επιδεινώθηκε κατά τους Μιθριδατικούς πολέμους, μερικά χρόνια αργότερα, όταν ο Μιθριδάτης ΣΤ'Ευπάτωρ κατέλαβε ολόκληρη την Παμφυλία, ύστερα από συμφωνία με τους πειρατές. Το έτος 78 π.Χ., ο P. Servilius Vatia, ανθύπατος Κιλικίας, ανέλαβε τον έλεγχο της Παμφυλίας και επιφορτίσθηκε με το δύσκολο έργο της εκκαθάρισής της από την πειρατεία. Τελικά, κατάφερε να απαλλάξει από τους πειρατές μόνο το δυτικό τμήμα της περιοχής, ενώ το έργο του το ολοκλήρωσε λίγο αργότερα ο Πομπήιος. Οι κάτοικοι της Σίδης, ως ένδειξη ευγνωμοσύνης, έστησαν στην πόλη τους ένα τιμητικό μνημείο για τον Ρωμαίο στρατηγό.
Image may be NSFW. Clik here to view.
Τμήμα των λουτρών της αρχαίας πόλης
Μετά τη δολοφονία του Ιούλιου Καίσαρα το 44 π.Χ., η Παμφυλία πέρασε για σύντομο διάστημα στην επαρχία Ασίας, ενώ το 36 π.Χ. ο Μάρκος Αντώνιος την παραχώρησε στο βασίλειο της Γαλατίας. Μετά το θάνατο του βασιλιά της Γαλατίας Αμύντα το 25 π.Χ., η Παμφυλία ενώθηκε διοικητικά με τη Λυκαονία, αποτελώντας ξεχωριστή επαρχία. Το 43 μ.Χ. ο Κλαύδιος δημιούργησε την επαρχία Λυκίας-Παμφυλίας. Επί Αδριανού (το 136 μ.Χ.), η Παμφυλία έγινε για πρώτη φορά συγκλητική επαρχία για λόγους που εξυπηρετούσαν τη ρωμαϊκή διοίκηση, ενώ η κατάσταση αυτή παγιώθηκε από το 178/179 μ.Χ. και εξής, επί της αρχής του Μάρκου Αυρήλιου. Το α'μισό του 3ου αιώνα μ.Χ. αποτέλεσε περίοδο μέγιστης οικονομικής ακμής.
Οι ειρηνικές συνθήκες που επικρατούσαν στην περιοχή συνετέλεσαν στην ανάδειξη της Σίδης σε μείζον εμπορικό κέντρο, καθώς και στη δημογραφική της ανάπτυξη. Η παρακμή ξεκίνησε στο β’ μισό του 3ου αιώνα μ.Χ., με την επιδρομή των Σκυθών από τη Μαύρη Θάλασσα επί Κλαυδίου του Γοτθικού (268-270 μ.Χ.), η οποία αποκρούσθηκε με επιτυχία από τους κατοίκους. Τον επόμενο αιώνα η πόλη έπρεπε να αντιμετωπίσει τους Ισαύρους. Οι αλλεπάλληλες επισκευές στα τείχη της Σίδης απηχούν με εύγλωττο τρόπο την ταραγμένη εκείνη περίοδο. Οι περιπέτειες αυτές είχαν μάλιστα ως συνέπεια τον περιορισμό της επικράτειας της πόλης. Τον 5ο αιώνα μ.Χ. εμφανίστηκαν κάποια σημάδια ανάκαμψης, ενώ δύο αιώνες αργότερα οι αραβικές εισβολές αποτέλεσαν το τελειωτικό χτύπημα για την αρχαία Σίδη.
Οικονομική ζωή Το λιμάνι της Σίδης, σημείο συνάντησης σημαντικότατων θαλάσσιων οδών, την κατέστησε το κέντρο της θαλάσσιας επικοινωνίας μεταξύ τόσο της Συρίας, της Αιγύπτου και της Κύπρου στην Ανατολή όσο και της Ρόδου και του Αιγαίου στη Δύση. Ήταν η κύρια αντίπαλος της γειτονικής –και οικονομικά ισχυρής– Αττάλειας στον τομέα του εμπορίου. Εύλογα λοιπόν χρήζει ιδιαίτερης μνείας το λιμάνι της, το οποίο ήταν ζωτικής σημασίας για τη ζωή των κατοίκων της. Είναι χαρακτηριστικό το ότι τα θαλάσσια ρεύματα και οι ισχυροί άνεμοι που επικρατούσαν συνήθως το είχαν καταστήσει παροιμιώδες στους αρχαίους ναυτικούς για τη δυσκολία που παρουσίαζε ως προς τον ελλιμενισμό των πλοίων. Για του λόγου το αληθές, κάθε φορά που αναφερόταν κάποιος σε ένα επίπονο έργο, χρησιμοποιούνταν η ρήση «μου έλαχε το λιμάνι της Σίδης».
Αργυρό τετράδραχμο της Σίδης με την κεφαλή της Αθηνάς στην μια όψη και την φτερωτή Νίκη στην άλλη. ( 205-190 π.Χ)
Η οικονομική ευρωστία της πόλης οφειλόταν όχι μόνο στο θαλάσσιο εμπόριο, αλλά και στην εύφορη, καλά αρδευόμενη γη γύρω από τον Μέλανα ποταμό. Επιπλέον, η Σίδη ήταν κέντρο του χερσαίου διαμετακομιστικού εμπορίου προς τη Λυκαονία, αφού βρισκόταν σε άμεση γειτνίαση με την οδό που οδηγούσε μέσω δύσβατων ορεινών περασμάτων στην περιοχή αυτή.
Η οικονομική ανάπτυξη της Σίδης έφτασε στο απόγειό της το 2ο και τον 3ο αιώνα μ.Χ. Εκτεταμένα αρδευτικά συστήματα δημιούργησαν πρόσφορο έδαφος για εντατικές καλλιέργειες, ενώ παράλληλα οι κάτοικοι ασχολούνταν με την παραγωγή ελαιόλαδου, την αμπελουργία, την αλιεία, τη ναυπηγική και το εμπόριο. Επί της αρχής του αυτοκράτορα Διοκλητιανού (284-305 μ.Χ.), η Σίδη κατέστη τόπος μεταφόρτωσης των σιτηρών στο δρόμο από την Αλεξάνδρεια προς το βορρά, εις βάρος της Εφέσου. Το εμπορικό αυτό προνόμιο έδωσε νέα ώθηση στην οικονομική ζωή της πόλης. Πολιτειακή οργάνωση
Τα κύρια διοικητικά όργανα της Σίδης ήταν η βουλή, η εκκλησία του Δήμου και η Γερουσία. Η πόλη ήταν χωρισμένη σε 4 συνοικίες, οι ονομασίες των οποίων προέρχονταν από τα σημαντικά οικοδομήματα που τις κοσμούσαν. Έτσι, υπήρχε η συνοικία των Τετραπωλειτών (από μια τετράπωλο, δηλαδή τέθριππο, πάνω στην αψίδα της οδού με τις κιονοστοιχίες), η συνοικία των Βωμειτών (από το βωμό του Διός), η συνοικία των Μεγαλοπυλειτών (από τη Μεγάλη Πύλη) και η συνοικία του Μεγάλου Συνεργείου. Είναι ενδιαφέρον το ότι η διαίρεση αυτή, εκτός από χωροταξική, ήταν και διοικητική, αφού η καθεμία από τις εν λόγω συνοικίες είχε τη δική της Γερουσία.
Θρησκευτική και κοινωνική ζωή Οι επιγραφές που βρέθηκαν στη Σίδη παρέχουν στον ιστορικό σχεδόν πλήρη στοιχεία σχετικά με τη θρησκευτική ζωή στην πόλη, κυρίως κατά την Αυτοκρατορική περίοδο. Στα χρόνια αυτά τελούνταν με ιδιαίτερη λαμπρότητα γυμνικοί και μουσικοί αγώνες, κατά τα πρότυπα των Ολυμπίων και των Πυθίων του ελλαδικού χώρου. Ιδιαίτερα διαδεδομένη ήταν η λατρεία του Απόλλωνα και της Αθηνάς, οι οποίοι ήταν οι προστάτες θεοί της πόλης. Το τελετουργικό προς τιμήν των δύο θεών περιλάμβανε και τα Πύθια, που ήταν η βάση για την ομόνοια, δηλαδή τη φιλία, μεταξύ Δελφών και Σίδης. Η σημασία των αγώνων αυτών πιστοποιείται από την απεικόνισή τους σε νομίσματα του 3ου αιώνα μ.Χ.
Όντας ακμάζον εμπορικό λιμάνι, η Σίδη κατέστη σταδιακά ένα κοσμοπολίτικο κέντρο της περιοχής. Οι κάτοικοί της κατά την Ύστερη Αρχαιότητα αποτελούσαν μωσαϊκό φυλών και θρησκειών. Εκτός από τους Έλληνες υπήρχαν και πολλοί ανατολίτες. Αυτοί ήταν κυρίως έμποροι από τις φοινικικές πόλεις, τη Συρία, την Κύπρο και την Αλεξάνδρεια της Αιγύπτου. Οι Αιγύπτιοι, μάλιστα, εισήγαγαν στη Σίδη τη λατρεία του Σαράπιδος και της Ίσιδος, που είχαν μεγάλη απήχηση στους Έλληνες κατοίκους. Στην πόλη πιστοποιείται και η ύπαρξη μιας ακμάζουσας εβραϊκής κοινότητας, η οποία μάλιστα είχε και δύο συναγωγές. Πρέπει τέλος να σημειωθεί ότι κατέφθαναν κατά διαστήματα έμποροι και στρατιώτες από τη Δύση, την κυρίως Ελλάδα και τις μικρασιατικές πόλεις.
Οικιστική οργάνωση του αρχαίου οικισμού Ο Ρωμαίος ιστορικός Λίβιος κάνει λόγο για μια πόλη της Παμφυλίας κτισμένη σε απόκρημνο βραχώδες ακρωτήριο, που «εισχωρούσε στη θάλασσα». Η περιγραφή ταιριάζει στην αρχαία Σίδη, τα ερείπια της οποίας εκτείνονται σε μια χερσόνησο μήκους 800 μ. περίπου και πλάτους 400 μ.
Πλάνο της αρχαίας πόλης της Σίδης κατά την Ρωμαϊκή εποχή.
Το λιμάνι της Σίδης, ο βασικός παράγοντας της ευημερίας της κατά την Αρχαιότητα, ήταν σχεδόν εξ ολοκλήρου τεχνητό. Το μεγαλύτερο τμήμα του δεν είναι ορατό σήμερα, αλλά σώζεται ο αρχαίος μώλος. Η ίδια η πόλη δεν έχει διερευνηθεί ανασκαφικά σε όλη της την έκταση. Για το λόγο αυτόν δεν είναι δυνατό να εξακριβωθεί αν είχε γίνει εφαρμογή του ιπποδάμειου συστήματος, όπως για παράδειγμα στην Πριήνη και τη Μίλητο, ή αν η δόμηση ακολουθούσε το ανάγλυφο του εδάφους, όπως στην Πέργαμο.
Οι φυσικές πηγές γύρω από την πόλη είναι ελάχιστες και μάλλον ανεπαρκείς. Έτσι, δεν είναι γνωστό πώς έφθανε αρχικά το πόσιμο νερό στη Σίδη, αφού τα αρχαιολογικά δεδομένα δε συνηγορούν υπέρ της ύπαρξης οργανωμένου υδροδοτικού συστήματος. Στους Αυτοκρατορικούς χρόνους από την άλλη, η υδροδότηση της πόλης γινόταν από τον ποταμό Μέλανα.
Το νερό έφθανε στην πόλη μέσω ενός εντυπωσιακού υδραγωγείου, του οποίου οι αγωγοί ξεκινούσαν από την πηγή Dumanlı, ακολουθώντας πορεία 29 χλμ. μέχρι τα τείχη της πόλης. Σε μερικά σημεία ήταν λαξευμένοι στο φυσικό βράχο, ενώ αλλού ήταν υπέργειοι και στηρίζονταν σε ψηλές αψίδες, μερικές από τις οποίες είναι ορατές μέχρι σήμερα. Το νερό συγκεντρωνόταν σε δεξαμενές και τροφοδοτούσε ένα μεγαλοπρεπές Νυμφαίο, με πλούσιο αρχιτεκτονικό διάκοσμο, που βρισκόταν ακριβώς έξω από τη βόρεια πύλη.
Τόσο αυτό όσο και το Υδραγωγείο χρονολογούνται στον 2ο αιώνα μ.Χ. Κατά τους ύστερους Αυτοκρατορικούς χρόνους, η οικονομική παρακμή της πόλης είχε εμφανείς επιπτώσεις και στο υδροδοτικό αυτό σύστημα, το οποίο παραμελήθηκε και σταμάτησε να επισκευάζεται. Για το λόγο αυτόν, η επέμβαση ενός επιφανούς πολίτη, του Βρυωνιανού Λολλιανού, τον ύστερο 3ο αιώνα μ.Χ., ο οποίος χρηματοδότησε την επισκευή των αγωγών, ήταν γεγονός ζωτικής σημασίας για τους κατοίκους.
Η Σίδηπροστατευόταν με οχυρωματικό τείχος, το οποίο χρονολογείται στην ύστερη Ελληνιστική περίοδο (2ος αιώνας π.Χ.). Τα σωζόμενα τμήματά του είναι ως επί το πλείστον μεταγενέστερα, ενώ στα νότια έχει καλυφθεί πλήρως από άμμο, όπως και ολόκληρη η περιοχή στο σημείο αυτό. Το εξωτερικό τμήμα του τείχους, κτισμένο με ισόδομη τοιχοποιία, φέρει στο μήκος του ένα διακοσμητικό κυμάτιο, ενώ ενισχύεται από αμυντικούς πύργους σε ακανόνιστα διαστήματα. Η εσωτερική πλευρά της οχύρωσης έχει τριμερή κατά το ύψος διάταξη, στοιχείο που πρόσφερε μεγάλη άνεση κινήσεων στους αμυνόμενους.
Η κύρια πύλη της Σίδης βρισκόταν στο βόρειο τμήμα του τείχους και η κάτοψή της παρουσιάζει μεγάλες ομοιότητες με τις πύλες στο Σίλλυον και την Πέργη. Κατά την Αυτοκρατορική περίοδο διακοσμήθηκε με κόγχες, γλυπτά και κίονες, αποκτώντας έτσι μνημειώδη όψη. Η δεύτερη πύλη της Σίδης βρισκόταν στο άλλο άκρο της πόλης, στα νότια. Οι ανασκαφές που έγιναν εκεί, έφεραν στο φως μια κατασκευή με διαφορετική κάτοψη, ενώ βρέθηκαν και ανάγλυφα που αναπαριστούν τμήματα οπλισμού, λάφυρα πιθανώς από κάποια σημαντική μάχη μεταξύ των κατοίκων της πόλης και της Περγάμου, το 2ο αιώνα π.Χ.
Άποψη της αρχαίας πόλης από ψηλά. Δεσπόζει το αρχαίο Θέατρο και η αγορά.
Μια μεγαλοπρεπής οδός διέσχιζε την αρχαία πόλη. Ξεκινούσε από το λιμάνι και κατέληγε στην περιοχή των ναών. Μια μικρότερη οδός ξεκινούσε από την κύρια πύλη και είχε κατεύθυνση προς τα δυτικά. Οι δύο αυτοί οδικοί άξονες συνέδεαν τις τέσσερις συνοικίες της αρχαίας Σίδης. Ήταν πλακόστρωτοι και πλαισιώνονταν από μεγαλοπρεπείς στοές, με καταστήματα στις δύο πλευρές. Ένα μικρό μόνο τμήμα τους είναι ορατό σήμερα, εξαιτίας της εκτεταμένης σύγχρονης δόμησης.
Η Εμπορική Αγορά της Σίδης βρισκόταν στον άξονα της οδού που ξεκινούσε από τη βόρεια πύλη. Σήμερα διακρίνονται μόνο οι θεμελιώσεις της, ενώ στο κέντρο της δέσποζε ένας κυκλικός ναός του 2ου αιώνα μ.Χ., αφιερωμένος πιθανότατα στη θεά Τύχη. Τον 4ο αιώνα μ.Χ. οι κάτοικοι έκτισαν ένα μικρό τείχος στα νότια της Αγοράς. Εκεί κτίσθηκε μια αψιδωτή πύλη, η οποία αποτέλεσε και είσοδο προς την πόλη στο σημείο αυτό. Δίπλα στην πύλη αυτή υπάρχει το μνημείο του Βεσπασιανού, το οποίο όμως δε βρίσκεται στην αρχική του θέση. Η σωζόμενη επιγραφή το χρονολογεί στο 74 μ.Χ. Ήταν ένα μεγαλοπρεπές οικοδόμημα που έκτισαν οι πολίτες σε κάποιο άγνωστο σημείο μέσα στη Σίδη για να τιμήσουν τους αυτοκράτορες Τίτο και Βεσπασιανό.
Η Αγορά βρίσκεται σε άμεση γειτνίαση με ένα συγκρότημα λουτρών του 5ου αιώνα μ.Χ., στο οποίο στεγάζεται σήμερα το Αρχαιολογικό Μουσείο της πόλης. Το θέατρο της Σίδης, στην ίδια περιοχή, είναι μια εντυπωσιακή κατασκευή των Αυτοκρατορικών χρόνων. Μεταξύ του θεάτρου και της οδού με τις κιονοστοιχίες σώζονται τα ερείπια ενός μικρού ναού του 1ου αιώνα π.Χ., αφιερωμένου πιθανώς στον θεό Διόνυσο. Στα ΝΑ του θεάτρου, έξω από το μεταγενέστερο τείχος, υπήρχε η Δημόσια Αγορά της πόλης, η οποία είχε ταυτιστεί λανθασμένα με Γυμνάσιο. Είχε περίτεχνο γλυπτό διάκοσμο, διέθετε πιθανότατα βιβλιοθήκη, ενώ κοσμούνταν με αγάλματα αθλητών και θεοτήτων, ρωμαϊκά αντίγραφα ελληνικών πρωτοτύπων.
Στο νότιο τμήμα της πόλης δεσπόζει η περιοχή με τους ναούς, με θέα στο λιμάνι και τη θάλασσα. Πρόκειται για δύο πανομοιότυπους περίπτερους κορινθιακούς ναούς κτισμένους σε υπερυψωμένη κρηπίδα, που χρονολογούνται στους Αυτοκρατορικούς χρόνους (2ος αιώνας μ.Χ.). Επρόκειτο για τους ναούς της Αθηνάς και του Απόλλωνα (ο οποίος είναι εν μέρη αναστηλωμένος), ήταν δηλαδή αφιερωμένοι στις δύο σημαντικότερες θεότητες που λατρεύονταν στην πόλη. Στους Πρώιμους Βυζαντινούς χρόνους, κατά τον 5ο ή 6ο αιώνα μ.Χ., οι κάτοικοι έκτισαν μια μεγαλοπρεπή βασιλική στα ανατολικά της περιοχής των ναών. Στα ανατολικά της βρίσκεται ένας μικρός ναός, πιθανώς αφιερωμένος στη λατρεία του Μηνός. Στην περιοχή ΒΑ του ναού αυτού και σε άμεση γειτνίαση με την κεντρική οδό της πόλης σώζονται τα λουτρά του λιμανιού.
Ο Ναός του Απόλλων κοντά στο λιμάνι της αρχαίας πόλης.(2ος αι. μ.χ)
Mεταξύ των ερειπίων της αρχαίας Σίδης, ιδιαίτερη θέση κατέχει η εκτεταμένη νεκρόπολη, η οποία βρίσκεται στα ανατολικά της πόλης. Τα πολυάριθμα ταφικά μνημεία σώζονται σε καλή κατάσταση, αλλά οι εντατικές καλλιέργειες στην περιοχή έχουν προκαλέσει καταστροφές σε πολλά από αυτά. Στην πλειοψηφία τους χρονολογούνται στην Αυτοκρατορική περίοδο, ενώ το νεκροταφείο συνέχισε να είναι σε χρήση και στους Βυζαντινούς χρόνους. Υπήρχαν πολλοί τύποι ταφικών μνημείων, όπως σαρκοφάγοι, υπέργειοι κτιστοί τάφοι, βωμοί και οστεοθήκες. Ο γλυπτός διάκοσμος μάλιστα των σαρκοφάγων είναι ιδιαίτερα εντυπωσιακός και πιστοποιεί ότι η Σίδη ήταν αξιόλογο κέντρο γλυπτικής κατά τους Αυτοκρατορικούς χρόνους.
Ηφυλετική σύνθεση μιας χώρας ορίζει σε σημαντικό βαθμό την ψυχοσύνθεση των κατοίκων της. Τα βασικά ψυχικά γνωρίσματα είναι εκ γενετής προσδιοριζόμενα, πράγμα που σημαίνει ότι ίσως αυτά εκφράζονται με συγκεκριμένο τρόπο ως προς την πολιτική. Τα συστήματα διακυβέρνησηςείναι ποικίλα, αλλάζοντας ανά χώρα και ανά τους αιώνες. Αλλάζουν ακόμα και στην ίδια χώρα, μέσα σε λίγα χρόνια ή δεκαετίες. Αυτό που θα εξετάσουμε είναι το κατά πόσον οι φυλετικές προδιαθέσεις ενός λαού βοηθούν την εδραίωση συγκεκριμένων συστημάτων διακυβέρνησης.
Στην αρχαιότητα, οι Έλληνες θεωρούσαν ότι είναι φυσικό οι εξ ανατολών βάρβαροι να έχουν απολυταρχικό σύστημα διακυβέρνησης, γιατί ταιριάζει στην ψυχοσύνθεση των λαών της ανατολής. Αντιθέτως, οι Έλληνες διατείνονταν ότι οι ίδιοι δεν συμβιβάζονται με την απολυταρχία και αποδέχονται πιο ελεύθερα καθεστώτα. Δηλαδή, οι αρχαίοι Έλληνες ήταν οι πρώτοι που διαπίστωσαν ότι οι διαφορές στα συστήματα διακυβέρνησης προέρχονται από εγγενείς ιδιότητες σε κάποιους λαούς.
Αν εξετάσουμε την συγκεκριμένη διαπίστωση των αρχαίων Ελλήνων με τις σύγχρονες ανθρωπολογικές γνώσεις, θα δούμε ότι στις χώρες αυτές κατοικούν άνθρωποι του Αρμενοειδή, Ιρανικού και Αραβικού τύπου. Ακόμα και σήμερα βλέπουμε σε αυτές τις χώρες να κυριαρχεί η απολυταρχία με διάφορες μορφές, η οποία για πολλούς φαντάζει ως ο μόνος τρόπος να διακυβερνηθούν αυτές οι περιοχές, γιατί αλλιώς οδηγούνται σε ατέρμονες συρράξεις. Και ενώ οι Αρμενοειδείς διοικούνταν σχεδόν σε όλο το διάβα της ιστορίας απολυταρχικά, κάτι το οποίο ανέχονται λόγω φόβου, οι Ιρανικοί και Αραβικοί αποδιοργανώνονται αν δεν υπάρχει στιβαρή εξουσία. Βλέπουμε ότι οι παρατηρήσεις των αρχαίων Ελλήνων δικαιώνονται μέχρι και σήμερα, όσον αφορά στην ανατολή. Παρόμοια φαίνεται να είναι τα πράγματα και στη βόρεια Αφρική.
Οι Ευρωπαϊκοί λαοί φαίνεται να αντιδρούν σε φαινόμενα απολυταρχίας και να προτιμούν διαμοιρασμό της πολιτικής ισχύος. Τα αριστοκρατικά καθεστώτα που διήρκεσαν από τα βάθη της αρχαιότητας μέχρι και τον 19ο αιώνα μοίραζαν την πολιτική ισχύ στα μέλη της αριστοκρατίας, ακόμα και αν υπήρχε υπεράνω τους ένας μονάρχης, με του αγώνες μεταξύ της αριστοκρατίας και των μοναρχών να είναι συνεχείς. Οι απόλυτες μοναρχίες, χωρίς αριστοκρατική τάξη, δεν ήταν συχνό φαινόμενο στην Ευρώπη. Θα μπορούσαμε να πούμε ότι είναι πιο εύκολο να επιβληθεί μια απολυταρχία σε χώρες της ανατολικής Ευρώπης, όπου υπάρχουν πολλοί Βαλτικοί, ή ακόμα και σε χώρες με πολλούς Αλπικούς, διότι θα την ανεχτούν όσο σκληρή και να είναι.
Παροιμιώδης είναι η διαχρονική θέληση των Ρώσων για έναν μονάρχη που θα εξουσιάζει στιβαρά τη χώρα. Αντιθέτως, σε χώρες με πολλούς Νορδικούς/Ατλαντοειδείς/Μεσογειακούς η επιβολή μιας απολυταρχίας συναντά αντιδράσεις. Φιλόδοξοι, ικανοί και πολιτικά ισχυροί άνθρωποι που ανήκουν στους παραπάνω τύπους, σύντομα θα επιδιώξουν κομμάτι της εξουσίας. Μπορούμε να σκεφτούμε το τι συνέβη στην αρχαία Ελλάδα, αλλά και στη Μεσαιωνική Ευρώπη. Για πολλούς αιώνες, επιβίωσαν κράτη σε επίπεδο πόλης ή φέουδου, με τους ηγέτες της μιας πόλης/φέουδου να μην δέχονται να μοιραστούν την εξουσία και να ενωθούν σε ένα ευρύτερο συνασπισμό που θα τους ισχυροποιούσε.
Και όσες φορές η ένωση γίνονταν βίαια, μετά από αιματηρούς πολέμους, τις περισσότερες φορές διατηρούνταν αριστοκρατικά προνόμια για την άρχουσα τάξη. Αυτό δείχνει ότι λαοί που έχουν δραστήριους φυλετικούς τύπους σε υψηλά ποσοστά, ανέχονται καθεστώτα που μοιράζουν την εξουσία και απεχθάνονται τις απολυταρχίες. Ακόμα και οι σημερινές μασονικές τηλεδημοκρατίες διατηρούν αυτήν την ψευδαίσθηση διαμοιρασμού της εξουσίας και γίνονται ανεκτές στη δύση, παρότι κατά βάθος αποτελούν εβραϊκές δικτατορίες.
Ένα ενδιαφέρον ζήτημα έθεσε ο Lothrop Stoddard στο βιβλίο του Racial Realities in Europe. Οι Γάλλοι προσπαθούν αγχωδώς, όπου σταθούν και όπου βρεθούν, να προβάλλουν την ενότητα της χώρας και του έθνους. Είναι γνωστό ότι η Γαλλία είναι μια ιδιαίτερα μικτή χώρα, με τουλάχιστον τρεις φυλετικούς τύπους γεωγραφικά διαχωρισμένους, δηλαδή Νορδικούς στα βόρεια, Μεσογειακούς στα νότια και Αλπικούς στο κέντρο. Ο Stoddard θεωρεί ότι αυτή η στάση των Γάλλων προέρχεται βαθύτερα από την αίσθηση διάσπασης που δημιουργεί η φυλετική σύνθεση της χώρας, η οποία εμμέσως φαίνεται και στη γλώσσα και στη νοοτροπία, του βόρειου και του νότιου κομματιού της χώρας.
Η προώθηση του συγκεντρωτισμού αποτελεί βασικό γνώρισμα των Γάλλων και πιθανόν ο λόγος είναι ότι ένα μικτό φυλετικά κράτος, απαιτεί συγκεντρωτισμό για να μπορέσει να διοικηθεί, γιατί σε περίπτωση που χορηγούνταν αυτονομία σε περιοχές που διέφεραν φυλετικά, ίσως δημιουργούνταν διασπαστικές τάσεις. Δεν είναι τυχαίο ότι σχεδόν όλες οι πολυεθνικές αυτοκρατορίες διοικούνταν συγκεντρωτικά από ένα μόνο κέντρο εξουσίας, γιατί σε αντίθετη περίπτωση η διάσπαση θα έρχονταν γρήγορα. Παραδείγματα υπάρχουν πολλά, όχι μόνο στις αρχαίες αυτοκρατορίες, όπως η Περσική, η Μακεδονική, η Ρωμαϊκή, αλλά και πιο σύγχρονες, όπως η Ρωσική, η Βρετανική, κτλ.
Συμπερασματικά, η φυλετική υπόσταση ενός λαού δημιουργεί κάποιες τάσεις ως προς τα συστήματα διακυβέρνησης που μπορεί να ανεχτεί. Δραστήριοι, ικανοί και φιλόδοξοι τύποι επιδιώκουν συστήματα στα οποία υπάρχει διαμοιρασμός της εξουσίας, ενώ φιλήσυχοι, ανεκτικοί και υποτονικοί τύποι ανέχονται ή επιδοκιμάζουν πιο απολυταρχικά συστήματα διακυβέρνησης. Σε περιπτώσεις που υπάρχουν σημαντικές φυλετικές διαφορές εντός της επικράτειας, ο πλέον ενδεδειγμένος τρόπος επιβολής είναι μέσω του συγκεντρωτισμού της εξουσίας.
Για τα επόμενα έξι χρόνια θα διενεργείται η αποκατάσταση των 1.070 σκελετών που τα τελευταία 2.500 χρόνια παρέμεναν θαμμένοι στο Φάληρο
Η ανασκαφή του Φαλήρου συνεχίζεται στο Κολωνάκι - και αυτό δεν είναι σχήμα λόγου. Ένα τεράστιο πλήθος 1.070 σκελετών, από το σύνολο των περίπου 1.800 ταφών, που έχουν βρεθεί μέχρι στιγμής έχει μεταφερθεί στις εγκαταστάσεις της Αμερικανικής Σχολής Κλασικών Σπουδών και τα εκεί εργαστήρια αρχαιολογίας.
Όχι πια στο χώμα όπου φώλιαζαν επί τουλάχιστον 2.500 χρόνια αλλά στις παρυφές του Λυκαβηττού και όπισθεν του «Ευαγγελισμού», φυλαγμένα προσεκτικά σε κλειστό χώρο, προστατευμένα από τα στοιχεία της φύσης και την περαιτέρω φθορά τους, εκατοντάδες χιλιάδες οστά ετοιμάζονται να «συνομιλήσουν» με τους ερευνητές.
Στο πλαίσιο ενός κολοσσιαίου, εξαιρετικά ευαίσθητου, πολυσύνθετου αλλά και πολυδάπανου επιστημονικού έργου (ο προϋπολογισμός του είναι της τάξης του 1 εκατ. ευρώ συνολικά και καλύπτεται εξ ολοκλήρου από χορηγίες Αμερικανών και Ελλήνων ιδιωτών), έχει ήδη αρχίσει η συντήρηση και μελέτη των ανθρώπινων υπολειμμάτων από το αρχαίο νεκροταφείο του Φαλήρου. Η πιο εκτεταμένη και πλούσια σε ταφές Νεκρόπολη της ελληνικής αρχαιότητας, μια αρχαιολογική ανακάλυψη που ήδη συγκαταλέγεται στις πιο σημαντικές του κόσμου, περνά στην επόμενη φάση.
Aποκωδικοποίηση
Για τα επόμενα έξι χρόνια, μέσα στα κτίρια της Αμερικανικής Σχολής, της μόνης αμιγώς ιδιωτικής μεταξύ των 17 ξένων αρχαιολογικών σχολών που λειτουργούν στην Ελλάδα, σε αυτή τη σχεδόν μυστηριώδη έκταση των 12 στρεμμάτων στην οδό Σουηδίας, θα διενεργείται η εργασία της αποκατάστασης και της αποκωδικοποίησης πληροφοριών που περιέχουν -«κατέχουν»- οι ήδη περιβόητοι Δεσμώτες του Φαλήρου, η οποία απαιτεί πολύ λεπτές κινήσεις. Γιατί μερικοί από αυτούς τάφηκαν δεμένοι πισθάγκωνα και πρηνηδόν, ατιμωτικά, με το πρόσωπό τους να τρώει χώμα; Γιατί πολλοί τάφηκαν μαζί; Τι τους συνέδεε; Το κοινό τους στοιχείο ήταν δεσμοί συγγένειας, γεωγραφικής καταγωγής ή μήπως ανήκαν σε κάποια συγκεκριμένη κοινωνική τάξη;
Ήταν Έλληνες ή ξένοι; Ήταν Αθηναίοι ή αλλοδαποί δούλοι, αιχμάλωτοι πολέμου; Και αν ήταν πειρατές που θανατώθηκαν παραδειγματικά κοντά στο σημείο όπου αποβιβάστηκαν, δηλαδή στο Φάληρο; Πώς ακριβώς θανατώθηκαν και, ενδεχομένως, γιατί καταδικάστηκαν σε βίαιη εκτέλεση; Τελικά ισχύει η υπόθεση της προϊσταμένης της ανασκαφής, της διαπρεπούς αρχαιολόγου Στέλλας Χρυσουλάκη, ότι στον χώρο όπου ανεγέρθηκε το Κέντρο Πολιτισμού Ιδρυμα Σταύρος Νιάρχος (ΚΠΙΣΝ) βρέθηκαν οι σκελετοί των αρχαίων πραξικοπηματιών, των πρωταγωνιστών του τρομερού Κυλωνείου Αγους;
Τα ερωτήματα είναι πολυάριθμα και όχι απλώς ενδιαφέροντα, αλλά κρίσιμα για την αντίληψη που έχει επικρατήσει έως τώρα για την Αθήνα της περιόδου μεταξύ του 8ου και του 5ου αιώνα π.Χ. Προς το παρόν, οι ερευνητές της Αμερικανικής Σχολής έχουν μπροστά τους έναν χαοτικό εκ πρώτης όψεως αποκαρδιωτικό όγκο 1.300 κιβωτίων γεμάτων με οστά ενηλίκων, μερικών ιπποειδών αλλά και περίπου 350 θνησιγενών πλασμάτων. Τα νεογνά και τα βρέφη που βρέθηκαν σε μια χωμάτινη μήτρα πριν καλά-καλά βγουν από εκείνη της μητέρας τους, ήταν από τα πρώτα ευρήματα που καθαρίστηκαν και αποκαθίστανται ώστε να διερευνηθούν περαιτέρω. Η μοίρα τους, παρ’ όλα αυτά, υπερβαίνει την ψυχρότητα των εργαστηρίων και παραμένει σπαρακτική, σχεδόν κραυγάζει την οδύνη της βρεφικής/παιδικής θνησιμότητας. Η οποία, ασχέτως εάν ήταν ένα καθημερινό φαινόμενο στην αρχαιότητα, διατηρεί ατόφια την τραγικότητά της έως σήμερα.
Οι κούτες με τα ευρήματα γεμίζουν, κυριολεκτικά, τα δωμάτια
Υπεύθυνη για το πρωτοφανούς μεγέθους για τα εγχώρια δεδομένα ερευνητικό έργο, το οποίο από το καλοκαίρι του 2016 έχει αναλάβει η Αμερικανική Σχολή Κλασικών Σπουδών, είναι η δρ Ελεάννα Πρεβεδώρου, μία από τις ελάχιστες βιοαρχαιολόγους στην Ελλάδα. Αυθεντία στον συγκεκριμένο επιστημονικό κλάδο, παγκοσμίως, θεωρείται η καθηγήτρια στο Πολιτειακό Πανεπιστήμιο της Αριζόνα, Τζέιν Μπάικστρα, καθώς είναι εκείνη που ίδρυσε τη Βιοαρχαιολογία ως συγκερασμό της Αρχαιολογίας και της Φυσικής Ανθρωπολογίας, τη δεκαετία του '70. Η Τζέιν Μπάικστρα, ως διευθύντρια του εγχειρήματος, έχει άμεση εμπλοκή με το ερευνητικό έργο που αφορά στα ευρήματα του Φαλήρου, επισκέπτεται τακτικά την Ελλάδα και ενημερώνεται διαρκώς για την εξέλιξη των εργασιών από τη δρα Πρεβεδώρου, η οποία, εξάλλου, είναι η μόνη Ελληνίδα βιοαρχαιολόγος που έχει εκπονήσει το διδακτορικό της στις ΗΠΑ.
Το Εργαστήριο Αρχαιολογικών Ερευνών «Malcolm H. Wiener» της Αμερικανικής Σχολής, ιδιαίτερα κατόπιν της πρόσφατης, εκ βάθρων αναικαίνισής του, θεωρείται από τα κορυφαία στην Ευρώπη και ως εκ τούτου το απολύτως ενδεδειγμένο για τη μελέτη των σκελετών του Φαλήρου. Διευθυντής του είναι ο γεωοαρχαιολόγος δρ Τάκης Καρκάνας, ενώ στην ομάδα των ερευνητών συμμετέχουν περισσότεροι από 25 ειδικοί από διάφορους επιστημονικούς κλάδους. Η Βιοχημεία, η Εγκληματολογία, η Γεωλογία, ακόμη και η Στατιστική είναι μερικοί από τους κλάδους που συνεισφέρουν ώστε να συμπληρωθεί το παζλ με τα αναρίθμητα κομμάτια. Και εξυπακούεται ότι η βασική φιλοσοφία της έρευνας παραμένει η σύμπνοια όλων των ειδικοτήτων με την Αρχαιολογία εφόσον η σύγχρονη αντίληψη επιβάλλει την ερμηνεία των ευρημάτων σε απόλυτη συνάφεια με τα ιστορικά «συμφραζόμενα».
Με απλά λόγια, οι σκελετοί του Φαλήρου μπορεί να μελετηθούν διεξοδικά στο εργαστήριο, αλλά θα αποκαλύψουν όλα τους τα μυστικά μόνο όταν συσχετιστούν με το περιβάλλον της νεκρόπολης στο σύνολό της. Εξ ου και κανένα εύρημα, ούτε ένα από τα οστά ή τα θραύσματα που μεταφέρθηκαν στο Κολωνάκι μαζί με τον όγκο του χώματος στον οποίο ανακαλύφθηκαν, δεν έφυγε από το Φάληρο χωρίς να έχει καταγραφεί με πάσα λεπτομέρεια, χωρίς να φωτογραφηθεί, χωρίς να σημειωθεί η θέση του στην αναλυτική κάτοψη του νεκροταφείου.
Και, εννοείται, τίποτα δεν θα μπορούσε να φύγει από τον χώρο της ανασκαφής άνευ αδείας της αρχαιολόγου Στέλλας Χρυσουλάκη, η οποία και παραμένει, ex officio η πρώτη τη τάξει φύλακας-άγγελος της νεκρόπολης. Στο Κολωνάκι, άλλωστε, έχουν μεταφερθεί τα ευρήματα της πρώτης διετίας των ανασκαφών, ενώ οι πιο χαρακτηριστικές -και δραματικές- ομαδικές ταφές, δηλαδή οι τρεις συστάδες των Δεσμωτών θα παραμείνουν εκεί όπου βρέθηκαν περιμένοντας το μουσείο που έχει εξαγγελθεί από το ΚΠΣΙΝ και το οποίο, όταν κατασκευαστεί, θα προσφέρει την απαραίτητη στέγη σε αυτούς τους «βιαιοθάνατους».
Μέσα στα αρτίως εξοπλισμένα κτίρια της Αμερικανικής Σχολής θα γίνει η λεπτομερής έρευνα
Οπως εξηγεί στο «ΘΕΜΑ» η δρ Πρεβεδώρου, με τις δυνατότητες που διαθέτουν τα εργαστήρια της Αμερικανικής Σχολής Κλασικών Σπουδών, ελάχιστα δείγματα από τους σκελετούς θα χρειαστεί να ταξιδέψουν εκτός Ελλάδας για περαιτέρω εξειδικευμένη ανάλυση: «Από τη μελέτη που θα κάνει η διεπιστημονική ομάδα η οποία έχει συσταθεί για τα σκελετικά ευρήματα του Φαλήρου, θα μπορέσουμε να μάθουμε πλήθος σημαντικών στοιχείων.
Αναφέρω ενδεικτικά ότι οι κύριοι ερευνητικοί μας στόχοι είναι να εξακριβώσουμε τη δημογραφική και κοινωνική σύσταση του νεκροταφείου. Να ανιχνεύσουμε τα βιολογικά και κοινωνικά χαρακτηριστικά των παιδικών ταφών, διότι, εξ ορισμού, τα νεογνά και τα βρέφη που βρέθηκαν "εγχυτρισμένα" (δηλαδή μέσα σε αγγεία) πέθαναν από κάποια νόσο. Θα δούμε το επίπεδο της υγείας για την κοινωνία της εποχής και τις πιθανότητες επιδημιών, ακόμη και τις διατροφικές συνήθειες οι οποίες παραπέμπουν σε μια ορισμένη κοινωνική διαστρωμάτωση.
Κάπως έτσι θα ανασυνθέσουμε την ταυτότητα του ταφικού πληθυσμού στη Νεκρόπολη του Φαλήρου». Η δρ Πρεβεδώρου τονίζει ότι οι σκελετοί είναι κιβωτοί δεδομένων. Ακόμη και στα υπολείμματα των τροφών, στην οδοντική πλάκα που σχηματίστηκε όσο ζούσαν και τρέφονταν κρύβονται ανεκτίμητα στοιχεία για την ανασύνθεση των γεγονότων που σημάδεψαν την πόλη-κράτος της Αθήνας στο μεταίχμιο ανάμεσα στους αρχαϊκούς και τους κλασικούς χρόνους.
Μολονότι πολύ συχνά αναφέρεται η εξέταση του DNA, κάτι που κατ’ ανάγκην θα γίνει στο φημισμένο εργαστήριο Μαξ Πλανκ, στη Γερμανία, η συγκεκριμένη ανάλυση αφορά κυρίως στους δεσμούς συγγένειας μεταξύ σκελετών που βρέθηκαν σε ομαδικές ταφές. Κάτι αντίστοιχο ισχύει και για τη ραδιοχρονολόγηση με τη χρήση ισοτόπων του άνθρακα, μια μέθοδο που προσδιορίζει με ακρίβεια την ιστορική περίοδο στην οποία ανήκει το εκάστοτε εύρημα.
Κλαίνε οι επιστήμονες;
Ακόμη και μια σύντομη περιήγηση στους χώρους της Αμερικανικής Σχολής Κλασικών Σπουδών οδηγεί σε δύο -σχεδόν αυθόρμητα- συμπεράσματα: πρώτον, το έργο του καθαρισμού, της συντήρησης, της φύλαξης και της μελέτης των ευρημάτων είναι κυριολεκτικά τιτάνιο. Δεν προϋποθέτει μόνο γνώση, αλλά και ικανά ψυχικά αποθέματα, ειδάλλως το απέραντο πλήθος του σκελετικού υλικού θα τρέψει σε άτακτη φυγή όσους δεν είναι αποφασισμένοι να αφοσιωθούν στο καθήκον τους. Ισως είναι και αυτή μια μορφή αυτοπροστασίας των νεκρών. Το δεύτερο συμπέρασμα είναι ότι οι άνθρωποι που έχουν επωμιστεί το όλο εγχείρημα μοιράζονται τις ίδιες αξίες, έχουν το ίδιο όραμα και μια κοινή πίστη. Οπως το εκφράζει η Ελεάννα Πρεβεδώρου, «πάνω από όλα και πέρα από την όποια επιστημονική ή επαγγελματική μας υποχρέωση, η βασική μας επιδίωξη είναι να μάθουμε την αλήθεια γι’ αυτούς τους ανθρώπους.
Και με κάποιον τρόπο, αν είναι δυνατόν, να αποδώσουμε τιμή στους νεκρούς και αυτό θα το επιτύχουμε με την αποκάλυψη της αληθινής ιστορίας για το τι ήταν αυτό που συνέβη στη Νεκρόπολη του Φαλήρου. Οποια και εάν είναι αυτή η ιστορία, τραγική, σκοτεινή ή μη, είναι σημαντικό για την αρχαιότητα αλλά και την ανθρωπότητα γενικώς να μαθευτεί. Απαιτείται ο μέγιστος σεβασμός διότι είναι ένα έργο που απαντά σε ερωτήματα τα οποία αφορούν όλο τον δυτικό κόσμο. Επίσης, η θανατική ποινή είναι ένα θέμα-ταμπού για την Αρχαία Ελλάδα, γι’ αυτό και πρέπει να πλησιάσουμε αυτούς τους ανθρώπους, τους βιαιοθάνατους, οι οποίοι είχαν μεν ένα δύσκολο τέλος, αλλά τουλάχιστον μπορούμε να τους δώσουμε καλή αθανασία.
Τελικά, εμείς οι επιστήμονες που μελετούμε τη Νεκρόπολη του Φαλήρου, είμαστε κάπως σαν μοιρολογίστρες. Ακόμη και αυτοί που δεν έφυγαν άκλαυτοι, αλλά κάποιος τους έκλαψε, καθώς τους φέρνουμε ξανά στο φως πραγματευόμαστε από την αρχή τον θάνατό τους. Κάτι που γίνεται ακόμη πιο συγκινητικό όταν έχουμε να κάνουμε με σκελετούς νεογνών, βρεφών ή παιδιών που πέθαναν πριν προλάβουν να ζήσουν».
Το μήλο ως καρπός συνδέεται από την αρχαιότητα έως σήμερα με πολλές συμβολικές μυθολογικές ιστορίες, με προεξέχουσα αυτή του κήπου των πρωτόπλαστων στον κήπο του Παραδείσου. Το παράδοξο είναι πως το μήλο δεν αναφέρεται ως ο απαγορευμένος καρπός, στην παλαιά διαθήκη. Για ποιό λόγω επικράτησε λοιπόν, το μήλο ως ο απαγορευμένος καρπός;
Ως εισαγωγή στο θέμα θα χρησιμοποιήσω ένα απόσπασμα του Χρήστου Μαλεβίτση από το δοκίμιο του “ΓΝΩΣΗ ΚΑΙ ΔΥΝΑΜΗ” από το βιβλίο του: “ΤΑ ΜΗΛΑ ΤΩΝ ΕΣΠΕΡΙΔΩΝ” (1984 Εκδόσεις IMAGO):
«Οι δύο πόλοι, γύρω από τους οποίους στρέφεται το μεγαλείο και το δράμα του ανθρώπου είναι η γνώση και η δύναμη. Αλλά για τον άνθρωπο η δύναμη προέρχεται από τη γνώση. Γι’ αυτό εν τέλει το δράμα παίζεται στο επίπεδο της γνώσης. Η κοσμοϊστορική σημασία της γνώσης έγινε αντιληπτή από τα πανάρχαια χρόνια. Γι’ αυτό, τόσο το πνεύμα του Ισραήλ όσο και της Ελλάδος, έθεσαν το ζήτημα στο υψηλό επίπεδο της ρήξεως του ανθρώπου με το θείο. Και έχομε στη Βίβλο την εκμύθευση του δέντρου της γνώσεως, ενώ στην Ελληνική μυθολογία έχομε την εκμύθευση της αρπαγής της φωτιάς από τους θεούς, με αυτουργό τον Προμηθέα. Τονίζω και πάλι πως αυτοί οι δύο ευφυείς και βαθυνούστατοι λαοί αντελήφθησαν την κοσμοϊστορική σημασία της γνώσεως. Η γνώση δεν είναι ένα απλό συμβάν ανάμεσα στα άλλα. Είναι το κατ’ εξοχήν συμβάν της υπάρξεως. Πάντως και στις δύο περιπτώσεις το θείο ήταν αντίθετο. Διότι η γνώση αυτονομεί τον άνθρωπο και τον απομακρύνει από το θείο. Δεν πρέπει να αντιμετωπίσομε το ζήτημα ρηχά και να πούμε πως οι Θεοί εκπροσωπούν δυνάμεις “αντιδραστικές”, που απεχθάνονται την πρόοδο. Μας είναι πιο χρήσιμο να εννοήσουμε πως η αντίθεση συμβαίνει στο βάθος του πνεύματος, συνεπώς και οι δύο ροπές είναι εξίσου έγκυρες. Και αν ο κίνδυνος από τη γνώση δεν ήταν ορατός εδώ και χιλιάδες χρόνια, από τότε που ζει ο μύθος, τώρα πλέον είναι ορατός διά γυμνού οφθαλμού. Η γνώση απειλεί σύμπασα τη ζωή του πλανήτη. Ιδού που οι φόβοι της θεότητας, δηλαδή της έσχατης εσωτερικότητας, πηγαίνουν να επαληθευθούν».
Το μήλοείναι ένας καρπός τον οποίο τον συναντούμε πολύ συχνά και στην αρχαία Ελληνική μυθολογία. Ας ξεκινήσουμε από τον Πλάτωνα. Αναφέρει λοιπόν ο Πλάτωνας για τον αρχετυπικό άνθρωπο :
«… υπήρχε λοιπόν τότε το ανδρόγυνο, που και στην εμφάνιση και στο όνομα αποτελούσε συνδυασμό του αρσενικού και του θηλυκού"τώρα όμως δεν υφίσταται πια αλλά το όνομα χρησιμεύει σαν βρισιά. Έπειτα ολόκληρο το σώμα κάθε ανθρώπου ήταν στρογγυλό…... ο Ζευς σκέφτηκε , θα τους κόψω τον καθένα στη μέση, κι έτσι και ασθενέστεροι θα είναι και χρησιμότεροι σ'εμάς… Ο Ζευς μηχανεύτηκε κάτι άλλο, μεταθέτοντας τα γεννητικά τους όργανα μπροστά γιατί προηγουμένως τα είχαν κι αυτά προς τα έξω και η γονιμοποίηση και η γέννηση γινόταν όχι επάνω τους αλλά στη γη, όπως και στα τζιτζίκια..!
Τα μετέθεσε λοιπόν έτσι αυτά μπροστά και έκανε ώστε μ'αυτά να γίνεται η γονιμοποίηση μέσα τους, με το αρσενικό μέσα στο θηλυκό…Είναι λοιπόν από τόσο παλιά ο έρωτας έμφυτος στους ανθρώπους και τους επαναφέρει στην αρχαία φύση, και επιχειρεί να κάνει από τα δύο ένα, και να γιατρέψει την ανθρώπινη φύση. Ο καθένας λοιπόν από μας είναι κομμάτι ανθρώπου, σαν κομμένος από ένα στα δύο, όπως οι γλώσσες τα ψάρια, κι αναζητεί πάντοτε ο καθένας το κομμάτι που του λείπει…»
Έκτοτε λοιπόν με τον χωρισμό σε άντρες και γυναίκες αρχίζει η αναπαραγωγή των ανθρώπων με την γνωστή μέθοδο. O Προμηθέας τους χαρίζει τον θεϊκό σπινθήρα και τιμωρείται γι αυτό. Η γνώση όμως της θνητότητας αφενός οριοθετεί τον άνθρωπο, και αφετέρου τον ξεχωρίζει από το υπόλοιπο ζωικό βασίλειο . Είναι η συνειδητοποίηση του πεπερασμένου σε σχέση με το άπειρο, του Θεϊκού με το ανθρώπινο, άρα σηματοδοτεί τον πνευματικό άνθρωπο και τις μεταφυσικές του ανησυχίες...
Ο Όμηρος βάζει στο στόμα του Αχιλλέα τα ακόλουθα λόγια προς την Βρισηίδα κατά την διάρκεια του Τρωικού Πολέμου: «Θα σου πω ένα μυστικό. Ένα μυστικό που δεν το διδάσκουν στους ναούς. Οι Θεοί ζηλεύουν το ανθρώπινο γένος πότε θα πεθάνουν και πως η κάθε στιγμή για αυτούς μπορεί να είναι και η τελευταία ..Τα πάντα είναι πιο όμορφα επειδή είμαστε καταδικασμένοι, να πεθάνουμε, καθώς ζούμε μόνο μία φορά...»
Που αλλού συναντάμε το μήλο ως σημείο έριδας και καταστροφής; Όταν έγινε ο γάμος του Πηλέα, µε την θαλασσινή νεράιδα, τη Θέτιδα, την κόρη του Νηρέα, ήταν καλεσμένοι όλοι οι θεοί και οι θεές. Μόνο την Έριδα δεν κάλεσαν, τη θεά της φιλονικίας, γιατί όπου πήγαινε έσπερνε µίσος και καβγάδες. Εκείνη θύμωσε πολύ κι πήγε στο γάμο αόρατη κι άφησε στο τραπέζι ένα µήλο ολόχρυσο, που πάνω του είχε γράψει: «στην ομορφότερη».
Οι Θεές άρχισαν τότε να µαλώνουν για το ποια ήταν η ομορφότερη που θα έπαιρνε το µήλο. Ρώτησαν και το Δία, µα αυτός δεν ήθελε να στενοχωρήσει καµιά από τις τρεις θεές. Γι’ αυτό είπε να πάνε στο βουνό Ίδη, δίπλα στην Τροία, όπου ο Πάρης, ο γιος του βασιλιά Πρίαμου, έβοσκε το κοπάδι του σε µια πλαγιά, για να διαλέξει εκείνος την ομορφότερη θεά. Πέταξαν λοιπόν οι τρεις θεές, µαζί µε τον Ερµή, στην Ίδη και στάθηκαν μπροστά στο ξαφνιασμένο βασιλόπουλο. Ο Ερµής τού είπε το θέλημα του Δία και του έδωσε το χρυσό µήλο της Έριδας.
Τότε η Ήρα τού έταξε να τον κάνει τον πιο μεγάλο βασιλιά, η Αθηνά τον πιο γενναίο και σοφό πολεμιστή και η Αφροδίτη να του βρει την πιο όµορφη γυναίκα για να την παντρευτεί. O Πάρης, αφού το καλοσκέφτηκε, έδωσε το χρυσό µήλο στην Αφροδίτη.Η Ήρα και η Αθηνά έφυγαν θυμωμένες, ενώ η Αφροδίτη φανέρωσε στον Πάρη πως η ωραία Ελένη, η γυναίκα του Μενέλαου, του βασιλιά της Σπάρτης, ήταν η ομορφότερη στον κόσμο και τον συµβούλεψε να πάει να την πάρει.
Τι υποκρύπτει η ιστορία; Η Ήρα συμβολίζει το πνεύμα (ΑΗΡ), η Αθηνά την νόηση. Η Αφροδίτη (όχι η Ουράνια) το κάλος στην μορφή -υλη. Η επιλογή διαμέσω του Πάρη, γίνεται στο κάλος της μορφής. Ο αιθερικός –αρχετυπικός άνθρωπος εγλωβίζεται στην ύλη αγαπά την μορφή όπως ο Νάρκισσος… Το πάντρεμα της νόησης με την ύλη φέρει τεράστια ευθύνη τόσο απέναντι στο άτομο όσο απέναντι και στην φύση στην οποία κυριαρχεί.
Το μήλο μυθολογικά σχετίζεται με την Αφροδίτη. Ο καρπός της μηλιάς συνδέεται άρρηκτα με τη λατρεία της θεάς Αφροδίτης. Ο Μήλος από τη Δήλο μετέβη στην Κύπρο όπου γνώρισε τον Άδωνη, τον τοπικό βασιλιά με τον οποίο δημιούργησε μια ισχυρή φιλία. Ο βασιλιάς του έδωσε για σύζυγο μια συγγενή του, την Πελία, η οποία ήταν πιστή στη λατρεία της Αφροδίτης. Οι δύο νέοι ερωτεύονται παράφορα και ο καρπός της ένωσής τους ήταν ένα όμορφο αγόρι που το έταξαν στη θεά Αφροδίτη και στο ιερό της. Το παιδί πήρε το όνομα του πατέρα.
Όταν ο Άδωνης πέθανε αρκετά νωρίς, ο Μήλος έπαθε κατάθλιψη και κρεμάστηκε από ένα δέντρο το οποίο από τότε πήρε το όνομά του δηλαδή μηλέα ή μηλιά. Η Πελία, βαθιά απελπισμένη, κρεμάστηκε από απόγνωση στο ίδιο δέντρο. Η Αφροδίτη συγκινημένη από τον έρωτα του ζευγαριού, αποφάσισε να διατηρήσει τη μνήμη τους. Έτσι μεταμόρφωσε την Πελία σε περιστέρι, που έγινε το ιερό πτηνό της και τον Μήλο σε καρπό, το γνωστό μήλο, σύμβολο της θεάς. Ο Ηρακλής επίσης αναζητά τα μήλα των Εσπερίδων, γιατί πάλι τα μήλα ;
Οι Εσπερίδες (Ο αριθμός των Εσπερίδων δεν αναφέρεται πάντα ο ίδιος. Άλλοι λένε πως ήταν δυο, άλλοι τρείς και ο Απολλόδωρος στην Βιβλιοθήκη του βιβλί Β΄, κεφ.5,παραγρ.1) τέσσερις τις οποίες μάλιστα ονομάζει: Η Αίγλη, η Ερύθεια, η Εσπερία και η Αρέθουσα: «…Ἑσπερίδες ἐφύλαττον, Αἴγλη Ἐρύθεια Ἑσπερία Ἀρέθουσα…») κόρες της νύχτας κατοικούσαν σε ένα νησί πέρα από τον Άτλαντα στο δυτικό άκρο της γης. Στο νησί υπήρχε ένας πολύ όμορφος κήπος γεμάτος από χρυσούς καρπούς που τους είχε χαρίσει η θεά Γη και τους φύλαγε ένας δράκος γιος του Τυφώνα και της Έχιδνας με εκατό κεφάλια, ο ο οποίος δεν κοιμόταν ποτέ.
Προκειμένου να πάρει τα τρία μήλα ο Ηρακλής έπεισε τον Άτλαντα να πάει να του τα φέρει, ενώ ο ίδιος προσφέρθηκε εν τω μεταξύ, να τον αντικαταστήσει και να σηκώσει το βάρος του ουρανού πάνω στην πλάτη του. Ο Άτλαντας αφού εκτέλεσε την αποστολή, δεν ήθελε πλέον να ξαναπάρει τη θέση του και να σηκώσει το βάρος του ουρανού. Ο Ηρακλής όμως τα κατάφερε με πονηριά και αφού πήρε τα μήλα τα πήγε στον Ευρυσθέα, ο οποίος τα χάρισε στον Ήρωα και αυτός με τη σειρά του, τα χάρισε στην προστάτιδα του την Αθηνά Παλλάδα - θεά της σωφροσύνης και της γνώσης.
Στον μύθο των Εσπερίδων εμφανίζεται πάλι εκείνη η βασανιστική απόκτηση της γνώσης και της αθανασίας στην οποία μπορεί να φτάσει ο άνθρωπος, μόνο αν έχει περάσει μέσα από μακροχρόνιες και σκληρές δοκιμασίες…
Ένα από τα πιο αινιγματικά, αλλά πιο άγνωστα πρόσωπα της πλουσιότατης Μυθολογίας μας, είναι και ο Πρωτέας.
Πρόκειται για έναν μικρό θαλάσσιο θεό, ο οποίος βρίσκεται στην υπηρεσία του μεγάλου θεού της θάλασσας του Ποσειδώνα. Εμφανίζεται ως φύλακας των θαλασσίων ζώων και ιδιαιτέρως των φωκιών και παρουσιάζει εξαιρετικά σημαντικές ιδιότητες.
Ο Όμηρος παρουσιάζει τον Πρωτέα, ως γέροντα, να φοράει τον σκούφο των ληστοπειρατών και μάλιστα τον παρουσιάζει σαν έναν ΜΑΝΤΗ, ο οποίος έχει την ικανότητα να ΠΡΟΛΕΓΕΙ ΑΛΑΝΘΑΣΤΑ ΤΟ ΜΕΛΛΟΝ.
Ο τόπος της κατοικίας του, ήταν ένα υπερμέγεθες άντρο που βρισκόταν στον ΒΥΘΟ ΤΗΣ ΘΑΛΑΣΣΑΣ, από το οποίο έβγαινε το μεσημέρι, για να κοιμηθεί κάτω από την σκιά των βράχων της παραλίας, πολλές φορές ανάμεσα στις φώκιες, αλλά και στα άλλα θαλάσσια τέρατά του!
Αυτή ήταν η πιο κατάλληλη στιγμή, που αν κάποιος ήθελε να ΜΑΘΕΙ ΤΟ ΜΕΛΛΟΝ ΤΟΥ από τον προφητικό γέροντα, έπρεπε να καταφέρει, να τον συναντήσει την ακριβώς, κατά την διάρκεια αυτής της ώρας που κοιμόταν.
Όταν γινόταν αυτό, τότε ο Πρωτέας, ΑΛΛΑΖΕ ΜΟΡΦΕΣ και ΜΕΤΑΜΟΡΦΩΝΟΤΑΝ ΣΕ ΚΑΘΕ ΕΙΔΟΣ ΣΧΗΜΑΤΟΣ ΚΑΙ ΘΑΥΜΑΤΟΣ ΤΗΣ ΦΥΣΗΣ!
Έπαιρνε την μορφή πυρός, την μορφή ύδατος και διάφορες μορφές θηρίων, προκειμένου να αποφύγει την ανάγκη να προφητεύσει...
Όταν όμως διαπίστωνε ότι οι προσπάθειές του απέβαιναν μάταιες, λάμβανε και πάλι την αρχική του μορφή, ο «νημερτής άλιος γέρων» και προφήτευε χωρίς να υπάρχει η παραμικρή περίπτωση να κάνει λάθος σε αυτά που θα έλεγε!
Κατά τον Ηρόδοτο, αλλά και πολλούς άλλους έπειτα ποιητές και μυθογράφους, ο Πρωτέας ήταν γιος του Ποσειδώνα και είχε σύζυγό του την Ψαμάθη ή Τορώνη, από την οποία απέκτησε τρεις γιους: Τον Τηλέγονο και τον Πολύγονο και τον Θεοκλύμενο, όπως και μια θυγατέρα την Θειώνη.
Ο Πρωτέας είχε ιδρύσει το δικό του βασίλειο, σε μία περιοχή της Θράκης. Όμως οι δύο γιοι του έκαναν κατάχρηση της εξουσίας τους και συχνά διέπρατταν αδικήματα. Μεταξύ άλλων, ανάγκαζαν τους ταξιδιώτες να παλεύουν μαζί τους και τελικά τους σκότωναν.
Ο Πρωτέας ζούσε ειρηνικά με την οικογένειά του, ώσπου ένα τραγικό συμβάν ήρθε να ανατρέψει την ευτυχισμένη ζωή του. Ο Ηρακλής που κάποτε πέρασε από εκεί, μονομάχησε με τους δύο πρώτους γιους του Πρωτέα και τους σκότωσε.
Ο Πρωτέας λυπήθηκε τόσο πολύ από τον θάνατό τους που δεν άντεξε τον αβάσταχτο πόνο και αποφάσισε να πέσει στην θάλασσα για να πνιγεί. Οι Θεοί όμως τον ευσπλαχνίστηκαν και όχι μόνο δεν τον άφησαν να πεθάνει, αλλά του χάρισαν την αθανασία, μεταμορφώνοντάς τον σε θεό των νερών.
Παρόλα αυτά, όσοι τον γνώριζαν έλεγαν ότι μετά από τον θάνατο των δύο γιων του, ο Πρωτέας ήταν πάντα ανέκφραστος, δεν μιλούσε και δεν γελούσε ποτέ.
Μετά τον θάνατο των παιδιών του, ο Πρωτέας ζήτησε από τον Ποσειδώνα να εγκατασταθεί στην Αίγυπτο.
Πράγματι, ο θεός άκουσε την παράκλησή του και αποφάσισε να τον βοηθήσει. Έτσι λοιπόν του έφτιαξε έναν δρόμο που ένωνε την Θράκη με την Αίγυπτο. Ο δρόμος αυτός περνούσε πάνω από τη θάλασσα κι έτσι ο Πρωτέας έφτασε μέχρι εκεί χωρίς καν να βρέξει τα πόδια του!
Έγινε βασιλιάς της Μέμφιδας και η Δράση που ανέπτυξε, ήταν εξαιρετικά πλούσια. Κατά την διάρκεια της βασιλείας του, φιλοξένησε τον Διόνυσο, στις ανά τον κόσμο περιπλανήσεις του.
Επίσης περιέθαλψε τον Πάρη και την απαχθείσα Ωραία Ελένη, όταν κατά την διάρκεια μιας τρικυμίας προσορμίστηκαν στην Αίγυπτο.
Όταν όμως ο Πρωτέας πληροφορήθηκε για το έγκλημα της απαγωγής, κράτησε κοντά του την Ωραία Ελένη και έδωσε στον Πάρη αντί αυτής, ένα είδωλό της, ή το φάντασμά της! Στην συνέχεια, παρέδωσε αργότερα την πραγματική Ωραία Ελένη στον νόμιμο σύζυγό της τον Μενέλαο, όταν επέστρεψε από την Τροία.
Ο Πρωτέας όμως δεν αποτελεί το μοναδικό παράδειγμα μιας θεότητας που μεταμορφώνεται. Ένα επιπλέον χαρακτηριστικό παράδειγμα, αποτελεί η Θέτις, η οποία ως θαλάσσια θεά, διέθετε επίσης ανάλογες δυνατότητες μεταμόρφωσης, με αυτές του Πρωτέα.
Είναι εξαιρετικά εντυπωσιακό το περιστατικό που περιγράφεται κατά την διάρκεια των περίφημων γάμων της Θέτιδας και του Πηλέα. Την στιγμή που ο Πηλέας επιχείρησε να την πλησιάσει, η Θέτις άρχισε να μεταμορφώνεται διαδοχικά σε πυρ, σε ύδωρ, σε λιοντάρι, σε θαλάσσιο όφι, σε δράκοντα και τελικά σε δέντρο!
Τελικά ο Πηλέας, μετά από μεγάλη προσπάθεια κατάφερε να την υποτάξει, όταν ο Κένταυρος Χείρωνας, ο οποίος ήταν ένας από τους καλεσμένους στους γάμου, το συμβούλεψε να την κρατάει την Θέτιδα, όσο πιο σφιχτά μπορεί μέσα στην αγκαλιά του.
Διαπιστώνουμε λοιπόν, ότι οι δυνατότητες της μεταμόρφωσης αλλά οι μαντικές ικανότητες του Πρωτέα, συγκροτούν την προσωπικότητα ενός ακόμα εξαιρετικά ενδιαφέροντος όσο και άγνωστου προσώπου μέσα στην πλουσιότατη μυθολογία μας.
Ο Επίκουροςείναι ένας από τους πιο γνωστούς αρχαίους Έλληνες Φιλοσόφους, ο οποίος μάλιστα ίδρυσε και δική του σχολή, τον περίφημο «Κήπο του Επίκουρου» που βρισκόταν ανάμεσα στο Δίπυλον και στην Ακαδημία Πλάτωνος.
Δίδαξε για 35 χρόνια, έχοντας πάντοτε σαν πρότυπο στην ζωή του, όπως όλοι οι πραγματικοί Φιλόσοφοι, την Ησυχίακαι την Λιτότητα.
Ένα από τα πιο γνωστά σημεία της Φιλοσοφίας του Επίκουρου είναι η γνωστή «ΤΕΤΡΑΦΑΡΜΑΚΟΣ» δηλαδή τέσσερα φάρμακαπου μπορούν να απαλλάξουν τον άνθρωπο από τις αγωνίες και τις αναζητήσεις του ως προς τα μεταφυσικά θέματα που τον απασχολούν διαχρονικά. Το συγκεκριμένο απόσπασμα μας το έχει διασώσει ο επικούρειος φιλόσοφος Φιλόδημοςστο βιβλίο του «Προς Σοφιστάς» IV 10-14
Η ΤΕΤΡΑΦΑΡΜΑΚΟΣείναι ένα εξαιρετικά μικρό και περιεκτικό κείμενο που σε μία μόλις σειρά, αναφέρεται στις σημαντικότερες φιλοσοφικές δραστηριότητες του ανθρώπου, προκειμένου να καταφέρει να προσδώσει στην ζωή του το πραγματικό της νόημα και να εκπληρώσει τον λόγο της ύπαρξής του.
Τα θέματα αυτά είναι η φύση του ΘΕΟΥ, η αναπόφευκτη ύπαρξη του ΘΑΝΑΤΟΥ, η αντιμετώπιση της διπολικής λειτουργίας, που προσπαθεί να βρει μία ισορροπία ανάμεσα στο ΑΓΑΘΟΝκαι το ΔΕΙΝΟΝ.
Ας δούμε λοιπόν την ΤΕΤΡΑΦΑΡΜΑΚΟΝαναλυτικά και ας θαυμάσουμε για άλλη μία φορά πως οι μεγάλοι Φιλόσοφοι με ελάχιστες λέξεις μπορούν να μεταφέρουν τα πιο σημαντικά μηνύματα για οποία εμείς θα χρειαζόμασταν ολόκληρες σελίδες.
Ἄφοβον ὁ Θεός, Ο θεός δεν θα πρέπει να μας προκαλεί φόβο, Φόβος = φυγή, οπισθοχώρηση, πανικός λόγω ήττας.
ἀνύποπτον ὁ θάνατος Ούτε ο θάνατος θα πρέπει να μας προκαλεί καχυποψία, Υποψία = έλλειψη εμπιστοσύνης, αμφιβολία μετά ανησυχίας, υπόνοια.
καὶ τἀγαθόν μὲν εὔκτητον, Αν στην ζωή μας έχουμε φροντίσει να κατακτήσουμε το αγαθόν Αγαθός = έξοχος, γενναίος, ικανός, συνετός, χρηστός, πλούσιος, καλόψυχος, ενάρετος, πράος, απονήρευτος, εύπιστος, απλοϊκός, εξαίσιος, ωφέλιμος.
τὸ δὲ δεινόν εύκαρτέρητον. και αν έχουμε μάθει να υπομένουμε τα δεινά που μας βρίσκουν με γενναιότητα. Καρτερώ = υπομένω γενναία, αντέχω κάτι, αναμένω, προσδοκώ.
Επομένως το μήνυμα που έχει να μας μεταφέρει η ΤΕΤΡΑΦΑΡΜΑΚΟΣ στην σημερινή εποχή είναι συγκλονιστικό και είναι το εξής:
«Ο θεός δεν θα πρέπει να μας προκαλεί φόβο, Ούτε ο θάνατος θα πρέπει να μας προκαλεί καχυποψία, Αν στην ζωή μας έχουμε φροντίσει να κατακτήσουμε το αγαθόν και αν έχουμε μάθει να υπομένουμε τα δεινά που μας βρίσκουν με γενναιότητα»
Τη διάθεση ποσού ύψους 1,5 εκατ. ευρώ από προγράμματα του ΕΣΠΑ, για την έναρξη της επόμενης φάσης των εργασιών σταδιακής αποκατάστασης του ταφικού μνημείου της Αμφίποληςστον λόφο Καστά, ανακοίνωσε η υπουργός Πολιτισμού, Λυδία Κονιόρδου, στη διάρκεια επίσκεψης, που πραγματοποίησε στον αρχαιολογικό χώρο, παρουσία του περιφερειάρχη Κεντρικής Μακεδονίας, Απόστολου Τζιτζικώστα.
Η αρχαιολόγος Κατερίνα Περιστέρη, που έφερε στο φως το ταφικό μνημείο στον λόφο Καστά, ξενάγησε προσωπικά την κ. Κονιόρδου στο εσωτερικό του μνημείου, τονίζοντας ότι υπάρχει πλέον θετικό κλίμα για την αξιοποίησή του αλλά και ότι οι διαθέσιμοι οικονομικοί πόροι είναι περιορισμένοι.
Η υπουργός Πολιτισμού, μετά την ολοκλήρωση της ξενάγησης, δήλωσε ιδιαίτερα συγκινημένη από τα όσα είδε και άκουσε, υπογραμμίζοντας «είναι ένα σπουδαίο μνημείο, με μοναδικά στοιχεία. Πιστεύουμε θα αποτελέσει σημαντικό πόλο έλξης για την περιοχή και ανάδειξης του σπουδαίου αρχαιολογικού πλούτου της. Αυτό το εύρημα είναι εκπληκτικό. Έγιναν εργασίες στο μεσοδιάστημα από την αποκάλυψη του μνημείου μέχρι τη δεύτερη φάση της ανασκαφής. Θα προχωρήσουμε σταδιακά στην σταδιακή στήριξη και περαιτέρω αποκάλυψη, ώστε σιγά-σιγά ο χώρος να γίνει επισκέψιμος».
Η κ. Κονιόρδου ξεκαθάρισε ότι το μνημείο είναι μακεδονικό και όχι ρωμαϊκό, προσθέτοντας ότι «χρειάζεται προσοχή και σεβασμό το μνημείο, καθώς πρόκειται για ταφικό χώρο, που αποπέμπει μυστήριο και ιερότητα κι αυτό θα πρέπει να μεταδοθεί στους επισκέπτες. Οι εργασίες θα γίνουν σταδιακά, ώστε να μην κινδυνέψει και να παραδοθεί λαμπερό στους επισκέπτες».
Ερωτηθείσα για το αν χάθηκε πολύτιμος χρόνος από την ολοκλήρωση της δεύτερης ανασκαφής μέχρι σήμερα, ώστε να αποκατασταθεί και να συντηρηθεί το μνημείο, ήταν κατηγορηματική: «δεν χάθηκε χρόνος, υπήρξε ένα κενό, όμως έγιναν εργασίες, που δεν είναι ορατές με την έννοια της αποκάλυψης ενός σημαντικού ευρήματος. Έγιναν έργα για την προστασία από πλημμύρες, αλλά και για να διατηρηθεί ανέπαφο το μνημείο, ώστε να μπει στην επόμενη φάση. Αν προχωρούσαν οι ανασκαφές, ίσως να κινδύνευε το μνημείο. Για να ενταχθεί στο ΕΣΠΑ, χρειάζονται πολύ σημαντικές μελέτες. Αυτά δεν γίνονται από τη μια μέρα στην άλλη. Το ότι δεν προχώρησαν οι εργασίες ανασκαφής ήταν και οικονομικό θέμα».
Αναφορικά με τα χρήματα που θα διατεθούν και αν είναι αυτά είναι αρκετά, η υπουργός ανέφερε: «αυτά τα χρήματα υπάρχουν τώρα. Για το μετά θα δούμε. Υπάρχει βούληση από το υπουργείο Πολιτισμού να προχωρήσει η ανασκαφή. Είναι σημαντικό το ενδιαφέρον του κόσμου. Είμαστε σε μια δύσκολη εποχή, το υπουργείο δεν έχει δικούς του πόρους και δεν διαχειρίζεται πρωτογενώς το ΕΣΠΑ. Είμαστε ευτυχείς για τη συνεργασία με τον κ. Τζιτζικώστα, που δίνει έμφαση στον πολιτισμό. Μαζί θα προχωρήσουμε. Το υπουργείο διέθεσε 250.000 ευρώ για εργασίες και την εκπόνηση των απαραίτητων μελετών».
Ενόσω το 51 π.Χ. ο Ιούλιος Καίσαρ περιόδευε στις νεοκατακτηθείσες επαρχίες της Γαλατίας, στην Ρώμη επικρατούσε πολιτικό χάος. Οι Οptimates (Συντηρητικοί) αμφισβητούσαν τον ίδιο και τις κατακτήσεις του (θεωρούσαν μεγάλο μέρος της εκστρατείας του ως αδικαιολόγητη και παράνομη) αναζητώντας ευκαιρία να τον καθαιρέσουν.
Όμως αυτές οι κατακτήσεις όχι μόνο απέφεραν μεγάλο αριθμό δούλων, αλλά συσσώρευσαν τόσο μεγάλο πλούτο στη Ρώμη, ώστε η τιμή του χρυσού στην πραγματικότητα μειώθηκε έως και 1/4 της αξίας του πριν από τους πολέμους.
Παρόλο που οι κοινοί άνθρωποι ελάχιστα επηρεάσθηκαν και εξακολουθούσαν να αγαπούν τον Καίσαρα, οι Οptimates είχαν υποστεί απώλειες από την υποτίμηση του χρυσού, στρεφόμενοι εναντίον του. Αυτό ωστόσο ήταν μόνο ένα μικρό κομμάτι του παζλ. Η αρχική πολιτική του Καίσαρα το 59 π.Χ. όχι μόνο ανέτρεπε τα συμφέροντα των Optimates, αλλά προωθούσε μια Populares (λαϊκή) ατζέντα που έκανε την ζωή δύσκολη στους συντηρητικούς και στην ουσία απέρριπτε το ισχύον δίκαιο και τα πολιτικά έθιμα. Τέτοιες ενέργειες όμως ήσαν αποσταθεροποιητικές και επικίνδυνες για την «υγεία» του Ρεπουμπλικανικού συστήματος.
Οι Optimates ήθελαν να ασκήσουν δίωξη στον Καίσαρα για διάφορους λόγους, συμπεριλαμβανομένης της διεξαγωγής παράνομου πολέμου στην Γερμανία τον οποίον δεν είχε εγκρίνει η Γερουσία, καθότι όπως υποστήριξαν η προστασία της Αλπικής (Cisalpine) και Ναρβονικής (Narbonensis) Γαλατίας δεν απαιτούσε τον πόλεμο που διεξήγαγε ο Καίσαρ στο μεγαλύτερο τμήμα της Γαλατίας.
Η δίωξη του Καίσαρα, ασχέτως αν στόχος ήταν ο θάνατος, η εξορία, ή απλά ο συμβολικός περιορισμός της δύναμής του, θα εμπόδιζε την υλοποίηση της Λαϊκής ατζέντας την οποία προωθούσε το προηγούμενο χρονικό διάστημα. Τα έτη 50 και 49 π.Χ. ήταν καθοριστικά, διότι κατά τη διάρκεια αυτών, έληγε το Καισαρικό «Ιmperium», ή αλλιώς η ασυλία από την ποινική δίωξη. Ο Καίσαρ επιθυμούσε διακαώς να θέσει υποψηφιότητα για Ύπατος, με σκοπό να μεταβεί από το ανθυπατικό Imperium, που του χορηγήθηκε λόγω της εκστρατείας του στην Γαλατία, σε εκείνο του Υπάτου.
Εκείνη την χρονική στιγμή όμως ο Γάϊος Πομπήιος…….πιθανόν ο μόνος που ήταν σε θέση να εξομαλύνει την κατάσταση……….είχε σαφώς ταχθεί με τους Οptimates και ο φθόνος για την επιτυχία και την προσπάθεια του Καίσαρα να αποκτήσει εξουσία στην Σύγκλητο, υπερίσχυσε έναντι των προσωπικών σχέσεων. Ο νόμος Pompeia De Magistratibus που ψηφίστηκε, όταν ήταν Ύπατος ο Πομπήιος, υποχρέωνε τον εκάστοτε υποψήφιο να βρίσκεται στην Ρώμη όταν διεκδικούσε κάποιο αξίωμα και φυσικά, δεν μπορούσε κάποιος να φέρει τις λεγεώνες του στην Ρώμη για λόγους προστασίας. ΟΜάρκος Κλαύδιος Μάρκελλος, Ύπατος για το 51 π.Χ., προσπάθησε να ανακαλέσει τον Καίσαρα από την διοίκηση πριν την πραγματική νομική λήξη και το 50 π.Χ., ο εξάδελφός του Γάϊος Κλαύδιος Μάρκελλος προσπάθησε το ίδιο. Η μόνη ελπίδα του Καίσαρα στη Ρώμη από νομική άποψη, ήταν η παρέμβαση της Συνέλευσης των Πληβείων, η οποία κατάφερε να ασκήσει βέτο σε οποιαδήποτε προσπάθεια να αποδόμησης του Καίσαρα.
Η κατάσταση αυτή οδήγησε σε αδιέξοδο, με καμία πλευρά να είναι διατεθειμένη να υποχωρήσει από τις απόψεις της. Το 50 π.Χ. εξελέγησαν περισσότεροι Optimatesαξιωματούχοι, αλλά ο Καίσαρας και πάλι κατάφερε να παραμείνει αλώβητος. Ο λεγάτος του Μάρκος Αντώνιοςεξελέγη Τριβούνος για το ίδιο έτος, όπως επίσης και ο πρώην αντίπαλος, Γάϊος Σκριβόνιος Κούριος, οι οποίοι πληρώθηκαν αδρά προκειμένου να υποστηρίξουν τον Καίσαρα.
Το 49 π.Χ. προέκυψε ακόμη ένα πολιτικό πρόσκομμα στον Καίσαρα, αλλά ο χρόνος τελείωνε. Ήδη, το φθινόπωρο του 50 π.Χ., σε μια προσπάθεια να αποδυναμωθεί ο Καίσαρ, η Γερουσία ζήτησε από τον ίδιο και τον Πομπήιο να εγκαταλείψουν από μια λεγεώνα έκαστος (ο Πομπήιος είχε τα στρατεύματά του στην Ισπανία) προκειμένου να ενισχυθεί η ανατολική πλευρά της αυτοκρατορίας έναντι της Παρθίας. Με μια έξυπνη κίνηση, ηΓερουσία αποδυνάμωνε τον Καίσαρα κατά δύο λεγεώνες, μια δική του και μια που του είχε δανείσει ο Πομπήιος αρκετά χρόνια νωρίτερα κατά τη διάρκεια της Γαλατικής εξέγερσης. Ο Καίσαρας είχε μείνει με οκτώ λεγεώνες, ενώ οι λεγεώνες που έδωσε ουδέποτε εστάλησαν στην Παρθία, αλλά παρέμειναν στην Ιταλία και δόθηκαν στον Πομπήιο, σε μια ευφυή κίνηση που ενίσχυσε τον Πομπήιο, ενώ αποδυνάμωσε τον Καίσαρα.
Μέχρι τα τέλη του 50 π.Χ., ο Ύπατος Μάρκελλος Κούριοςέκανε πολλές προσπάθειες να εξουδετερώσει τους Τριβούνους του Καίσαρα και επέτρεψε να περάσουν ορισμένα μέτρα αντι Καισαρικής πολιτικής. Ο Κούριος όμως ανέτρεψε τους κανόνες όταν επέβαλλε μια μοναδική ψηφοφορία στην Γερουσία. Την 1η Δεκεμβρίου του 50 π.Χ., πρότεινε μια κίνηση που θα μπορούσε να αναγκάσει τόσο τον Πομπήιο, όσο και τον Καίσαρα ταυτόχρονα να καταθέσουν το αξίωμά τους και η πρόταση ψηφίστηκε με 370 ψήφους υπέρ και 22 κατά. Αν και η ψηφοφορία της Γερουσίας κατεδείκνυε ότι γινόταν προσπάθεια να αποφευχθεί ο εμφύλιος πόλεμος, εντούτοις το μίσος, ή / και η πολιτική φόβου έναντι του Καίσαρα δεν ήταν δυνατόν να κατευνασθεί. Την επόμενη ημέρα, πριν καν το μέτρο γνωστοποιηθεί στον Καίσαρα, οι Ύπατοι Γάϊος Κλαύδιος Μάρκελλος και Λεύκιος Κορνήλιος Λέντουλους Κρούςαγνόησαν την ψηφοφορία της Γερουσίας.
Με μια ανεκδιήγητη πράξη, σε μια εποχή γεμάτη πολιτικές παρανομίες & ίντριγκες, οι Ύπατοι διέταξαν τον Πομπήιο να αναλάβει την διοίκηση των τοπικών λεγεώνων και να ενισχύσει την άμυνα της Ρώμης έναντι του Καίσαρα. Ο λαός της Ρώμης (μέσω των Τριβούνων) ακόμη και η Γερουσία αγνοήθηκαν, αν και είναι βέβαιο ότι οι Οptimates έπαιξαν σημαντικό ρόλο. Σίγουρα φοβούμενος το χειρότερο, οΚικέρων προσπάθησε να εξουδετερώσει το μέτρο και να αποτρέψει αυτό που φαινόταν να οδηγεί σε εμφύλιο πόλεμο. Συναντήθηκε με τον Πομπήιο και προσπάθησε να τον επηρεάσει για μια συμβιβαστική λύση, αλλά ο Πομπήιος αρνήθηκε, ενώ ο Καίσαρ ανέμενε στην Γαλατία.
Image may be NSFW. Clik here to view.
Ιούλιος Καίσαρ
Παρόλο που ο Καίσαρ βρισκόταν σε πλεονεκτική θέση έναντι της Ρώμης, λόγω της δύναμης του στρατού του και την συνέχιση της πολιτικής του ατζέντας, η Γερουσία φέρει μερίδιο ευθύνης για την προσπάθεια εξώθησης της κατάστασης σε ακραίες ενέργειες. Οι επιλογές του ενώπιον αυτών των εξελίξεων ήσαν είτε να παραδοθεί οικειοθελώς και να αντιμετωπίσει διώξεις (αν και το αποτέλεσμα των εν λόγω διώξεων ήταν αμφίβολο, διότι διέθετε υποστήριξη και χρήματα) ή να πάει στον πόλεμο. Ο Καίσαρ έχοντας σαφώς υπέρμετρη φιλοδοξία και ευρισκόμενος αντιμέτωπος με την προσωπική καταστροφή και ατίμωση, έναντι της πιθανής καταστροφής που ένας εμφύλιος πόλεμος θα μπορούσε να προκαλέσει στο Ρωμαϊκό κράτος, επέλεξε προφανώς την δική του δικαίωση από αυτήν της αιώνιας πόλης.
Παρά το γεγονός αυτό, άρχισε να συμπεριφέρεται πολύ διαλλακτικά, ίσως προσπαθώντας να ανιχνεύσει την κατάσταση. Αφού ουσιαστικά του είχε κηρυχθεί πόλεμος από την Γερουσία, επεχείρησε μια συμβιβαστική λύση. Πρώτα ζήτησε να του επιτραπεί να διατηρήσει την θέση του κυβερνήτη στην Αλπική Γαλατία και δύο λεγεώνες, ή τηνΙλλυρική περιοχή και μόνο μία λεγεώνα, μέχρι τη στιγμή που θα εκλεγόταν Ύπατος και επέστρεφε στην Ρώμη χωρίς τον φόβο της δίωξης. Η Γερουσία δεν αντέδρασε στην πρόταση, παρότι προβληματίσθηκε έντονα.
Χωρίς να λάβει απάντηση, ο Καίσαρ αποφάσισε να προτείνει το ίδιο μέτρο που είχε ήδη περάσει από τη Γερουσία μόλις ένα μήνα νωρίτερα, όταν ο Κούριους, πρότεινε όπως τόσο ο Καίσαρας, όσο και ο Πομπήιος αποδεσμεύσουν τους στρατούς τους ταυτόχρονα. Αυτή τη φορά όμως υπήρξε μεγάλη συζήτηση και η Γερουσία διχάσθηκε σχετικά με το θέμα, διότι είτε ορισμένα μέλη της Γερουσίας δεν επιθυμούσαν πραγματικά την ειρήνη, όντας διατεθειμένοι να διακινδυνεύσουν πόλεμο για να νικήσουν τον Καίσαρα, ή ήσαν τόσο αφελείς να πιστεύουν ότι ο πόλεμος θα μπορούσε να αποφευχθεί απειλώντας τον Καίσαρα και ελπίζοντας ότι ο Πομπήιος θα τον νικούσε.
Την 1 Ιαν 49 π.Χ. και τις επόμενες ημέρες, η Γερουσία απέρριψε την τελική πρόταση ειρήνης του Καίσαρα και τον ανακήρυξε Hostis (δημόσιο εχθρό). Αυτός έπρεπε να αποποιηθεί του αξιώματος (δηλ. να αποδεσμεύσει τον στρατό του) εντελώς ή να αντιμετωπίσει τον πόλεμο. Οι Τριβούνοι προσπάθησαν να εμποδίσουν την απόφαση μέσω του λαού για άλλη μια φορά, αλλά αυτή τη φορά η Γερουσία ήταν αποφασισμένη και αγνόησε τους Τριβούνους χρησιμοποιώντας βία για να σταματήσει τις αντιρρήσεις τους. Περί την 10 Ιανουαρίου 49 π.Χ., ο Καίσαρας ενημερώθηκε για την όλη κατάσταση και βάδισε νότια με τηνΧΙΙΙ λεγεώνα από την Ραβέννα προς το νότιο όριο των συνόρων της Αλπικής Γαλατίας. Πιθανότατα έφτασε γύρω στις 11 Ιανουαρίου και σταμάτησε στα σύνορα στην βόρεια όχθη ενός μικρού ποταμού, του Ρουβίκωνα.
Image may be NSFW. Clik here to view.
Caesar, Les pompiers. έργο του 1850-1860 Yvon Adolphe
Ο Καίσαρ μελέτησε ενδελεχώς την όλη κατάσταση πριν λάβει την μοιραία απόφαση. Αρχικά δοκίμασε την αφοσίωση των ανδρών του (είχε μαζί του μόνο την 13η λεγεώνα) κατόπιν εκφώνησε μια συνταρακτική ομιλία επισημαίνοντας τις αδικίες που γίνονται σ’ αυτόν (και τους Τριβούνους). Κατόπιν αφού διαπίστωσε την πίστη – αφοσίωση των ανδρών του πρόσθεσε:
«Ακόμη και τώρα μπορούμε να γυρίσουμε πίσω. Αλλά από τη στιγμή που θα διαβούμε αυτήν την μικρή γέφυρα, τον λόγο έχουν τα ξίφη». Κατόπιν φέρεται να ψέλλισε την διάσημη φράση, από το έργο του ποιητή Μενάνδρου, «Alea iacta est (ο κύβος ερρίφθη)». Στην συνέχεια διέσχισε τον Ρουβίκωνα και εισέβαλε επίσημα στην Ιταλία, ξεκινώντας έτσι τον εμφύλιο πόλεμο, καταλαμβάνοντας σε σύντομο χρονικό διάστημα αρκετές βόρειες πόλεις. Όταν είδηση έφτασε στην Ρώμη την 17 Ιανουαρίου, ο Πομπήιος, η ελπίδα των Ρεπουμπλικανών, είχε μείνει χωρίς τον κύριο στρατό του που ήταν ακόμη στην Ισπανία. Παρά το γεγονός ότι διέθετε δύο λεγεώνες, έναντι μίας του Καίσαρα, επειδή οι Γαλατικές λεγεώνες του τελευταίου βρίσκονταν καθ’ οδόν για να τον ενισχύσουν, ο Πομπήιος και οι αντιπολιτευόμενοι Optimates δεν είχαν άλλη επιλογή από το να εγκαταλείψουν αμέσως τη Ρώμη και να παραδώσουν την Ιταλία στον Καίσαρα.
Εάν μπορέσεις να ξεφύγεις από την πληροφορία του Συστήματος και εισχωρήσεις στον αληθινό κόσμο της γνώσης και στην πηγή της σοφίας που αναβλύζει μέσα από την αρχαία ελληνική γραμματεία, σίγουρα αξίζει τον κόπο να μελετήσεις τα σπουδαία έργα που έγραψε ο ποιητής Ησίοδος.
Ο Ησίοδος, όπως άλλωστε και ο Όμηρος, ασχολήθηκε με το έπος, την επική δηλαδή ποίηση, που εμπεριέχει έντονα το διδακτικό στοιχείο. Γι'αυτό και θεωρείται ο πατέρας του διδακτικού έπους επειδή διδάσκει πάνω σε αυτά που αναφέρεται. Η επική ποίηση του Ησιόδου ως γνωστό περιλαμβάνει τη "Θεογονία", "Τα έργα και ημέραι", την "Ασπίδα του Ηρακλέους", τις "Ηοίαι"και τους "Ιδαίους Δακτύλους". Τα δύο πρώτα έργα του θεωρούνται ίσως τα πιο σπουδαία, δηλαδή η "Θεογονία"και το "Έργα και ημέραι"που είναι τα πιο γνωστά στο ευρύ κοινό. Λέγεται ότι η "Θεογονία", το αθάνατο αυτό κλασικό αριστούργημά του, αποτέλεσε πρότυπο και πηγή έμπνευσης για το κεφάλαιο της Γέννησης της Αγίας Γραφής.
Όμως αρκετό ενδιαφέρον παρουσιάζει το επίσης αξιόλογο έργο του "Έργα και ημέραι", ένα έργο με αποκαλυπτικές, διαχρονικές και επίκαιρες επισημάνσεις. Το στοιχείο μάλιστα της επικαιρότητας εντοπίζεται μέσα από τη μελέτη ενός αξιοσημείωτου κεφαλαίου του συγκεκριμένου έργου του Ησιόδου, όπως περιγράφει τα 5 θνητά ανθρώπινα γένη και ιδιαίτερα το σιδήρεον γένος. Το "σιδερένιο"γένος, το τελευταίο και δυστυχώς το πιο ευτελές από πλευράς ανθρώπινης συμπεριφοράς λόγω έλλειψης ηθικών κανόνων και αρετών, στο οποίο ανήκει ο σημερινός πληθυσμός της ανθρωπότητας.
Πριν όμως αναφερθούμε εκτενέστερα σ'αυτό, ας κάνουμε μια μικρή αναφορά στα προηγούμενα γένη που αναφέρει ο ποιητής.
Σύμφωνα με τον Ησίοδο, πέντε είναι τα θνητά γένη τωνανθρώπων.
1. Το "Χρυσό"γένος ή χρυσή γενιά των λιγόζωων, «των ανθρώπων που έπλασαν οι αθάνατοι που τα Ολύμπια ανάκτορα κατέχουν...» [στίχοι 109-110, "Έργα και ημέραι", Ησίοδος].
2. Το "Αργυρό"ή ασημένιο γένος. «Δεύτερο γένος, μα πολύ χειρότερο κατόπι, το ασημένιο... μα ούτε στο σώμα ούτε στο νου ήταν όμοιο με το χρυσό...» (στίχοι 127-129).
3. Το "Χάλκινο"γένος. «Και ο πατέρας Δίας έπειτα έπλασε το χάλκινο, το τρίτο γένος των θνητών ανθρώπων. Σε τίποτα δεν έμοιαζε με αυτό το ασημένιο που ήταν πλασμένο από κονταρόξυλα και ήταν περισσότερο φοβερό και πολεμικό...» (στίχοι 143-145).
4. Το "ηρωικό"γένος ή το γένος των ηρώων. «Τέταρτο γένος έπλασε ο Δίας, ο γιος του Κρόνου, επάνω στην πολύβλαστη τη γη, πιο δίκαιο και πιο ανδρείο, το θείο γένος των ηρώων που ονομάζονται ημίθεοι (στίχοι 157-160).
5. Το "σιδερένιο"γένος: "Νυν γαρ δη γένος εστί σιδέριον...». Μετάφραση: Τώρα πια είναι το σιδερένιο γένος... [στίχος 176].
Οι ονομασίες καταγραφής των ανθρώπινων γενών δόθηκαν από τον Ησίοδο με βάση τις ιδιότητες που έχουν τα γνωστά για τη χρήση τους μέταλλα, δηλ. του χρυσού, του αργύρου, του χαλκού και του σιδήρου, με εξαίρεση το τέταρτο γένος, που υπερέχει ποιοτικά από τα υπόλοιπα τρία, γνωστό ως ηρωικό γένος. Στα τρία γένη, όπου κυριαρχούν οι ιδιότητες του αργύρου, του χαλκού και του σιδήρου, οι περισσότεροι άνθρωποι είναι προσκολλημένοι με το υλικό στοιχείο της ζωής και επενδύουν στη φθαρτή ύλη, σε σύγκριση με το χρυσό πρωτίστως και έπειτα το ηρωικό γένος, που έχουν και τα 2 αυτά γένη ως ύψιστο πρότυπο αγαθού τις ανθρώπινες πνευματικές αξίες.
Υπάρχει συσχετισμός των ιστορικών εποχών της ανθρωπότητας με τα είδη των ανθρώπινων γενών του Ησιόδου;
Για παράδειγμα, μπορεί η Εποχή του Χαλκού να συσχετίζεται με το χάλκινο γένος ή το σιδερένιο γένος να συνδέεται με την Εποχή του Σιδήρου;
Υπάρχει αντιστοιχία της "χρυσής γενιάς"των ανθρώπων με τους ενάρετους πρωτόπλαστους του ελλαδικού επίγειου παραδείσου;
Οι ήρωες και οι ημίθεοι του ηρωικού γένους που αναφέρει στους στίχους του ο Ησίοδος είναι οι πρωταγωνιστές του Τρωικού Πολέμου;
Οι απαντήσεις σ'αυτά τα ερωτήματα είναι μάλλον καταφατικές παρόλο ότι οι χρονικές αυτές περίοδοι της δημιουργίας των 5 γενών δεν προσδιορίζονται χρονολογικά με νούμερα αριθμών.
Η επιστήμη, έτσι όπως έχει δοθεί σαν γνώση στο κοινό, έχει άλλη γνώμη και άποψη για τη δημιουργία της ανθρώπινης ύπαρξης και το χρόνο που αυτή έγινε.
Θεωρεί τον άνθρωπο προϊόν της εξέλιξης των ειδών του ζωικού βασιλείου, ξεκινώντας από το Homo Habilis, οδεύοντας στην πορεία του χρόνου με το Homo Erectus και το Homo Neandertal μέχρι το Homo Sapiens, καταλήγοντας στο σημερινό άνθρωπο.
Σύμφωνα με τον Ησίοδο, οι πρώτοι άνθρωποι που δημιουργήθηκαν ήταν εκείνοι του "χρυσού γένους"ή η "χρυσή γενιά"των ανθρώπων. Ακολουθούν στη συνέχεια, μετά από κάποια χρονικά διαστήματα, τα υπόλοιπα γένη, αργυρό, χάλκινο, ηρωικό, σιδερένιο.
Οι περιγραφές λοιπόν του Ησιόδου για τα ανθρώπινα γένη σηματοδοτούν την πραγματικότητα της αλήθειας ότι ο άνθρωπος είναι γνήσιο προϊόν θεϊκής δημιουργίας [Πλάτωνας - Τίμαιος, κεφ. 41-42 b, c, d, e] και όχι όπως μας μπερδεύουν ότι εξελιχθήκαμε ως πρωτεύοντα θηλαστικά.
Όσοι εξακολουθούν να το πιστεύουν αυτό και να απορρίπτουν τη θεϊκή δημιουργία, τίθεται γι'αυτούς το εξής απλό ερώτημα: Γιατί δεν εξελίχτηκε στην πάροδο των εκατοντάδων χιλιάδων ετών και ο πίθηκος σε άνθρωπο, παρά το ότι χρησιμοποίησε, εκτός από τους καρπούς και τα φρούτα, και τη ζωική πρωτεΐνη ως τροφή του [τάρσιος, χιμπαντζής, καπουτσίνος κ.ά.], όπως ισχυρίζονται οι επιστήμονες με τη ζωική πρωτεΐνη ως βασική αιτία εξέλιξης του εγκεφάλου για τον άνθρωπο, αλλά παρέμεινε ΠΙΘΗΚΟΣ;
Με το τελευταίο γένος, το γένος της Εποχής του Σιδήρου, ολοκληρώνεται ο κύκλος της δημιουργίας των ανθρώπινων γενών.
Το σιδερένιο γένος είναι το σημερινό γένος των ανθρώπων, που όχι μόνο ο ποιητής, αλλά και πολλοί συνειδητοποιημένοι άνθρωποι θα προτιμούσαν να μην ανήκουν σ'αυτό το γένος.
Ο διαχωρισμός αυτός σε κατηγορίες, σύμφωνα με την ποιότητα της αξίας των ανθρώπινων γενών σε αντιστοιχία με τις ιδιότητες των μετάλλων, έχει εξαιρετικό ενδιαφέρον.
Ο χρυσός, το πιο ευγενές και πολύτιμο ως γνωστό μέταλλο, παραμένει αναλλοίωτος στη φθορά του χρόνου και δε διαβρώνεται όπως τα υπόλοιπα μέταλλα. Είναι πάντα λαμπερός και έχει κάτι από τη λαμπρότητα των αχτίνων του ηλίου. Μπορούμε λοιπόν να πούμε ότι το χρυσό γένος που μας αναφέρει ο Ησίοδος ήταν οι ενάρετοι άνθρωποι που ζούσαν έχοντας πρότυπό τους τούς θεούς που τους δημιούργησαν. Ήταν το «κατ'εικόνα και καθ'ομοίωσιν». Πράοι λοιπόν και ειρηνικοί, είχαν καθαρή ψυχή, νεανικό σώμα ως τα γεράματά τους και ο θάνατός τους ήταν όπως ένας γλυκός ύπνος.
Ο άργυρος [το ασήμι], όπως και ο χαλκός, είναι μέταλλα που έχουν και εκείνα τη λάμψη τους, αλλά υπόκεινται στη φθορά του χρόνου [οξείδωση μετάλλου], χωρίς όμως να αλλοιώνεται και να φθείρεται εντελώς η μοριακή τους σύσταση. Ο μεν άργυρος με την πάροδο του χρόνου χάνει το ωραίο ασημί χρώμα του και μαυρίζει επιφανειακά, ενώ ο χαλκός, όταν οξειδώνεται, αρχίζει να πρασινίζει.
Επίσης, ο άργυρος είναι πιο μαλακός από το χαλκό που σαν μέταλλο ο χαλκός όχι μόνο είναι σκληρός, αλλά θερμαίνεται πιο γρήγορα από οποιοδήποτε άλλο μέταλλο.
Μπορούμε λοιπόν να φανταστούμε, σύμφωνα με τις ιδιότητες αυτών των μετάλλων και από τη μελέτη των στίχων του αντίστοιχου έργου, τα χαρακτηριστικά γνωρίσματα των ανθρώπων του ασημένιου και του χάλκινου γένους.
Έτσι, στο αργυρό γένος διαπιστώνει κανείς ότι υπάρχει έλλειψη ωριμότητας των ανθρώπων, αγνή αλλά μαλθακή ζωή για πολλά χρόνια, χωρίς παραγωγικό έργο, παρά μόνο προς το τέλος της ζωής τους [στίχοι 130-133].
Ενώ στο χάλκινο γένος αντίθετα υπάρχει σκληρότητα, ένθερμη φύση στο χαρακτήρα των ανθρώπων, σωματική ευρωστία, με αποτέλεσμα η συνεχής ενασχόλησή τους με τον πόλεμο και τα φοβερά έργα του.
Σε αντίθεση με τη "χρυσή γενιά", το "αργυρό"γένος ούτε στο νου, ούτε στο σώμα έμοιαζε με το "χρυσό". Δε λειτουργούσαν με τη νόηση, και απόδειξη ότι συμπεριφέρονταν στο μεγαλύτερο χρονικό διάστημα της ηλικίας τους όπως τα μικρά [άμυαλα] παιδιά. Γι'αυτό είχαν πολλά βάσανα λόγω των πολλαπλών λαθών τους, δηλ. ανοησίας [έλλειψη νου], ενώ όταν έμπαιναν στη νεότητά τους [απόκτηση νου-λογικής] πέθαιναν. Το χειρότερο απ'όλα ήταν ότι είχαν απομακρυνθεί από τη θεϊκή λατρεία και πίστη.
Κάτι πιο διαφορετικό ήταν το "χάλκινο"γένος που ακολούθησε μετά. Ήταν μια γενιά αλαζονικών ανθρώπων με πολεμικά έργα, με σκληρή, δυνατή ψυχή και σωματική ρώμη, που χρησιμοποίησαν το μέταλλο του χαλκού κατασκευάζοντας όπλα, εργαλεία και οικιακά σκεύη.
Το γένος των ηρώων ξεχωρίζει απ'όλα τα υπόλοιπα γιατί υπήρξε το πιο δίκαιο, το πιο ανδρείο και ηρωικό γένος θνητών ανθρώπων πάνω στη Γη. Ήταν το γένος των ημιθέων. Δυστυχώς, όμως, αφανίστηκε κι αυτό, από τις σκληρές μάχες και το μαύρο πόλεμο. [Τρωικός Πόλεμος, εφτάπυλη Θήβα κ.ά.].
Η ψυχή τους ήταν ενάρετη και ζούσαν στα νησιά των μακάρων, Κρήτη, Ιθάκη, χώρα των Φαιάκων κ.α. ως μακάριοι ήρωες με τη γη να τους αποδίδει πλούσια σοδειά τρεις φορές ετησίως.
Το "σιδερένιο"γένος ονομάστηκε έτσι επειδή έχει να κάνει με τις ιδιότητες και την ευαισθησία που έχει το μέταλλό αυτό στο να φθείρεται στην πορεία του χρόνου.
Όσον αφορά στο μαύρο σίδερο, με την πάροδο των ετών σκουριάζει, δηλ. διαβρώνεται εκ των έξω προς τα μέσα. Με την πολυκαιρία μαδάει και αλλοιώνεται σαν μέταλλο, χάνοντας εντελώς τις αρχικές του ιδιότητες όταν είναι εκτεθειμένος στη συνεχή υγρασία ή στο χώμα. Εάν όμως προστατευτεί με καλό επίχρισμα, μπορεί να διατηρηθεί, αλλά όχι για πολύ χρόνο.
Κρίνω πρέπον ότι αξίζει τον κόπο να γνωρίσουμε το γένος αυτό, στο οποίο ανήκει το σημερινό γένος των ανθρώπων μέσα από τους στίχους του ποιητή [στίχοι 181-196], που αναφέρονται στις πτυχές και στο ποιόν του "σιδερένιου"γένους.
Εάν διαβάσουμε προσεχτικά τους στίχους αυτούς, τότε θα καταλάβουμε ακριβώς το μέγεθος της διάβρωσης του σημερινού ανθρώπου, ο οποίος είναι εγκλωβισμένος στο γήινο σαρκίο του και εξουσιάζεται απόλυτα από το επιθυμητικό μέρος της ψυχής του.
Η όλη σκληρή και απάνθρωπη συμπεριφορά των ανθρώπων του σιδερένιου γένους είναι συνυφασμένη με τη βασική ιδιότητα εκείνη του μετάλλου του σιδήρου που έχει να κάνει με τη σκληρότητα της δομής των μορίων της ύλης του.
Παρόλο που το γένος αυτό έχει εξελιχθεί τεχνολογικά και τα προϊόντα της προηγμένης τεχνολογίας του απολαμβάνει ένα μεγάλο μέρος του πληθυσμού της Γης, υπάρχει πολύ κοινωνική και πνευματική "οξείδωση", με αποτέλεσμα οι περισσότεροι άνθρωποι να έχουν γίνει κυριολεκτικά σκλάβοι των μηχανών τους.
Είναι οι μοντέρνοι δεσμώτες [του σπηλαίου] των υποχρεώσεών τους που οι ίδιοι αποδέχτηκαν δεσμεύοντας τον πολύτιμο χρόνο και την ενέργειά τους για ανούσια υλικά αγαθά και απατηλή ψυχαγωγία που δεν πρόκειται ποτέ να τους βοηθήσουν να εξελιχθούν πνευματικά ως άνθρωποι με σκεπτόμενη και ελεύθερη βούληση.
Η "υγρασία", δηλ. η κάθε μορφής άδικη και παρανοϊκή εξουσία, έχει διαβρώσει το εκτεθειμένο σ'αυτήν απροστάτευτο με επίχρισμα ή μη ειδικά επεξεργασμένο μέταλλο του σιδήρου του γένους μας.
Ηθικές αξίες: Ο ενάρετος άνθρωπος και η διάβρωση
Και για να γίνουν περισσότερο κατανοητά αυτά που ειπώθηκαν, όταν λοιπόν γίνει σωστά η επεξεργασία του σιδήρου, τότε αποφεύγεται η οξείδωση του μετάλλου όσο διατηρείται στο χώρο το κατασκευασμένο αντικείμενο από το συγκεκριμένο μέταλλο. Στην προκειμένη περίπτωση, η επεξεργασία του σιδήρου σε ανοξείδωτο μέταλλο είναι η αγωγή της ανθρώπινης ύπαρξης στις ηθικές αξίες και ο εθισμός της στις αρετές των προγόνων μας.
Οι αρετές και οι ηθικές αξίες που πρέπει να έχουμε ως άνθρωποι είναι η κοινωνική πυξίδα που μας προσανατολίζει σωστά στο χώρο της καθημερινότητας για έντιμο βίο. Δυστυχώς, η ανδρεία, η σοφία, η σωφροσύνη [το ήθος] και η δικαιοσύνη βρίσκονται μόνο σαν λέξεις στα ορθογραφικά λεξικά και όχι σαν ιδέες-οδηγοί των ανθρώπινων ψυχών.
Ο ενάρετος τύπος ανθρώπου έχει πλέον αντικατασταθεί οριστικά από το διαβρωμένο [σκουριασμένο] σημερινό άνθρωπο του σιδερένιου γένους.
Η ανδρεία σήμερα έχει δυστυχώς αντικατασταθεί από τη δειλία, το ανώφελο πείσμα και τον άρρωστο εγωισμό.
Η σωφροσύνη έχει αντικατασταθεί επίσης από την έλλειψη ήθους και σεβασμού απέναντι στους γονείς, στους ηλικιωμένους, στους συνανθρώπους μας, δεν τηρούνται οι ηθικοί κανόνες που μας έχουν δοθεί και γενικά υπάρχει πολλή ανηθικότητα από το σύνολο των ανθρώπων.
Η δικαιοσύνη έχει αντικατασταθεί από την σκληροτράχηλη αδικία, την απάτη και την ανελέητη εκμετάλλευση του ανθρώπου από άνθρωπο.
Η λεγόμενη κρίση που βιώνουμε επί των ημερών μας δεν είναι τίποτε άλλο, παρά η οπτική εικόνα της ηθικής και πνευματικής αλλοτρίωσης της σκοτεινής εποχής μας που έχει σχέση με το μαύρο χρώμα του σιδήρου.
Είναι πάντως εντυπωσιακή η επισήμανση του ποιητή στους τελευταίους στίχους, ότι «ο ζήλος, δηλ. ο φθόνος, θα συντροφεύει όλους τους ανθρώπους και ο κακός θα βλάπτει τον καλύτερό του και ο δειλός το γενναίο με ύπουλα και κακά λόγια, παίρνοντας μάλιστα ψεύτικους όρκους για αυτά».
Έντονες και συχνές αντιπαλότητες με λόγια αθυρόστομα από τις φιλονικίες και τις έριδες των ανθρώπων θα επικρατήσουν παντού, όπου στο τέλος θα χαθεί τελείως η αιδώς [ντροπή] και η Νέμεσις [δικαιοσύνη].
Οι στίχοι αυτοί, δυστυχώς, έχουν τη σφραγίδα των γεγονότων της εποχής μας...
Αυτό ίσως επισφραγίσει την αρχή του τέλους του σιδερένιου γένους. Έλληνες και ξένοι ερευνητές και μελετητές των αρχαίων κειμένων πιστεύουν ότι το τέλος του σιδερένιου γένους θα έρθει με το τελικό κλείσιμο του ουράνιου έτους, δηλ. την ολοκλήρωση του Μεγάλου Ενιαυτού [Πλάτωνας], αφού περατωθεί ο χρονικός κύκλος των 25.920 χρόνων.
Αλλά και με γνώμονα την απλή λογική, σύμφωνα με τη χαώδη κατάσταση που επικρατεί στις σχέσεις των ανθρώπων, εν ονόματι της Συμπαντικής Αρμονίας, επειδή έχουν διαταραχτεί οι Νόμοι της στον πλανήτη της Γαίας, εάν δεν αλλάξουμε, οι προβλέψεις θα καταλήξουν τελικά στον αφανισμό του σιδερένιου γένους. "Ζευς δ'ολέσει και τούτο γένος μερόπων ανθρώπων" [στίχος 180, "Έργα και ημέραι"Ησιόδου].
Οι πόρτες του Παρθενώνα, από μοσχοβολιστό ξύλο κέδρου, που έκρυβαν το χρυσελεφάντινο άγαλμα της παρθένου θεάς Αθηνάς και επέτρεπαν τη θέασή του ελάχιστες φορές, οι πόρτες που προστάτευαν τους θησαυρούς της αθηναϊκής δημοκρατίας (και αργότερα το ταμείο της αθηναϊκής συμμαχίας) θα πρέπει να ήταν περισσότερο εντυπωσιακές από ότι νομίζαμε μέχρι σήμερα.
Χρυσελεφάντινες οι πόρτες του Παρθενώνα
Και αν το ξύλο ως υλικό προσφέρεται για περίτεχνα σκαλίσματα αλλά όχι για κάτι πιο πολυτελές, υπήρχαν και το ασήμι, ο άργυρος και το ελεφαντόδοντο που θα έδιναν ένα λαμπερό αποτέλεσμα.
Οι περίφημες θύρες του πρόναου και του οπισθόναου, ύψους 10 μέτρων και πλάτους 5 (κάτι λιγότερο από 50 τετραγωνικά, αφού θα πρέπει να υπολογίσουμε και τα ξύλινα θυρώματα) ήταν σίγουρα κατασκευασμένες από ξύλο και σίγουρα επενδεδυμένες με χρυσά ελάσματα, ίσως και με ασημένια, όπως συνέβαινε εκείνη την εποχή και σε άλλους ναούς ανά τον Ελληνικό κόσμο.
Image may be NSFW. Clik here to view.
Δυο ερευνητές όμως, ο αρχαιολόγος Σπένσερ Πόουπ και ο ιστορικός τέχνης Πίτερ Σουλτς, δημοσίευσαν ένα άρθρο στο Αμερικανικό Περιοδικό Αρχαιολογίας (American Journal of Archaeology) και προτείνουν μια όντως ενδιαφέρουσα ιδέα: πως είχαν και ελεφαντόδοντο.
Η έρευνά τους ξεκίνησε όταν ανακάλυψαν πως μια από τις οικοδομικές επιγραφές του Παρθενώνα (έτος 434/433 π.Χ.) περιελάμβανε μεγάλη ποσότητα ελεφαντόδοντου, η οποία δεν σχετιζόταν με το χρυσελεφάντινο άγαλμα της παρθένου. Χίλιες τριακόσιες εβδομήντα δύο δραχμές είχαν διατεθεί για χρυσό και 1.305 και 4 οβολοί για ελεφαντόδοντο.
Image may be NSFW. Clik here to view.
Ανάτυπο του αγάλματος της θεάς Αθηνάς στο Nashville των ΗΠΑ μέσα στο αντίγραφο του ναού του Παρθενώνα
Χορηγίες
Οι επιτροπές που χρηματοδοτούσαν και έβρισκαν χορηγίες για τον ναό και για το άγαλμα ήταν διαφορετικές. Επίσης, για να βγάζουμε και τα συμπεράσματά μας, λογοδοτούσαν δις κατ” έτος και απορροφούσαν όλα τα χρήματα που διέθεταν.
Μάλιστα, συγκέντρωναν τα ρινίσματα χρυσού και περίσσευαν και τα θραύσματα ελεφαντόδοντου και τα υπέβαλαν σε νέες επεξεργασίες. Τέλος, πωλούσαν όλα τα μηχανήματα μόλις τέλειωνε το έργο στο οποίο είχαν χρησιμοποιηθεί και δεν υπήρχε πια ανάγκη να τα κρατούν.
Με τα ποσά αυτά, χρηματοδοτούσαν το οικονομικό πρόγραμμα. Από τις πόρτες και τα θυρώματα δεν έχει μείνει το παραμικρό στοιχείο και δεν έχουμε γραπτές μαρτυρίες, εκτός από όσες σώζονται σε επιγραφές.Σε μια από αυτές, του έτους 318/7 π.Χ. όταν δηλαδή ο Παρθενώνας είχε τελειώσει και ο Περικλής είχε προ πολλού πεθάνει, διαπιστώνεται ότι λείπουν 0,20 επί 0,22 μ φύλλων χρυσού με τα οποία είχαν επενδυθεί γοργόνεια, κεφαλές λεόντων και κεφαλές ταύρων, καρφιά κ.ά.
Πολύ πιο εντυπωσιακές από ότι πιστεύαμε ήταν οι πόρτες του Παρθενώνα σύμφωνα με έρευνα, ενώ στο εσωτερικό, όπου φυλάγονταν οι θησαυροί της αθηναϊκής δημοκρατίας, δέσποζε το άγαλμα της Αθηνάς, δημιούργημα του Φειδία Με χρυσό και ίσως και με άργυρο επενδύονταν επίσης και διακοσμητικά στοιχεία στο ναό, όπως ρόδακες.
Οι δυο μελετητές ξεκαθαρίζουν ότι πουθενά δεν αναφέρεται η χρήση ελεφαντόδοντου, αλλά χωρίς την υπόθεσή τους δεν υπάρχει λογική εξήγηση για τις μεγάλες ποσότητες ελεφαντοστού και χρυσού που είχαν αγοραστεί για τον Παρθενώνα.
Μικρές ποσότητες γνωρίζουμε ότι είχαν χρησιμοποιηθεί για διακόσμηση άλλων μερών. Επειδή και άλλοι ελληνικοί ναοί στην Κάτω Ιταλία και Σικελία αλλά και δημόσια κτίρια λαών όπως οι Πέρσες, είχαν παρόμοιες πόρτες, ίσως η αθηναϊκή δημοκρατία να επέλεξε την κατασκευή τους και για τον Παρθενώνα τον πρωτότυπο αυτό τύπο ναού μοναδικό και τον πρώτο στον κόσμο.
Όπως μπορούμε ίσως να φανταστούμε, θα ήταν εντυπωσιακές και θα συνέτειναν στη δημιουργία κατανυκτικής όσο και μυστικιστικής ατμόσφαιρας,αλλά και αίσθηση ευφορίας και αγαλλίασης στον πιστό
Image may be NSFW. Clik here to view.
Τρίτος και τυχερός ήταν ο Παρθενώνας που όλοι σήμερα βλέπουμε, καθώς στην Αθήνα είχαν κατασκευαστεί κατά την αρχαιότητα δύο ναοί πριν από αυτόν. Ο ένας μάλιστα είχε μείνει ημιτελής. Οτι σώθηκε από τα αρχιτεκτονικά τους μέλη ή τον διάκοσμό τους και από τη μανία των Περσών βρίσκεται στο τείχος ή θαμμένο κοντά στον Παρθενώνα και μόνο λίγα κατάλοιπα παρουσιάζονται στο Μουσείο της Ακρόπολης.
Ο Παρθενώνας, που αποτελεί σήμερα σύμβολο της ΟΥΝΕΣΚΟ, δεν ήταν ο διασημότερος ναός στους αρχαίους χρόνους, στον ελληνικό κόσμο αν και είναι υπόδειγμα αρχιτεκτονικής. Κέρδισε τη φήμη του περισσότερο ανά τους αιώνες, όταν μετρήθηκε, μελετήθηκε και βρέθηκε μοναδικός. Η σύλληψη του Φειδία -παρότι στην επεξεργασία και στην εκτέλεση συνέβαλαν ο Ικτίνος και ο Καλλικράτης- αποδείχθηκε ευφυέστατη και απαράμιλλη.
Ο Παρθενώνας κτίσθηκε κατά τα έτη 447-438 π.Χ., στο πλαίσιο του ευρύτερου οικοδομικού προγράμματος που συντελέσθηκε στην Ακρόπολη με πρωτοβουλία του Περικλή, και πάνω στη θέση παλαιότερων ναών αφιερωμένων στην Αθηνά.
Ο Φειδίας είχε όλη την ευθύνη του οικοδομικού προγράμματος και υπέγραψε τα εξαιρετικά γλυπτά του ναού.
Οι περιπέτειες της Αθηνάς και ο «διωγμός» του Φειδία
Έργο του μεγαλύτερου γλύπτη της κλασικής Αθήνας, του Φειδία, λοιπόν ήταν το λατρευτικό άγαλμα της Αθηνάς Παρθένου, ύψους 12 μέτρων, που είχε στηθεί εντός του ναού. Ο σκελετός του ήταν ένας τεράστιος ξύλινος ιστός μπηγμένος στο έδαφος. Τα γυμνά μέρη του σώματος της θεάς ήταν καμωμένα από ελεφαντόδοντο, το δε ένδυμά της από χρυσό. Το ελεφαντόδοντο και ο χρυσός ήταν δυνατόν να αφαιρούνται, μετά από συμβουλή του Περικλή, ώστε να ζυγίζονται, υπό τον φόβο της υπεξαίρεσης.
Image may be NSFW. Clik here to view.
Η θεά παριστάνεται σε όρθια στάση, στραμμένη προς την ανατολική πύλη. Φορά δωρικό πέπλο με μακρύ απόπτυγμα ζωσμένο με φίδι. Το στήθος της καλύπτει η αιγίδα, πλαισιωμένη από φίδια, με το γοργόνειο, το βασικό σύμβολο της Αθηνάς, σε κεντρική θέση.
Το κράνος της έχει τριπλό λοφίο, του οποίου το μεσαίο τμήμα απολήγει σε Σφίγγα και στα δύο πλαϊνά σε μορφές φτερωτών αλόγων. Στο δεξί της χέρι κρατάει φτερωτή Νίκη. Με το αριστερό της κρατά δόρυ και στηρίζει την άντυγα της ασπίδας της, που φέρει γοργόνειο ενώ φίδι, ο Εριχθόνιος, περιελίσσεται στο εσωτερικό τμήμα της.
Σύμφωνα με την παράδοση, το άγαλμα πατούσε σε μνημειακή βάση ύψους 1,20 μ., την οποία κοσμούσε περιμετρικά ανάγλυφη απεικόνιση του μύθου της γέννησης της Πανδώρας.
Τέλος, τα σανδάλια της θεάς έφεραν παράσταση Κενταυρομαχίας. Μπροστά από το άγαλμα υπήρχε δεξαμενή νερού για τη διατήρηση της υγρασίας του ελεφαντόδοντου.
Αμέσως μετά την ολοκλήρωση του αγάλματος, ο Φειδίας κατηγορήθηκε ότι είχε υπεξαιρέσει μέρος του χρυσού που του είχε δοθεί για την κατασκευή του (437 π.Χ.). Αν και ζυγίστηκαν τα ένθετα και αποδείχθηκε ότι δεν έλειπε ούτε γραμμάριο, εντούτοις ο Φειδίας αναγκάστηκε να εγκαταλείψει την Αθήνα. Υπάρχει μια άποψη ότι τον 5ο αι. μ.Χ. η Αθηνά χάθηκε κατά τη μεταφορά της από τους Βυζαντινούς στην Κωνσταντινούπολη – πιθανόν βυθίστηκε το πλοίο,άν και θεωρείται δύσκολο διότι η Αθήνα υπέστη καταστροφές από βάρβαρα φύλα αυτούς τους αιώνες,και είναι δύσκολο να έχει επιβιώσει μέχρι τον 5 μ.Χ. αιώνα.
Φαίνεται ότι βάθρο του αγάλματος δέχτηκε κάποια στιγμή ριζικές επισκευές, κατά πάσα πιθανότητα μετά από μεγάλη πυρκαγιά, ίσως αυτή των Ερούλλων το 267 μ.Χ. Δεν αποκλείεται και το ίδιο το άγαλμα να υπέστη σοβαρές ζημιές ή ακόμη και να καταστράφηκε ολοσχερώς, παραμένει όμως άγνωστο αν κατασκευάστηκε άλλο προς αντικατάστασή του.
Από τη μεγάλη ακμή στο τζαμί και τον Τόμας Μπρούς λόρδο του Έλγιν
Σημειώνει η αρχαιολόγος Γιάννα Βενιέρη.«Ο ναός που οι Αθηναίοι αφιέρωσαν στην προστάτιδα της πόλης τους, Αθηνά Παρθένο, είναι το λαμπρότερο δημιούργημα της αθηναϊκής δημοκρατίας στην περίοδο της μεγάλης ακμής της και το αρτιότερο ως προς τη σύνθεση και την εκτέλεση από τα οικοδομήματα του Ιερού Βράχου»
«Κτίσθηκε κατά τα έτη 447-438 π.Χ., στο πλαίσιο του ευρύτερου οικοδομικού προγράμματος που συντελέσθηκε στην Ακρόπολη με πρωτοβουλία του Περικλή, και πάνω στη θέση παλαιότερων ναών αφιερωμένων στην Αθηνά».
Πρόκειται για περίπτερο διπλό δωρικό ναό, που παρουσιάζει πολλά πρωτότυπα και μοναδικά στοιχεία στον αρχιτεκτονικό του σχεδιασμό.
Στο εσωτερικό του είχε το χρυσελεφάντινο άγαλμα της Αθηνάς Παρθένου και το δημόσιο θησαυροφυλάκιο, με τους θησαυρούς της πόλης και αργότερα των συμμάχων.
Έφερε πολλά γλυπτά στοιχεία, μοναδικής ωραιότητας, μέσα και έξω, με έμπνευση κυρίως από τη μυθολογία.
Image may be NSFW. Clik here to view.
Παναγία (Αθηνιώτισσα), Ακρόπολη-Αθήνα-Τύπος: Βασιλική με Χρονολογία στα μέσα 6ου αι.Περιγραφή: Αφετηρία για τη μετατροπή αρχαίων μνημείων σε χριστιανικούς ναούς στάθηκε το διάταγμα του Ιουστιανιανού στα 529 μ.Χ. Έτσι, ο μεγαλύτερος ναός της κλασικής αρχαιότητας και συνώνυμος του κλέους της Αθήνας και του χρυσού αιώνα της, ο Παρθενώνας, μετατράπηκε σε χριστιανική εκκλησία. Η λατρεία της ειδωλολατρικής Παρθένου έδωσε τη θέση της στη χριστιανή Παρθένο, τη Θεοτόκο, και ονομάστηκε από Εκείνη (Παναγία Αθηνιώτισσα).
Αυτό έγινε ίσως στα μέσα του 6ου αιώνα με μερικές αρχιτεκτονικές μετατροπές, όπως ήταν η πρόσθεση μιας αψίδας στα ανατολικά. Επίσης, η είσοδος πλέον μετατοπίστηκε στη δυτική πλευρά του ναού και οι τρεις θύρες που διανοίχτηκαν στον τοίχο που χώριζε τον ναό από τον οπισθόδομο, τον μετέτρεψαν σε νάρθηκα του χριστιανικού, πλέον, ναού. Έτσι, ο Παρθενώνας μετατράπηκε σε τρίκλιτη βασιλική με πανελλήνιο – ίσως ακόμα και σε ολόκληρη την αυτοκρατορία- κύρος και αίγλη, αφού αποτέλεσε τόπο προσκυνήματος αλλά και το ναό στον οποίο ο ίδιος ο αυτοκράτορας Βασίλειος Β΄ Βουλγαροκτόνος εόρτασε τη συντριπτική νίκη του επί των Βουλγάρων.
Ο ναός αναφέρεται σε αγιολογικές πηγές και αυτοκρατορικά έγγραφα, ενώ στάθηκε σημείο αναφοράς για τους νεώτερους περιηγητές που αποτύπωσαν μερικά από τα ψηφιδωτά που τον λάμπρυναν (Reinhold Lubenau, 1588-89). Από το ψηφιδωτό της Παναγίας, σώθηκαν μόνο 188 ψηφίδες που μεταφέρθηκαν το 1848 στο Βρετανικό Μουσείο. Σήμερα, ίχνη μόνον από το αρχικό σχέδιο των παραστάσεων πάνω στο μάρμαρο σώζονται στον εξωνάρθηκα του ναού.
Σημαντικό στοιχείο στο ναό είναι τα εκατοντάδες χαράγματα, τα επονομαζόμενα και Λίθινο Χρονικό για τις πλούσιες ιστορικές πληροφορίες που παρέχουν στον ερευνητή. Ονόματα στρατηγών, επισκόπων, αρχιεπισκόπων και μητροπολιτών, αλλά και αναγραφές θανάτων, απλές αναγραφές ονομάτων, τίτλοι και επαγγέλματα που πολλές φορές συνοδεύουν τα ονόματα αυτά, προσευχές και επικλήσεις ή παράξενες συμβολικές παραστάσεις (σταυροειδή συμπιλήματα, πλοία, περίεργα σκαριφήματα) αναγράφονται στους κίονες του χριστιανικού πλέον ναού συμπληρώνοντας πολλές φορές τα κενά των πηγών της παλαιοχριστιανικής και βυζαντινής εποχής
Φωτ. αναπαράσταση 3d Athens.com -Βιβλιογραφία: Ορλάνδος Α. – Βρανούσης Λ., , Τα Χαράγματα του Παρθενώνος, Αθήναι 1973, Ορλάνδος Α., Μεσαιωνικά Μνημεία Αθηνών, Ευρετήριον Μεσαιωνικών Μνημείων της Ελλάδος, Αθήναι1926, σ. 36-42, Πανσελήνου Ν., Βυζαντινή Αθήνα, Αθήνα 2004, σ. 33-36, Panselinou N., Byzantine Athens, Athens 2004, p. 33-36.-www.eie.gr/
Η τουρκοκρατία και η βόμβα
Τον 5ο αι. μ.Χ. μετατράπηκε σε ναό αφιερωμένο αρχικά στην Αγία Σοφία και αργότερα στην Παναγία, ενώ στα χρόνια της τουρκοκρατίας έγινε τζαμί.
Image may be NSFW. Clik here to view.
Ο Παρθενών ως χριστιανικός ναός, Κάτοψη. Οι αριθμοί δηλώνουν σε ποιους κίονες υπάρχουν χαράγματα και πόσα σε καθέναν από αυτούς (Ορλάνδος Α.-Βρανούσης Λ., Τα χαράγματα του Παρθενώνος, Αθήνα 1973, σ. 15) -www.eie.gr/
Το 1687, κατά την πολιορκία της Ακρόπολης από τον Μοροζίνι, ανατινάχθηκε από μία βόμβα των Ενετών και μεγάλο μέρος του κατέρρευσε, ενώ σοβαρές ζημιές υπέστη και στις αρχές του 19ου αιώνα, με τη διαρπαγή και λεηλασία του γλυπτού διακόσμου από τον λόρδο του Έλγιν, που είχε ως αποτέλεσμα μεγάλο μέρος των γλυπτών να βρίσκεται σήμερα στο Βρετανικό Μουσείο.
Image may be NSFW. Clik here to view.
Άποψη της Ακρόπολης τη στιγμή της ανατίναξης του 1687.
«Στον Παρθενώνα δούλευαν ταυτοχρόνως οκτώ μεγάλοι γερανοί και ο καθένας είχε 27 μέτρα ύψος», όπως έχει πει για το οικοδομικό πρόγραμμα ο καθηγητής Μανόλης Κορρές.
Image may be NSFW. Clik here to view.
«Σε κάθε πρόσοψη υπήρχε ένας μεγάλος γερανός με μέγιστη ανυψωτική δύναμη 15 τόνους. Είχαν τη δυνατότητα να ανεβάζουν ένα βάρος 10 τόνων από τη γη, στο ύψος του κτιρίου μέσα σε 15 λεπτά της ώρας. Για να λειτουργήσει το σύστημα ανύψωσης μεγάλου βάρους έπρεπε να εργάζονται σε κάθε γερανό 10 άντρες που χρησιμοποιούσαν ένα σύστημα με τροχαλίες και πολύσπαστα.
Ουσιαστικά εφάρμοζαν τις αρχές της Μηχανικής που θα συστηματοποιούσε ο Αρχιμήδης έπειτα από 200 χρόνια.
Image may be NSFW. Clik here to view.
Οι Αθηναίοι έκτισαν τον ναό με τις δικές τους δυνάμεις.
Από όσους εργάστηκαν το 30% ήταν Αθηναίοι τεχνίτες, το 30% καλλιτέχνες κυρίως από τις Κυκλάδες και οι υπόλοιποι δούλοι (πολλοί από τη Θράκη). Όλοι, Αθηναίοι, επισκέπτες ή δούλοι, ελάμβαναν 1 δραχμή ως αμοιβή την ημέρα, ενώ οι αρχιτέκτονες 2 δραχμές.
Τα έργα ξεκίνησαν το 447 π.Χ. και κάθε χρόνο γινόταν ετήσια έκθεση και απολογισμός του ταμείου. Υπήρχε ειδική επιτροπή, το λογιστήριο έκανε κάθε χρόνο ισολογισμό και υπήρξε συνεχής απορρόφηση των χρημάτων επί οκτώ χρόνια», λέει ο κ. Κορρές.
Ήταν σκληρός πολεμιστής και κάηκε ζωντανός μέσα στα ανάκτορα να μην πέσει στα χέρια των εχθρών
“Σαρδανάπαλος» είναι το Ελληνικό όνομα του βασιλιά της Ασσυρίας Ασουρμπανιπάλ, ο οποίος φημιζόταν για τις ακολασίες και τη βαρβαρότητα του, αν και ο Αριστοτέλης ανέφερε ότι αποτελούσε παράδειγμα ανδρός.
Ήταν ο μικρότερος γιος του βασιλιά Εσαραδών, ο οποίος δολοφονήθηκε το 669 π.Χ. από τους αδερφούς του.
Σε ηλικία 16 ετών κλήθηκε να αναλάβει την εξουσία χάρη στην υποστήριξη της γιαγιάς του.
Ασουρμπανιπάλ σημαίνει «Ασούρ, δημιουργός διαδόχου»
Παρόλο που ήταν μικρότερος σε ηλικία έγινε διάδοχος του θρόνου, καθώς ο μεγαλύτερος αδερφός του είχε πεθάνει και ο δεύτερος διοικούσε τη Βαβυλώνα. Μεγάλωσε σε ένα μικρό παλάτι στη Νινευή, την πρωτεύουσα της Ασσυρίας.
Από μικρός έμαθε να ιππεύει άλογα, να κάνει χειροτεχνίες και να κυνηγά άγρια ζώα.
Σύμφωνα με τον θρύλο, ήταν ο μοναδικός βασιλιάς της Ασσυρίας που ήξερε να γράφει και να διαβάζει. Γνώριζε μαθηματικά και διάβαζε τη σφηνοειδή γραφή στην Ακκαδική και τη γλώσσα των Σουμερίων.
Σύμφωνα με ιστορικές πηγές είχε πει: «Εγώ, ο Ασουρμπανιπάλ, φρόντισα τη σοφία του Ναμπού (θεός της γραφής και της σοφίας, τον οποίο λάτρευαν οι Ασσύριοι και οι Βαβυλώνιοι), όλων των ενεπίγραφων και πήλινων πλακών, των μυστηρίων και των δυσκολιών τους, τα οποία έλυσα».
Ίδρυσε στη Νινευή μια σπουδαία βιβλιοθήκη, η οποία διέθετε περισσότερες από 30.000 πήλινες πλάκες και αντίγραφα κειμένων από όλη τη Μεσοποταμία. Την περίοδο της βασιλείας του η αυτοκρατορία των Ασσυρίων άκμασε και γνώρισε μεγάλη δόξα.
Ο Σαρδανάπαλος φημιζόταν για την σκληρότητα που έδειχνε στους αντιπάλους του.
Σε ένα γλυπτό απεικονίζεται να βάζει αλυσίδες σε έναν Άραβα βασιλιά και να τον αναγκάζει να ζει ως σκύλος, ενώ σε άλλους πίνακες παρουσιάζεται να εκδικείται βάναυσα τους εχθρούς του.
Οργάνωσε σημαντικές εκστρατείες στην Αίγυπτο. Λεηλάτησε τη Θήβα, πρωτεύουσα της Αιγύπτου και ήταν ο πρώτος βασιλιάς της Ασσυρίας που κατάκτησε το Ελάμ, χώρα που βρισκόταν ανατολικά της Βαβυλώνας.
Αργότερα, ο αδερφός του επαναστάτησε με τους Βαβυλώνιους εναντίον του, στέλνοντάς του επιστολή στην οποία έγραφε ότι ήταν βασιλιάς μόνο της Νινευή. Ακολούθησε εμφύλιος πόλεμος που διήρκεσε δύο χρόνια.
Η Βιβλιοθήκη του Ασουρμπανιπάλ διέθετε περισσότερες από 30.000 πήλινες πλάκες. Κάηκε το 612 π.Χ. ωστόσο διασώθηκαν πλάκες οι οποίες βρίσκονται σήμερα στο Βρετανικό Μουσείο
Ο Σαρδανάπαλος πολιόρκησε τη Βαβυλώνα και έκανε εισβολή στην πόλη, πραγματοποιώντας τρομερές σφαγές. Ο αδερφός του κάηκε ζωντανός στα ανάκτορα, καθώς οι Ασσύριοι πλησίαζαν την πόλη. Τα επόμενα χρόνια ακολούθησε μια ακόμα επανάσταση εναντίον του από τον βασιλιά των Μήδων, Αρσάκη. Ο Σαρδανάπαλος ηττήθηκε όταν ο Ευφράτης πλημμύρισε και κατέστρεψε την οχύρωση της πόλης. Έπειτα από 42 χρόνια βασιλείας επέλεξε να έχει παρόμοιο τέλος με τον αδερφό του.
Κάηκε μαζί με τις γυναίκες του, τους θησαυρούς και τους ευνούχους στα ανάκτορα προκειμένου να μην πέσει στα χέρια των εχθρών του.
Ο θάνατός του αποτέλεσε πηγή έμπνευσης για τον ζωγράφο, Ευγένιο Ντελακρουά. Το 1827 ζωγράφισε τον πίνακα «Ο θάνατος του Σαρδανάπαλου», ο οποίος προκάλεσε αντιδράσεις και ήταν ο λόγος που αποκλείστηκε από την αγορά έργων τέχνης.
Μετά τον θάνατο του Σαρδανάπαλου, η αυτοκρατορία των Ασσυρίων έπεσε σε παρακμή, ώσπου οι συχνοί πόλεμοι την οδήγησαν στην οριστική κατάρρευση.
Οι τράπεζες, ένας από τους βασικούς παράγοντες της ελεύθερης οικονομίας, συχνά τον τελευταίο καιρό απασχολούν τα μέσα μαζικής ενημέρωσης.
Διάφορα συμβάντα, λόγου χάρη συγχωνεύσεις ή αγοραπωλησίες τραπεζών, έχουν αποτέλεσμα τραπεζικά θέματα να βρίσκονται στο επίκεντρο της επικαιρότητας. Προ ημερών, σε σχετική συζήτηση, διαπίστωσα ότι οι συνομιλητές μου ξαφνιάστηκαν όταν έκανα λόγο για τράπεζες και στην αρχαία Ελλάδακαι ίσως την ίδια αντίδραση να έχουν και πολλοί από τους αναγνώστες της επιφυλλίδας αυτής. Υπενθυμίζω ότι ο ίδιος ο όρος «τράπεζα» προέρχεται από την αρχαιότητα. Αυτοί που ασχολούνταν με το εμπόριο του χρήματος χρησιμοποιούσαν στις διάφορες συναλλαγές τους ένα τραπέζι, μια τράπεζα, πάνω στην οποία γίνονταν οι διάφορες εμπορικές τους πράξεις. Αυτό το τραπέζι είναι που έδωσε το σχετικό όνομα.
Ο ρόλος των αργυραμοιβών
Οι πρώτες ενδείξεις που διαθέτουμε για τη δραστηριοποίηση τραπεζών στην αρχαία Ελλάδα ανάγονται στον 6ο αι. π.Χ. Ως γνωστόν, ο κυρίαρχος τότε θεσμός της πόλης-κράτους είχε αποτέλεσμα την ύπαρξη μεγάλου αριθμού ανεξαρτήτων κρατών, πολλά από τα οποία έκοβαν δικά τους νομίσματα, ποικίλης πραγματικής, ονομαστικής και εμπορικής αξίας. Η κυκλοφορία τόσο πολλών και ανόμοιων ως προς την αξία τους νομισμάτων δυσκόλευε εξαιρετικά τις διάφορες εμπορικές συναλλαγές και έκανε την παρουσία του αργυραμοιβού ενός ατόμου που θα αντάλλασσε τα διάφορα νομίσματα εντελώς αναγκαία. Έπρεπε να υπάρχουν ειδικοί που να γνωρίζουν, π.χ., τις αξίες και το βάρος των νομισμάτων κάθε κράτους και να καθορίζουν την αξία τους σε σχέση με το νόμισμα της χώρας στην οποία γινόταν η συναλλαγή. Επρεπε ακόμη να ξεχωρίζουν τα κίβδηλα νομίσματα, αφού κυκλοφορούσε και κάλπικο χρήμα, και να εντοπίζουν τα λιποβαρή.
Από πολύ νωρίς, πιθανότατα από τον 6ο κιόλας αι. π.Χ., ορισμένοι ιδιώτες συνήθιζαν να καταθέτουν σε αρχαία ελληνικά ιερά (και ιδιαίτερα σ'αυτά με πανελλήνια αναγνώριση, όπως λόγου χάρη τα ιερά του Απόλλωνος στους Δελφούς και στη Δήλο) διάφορα ποσά για φύλαξη. Το φαινόμενο αυτό γνώριζε ιδιαίτερη έξαρση κυρίως σε περιόδους αναταραχών και πολεμικών συρράξεων. Η ιερότητα και το απαραβίαστο των ορίων των ιερών ήταν σεβαστά από όλους και επομένως τα χρήματα αυτά είχαν εδώ τη μεγαλύτερη δυνατή ασφάλεια. Ετσι σιγά σιγά στα ιερά συσσωρεύονταν σημαντικά ποσά. Η συνήθεια της κατάθεσης χρημάτων σε ιερά, που πρόσφερε ασφάλεια όχι όμως και αύξηση των σχετικών κεφαλαίων, περιορίστηκε από τη δράση ορισμένων ευφυών ατόμων. Προσφέροντας τόκο, άρχισαν αυτοί να προσελκύουν τα χρήματα αυτά, αυξάνοντας έτσι το κεφάλαιό τους, πράγμα που σήμαινε και επέκταση του κύκλου των εργασιών τους. Η ενέργεια αυτή, σε συνδυασμό και με την παροχή εκ μέρους τους εντόκων δανείων σε όσους είχαν ανάγκη από «ρευστό», δημιούργησε τις πρώτες τράπεζες. Πολύ γρήγορα και τα ιερά υποχρεώθηκαν στην καθιέρωση τόκων για τις καταθέσεις αλλά σε σχέση με τις ιδιωτικές τράπεζες βρίσκονταν σε μειονεκτική θέση. Οι «ιερές τράπεζες» για οποιαδήποτε σοβαρή δραστηριότητά τους έπρεπε προηγουμένως να έχουν την έγκριση των αρχών της πόλης στην οποία ανήκαν τα ιερά. Αυτό είχε αποτέλεσμα το χάσιμο πολύτιμου χρόνου, πράγμα που έκανε τους ανυπόμονους καταθέτες και τους απελπισμένους δανειολήπτες να καταφεύγουν στους τραπεζίτες ή σε μεμονωμένα άτομα.
Καταθέσεις και δάνεια
Στις κύριες τραπεζικές εργασίες, εκτός από την ανταλλαγή των νομισμάτων και τον έλεγχο της γνησιότητάς τους, τις έντοκες καταθέσεις και τα έντοκα δάνεια στα οποία ήδη αναφερθήκαμε παραπάνω, συγκαταλέγονταν και άλλες. Ανάμεσά τους η διαχείριση περιουσιών, η συγκατάθεση σε δάνειο, η αποδοχή παρακαταθηκών κυρίως από τις «ιερές τράπεζες» , η εντολή πληρωμής προς τρίτους, όπως και η έκδοση πιστωτικών επιστολών που εξοφλούνταν σε άλλη πόλη από κάποιον άλλο τραπεζίτη με τον οποίο συνεργαζόταν η τράπεζα που είχε εκδώσει τη σχετική επιστολή. Αναφέρεται ότι με αυτό τον τρόπο ο Κικέρων κάλυψε κάποτε τα έξοδα του γιου του, όταν αυτός βρισκόταν στην Αθήνα.
Για την ανταλλαγή και τη «δοκιμασία» των νομισμάτων, εργασίες που έκαναν και οι αργυραμοιβοί, η προμήθεια ήταν συνήθως γύρω στο 5%-6% επί της αξίας των νομισμάτων, με μια πρόσθετη επιβάρυνση αν η ανταλλαγή γινόταν ανάμεσα σε νομίσματα κατασκευασμένα από διαφορετικά μέταλλα. Για τις παρακαταθήκες, τη φύλαξη δηλαδή χρημάτων, πολύτιμων αντικειμένων κ.ά., οι τράπεζες δεν φαίνεται να εισέπρατταν «φύλακτρα». Επομένως από τη δραστηριότητα αυτή δεν πρέπει να είχαν κέρδη, δεν έδιναν όμως τόκο για τις βραχυπρόθεσμες καταθέσεις.
Για καταθέσεις μεγάλης διάρκειας ξέρουμε π.χ. ότι στην Αθήνα του 4ου αι. π.Χ. το επιτόκιο ήταν γύρω στο 10% ενώ γύρω στο 12% κυμαινόταν το επιτόκιο των δανείων. Ωστόσο αν το κράτος δανειζόταν από ένα δικό του ιερό «πετύχαινε», όπως ήταν φυσικό, πολύ χαμηλότερο επιτόκιο. Οπωσδήποτε τα δάνεια που παρείχαν τα ιερά ήταν τα συμφερότερα, αφού το επιτόκιό τους ήταν κατά κανόνα μικρότερο από αυτό των ιδιωτικών τραπεζών.
Οι τραπεζίτες ρύθμιζαν το ύψος του επιτοκίου ανάλογα με το μέγεθος του κινδύνου που διέτρεχε το δανειζόμενο ποσό τους. Τα υψηλότερα επιτόκια τα είχαν τα λεγόμενα ναυτοδάνεια, τα οποία έφταναν ακόμη και στο 100% όταν, σε περίπτωση απώλειας του πλοίου μαζί με το φορτίο του, ο δανειστής δεν είχε καμία αξίωση από τον δανειζόμενο. Γενικά τα δάνεια από τράπεζες δεν συνέφεραν και γι'αυτό οι δανειστές στρέφονταν κυρίως σε ιδιώτες.
Και νομοθετικές ρυθμίσεις
Στην αρχαία Αθήνα, για την οποία οι παλαιότερες πληροφορίες σχετικά με τράπεζες ανάγονται στο δεύτερο μισό του 5ου αι. π.Χ., το επάγγελμα του τραπεζίτη δεν έχαιρε ιδιαίτερης εκτίμησης. Οι τράπεζες σχετίζονταν με δάνεια και σύμφωνα με τα πάτρια ήθη «όπου υπήρχε δάνειο δεν υπήρχε φίλος», μια και όταν «ένας άνθρωπος είναι φίλος δεν δανείζει αλλά δίνει». Και σε μια τέτοια περίπτωση τόκος ήταν η ευγνωμοσύνη του δανειζομένου προς τον δανειστή του. Ο Πλάτων στους Νόμους του ρητά ζητά να απαγορευτούν τα έντοκα δάνεια. Ετσι εξηγείται το γιατί οι γνωστοί τραπεζίτες της Αθήνας είναι σχετικά λίγοι και ακόμη το γιατί οι περισσότεροι από αυτούς ήταν μέτοικοι και είχαν υπαλλήλους δούλους.
Ωστόσο η τιμιότητα και η εντιμότητα των τραπεζιτών ήταν υπεράνω πάσης αμφισβητήσεως, όπως καθαρά φαίνεται από την ισχύ που είχαν οι μαρτυρίες τους στα δικαστήρια. Ως μέτοικοι στερούνταν, ως γνωστόν, του δικαιώματος να έχουν ακίνητη περιουσία. Επομένως στα δάνεια που έδιναν δεν μπορούσαν να ζητήσουν υποθήκη ακινήτου και αυτό οπωσδήποτε επηρέαζε και τον καθορισμό του ύψους του επιτοκίου στα δάνειά τους. Πολύ γνωστός τραπεζίτης των πρώτων δεκαετιών του 4ου αι. ήταν ο Πασίων, δούλος κι αυτός, στον οποίο τα αφεντικά του, αφού τον απελευθέρωσαν, πούλησαν (ή νοίκιασαν) την τράπεζά τους. Αύξησε τη ρευστότητα των κεφαλαίων της τράπεζας, διεύρυνε τον κύκλο των εργασιών της και εισήγαγε ορισμένες καινοτομίες στο όλο τραπεζικό σύστημα της εποχής. Εξαιτίας των δωρεών του προς το αθηναϊκό κράτος απέκτησε τελικά πολιτικά δικαιώματα. Είναι πολύ χαρακτηριστικό ότι και αυτός, όταν αποσύρθηκε για λόγους υγείας από τη δουλειά, νοίκιασε για λίγα χρόνια την επιχείρησή του στον δούλο του Φορμίωνα, τον οποίο και απελευθέρωσε. Και ο Φορμίων, αφού κατάφερε να ανοίξει δική του τράπεζα, έκανε μια πολύ πετυχημένη καριέρα τραπεζίτη, κερδίζοντας και αυτός τα δικαιώματα του αθηναίου πολίτη.
Τελειώνοντας, θα ήθελα να μνημονεύσω μια βασική διαφορά ανάμεσα στις σύγχρονες τράπεζες και σ'αυτές της αρχαιότητας, εκτός από τη διαφορά των αρχαίων και των σημερινών τραπεζιτών ως προς την κοινωνική τους θέση.
Οι τράπεζες στις ημέρες μας είναι βασικά πιστωτικά ιδρύματα που στοχεύουν στην ενθάρρυνση παραγωγικών επενδύσεων ενώ στην αρχαία Αθήνα τα χρήματα των τραπεζών δεν κατευθύνονταν σε παραγωγικούς σκοπούς. Οπως επισημαίνουν οι Μ. Μ. Austin - Ρ. Vidal Naquet, «το βασικό γνώρισμα της σύγχρονης τράπεζας απουσίαζε από τις τράπεζες της κλασικής Ελλάδας».
Ο κ. Μιχάλης Α. Τιβέριος είναι καθηγητής Κλασικής Αρχαιολογίας στο Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης.
Στο μύθο του Αιγαία του μυθικού βασιλιά της Αθήνας μαθαίνουμε ότι όταν ο Θησέας, έφυγε για την Κρήτη με σκοπό να σκοτώσει τον Μινώταυρο, του ζήτησε αν είχε καταφέρει να επιζήσει από το Λαβύρινθο,να αλλάξει τα πανιά του πλοίου του στην επιστροφή.
Ο Θησέας ταξίδεψε για την Κρήτη με μαύρα πανιά. Το σημάδι ότι σκότωσε τον Μινώταυρο θα ήταν να έχει άσπρα πανιά το πλοίο στην επιστροφή.Ο Αιγαίας, σύμφωνα πάντα με το μύθο, περίμενε στο Σούνιο να επιστρέψει ο γιος του από την Κρήτη και να μπορεί να δει το πλοίο από μακριά.Όμως, ο Θησέας, παρ'ότι είχε σκοτώσει τον Μινώταυρο, ξέχασε να αλλάξει τα πανιά. Είδε ο Αιγαίας το καράβι να επιστρέφει με μαύρα πανιά και νόμισε ότι το ταυροκέφαλο τέρας είχε εξοντώσει τον Θησέα. Με αυτή τη σκέψη, χωρίς να περιμένει να προσεγγίσει το καράβι στην ακτή, έπεσε από τους βράχους του Σουνίου στη θάλασσα και πνίγηκε. Έκτοτε, η θάλασσα λέγεται Αιγαίο.
Ακόμη και σήμερα ,ο μύθος λέει, ότι το Αιγαίο πήρε το όνομά του από τον Αιγαία. Εκτός από αυτό το μύθο όμως υπάρχουν και άλλες εκδοχές, που μπορεί και να είναι οι πραγματικές.Η εκδοχή της Αιγηίδας μιλάει για τη μεγάλη στεριά που βρισκόταν στη θέση που καλύπτει σήμερα η θάλασσα του Αιγαίου.Στις αρχές του Μειόκαινου, οι γεωλογικές αναταράξεις κάνουν να αναδυθεί από τα νερά η Αιγηίδα. Και σε μια επόμενη φάση αναταράξεων, που κράτησε μερικά εκατομμύρια χρόνια, αυτή η μεγάλη, συμπαγής στεριά, η Αιγηίδα άρχισε να κατακερματίζεται και να δημιουργούνται στο σώμα της λεκάνες λιμνών ή να εισχωρούν θάλασσες, αλλάζοντας διαρκώς τη μορφολογία της περιοχής.
Οι αλλαγές συνεχίζονται μέχρι και το τέλος του Πλειόκαινου, δηλαδή μέχρι πριν από 12 εκατομμύρια χρόνια. Όλη εκείνη την περίοδο συμβαίνουν ως επί το πλείστον κατακρημνίσεις, που διαδέχονται η μια την άλλη σε μεγάλες χρονικές αποστάσεις μεταξύ τους.
Η τελική διαμόρφωση της περιοχής του Αιγαίου έγινε την περίοδο του Πλειστόκαινου (από το 2000000 π.Χ. μέχρι το 10000 π.Χ.).Σημαντικό ρόλο σ'αυτές όλες τις μεταβολές έχουν παίξει οι εκρήξεις των ηφαιστείων, με πρώτο και καλύτερο αυτό της Σαντορίνης.Ωστόσο, αυτό που ενδιαφέρει στην προκειμένη περίπτωση είναι το όνομα. Και το όνομα Αιγηίς δεν διαφέρει στη ρίζα του από το όνομα Αιγαίο. Είναι προφανές ότι το όνομα Αιγηίς έχει δοθεί πολύ μετά αφ'ότου συνέβησαν οι μεταβολές που διαμόρφωσαν το τοπίο.Όμως, ουδείς αμφιβάλλει ότι το όνομα Αιγαίο είναι προϊστορικό. Η καταφυγή στους μύθους είναι κι εδώ αναγκαία, τη στιγμή που δεν υπάρχουν άλλου είδους μαρτυρίες.Οι περισσότεροι μελετητές συμφωνούν ότι το όνομα Αιγαίο προέρχεται από τη λέξη Αίγα (Αίξ, αιγός, που θα πει: κατσίκα). Διαφέρουν ωστόσο οι εξηγήσεις που αιτιολογούν την προέλευση του ονόματος του Αιγαίου από τη λέξη αίγα.
Η εκδοχή που φτάνει βαθύτερα στο χρόνο, αγγίζοντας την προϊστορία, αναφέρεται στο μύθο της ανατροφής του Κρηταγενή Δία στη σπηλιά του Δικταίου Άντρου. Την τροφή του κυνηγημένου νεαρού Θεού από τον πατέρα του, τον Κρόνο την εξασφάλιζε μια Αίγα (μια κατσίκα), η Αμάλθεια. Κι όταν η Αίγα αυτή ψόφησε, ο Δίας πήρε την προβιά της, δηλαδή την Αιγίδα και τη φόρεσε. Να σημειωθεί εδώ ότι ακόμη και σήμερα στην Κρήτη οι κατσίκες λέγονται με το αρχαίο τους όνομα: αίγες.Η Αθηνά πήρε και από αυτό το μύθο την κατσικίσια προβιά του Δία και τύλιξε μ'αυτή την ασπίδα της. Ωστόσο, ο ίδιος ο Δίας κράτησε δικό του το επίθετο Αιγίοχος!Η αίγα στη Μινωική Κρήτη είναι ένα από τα Ιερά ζώα.
Στο ρυτό της Κάτω Ζάκρου εικονίζονται αίγαγροι να επιστρέφουν ένα Ιερό Κορυφής, μαζί με τα Ιερά Διπλά Κέρατα. Και δεν είναι αυτή η μοναδική περίπτωση.Αργότερα, σε πολλές παράκτιες περιοχές του Αιγαίου υπάρχουν τα Αιγός Ιερά, που είναι τόποι λατρείας, αφιερωμένοι ως επί το πλείστον στον Ποσειδώνα, το θεό της θάλασσας. Αυτά τα Ιερά έδωσαν την ονομασία τους στη θάλασσα.Υπάρχει όμως και άλλη εκδοχή, που σχετίζεται και αυτή με τη λέξη αίγα. Αίγες έλεγαν τα μεγάλα κύματα, οπότε το όνομα Αιγαίο με αυτή την ερμηνεία είναι η «κυματώδης θάλασσα», αυτή δηλαδή που είναι και στην πραγματικότητα.Από αυτή την ίδια ερμηνεία, το ρήμα «επαιγίζω» σημαίνει «τρικυμίζω».
Σε πολλά νησιά ακόμη και σήμερα τα άσπρα «φυτίλια» που έχει στην επιφάνειά της η τρικυμισμένη θάλασσα λέγονται «κατσίκια» ή «προβατάκια».Η αίγα, εκτός από την ιερότητα που την περιβάλλει σαν ζώο στα προϊστορικά χρόνια, είναι και ατίθαση, όπως ακριβώς μια φουρτουνιασμένη θάλασσα. Ακόμη, η κίνηση ενός κοπαδιού αιγών, μοιάζει πολύ με την επιφάνεια μιας θάλασσας που έχει κυματισμό.Όλο και πλησιάζουμε, όπως φαίνεται στην ουσία των πραγμάτων.
Ο Σουϊδας στο λεξικό του γράφει: «Αιγαίον πέλαγος το φοβερώτατον» και είναι αλήθεια ότι αυτή η θάλασσα με τα πολλά στενά περάσματά της ανάμεσα στα νησιά είναι μια ορμητική θάλασσα.
Ήρθε λοιπόν η στιγμή να δούμε από πού παράγεται η λέξη «αίγα»: προέρχεται από το ρήμα «αϊσσω», που σημαίνει: κινούμαι με ορμή, πηδώ, σηκώνομαι όρθιος!Είναι φανερό ότι όλες οι ερμηνείες που δίδονται στο ρήμα αϊσσω ταιριάζουν απολύτως τόσο στα χαρακτηριστικά της αίγας, όσο και στα χαρακτηριστικά του Αιγαίου.Από τον μυθικό Αιγαία μέχρι την Ιερή Αίγα και το πραγματικό ρήμα «αϊσσω» οι αποστάσεις είναι τεράστιες. Είναι σαν να περνάς μέσα σε μα νύχτα την Μειόκαινο, την Πλειόκαινο και την Πλειστόκαινο, ξημερώνοντας στα Αιγός ιερά του Ποσειδώνα, με την Αιγίδα του Δία!Διαδρομές απειράνθου μέσα από θαύματα-θαυμάτων στα νερά της θάλασσας. Το Αιγαίο ταξιδεύει τα νερά του μέσα από μύθους μυστικούς, σιρίτια του ήλιου και κλωστές φωτός, που καταδύονται στα θαλάμια των χταποδιών για να γίνουν ύστερα τοιχογραφίες στην Ξεστή της Σαντορίνης.
Από τους πολλούς γλύπτες που, σύμφωνα με τη γραμματειακή παράδοση, υπήρξαν μαθητές του Φειδίαδύο φαίνεται να είναι οι σημαντικότεροι: ο Αλκαμένης και ο Αγοράκριτος. Ο πρώτος ήταν Αθηναίος και μπορούμε να τοποθετήσουμε τη δραστηριότητά του στο δεύτερο μισό του 5ου αιώνα π.Χ., παρόλο που οι πληροφορίες των αρχαίων συγγραφέων είναι αντιφατικές και όχι πάντοτε αξιόπιστες. Το τελευταίο του έργο χρονολογείται λίγο μετά το 403 π.Χ., όταν ο Θρασύβουλος και οι οπαδοί του επανέφεραν στην Αθήνα τη δημοκρατία μετά από τις πολιτικές ανατροπές που έφερε το τέλος του Πελοποννησιακού Πολέμου· ήταν στημένο στο ιερό του Ηρακλή στη Θήβα, όπως μαθαίνουμε από τον περιηγητή Παυσανία (Ελλάδος περιήγησις 9.11.6):
«Ο Θρασύβουλος ο γιος του Λύκου και οι Αθηναίοι που κατέλυσαν μαζί του την τυραννίδα των Τριάκοντα, επειδή επανήλθαν στην Αθήνα έχοντας ως ορμητήριο τη Θήβα, αφιέρωσαν στο Ηράκλειο [το ιερό του Ηρακλή] κολοσσικά αγάλματα της Αθηνάς και του Ηρακλή από μάρμαρο της Πεντέλης, έργα του Αλκαμένη.»
Ο Αλκαμένης είχε κατασκευάσει ένα άγαλμα του Άρη που στα ρωμαϊκά χρόνια ο Παυσανίας το είδε τοποθετημένο στον ναό του θεού στην Αγορά της Αθήνας. Σήμερα ξέρουμε όμως ότι ο «ναός του Άρη» ήταν στην πραγματικότητα ο ναός της Αθηνάς Παλληνίδος, ο οποίος μεταφέρθηκε στην Αγορά της Αθήνας πιθανότατα στα χρόνια του αυτοκράτορα Αυγούστου (27 π.Χ. - 14 μ.Χ.). Δεν διαθέτουμε καμιά πληροφορία σχετικά με την αρχική θέση του αγάλματος του Άρη.
Αλλά το γνωστότερο έργο του Αλκαμένη ήταν το σύνταγμα των χάλκινων αγαλμάτων της Αθηνάς και του Ηφαίστου που στήθηκε στον ναό του Ηφαίστου στην Αθήνα (ο οποίος στα νεότερα χρόνια επικράτησε να ονομάζεται εσφαλμένα «Θησείο»), πιθανότατα το 421/420 π.Χ., δηλαδή τη χρονιά της ειρήνης του Νικία. Ο Κικέρων (De natura deorum 1.30) μας πληροφορεί ότι ο Αλκαμένης είχε απεικονίσει τον Ήφαιστο όρθιο και ντυμένο και ότι είχε στήσει το άγαλμα με τέτοιο τρόπο, ώστε να μη διακρίνεται έντονα η γνωστή από τη μυθολογία χωλότητα του θεού. Ανάμεσα στους δύο θεούς υπήρχε ένα μεγάλο χάλκινο ἄνθεμον, δηλαδή ένα φυτικό κόσμημα με άνθη. Η παρουσία της Αθηνάς δίπλα στον Ήφαιστο δικαιολογείται από τον αττικό μύθο για τη γέννηση του Εριχθονίου, μυθικού γενάρχη των Αθηναίων: Ο Ήφαιστος ερωτεύθηκε την Αθηνά και προσπάθησε να συνευρεθεί μαζί της, εκείνη όμως τον απέφυγε και το σπέρμα του έπεσε στη γη, η οποία κυοφόρησε και γέννησε το παιδί που πήρε το όνομα Εριχθόνιος ("αυτός που βγήκε από τη γη"). Τον Εριχθόνιο τον παρέλαβε η ίδια η Αθηνά σαν να ήταν δικό της παιδί και τον έδωσε στην κόρη του Κέκροπα Πάνδροσο μέσα σε ένα καλάθι, με την εντολή να μην το ανοίξει. Το καλάθι το άνοιξαν όμως από περιέργεια οι αδελφές της Πανδρόσου, οι οποίες είδαν μέσα ένα φίδι τυλιγμένο γύρω από το βρέφος και τρελάθηκαν από τον φόβο τους. Σύμφωνα με μια πολύ πιθανή υπόθεση, ο μύθος του Εριχθονίου εικονιζόταν στη βάση του συντάγματος του Αλκαμένη.
Μαρμάρινο σύμπλεγμα της Πρόκνης με τον Ίτυν. Αθήνα, Μουσείο Ακροπόλεως.
Έργο του ίδιου γλύπτη ήταν και ο Ερμής Προπύλαιος, που βρισκόταν ακριβώς στην είσοδο της Ακρόπολης. Το γλυπτό ακολουθούσε έναν αρχαϊκό τύπο μνημείου που τοποθετούνταν σε δρόμους ή σε περάσματα και εικόνιζε το κεφάλι του γενειοφόρου θεού επάνω σε μια τετράγωνη στήλη (που την αποκαλούμε ερμαϊκή). Η παράδοση απαιτούσε το κεφάλι να είναι αρχαιοπρεπές και για τον λόγο αυτό είχε αρχαϊκά τεχνοτροπικά χαρακτηριστικά. Την τεχνοτροπία αυτή, που τη συναντούμε και σε άλλα έργα της κλασικής, της ελληνιστικής και της ρωμαϊκής εποχής, την ονομάζουμε αρχαϊστική. Από την αντιγραφική παράδοση γνωρίζουμε δύο διαφορετικούς γενειοφόρους Ερμές, για τους οποίους οι επιγραφές που τους συνοδεύουν λένε ότι αντιγράφουν τον Ερμή Προπύλαιο του Αλκαμένη. Είναι προτιμότερο στην περίπτωση αυτή να μιλούμε για παραλλαγές και όχι για πιστά αντίγραφα. Αρχαϊστικό ήταν επίσης και ένα άλλο έργο του Αλκαμένη, το άγαλμα της τρίμορφης Εκάτης που ήταν στημένο στον πύργο της Νίκης, νότια των Προπυλαίων, σύμφωνα με τη μαρτυρία του Παυσανία (Ελλάδος περιήγησις 2.30.2):
«Ο Αλκαμένης πρώτος, νομίζω, έκαμε τρία αγάλματα Εκάτης ενωμένα σε μια μορφή, η οποία ονομάζεται από τους Αθηναίους Επιπυργιδία· είναι στημένη κοντά στον ναό της Απτέρου Νίκης.» (Έτσι ονομάζει ο Παυσανίας την Αθηνά Νίκη, επειδή εικονιζόταν χωρίς φτερά.)
Ο Παυσανίας μάς πληροφορεί ακόμη ότι στην Ακρόπολη υπήρχε ένα γλυπτό που εικόνιζε την Πρόκνη και τον Ίτυν, ανάθημα του Αλκαμένη. Σύμφωνα με τον μύθο, η Πρόκνη, κόρη του βασιλιά της Αθήνας Πανδίονα και αδελφή του Ερεχθέα, παντρεύτηκε τον βασιλιά της Θράκης Τηρέα, γιο του Άρη, και έκανε μαζί του έναν γιο, τον Ίτυν. Αλλά ο βάρβαρος βασιλιάς ερωτεύτηκε την αδελφή της Πρόκνης, την όμορφη Φιλομήλα, την έκανε γυναίκα του με τη βία και, για να κρύψει το παράπτωμά του, της έκοψε τη γλώσσα. Αλλά η Φιλομήλα ύφανε έναν πέπλο, αποτυπώνοντας επάνω του με γράμματα τη συμφορά της και τον έστειλε στην Πρόκνη. Αυτή τότε, για να εκδικηθεί τον Τηρέα, σκότωσε τον γιο της, τον έβρασε και του τον έδωσε να τον φάει. Μετά το έγκλημα οι δύο αδελφές έφυγαν, αλλά ο Τηρέας τις καταδίωξε· όταν κόντευε να τις φτάσει, ικέτευσαν τους θεούς και αυτοί τις μεταμόρφωσαν σε πουλιά, την Πρόκνη σε αηδόνι και τη Φιλομήλα σε χελιδόνι. Ο Τηρέας πάλι μεταμορφώθηκε σε τσαλαπετεινό.
Αναπαράσταση του αγάλματος της Νέμεσης στον Ραμνούντα, έργου του Αγορακρίτου.
Στην Ακρόπολη βρέθηκε, σε αποσπασματική κατάσταση, ένα μαρμάρινο σύμπλεγμα που εικονίζει μια όρθια γυναίκα με ένα έντονα κινημένο μικρό παιδί μπροστά στο δεξιό της σκέλος πρέπει να είναι η Πρόκνη που ετοιμάζεται να σφάξει τον Ίτυν και, επομένως, το ανάθημα του Αλκαμένη. Η σύνθεση είναι ευφάνταστη και τολμηρή: το παιδί φαίνεται να αισθάνεται ότι κινδυνεύει και αναζητά την προστασία της μητέρας του, η οποία όμως κρατούσε, σύμφωνα με όλες τις ενδείξεις, με το υψωμένο δεξί της χέρι ένα μαχαίρι, έτοιμη να σκοτώσει το παιδί. Προβληματισμό έχει δημιουργήσει στους αρχαιολόγους η ποιότητα του γλυπτού, που δεν είναι αυτή που θα περιμέναμε για έργο ενός κορυφαίου γλύπτη. Δεν αποκλείεται, ωστόσο, η εκτέλεση της σύνθεσης να μην οφείλεται στον ίδιο τον Αλκαμένη, αλλά στους τεχνίτες του εργαστηρίου του. Το γλυπτό μπορεί να χρονολογηθεί με βάση την τεχνοτροπία του στην εικοσαετία 430-410 π.Χ. Γνωρίζουμε ότι στα χρόνια αυτά ο Σοφοκλής ανέβασε στο θέατρο του Διονύσου μια τραγωδία με τον τίτλο Τηρεύς, που είχε θέμα την τραγική ιστορία της Πρόκνης και του γιου της. Δεν αποκλείεται επομένως το ανάθημα του Αλκαμένη να είναι εμπνευσμένο από το δράμα του Σοφοκλή, παρόλο που δεν έχουμε πληροφορίες ότι οι δύο άνδρες σχετίζονταν μεταξύ τους.
Ο δεύτερος σημαντικός μαθητής του Φειδία ήταν ο Αγοράκριτος από την Πάρο, του οποίου η πιο σημαντική δημιουργία, το μαρμάρινο άγαλμα της θεάς Νέμεσης στον Ραμνούντα της Αττικής, έχει σωθεί σε πολύ αποσπασματική κατάσταση και χρονολογείται στη δεκαετία 430-420 π.Χ. Τα περισσότερα θραύσματα του αγάλματος βρίσκονται στις αποθήκες του Εθνικού Αρχαιολογικού Μουσείου και στον αρχαιολογικό χώρο του Ραμνούντα. Ένα αρκετά μεγάλο θραύσμα του κεφαλιού μεταφέρθηκε ήδη τον 18ο αιώνα στην Αγγλία και βρίσκεται στο Βρετανικό Μουσείο. Το άγαλμα, με ύψος 3,50-3,60 m (το συνολικό ύψος μαζί με τη βάση ήταν 10 πήχεις, δηλαδή 4,44 m), ήταν κατασκευασμένο από παριανό μάρμαρο και εικόνιζε τη θεά όρθια, ντυμένη με χιτώνα και ιμάτιο, με φιάλη στο προτεταμένο δεξί χέρι και κλαδί μηλιάς στο αριστερό. Η φιάλη, που πρέπει να τη φανταστούμε χάλκινη όπως και το κλαδί της μηλιάς, ήταν διακοσμημένη με ανάγλυφες κεφαλές Αιθιόπων. Ο περιηγητής Παυσανίας και ορισμένοι μεταγενέστεροι λεξικογράφοι παραδίδουν, πιθανότατα με βάση μια τοπική παράδοση, ότι δημιουργός του αγάλματος της Νέμεσης ήταν ο Φειδίας.
Άλλοι αρχαίοι συγγραφείς, ωστόσο, αποδίδουν το άγαλμα στον μαθητή του Φειδία Αγοράκριτο. Η πληροφορία αυτή πρέπει να θεωρηθεί αξιόπιστη, γιατί ανάγεται στον Αντίγονο τον Καρύστιο, έναν συγγραφέα της ελληνιστικής εποχής με πολλές γνώσεις για την τέχνη, ο οποίος είχε διαβάσει την υπογραφή του Αγορακρίτου σε μια διπλωμένη ξύλινη πινακίδα (πτυχίον), κρεμασμένη από το κλαδί της μηλιάς στο αριστερό χέρι του αγάλματος. Το άγαλμα της Νέμεσης το αποκατέστησε ο Γιώργος Δεσπίνης, ο οποίος ταύτισε πολλά από τα θραύσματά του και αναγνώρισε τον αγαλματικό τύπο σε μια σειρά από αντίγραφα των ρωμαϊκών χρόνων. Το καλύτερο από τα αντίγραφα, στο οποίο βασίστηκε η αναπαράσταση), βρίσκεται στη γλυπτοθήκη Ny Carlsberg της Κοπεγχάγης. Η βάση του αγάλματος ήταν διακοσμημένη με ανάγλυφες παραστάσεις από τον μύθο σχετικά με τη γέννηση της Ελένης. Τα ανάγλυφα, που τα περιγράφει ο Παυσανίας, έχουν αποκατασταθεί σήμερα σε αρκετά μεγάλο βαθμό (Παυσανίας, Ελλάδος περιήγησις 1.33.7):
«Θα περιγράψω τώρα τα ανάγλυφα του βάθρου του αγάλματος, αφού πρώτα αναφέρω τα εξής μόνον χάριν της σαφήνειας: Οι Έλληνες λένε πως μητέρα της Ελένης ήταν η Νέμεση, ενώ η Λήδα μόνο τη θήλασε και την ανάθρεψε· πατέρας της Ελένης και οι Έλληνες και όλοι επίσης παραδέχονται ότι ήταν ο Ζευς και όχι ο Τυνδάρεως. Ο Φειδίας που είχε ακούσει την παράδοση αυτή παράστησε την Ελένη να οδηγείται από τη Λήδα στη Νέμεση· επίσης παράστησε τον Τυνδάρεω και τα παιδιά του και έναν άνδρα με άλογο πλάι του, στον οποίο αναφέρεται το όνομα ιππεύς. Υπάρχει επίσης και ο Αγαμέμνων και ο Μενέλαος και ο Πύρρος, ο γιος του Αχιλλέα, που πρώτος πήρε σύζυγο την Ερμιόνη, την κόρη της Ελένης. Ο Ορέστης παραλείφθηκε για την τολμηρή πράξη κατά της μητέρας του· παρά ταύτα η Ερμιόνη είχε μείνει σε κάθε περίσταση κοντά του και του γέννησε και παιδί. Παραπέρα στο βάθρο παριστάνεται κάποιος που αποκαλείται Έποχος και κάποιος άλλος νέος· σχετικά με αυτούς δεν άκουσα τίποτε άλλο, παρά μόνο πως ήταν αδελφοί της Οινόης, από την οποία πήρε το όνομα ο δήμος.»
Άλλο σημαντικό έργο του Αγορακρίτου ήταν το καθιστό άγαλμα της μητέρας των θεών στο Μητρώον στην Αγορά της Αθήνας. Ο τύπος του αγάλματος μας είναι γνωστός από ένα αντίγραφο από τη Λιβαδιά στο Αρχαιολογικό Μουσείο της Χαιρώνειας.
«Στην Ελληνική υπάρχει ένας ίλιγγος λέξεων, διότι μόνον αυτή εξερεύνησε, κατέγραψε και ανέλυσε τις ενδότατες διαδικασίες της ομιλίας και της γλώσσης, όσο καμία άλλη γλώσσα».
Προσέξτε, λοιπόν, κάτι:
«OΙΑ ΗΩ Ω ΥΙΕ ΑΕΙ ΕΙ», που σημαίνει: «Όπως η αυγή, γιε μου να είσαι πάντα!».
Έξι (6) λέξεις, δεκατέσσερα (14) φωνήεντα, μια φράση. Ούτε ένα σύμφωνο, σε μια πλήρη φράση! Σε ποια άλλη γλώσσα μπορεί να συμβεί αυτό; Μάλλον μόνον στην Ελληνική…
Η γιορτή της μητέραςγιορτάζεται στην Ελλάδα και σε πολλές άλλες χώρες τη δεύτερη Κυριακή του Μαΐου.
Οι πρώτες αναφορές για Γιορτή της Μητέρας και της μητρότητας έρχονται από την αρχαία Ελλάδα.
Η μητέρα Γη (Γαία) σύζυγος του Ουρανού είναι η προσωποποίηση της φύσης, που γεννά όλο τον κόσμο και λατρεύεται σαν η υπέρτατη θεότητα. Η λατρεία περνά στη συνέχεια στην κόρη της, Ρέα, σύζυγο και αδερφή του Κρόνου.
Η Ρέα λατρεύεται σαν η «Μητέρα των Θεών» καθώς φαίνεται να είναι η πρώτη που γέννησε με τοκετό και ανάθρεψε τα παιδιά της με μητρικό γάλα. Οι αρχαίοι Έλληνες απέδιδαν τιμές στη Ρέα κάθε άνοιξη, καθώς ήταν και θεά της γης και της γονιμότητας.
Από τις Μινωίτισσες και τη Ρέα μέχρι τις μάνες των Σπαρτιατών πολεμιστών και την Ολυμπιάδα
Πολλά έχουν γραφτεί για τη θέση και τον ρόλο της γυναίκας στην αρχαιότητα, τον Μεσαίωνα και τη μεταγενέστερη/ σύγχρονη εποχή.
Γενικά μιλώντας, η ιστορία είναι μάλλον «ανδροκρατούμενη»: Χωρίς να απουσιάζουν οι εξαιρέσεις, οι περισσότερες κοινωνίες είχαν τη γυναίκα επικεντρωμένη στον ρόλο της εντός της οικογένειας, ως σύζυγος και μητέρα, πιθανώς λόγω του σκληρού αγώνα για την επιβίωση των ανθρώπινων κοινωνιών που χαρακτήριζε την πορεία του ανθρώπινου είδους για χιλιάδες χρόνια. Η γυναίκα, μέσω της δυνατότητας της να δημιουργεί ζωή, διασφάλιζε την επιβίωση και τη συνέχιση της φυλής, με τον άνδρα να αναλαμβάνει το καθήκον της προστασίας/ υποστήριξης αυτής της διαδικασίας.
Αυτό από μόνο του διαμόρφωσε και καθόρισε τη θέση της γυναίκας σε κοινωνίες από την προϊστορία μέχρι και τους πρόσφατους αιώνες: Η μητρική ιδιότητα της γυναίκας σε κάποιες περιπτώσεις οδήγησε σε μητριαρχικές κοινωνίες, όπου ο ρόλος της γυναίκας ως δημιουργού ζωής την έβαζε στην κορυφή- σε άλλες όμως, την κατέστησε «τρόπαιο»/ «αντικείμενο», έρμαιο των επιθυμιών των ανδρών, που τις χρησιμοποιούσαν ως μέσον για τη διαιώνιση της γενιάς.
Image may be NSFW. Clik here to view.
Στην αρχαία Ελλάδα συναντώνται και οι δύο «τάσεις». Αρχίζοντας από την μινωική Κρήτη, βλέπει κανείς μια γυναίκα πολύ διαφορετική από αυτό που ακολούθησε τους επόμενους αιώνες: Η Μινωίτισσα «αντλεί ισχύ» από την ιδιότητα της μητέρας για να κατέχει μια, θα λέγαμε, χειραφετημένη θέση στην κοινωνία της θαλασσοκράτειρας Κρήτης. Ως «εκπρόσωπος/ κόρη» της μεγάλης μινωικής θεάς, που καθορίζει την καθημερινή ζωή των ανθρώπων, φέρει τη «γυναικεία δύναμη», κυριαρχώντας στην πανάρχαια Μεσόγειο, συνεχίζοντας την παράδοση προϊστορικών μητριαρχικών κοινωνιών. Η γυναίκα της Κρήτης, ως μητέρα και δημιουργός, δεν είναι κατώτερη του άνδρα- μια ισχυρή φιγούρα που δεν έχει λόγο να υποχωρεί μπροστά στον άνδρα.
Image may be NSFW. Clik here to view.
Τα δεδομένα φαίνονται να αλλάζουν με το πέρασμα των ετών και τη μετάβαση στη μυκηναϊκή περίοδο. Ένας πολιτισμός σαφώς πιο επικεντρωμένος στον πόλεμο, σηματοδοτεί μια μετατόπιση ισχύος στον άνδρα- χωρίς βέβαια αυτό να σημαίνει ότι η γυναίκα ήταν «σκλάβα» ή «δούλα»: Η Μυκηναία εξακολουθεί να παίζει ενεργό ρόλο στην κοινωνία, εξακολουθώντας να αντλεί δύναμη από την ιδιότητά της σε ενδοοικογενειακό επίπεδο.
Image may be NSFW. Clik here to view.
Ωστόσο, η κατάρρευση των πολύχρυσων Μυκηνών τα αλλάζει όλα αυτά: Ο ελλαδικός χώρος εισέρχεται σε μια σκοτεινή περίοδο, από την οποία κάνει αιώνες να βγει. Στο σημείο αυτό θα μπορούσε να πει κανείς πως σημειώνεται μια κοινωνική παλινδρόμηση: Η γυναίκα ως μητέρα γίνεται κατά κάποιον τρόπο πιο σημαντική, καθώς η επιβίωση γίνεται πιο δύσκολη, μετά την κατάρρευση των ισχυρών εδραιωμένων κοινωνιών, αλλά αυτό σημαίνει παράλληλα ότι κλείνεται περισσότερο στο σπίτι, με τον ενεργό ρόλο της στην κοινωνία να υποβαθμίζεται- και, η τάση αυτή διατηρείται και κατά την κλασική περίοδο και αργότερα, χωρίς βέβαια να λείπουν οι εξαιρέσεις, καθώς και η σχετικά πιο «χειραφετημένη» ελληνιστική περίοδος. Οι μύθοι και οι θρύλοι αντικατοπτρίζουν την κατάσταση, με χαρακτηριστικά παραδείγματα τη φιγούρα της Ανδρομάχης, όπως αποτυπώνεται σε αρχαίες τραγωδίες, απεικονίζει τις δυσκολίες που αντιμετώπιζε η γυναίκα (και ειδικά η γυναίκα- μητέρα) στον αρχαίο κόσμο, όπως και (με διαφορετικό και «επικριτικό» μεν, σαφή δε) τη φιγούρα της προδομένης και παιδοκτόνου Μήδειας.
«Κυβέλα, μάτερ θεών»
Image may be NSFW. Clik here to view.
Ωστόσο, σε θρησκευτικό επίπεδο η θέση της γυναίκας, χάρη στη μητρική ιδιότητα, παραμένει ισχυρή: Η πρώτη στην ουσία «γιορτή της μητέρας» είναι η ανοιξιάτικη γιορτή της Γαίας (σύζυγος του Ουρανού) και προσωποποίησης της φύσης, η λατρεία της οποίας στη συνέχεια εξελίχθηκε σε αυτήν της Ρέας, μητέρας του Δία. Θεωρείται πως η Ρέα αποτελεί την ελληνική εξέλιξη της Κυβέλης, θεάς της άγριας φύσης, των δημιουργικών δυνάμεων και της γονιμότητας, την οποία ο Πίνδαρος προσφωνεί «Κυβέλα, μάτερ θεών». Η Κυβέλη φέρεται να προέρχεται από προϊστορική μικρασιατική θεότητα, αναγόμενη ως εκ τούτου στις αρχαιότερες κοινωνίες, που ενσωμάτωναν πιο μητριαρχικά/ χειραφετημένα χαρακτηριστικά. Παρόλα αυτά, σταδιακά η Ρέα δείχνει να «χάνει έδαφος» απέναντι στην πιο «συμβατική», βάσει των δεδομένων της κλασικής περιόδου, εικόνα της Ήρας, η οποία είναι πιο κοντά στην πιο «περιορισμένη» καθημερινή εικόνα της γυναίκας όπως είχε καθιερωθεί σε μεγάλο μέρος του αρχαιοελληνικού κόσμου.
Επίσης αντίστοιχων χαρακτηριστικών ήταν οι φιγούρες της Δήμητρας (δεν θα ήταν υπερβολή να θεωρηθεί πως αποτελούσε το αρχέτυπο της μητέρας κατά την κλασική αρχαιότητα) και της Εστίας, με έμφαση στον γάμο, το σπίτι και τη μητρότητα, αντικατοπτρίζοντας την πιο «οικιακή» προσέγγιση και αφήνοντας κατά μέρος την πιο «μεγαλειώδη» αντίληψη περί της δημιουργού ζωής που κυριαρχούσε παλαιότερα. Χαρακτηριστικό αυτής της αντίληψης είναι ότι ίσως οι δύο πλέον δυναμικές φιγούρες του αρχαιοελληνικού πανθέου, η Αθηνά και η Άρτεμη, δεν έχουν την ιδιότητα της μητέρας- απεναντίας, παρουσιάζονται σαν να μην έχουν σχεδόν καθόλου μητρικά χαρακτηριστικά.
Οι μάνες των πολεμιστών, που νίκησαν την πατριαρχία
Image may be NSFW. Clik here to view.
Όπως προαναφέρθηκε, στο μεγαλύτερο μέρος του αρχαιοελληνικού κόσμου από την κλασική περίοδο και μετά, η θέση της γυναίκας ήταν σαφώς υποβαθμισμένη. Ωστόσο, αυτό δεν ήταν κανόνας- και σαφή απόδειξη για αυτό είναι η περίπτωση της Σπάρτης: Οι Σπαρτιάτισσες, ως γνωστόν, ήταν πολύ πιο χειραφετημένες από τις υπόλοιπες γυναίκες της αρχαίας Ελλάδας, ξεφεύγοντας από την ανδρική «κηδεμονία», καθώς μπορούσαν να κληρονομήσουν περιουσία, να αθλούνται και άλλα προνόμια, τα οποία δεν είχαν οι γυναίκες σε άλλες περιοχές του αρχαίου κόσμου.
«Κλειδί» για αυτό φαίνεται πως ήταν η μητρική ιδιότητα: Στην αρχαία Σπάρτη, που έδινε τόσο μεγάλη σημασία στην αξία των ανδρών ως πολεμιστών, ήταν τεράστιας σημασίας η τεκνοποίηση, έτσι ώστε να διατηρείται σε υψηλά επίπεδα το έμψυχο στρατιωτικό δυναμικό της πόλης (αξίζει να σημειωθεί πως συνευρίσκονταν στο σκοτάδι με τους συντρόφους τους, ώστε να διατηρείται η σεξουαλική επιθυμία και «φρεσκάδα» του έρωτα, ενώ οι μητέρες που ζούσαν χωρίς τους άνδρες τους μπορούσαν να το κάνουν χωρίς προβλήματα). Παράλληλα μπορούσαν να έχουν οι ίδιες περιουσία, καθώς και να διαχειρίζονται τις περιουσίες των συζύγων τους που ήταν μακριά, ενώ σπάνια παντρεύονταν πριν τα 20.
Γενικότερα μιλώντας, οι Σπαρτιάτισσες θεωρούνταν ως αυτές που ήταν σε πρώτη φάση υπεύθυνες για τη διαμόρφωση των ανδρών: Ήταν αυτές που «έπλαθαν» τους μετέπειτα Σπαρτιάτες πολεμιστές, και το κράτος το αναγνώριζε αυτό, αντιμετωπίζοντάς τες ανάλογα- σε μία, θα μπορούσε να πει κανείς, συνέχιση των παλαιών αντιλήψεων περί της γυναίκας- μητέρας ως βασικού πυλώνα για τη συνέχιση και την επιβίωση της κοινωνίας: Πάνω από όλα, ήταν οι μητέρες των πολεμιστών- αυτές που είχαν το καθήκον να πουν το «ή ταν ή επί τας» στους ίδιους τους τους γιους.
Ωστόσο η Σπάρτη δεν ήταν η μόνη περιοχή όπου οι πρακτικές όσον αφορά στη θέση της γυναίκας, υπό το πρίσμα της μητρότητας, ήταν διαφορετική, καθώς πιθανώς να υπήρχαν παρεμφερή συστήματα στη Χίο και τη Λοκρίδα- ενώ αξίζει να υπενθυμιστεί ότι στην αιωνιότητα έχει μείνει η ιστορία της Καλλιπάτειρας, της κόρης του Ολυμπιονίκη Διαγόρα του Ρόδιου, η οποία ήταν η πρώτη γυναίκα της αρχαιότητας που μπήκε σε αθλητικό χώρο, ώστε να παρακολουθήσει τους Ολυμπιακούς Αγώνες. Μεταμφιεζόμενη σε άνδρα μπήκε στον χώρο, ρισκάροντας τη ζωή της (η ποινή ήταν κατακρήμνιση από το όρος Τυπαίο) για να δει τον γιο της, Πεισίροδο, που αγωνιζόταν στην πάλη- και ο πανηγυρισμός της για την νίκη του την πρόδωσε. Ωστόσο, γλίτωσε την θανατική ποινή, λόγω της παράδοσης Ολυμπιονικών της οικογένειάς της- και το όνομά της έμεινε στην αιωνιότητα.
Image may be NSFW. Clik here to view.
Κλείνοντας, δεν θα ήταν σωστό να παραλείψουμε να αναφερθούμε στη γυναίκα πίσω από τον άνθρωπο που έφτασε την αρχαία Ελλάδα στο απόγειο της δόξας της: Ο λόγος για την Ολυμπιάδα, μητέρα του Μεγάλου Αλεξάνδρου. Η δυναμική πριγκίπισσα των Μολοσσών της Ηπείρου που έγινε βασίλισσα της Μακεδονίας, νυμφευόμενη τον Φίλιππο τον Β', βρέθηκε στον πυρήνα των ζυμώσεων που οδήγησαν στη ενοποίηση του αρχαιοελληνικού κόσμου και στη δημιουργία της μεγαλύτερης αυτοκρατορίας που είχε δει ο κόσμος μέχρι τότε. Γέννησε και μεγάλωσε τον στρατηλάτη που πήγε τον Ελληνισμό στα πέρατα της Οικουμένης, ενεπλάκη ενεργά στην πολιτική και το «παιχνίδι του στέμματος», τέθηκε επικεφαλής στρατών και βρήκε βίαιο τέλος, στο αποκορύφωμα μιας ζωής που ήταν αντάξια της μητέρας του μεγαλύτερου Έλληνα όλων των εποχών.
Ο πατέρας της Θέωνας – Ο κύκλος των μαθητών της – Η ρήξη με την πολιτική και θρησκευτική εξουσία της Αλεξάνδρειας – Η σύγκρουση με τον Πατριάρχη Κύριλλο και το τραγικό της τέλος – Ήταν χριστιανοί οι δολοφόνοι της;
Η Υπατία, ήταν σπουδαία νεοπλατωνική φιλόσοφος, μαθηματικός και αστρονόμος. Γεννήθηκε στην Αλεξάνδρεια της Αιγύπτου, πιθανότατα το 370 μ.Χ.
Η χρονολογία αυτή, βασίζεται σε πληροφορία του Ησύχιου στον Σουίδα. Ο επίσης Βυζαντινός ιστορικός Ιωάννης Μαλάλας, τοποθετεί την γέννησή της γύρω στο 355. Πατέρας της ήταν ο διαπρεπής μαθηματικός και αστρονόμος Θέων , ελληνοαιγυπτιακής καταγωγής. Εκτός από τα μαθηματικά και την αστρονομία, ενδιαφερόταν ιδιαίτερα και για τη φιλοσοφία, την παγανιστική θρησκευτική λογοτεχνία και τις παλιές ελληνικές μαντικές μεθόδους. Έχουν διασωθεί αρκετά από τα έργα του: «Τα Στοιχεία» του Ευκλείδη, διασκευασμένα για μαθητές, τα «Δεδομένα» και τα «Οπτικά» καθώς και σχόλια στα δεκατρία βιβλία της «Αλμαγέστης» (Μαθηματική Σύνταξη της Αστρονομίας) του Κλαύδιου Πτολεμαίου, στην πραγματεία του Πτολεμαίου «Πρόχειρος Κανών», σε 5 βιβλία και στον «Μικρόν Αστρολάβον», σε ένα βιβλίο.
Ανάμεσα στους επιστημονικούς συνεργάτες του Θέωνα, η Υπατία κατείχε εξέχουσα θέση. Ο Φιλοστόργιος μάλιστα, γράφει ότι υποσκέλισε τον πατέρα της, από τον οποίο είχε μυηθεί και στα απόκρυφα μαθηματικά, τόσο στα «κλασικά» μαθηματικά όσο και την αστρονομία.
Ο Θέων, μαζί με μια ομάδα στενών συνεργατών του μελετούσαν τα έργα των μαθηματικών των προηγούμενων αιώνων.
Πιθανότατα στις αρχές του 5ου αιώνα, ο Θέων πέθανε και τον διαδέχθηκε η κόρη του Υπατία. Φαίνεται ότι δίδασκε στους μαθητές της μαθηματικά και αστρονομία.
Ο ΠΑΤΡΙΑΡΧΗΣ ΘΕΟΦΙΛΟΣ – Η ΔΡΑΣΗ ΤΟΥ ΕΝΑΝΤΙΟΝ ΤΟΥ ΠΑΓΑΝΙΣΜΟΥ ΣΤΗΝ ΑΛΕΞΑΝΔΡΕΙΑ
Το 385, ανέβηκε στον πατριαρχικό θρόνο της Αλεξάνδρειας ο Θεόφιλος. Με την ενθρόνισή του, ξεκίνησαν ταραχές καθώς η χριστιανική Εκκλησία προσπαθούσε να οικειοποιηθεί τους ειδωλολατρικούς ναούς.
Ο Θεόφιλος, θέλησε να δώσει ένα ισχυρό χτύπημα στο Σεραπείο που ήταν κάποτε κέντρο λατρείας στην Αλεξάνδρεια.
Μια ομάδα Αλεξανδρινών ειδωλολατρών, οχυρώθηκε μέσα στο ναό και άρχισε να επιτίθεται στους πολιορκητές χριστιανούς. Ο Θεόφιλος κατέφυγε στις πολιτικές και στρατιωτικές αρχές για βοήθεια. Με αυτοκρατορικό διάταγμα (του Μέγα Θεοδόσιου), οι ειδωλολάτρες εγκατέλειψαν το ναό, το Σεραπείο παραδόθηκε στην Εκκλησία και οι χριστιανοί που σκοτώθηκαν, ανακηρύχθηκαν μάρτυρες. Η Υπατία, δεν πήρε ενεργό μέρος στην υπεράσπιση του Σεραπείου, όπως έκαναν ο νεοπλατωνικός φιλόσοφος Ολύμπιος, ο Αμμώνιος και ο Ελλάδιος, δάσκαλοι της ελληνικής γλώσσας κ.α.
Τα επόμενα χρόνια, η Υπατία συνέχισε χωρίς προβλήματα τη διδασκαλία της. Αν και δεν ήταν χριστιανή, είχε απόλυτη πνευματική ανεξαρτησία και ανοχή των εκκλησιαστικών αρχών.
Ο Θεόφιλος όμως, είχε δημιουργήσει έντονες αντιπάθειες στους Αλεξανδρινούς παγανιστές και διαμαρτυρίες εκ μέρους των μοναχών της ερήμου της Νιτρίας (ορισμένοι από αυτούς, οι αποκαλούμενοι Ωριγενιστές, είχαν φύγει από την Αίγυπτο) αλλά και στον Πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως Ιωάννη τον Χρυσόστομο και διάφορες εκκλησιαστικές ομάδες της Ανατολής.
Η κατάσταση άρχισε να αλλάζει, όταν στον πατριαρχικό θρόνο της Αλεξάνδρειας, ανέβηκε ο Κύριλλος, ανιψιός του Θεόφιλου. Αν και σαν θεολόγος και δογματικός ήταν εξαίρετος, φαίνεται ότι ήταν βίαιος και αρχομανής.
Ο Κύριλλος,έγινε πατριάρχης Αλεξανδρείας στις 17 Οκτωβρίου 412 υπερισχύοντας του Τιμόθεου, άρχισε να «πολεμά» όσους δεν ακολουθούσαν το ορθόδοξο δόγμα. Έδιωξε τους Νοβατιανούς από την πόλη, έκλεισε τις εκκλησίες τους, δήμευσε τα λειτουργικά τους αντικείμενα και αφαίρεσε όλα τα δικαιώματα από τον Επίσκοπό τους.
Στη συνέχεια, στράφηκε εναντίον των Εβραίων. Βρήκε μάλιστα αφορμή από το ότι αντί να εορτάζουν τα Σάββατα και να μελετούν το Νόμο, παρακολουθούσαν θεατρικές παραστάσεις και δημιουργούσαν επεισόδια με τους χριστιανούς. Ένα Σάββατο, ο έπαρχος Ορέστης, ήταν στο θέατρο για να αναγγείλει παραστάσεις παντομίμας και ξαφνικά άρχισαν επεισόδια μεταξύ χριστιανών και Εβραίων. Οι τελευταίοι, ζήτησαν απ’ τον Ορέστη τη σύλληψη του Ιέρακα, Αλεξανδρινού δασκάλου και «πράκτορα» του Κύριλλου. Ο Ορέστης πραγματικά, διέταξε να συλληφθεί και να βασανιστεί ο Ιέρακας, κάτι που προκάλεσε την οργή του Κύριλλου, ο οποίος άρχισε να απειλεί τους Εβραίους με αντίποινα.
Ένα βράδυ, κυκλοφόρησε η φήμη ότι ο ναός του Αγίου Αλεξάνδρου είχε πιάσει φωτιά. Οι χριστιανοί έτρεξαν να σώσουν την εκκλησία. Δέχτηκαν όμως επιθέσεις από τους Εβραίους οι οποίοι σκότωσαν πολλούς χριστιανούς. Έξαλλος ο Κύριλλος, με ένα μεγάλο χριστιανικό πλήθος, έτρεξε στη συναγωγή των Εβραίων. Διέταξε την αρπαγή των περιουσιών τους. Οι Εβραίοι καταδιώχθηκαν έξω από την πόλη.
Ο εκκλησιαστικός συγγραφέας Σωκράτης (4ος – 5ος αιώνας), γράφει ότι όλοι οι Εβραίοι που ζούσαν στην πόλη από την εποχή του Μεγάλου Αλεξάνδρου, έφυγαν από την πόλη. Ξέσπασε διαμάχη ανάμεσα στον Ορέστη και τον Κύριλλο, ο οποίος βρέθηκε σε μειονεκτική θέση. Έσπευσαν όμως να τον βοηθήσουν διάφορα μέλη χριστιανικών ομάδων.
Πρώτοι, έφτασαν στην Αλεξάνδρεια 500 μοναχοί που άφησαν τα ερημητήριά τους στη Νιτρία και μπήκαν δυναμικά στην πόλη. Μια μέρα μάλιστα, σταμάτησαν τον Ορέστη που κυκλοφορούσε έφιππος στην πόλη και τον κατηγόρησαν για παγανισμό. Εκείνος διαμαρτυρήθηκε λέγοντας ότι ήταν χριστιανός, βαπτισμένος από τον επίσκοπο Αττικό. Οι μοναχοί όμως συνέχισαν τις επιθέσεις εναντίον του. Ένας μάλιστα από αυτούς, ο Αμμώνιος, του πέταξε στο κεφάλι μια πέτρα. Ο έπαρχος άρχισε να αιμορραγεί, οι σωματοφύλακές του έντρομοι το έβαλαν στα πόδια. Σώθηκε τελικά χάρη στην επέμβαση ενός πλήθους χριστιανών, οι οποίοι απομάκρυναν τους μοναχούς και συνέλαβαν τον Αμμώνιο, ο οποίος, με εντολή του Ορέστη, βασανίστηκε και πέθανε.
Το συμβάν αυτό, όξυνε τις, ήδη τεταμένες, σχέσεις ανάμεσα στον Κύριλλο και τον Ορέστη. Η Υπατία, φίλη του Ορέστη από την αρχή της θητείας του στην πόλη, κατηγορήθηκε ότι ήταν εμπόδιο στον συμβιβασμό, ανάμεσα στον πατριάρχη και τον έπαρχο.
Ο πιστός μαθητής και φίλος της Υπατίας Συνέσιος, που ήταν επίσκοπος της Κυρηναϊκής Πεντάπολης, προσπάθησε να μεσολαβήσει, για να συμβιβαστούν ο Θεόφιλος και η Υπατία, χωρίς όμως ιδιαίτερη επιτυχία.
Ως την εποχή εκείνη (414), η Υπατία δεν είχε κανένα πρόβλημα με τις εκκλησιαστικές αρχές και αντιμετωπιζόταν από όλους με μεγάλο σεβασμό.
Ο λαός ήξερε, ότι η σοφία, η πολυμάθειά της και οι ηθικές αρχές της, έκαναν τους άρχοντες να ζητούν τις συμβουλές της.
Χάρη στην υποστήριξη της Υπατίας, ο Ορέστης κατάφερε το 414 – 415, να δημιουργήσει ένα είδος πολιτικού κόμματος στην Αλεξάνδρεια. Σ’ αυτό ίσως να τον βόηθησαν και οι ηγέτες της εβραϊκής κοινότητας.
Η συμμαχία αυτή της Υπατίας και του Ορέστη, φαίνεται ότι θορύβησε τον Κύριλλο. Οι μαθητές της φιλοσόφου, ήταν αριστοκρατικής καταγωγής και κατείχαν σημαντικά αξιώματα στον κρατικό μηχανισμό και την Εκκλησία.
Η Υπατία έχαιρε ιδιαίτερης εκτίμησης στην πόλη της Αλεξάνδρειας, είχε λάβει πολλές τιμητικές διακρίσεις, ενώ ο Κύριλλος, ήταν μάλλον ανεπιθύμητος και αντιπαθής από την πρώτη στιγμή που ανέλαβε τα καθήκοντά του.
Θεωρώντας την Υπατία εχθρό του, ο Κύριλλος σκέφτηκε ότι η καλύτερη μέθοδος για να την πολεμήσει, ήταν η αρνητική προπαγάνδα εναντίον της. Ο Ιωάννης Νικίου ( Χριστιανός επίσκοπος και χρονογράφος του 8ου αιώνα), αναφέρει ότι την παρουσίαζαν σαν μάγισσα και την κατηγορούσαν για μαύρη μαγεία, η οποία τιμωρούνταν αυστηρότατα από το νομικό σύστημα της βυζαντινής αυτοκρατορίας.
Η μαύρη μαγεία, ήταν τόσο παλιά, όσο και οι περιβόητοι, απαγορευμένοι 12 Σμαράγδινοι Πίνακες του Θωθ, οι οποίοι αποδίδονται στον Ερμή τον Τρισμέγιστο. (Περισσότερα γι’ αυτούς τους μάλλον άγνωστους Πίνακες, μπορούν οι αναγνώστες να βρουν στο διαδίκτυο και στο βιβλίο «Οι Σμαράγδινοι Πίνακες του Θωθ» του A, S. Raleigh).
Έτσι, οι Αλεξανδρινοί, πείστηκαν ότι η Υπατία ήταν αφοσιωμένη στη μαγεία, τους αστρολάβους και τα όργανα της μουσικής. Ως πρόσθετα επιχειρήματα, οι εκκλησιαστικοί προπαγανδιστές, παρουσίαζαν και την ενασχόληση του πατέρα της Θέωνα με την αστρολογία και τη μαγεία, τα γραπτά του για την ερμηνεία των ονείρων και τις επισκέψεις των Αλεξανδρινών αστρολόγων σπίτι του.
Μάλιστα έλεγαν ότι «μάγεψε πολλούς με τα διαβολικά τεχνάσματα» και ότι «το πρώτο της θύμα ήταν ο κυβερνήτης της πόλης Ορέστης».
Ο Ιωάννης Νικίου μάλιστα, κατηγορεί την Υπατία για τις διαμάχες μεταξύ Χριστιανών και Εβραίων που είδαμε παραπάνω. Έτσι, οι συκοφαντίες σε βάρος της Υπατίας έπιασαν τόπο. Δημιουργήθηκε μια ομάδα που αποφάσισε να σκοτώσει τη φιλόσοφο. Ο Σωκράτης ο Σχολαστικός λέει ότι είχαν «άγριες διαθέσεις», ο Ιωάννης Νικίου τους αποκαλεί «πλήθος πιστών στον Θεό» και ο Δαμάσκιος τους ονομάζει θηρία μάλλον, παρά ανθρώπινα πλάσματα.
Επικεφαλής όλων αυτών, ήταν κάποιος Πέτρος, εκκλησιαστικός δάσκαλος ή κληρικός κατώτερου βαθμού.
Η ΔΟΛΟΦΟΝΙΑ ΤΗΣ ΥΠΑΤΙΑΣ
Τον Μάιο του 415, ο όχλος καθοδηγούμενος από τον Πέτρο, περίμενε την Υπατία η οποία επέστρεφε σπίτι της μετά από μια βόλτα στην πόλη. Την έβγαλαν βίαια από την άμαξά της και την έσυραν στην εκκλησία Καισάρειον, ένα πρώην ιερό της αυτοκρατορικής λατρείας και τη σκότωσαν με θραύσματα αγγείων (οστράκοις ανείλον). Ύστερα, έσυραν το άψυχο σώμα της σε ένα μέρος έξω από την πόλη το οποίο ονομαζόταν Κίναρον και το παρέδωσαν στην πυρά.
Κατά τη διήγηση του Ιωάννη Νικίου: «Ορισμένοι χριστιανοί, οδηγούμενοι από τον Πέτρο, έναν άνθρωπο απόλυτα πιστό στον Ιησού Χριστό, βγήκαν από την πόλη σε αναζήτηση της παγανίστριας. Την βρήκαν καθισμένη σε μια (επιβλητική) καρέκλα να δίνει, κατά τα φαινόμενα, κάποια διάλεξη. Από εκεί την έσυραν στην εκκλησία όπου έσκισαν τα φορέματά της και την κακοποίησαν. Ύστερα την έσυραν μέσα στους δρόμους της πόλης μέχρι να πεθάνει. Τελικά μετέφεραν το σώμα της σε μια τοποθεσία που λεγόταν Κίναρον όπου το έκαψαν».
Ο Ιωάννης Μαλάλας, γράφει επίσης ότι μετά τη δολοφονία, το σώμα της παραδόθηκε στην πυρά, ενώ ο Ησύχιος σημειώνει: «Οι Αλεξανδρινοί έκαναν κομμάτια το σώμα της και τοα σκόρπισαν σε όλη την πόλη».
Φαίνεται λοιπόν καθαρά, ότι οι δολοφόνοι της Υπατίας, σκότωσαν τη γυναίκα που αποτελούσε τον σημαντικότερο αντίπαλο του Κύριλλου και υποστήριζε τον έπαρχο Ορέστη, ο οποίος βρισκόταν σε κόντρα με τον Πατριάρχη.
Ο Ορέστης μετά τη δολοφονία, πρέπει να ανακλήθηκε ή υπέβαλε την παραίτησή του. Εναντίον του Κύριλλου, φαίνεται ότι κινήθηκαν μόνο οι δημοτικοί σύμβουλοι της Αλεξάνδρειας. Ωστόσο, ακόμα και στο περιβάλλον του, τότε, αυτοκράτορα (Θεοδόσιος Β’ ο Μικρός), υπήρχαν υποστηρικτές του Κύριλλου. Ένας μάλιστα από αυτούς, ο Αιδέσιος, προσπάθησε να δωροδοκήσει τους φίλους του αυτοκράτορα.
ΗΤΑΝ ΧΡΙΣΤΙΑΝΟΙ ΟΙ ΔΟΛΟΦΟΝΟΙ ΤΗΣ ΥΠΑΤΙΑΣ;
Όλοι οι ιστορικοί που έχουν μελετήσει το θέμα της Υπατίας, συμφωνούν ότι ο Κύριλλος είχε κάποια ενοχή (μικρή ή μεγάλη) για τον θάνατό της. Εξαίρεση αποτελεί ο F. Sehaefer, ο οποίος στο έργο του «St. Cyril of Alexandria and the murder of Hypatia, Catholic University Bulletin 8.4 C 1902, σελ. 441-453), απαλλάσσει πλήρως τον Κύριλλο και ρίχνει τις ευθύνες στον Ορέστη. Ο Ρουζέ και άλλοι, υποστηρίζουν ότι ο Κύριλλος δεν μπορεί να θεωρηθεί υπεύθυνος για τον σχεδιασμό του εγκλήματος. Ο Σωκράτης, ο Ησύχιος και ο Δαμάσκιος, θεωρούν τη ζηλοφθονία του Κύριλλου αιτία του θανάτου της Υπατίας και την πραγματοποίησε με τη βοήθεια των ανθρώπων του. Ο Ησύχιος αναφέρει ότι ο όχλος της Αλεξάνδρειας διέπραξε δύο ακόμα εγκλήματα, με θύματα επισκόπους.
Το 361, σκότωσαν τον Γεώργιο, αρειανό επίσκοπο της πόλης και το 457 τον επίσκοπο Προτέριο. Και οι δύο ήταν διορισμένοι από τους αυτοκράτορες. Αφού δολοφονήθηκαν τα άψυχα σώματά τους, σύρθηκαν μέσα στην πόλη και στη συνέχεια κάηκαν όπως κι η Υπατία.
Υπάρχει μια άποψη σε πολλούς μελετητές, σύμφωνα με την οποία ο φόνος της Υπατίας διαπράχθηκε από μοναχούς.
Όμως ο Σωκράτης αναφέρει ότι οι τελευταίοι, τρομοκρατημένοι μετά τη λαϊκή αντίδραση για την επιθετικότητά τους εναντίον του Ορέστη επέστρεψαν στα καταφύγιά τους στην έρημο. Ο Ρουζέ, ισχυρίζεται ότι ορισμένοι μοναχοί επέστρεψαν στην Αλεξάνδρεια μετά από εντολή του Κύριλλου και ενώθηκαν με άλλους φανατικούς για να δολοφονήσουν την Υπατία.
Ο Ιωάννης Νικίου, κατηγορεί για τον φόνο Αλεξανδρινούς που διακρίνονταν για τη «βαθιά τους θρησκευτικότητα». Ο Ησύχιος γράφει: «Την έκαναν κομμάτια οι Αλεξανδρινοί». Ο Θεοφάνης (8ος αιώνας), γράφει ότι η αποτρόπαια πράξη έγινε από μια ομάδα από το πλήθος της πόλης, χωρίς να αναφέρεται σε μοναχούς.
Ο Φιλοστόργιος, επιρρίπτει το έγκλημα στους Ορθόδοξους Χριστιανούς και συγκεκριμένα σε μια ομάδα τους που είχε σχέση με την αλεξανδρινή Εκκλησία και τον Κύριλλο.
Ο Nain de Tillemont, ήταν ο πρώτος που θεωρεί υπεύθυνους για τον θάνατο της Υπατίας τους «παραβολάνους» και φαίνεται ότι έχει δίκιο. Ποιοι ήταν όμως οι παραβολάνοι;
Παραβολάνοι, ονομάζονταν δυνατοί νέοι άνθρωποι της αλεξανδρινής εκκλησίας, έργο των οποίων ήταν να συγκεντρώνουν τους ασθενείς, τους ανάπηρους και τους άστεγους της πόλης και να τους βάζουν σε νοσοκομεία ή εκκλησιαστικά πτωχοκομεία. Σύντομα όμως εξελίχθηκαν σε ένα είδος στρατιωτικού σώματος του Πατριάρχη Αλεξανδρείας που αναλάμβανε δράση εναντίον των εχθρών του.
Σύμφωνα με τη Maria Dzielska, από το ιστορικό δοκίμιο της οποίας «Υπατία η Αλεξανδρινή», εκδ. Ενάλιος 1997, αντλήσαμε τα περισσότερα στοιχεία για το άρθρο αυτό, «είναι βέβαιο ότι οι παραβολάνοι διέπραξαν τον φόνο της Υπατίας». Αυτοί διέδιδαν τα ψέματα ότι η Υπατία επιδιδόταν σε μαγικές πρακτικές, αυτοί δημιούργησαν τα επεισόδια με τους Εβραίους, επηρέασαν τον αλεξανδρινό όχλο και άρχισαν την εκστρατεία εναντίον της.
Όπως γράφει ο Gr. De Nevval, Les Filles du feu, Angelidue: «Η βιβλιοθήκη της Αλεξάνδρειας και το Σεραπείον κάηκαν και καταστράφηκαν τον 4ο αιώνα από τους χριστιανούς, οι οποίοι σφαγίασαν κι έσυραν στους δρόμους την περίφημη Υπατία, την πυθαγόρεια φιλόσοφο».
Σίγουρα, η πυρπόληση της βιβλιοθήκης της Αλεξάνδρειας, το 391 από τους χριστιανούς μετά από εντολή του Μέγα Θεοδόσιου, με περισσότερους από 500.000 τόμους χειρογράφων (πάπυροι, περγαμηνές κλπ.) και η δολοφονία της Υπατίας, αποτελούν στίγματα για τον χριστιανισμό, καθώς, εκτός από όλα τα άλλα, είναι και ενέργειες αντίθετες προς τη χριστιανική διδασκαλία.
Αν οι εκατοντάδες χιλιάδες τόμοι της βιβλιοθήκης, είχαν διασωθεί, είναι σίγουρο ότι η ιστορία της ανθρωπότητας θα ήταν τελείως διαφορετική…
Τα γεγονότα της Μάχης της Μυκάλης το 479 π.Χ.όπως μας τα διηγείται ο Ηρόδοτος.
90. Την ίδια μέρα που οι Πέρσες ηττήθηκαν στις Πλαταιές, υπέστησαν άλλη μια ήττα στη Μυκάλη της Ιωνίας. Ενώ ο ελληνικός στόλος, κάτω από τις διαταγές του Σπαρτιάτη Λευτυχίδη βρισκόταν στη Δήλο, τρεις άνδρες έφτασαν από τη Σάμο με ένα μήνυμα· οι άνδρες αυτοί ήταν ο Λάμπωνας, γιος του Θρασυκλή, ο Αθηναγόρας, γιος του Αρχεστρατίδη, και ο Ηγησίστρατος, γιος του Αρισταγόρα, που είχαν σταλεί από τους Σαμίους κρυφά από τους Πέρσες και το Θεομήστορα, το γιο του Ανδροδάμαντα, τον οποίο είχαν ορίσει οι Πέρσες τύραννο. Αυτοί, λοιπόν, παρουσιάστηκαν στους διοικητές του στόλου κι ο Ηγησίστρατος τους έκανε έκκληση με κάθε είδους επιχειρήματα, δηλώνοντας ότι η θέα και μόνο του ελληνικού ναυτικού θα ήταν αρκετή ενθάρρυνση, για να εξεγερθούν οι Ίωνες κι ότι οι Πέρσες δε θα τολμούσαν να αντισταθούν ή, αν το έκαναν, θα έδιναν στους Έλληνες ένα έπαθλο πιο πολύτιμο απ'οποιοδήποτε είχαν ελπίδα να κερδίσουν ποτέ. Έπειτα, στο όνομα όλων των κοινών θεών, τους παρότρυνε να σώσουν τους Ίωνες, που είχαν ίδιο αίμα μ'αυτούς, από τη σκλαβιά και να διώξουν τον ξένο. Και πρόσθεσε: «Θα είναι αρκετά εύκολο, γιατί τα περσικά πλοία είναι αδέξια και πολύ κατώτερα από τα δικά σας. Επιπλέον, αν μας υποψιάζεστε για προδότες, είμαστε πρόθυμοι να σας παραδοθούμε ως όμηροι και να πλεύσουμε μαζί σας».
91. Καθώς ο ξένος από τη Σάμο εξακολουθούσε να τους πιέζει με την έκκλησή του, ο Λευτυχίδης, είτε από θεϊκή συντυχία είτε επειδή πραγματικά περίμενε ότι η απάντηση μπορεί να ήταν κάποιος οιωνός, τον ρώτησε το όνομά του. Κι εκείνος απάντησε «Ηγησίστρατος». Οπότε ο ναύαρχος δεν τον άφησε να συνεχίσει και φώναξε: «Σάμιε φίλε μου, δέχομαι τον οιωνό. Και τώρα, πριν φύγεις εσύ και οι δύο σύντροφοί σου, δώστε μας μια εγγύηση ότι θα έχουμε την αμέριστη υποστήριξη του λαού της Σάμου».
92. Αμέσως με τα λόγια προχώρησε στις πράξεις. Έτσι υπαγορεύτηκε ο όρκος· οι Σάμιοι τον έδωσαν αμέσως κι έγινε μια προφορική συμφωνία αμοιβαίας υποστήριξης. Οι δύο ξένοι έφυγαν μετά... ο τρίτος, ο Ηγησίστρατος, διατάχτηκε να πλεύσει με τον ελληνικό στόλο, αφού ο Λευτυχίδης πίστευε ότι το όνομά του ήταν καλός οιωνός.
96. Μόλις οι οιωνοί από τις θυσίες φάνηκαν ευνοϊκοί, ο ελληνικός στόλος ξεκίνησε από τη Δήλο κι έπλευσε για τη Σάμο. Εδώ τα πλοία άραξαν κοντά στους Καλάμους— όπου υπάρχει το Ηραίο— κι άρχισαν να προετοιμάζονται για τη ναυμαχία. Οι Πέρσες, μόλις πληροφορήθηκαν την προσέγγισή τους, έδιωξαν τους Φοίνικες κι οι ίδιοι τράπηκαν με τα πλοία σε φυγή προς την ασιατική ακτή, γιατί είχαν αποφασίσει, μετά από συζήτηση, ότι αφού δεν ήταν αντάξιος αντίπαλος του ελληνικού στόλου, το καλύτερο που είχαν να κάνουν ήταν ν'αποφύγουν την αναμέτρηση. Έτσι, έπλευσαν στη Μυκάλη, όπου θα είχαν την υποστήριξη των στρατευμάτων που, σύμφωνα με διαταγές του Ξέρξη, είχαν αποσπαστεί από το κύριο σώμα του στρατού για να φρουρούν την Ιωνία. Αυτή η δύναμη είχε εξήντα χιλιάδες άνδρες και είχε στρατηγό τον Τιγράνη, τον πιο ψηλό και πιο όμορφο άνδρα στον περσικό στρατό. Το σχέδιό τους ήταν να σύρουν τα πλοία στην ακτή, κάτω από την προστασία αυτού του στρατεύματος, και να χτίσουν ένα αμυντικό οχυρό γύρω τους, μέσα στο οποίο θα κατέφευγαν κι οι ίδιοι, αν υποχρεώνονταν από τον εχθρό. Έχοντας αυτό το σχέδιο στο μυαλό, σήκωσαν πανιά.
97. Αφού πέρασαν τον ναό των Ποτνίων, έφτασαν στη Γαίσωνα και στον Σκολοπόεντα της Μυκάλης, όπου υπάρχει ναός αφιερωμένος στην Ελευσίνια Δήμητρα. Ο ναός είχε χτιστεί από τον Φίλιστο, γιο του Πασικλή, όταν συνόδευσε τον Νειλέα, γιο του Κόδρου, στην επιχείρηση για την ίδρυση της Μιλήτου. Εκεί, έσυραν τα πλοία τους στην ξηρά κι ύψωσαν ένα τείχος από πέτρες και ξύλα γύρω τους, κόβοντας τα οπωροφόρα δέντρα της περιοχής· πρόσθεσαν γύρω και πασσάλους κι ήταν έτοιμοι να αντιμετωπίσουν μια πολιορκία.
98. Οι Έλληνες θύμωσαν, όταν ανακάλυψαν ότι οι Πέρσες είχαν φύγει για τα ηπειρωτικά, και δίστασαν για λίγο ν'αποφασίσουν αν έπρεπε να γυρίσουν στην πατρίδα τους ή να πλεύσουν προς τον Ελλήσποντο. Τέλος, όμως, κατέληξαν να μην κάνουν τίποτε απ'τα δυο, αλλά να ξεκινήσουν για την ήπειρο. Όλα τα απαραίτητα για μια ναυμαχία και οι αποβάθρες ήταν σε ετοιμότητα κι ο Ελληνικός στόλος κατευθύνθηκε προς τη Μυκάλη. Κανένα εχθρικό πλοίο δε βγήκε να τους αντιμετωπίσει καθώς πλησίαζαν το στρατόπεδο. Λίγο μετά είδαν ότι όλα τα πλοία ήταν αραγμένα στην παραλία, προστατευμένα μέσα σε τείχος, κι ότι ισχυρή δύναμη στρατού ξηράς περίμενε συγκεντρωμένη στην ξηρά. Κάτω απ'αυτές τις συνθήκες, ο Λευτυχίδης πλησίασε όσο μπορούσε με το πλοίο του στην παραλία και, καθώς περνούσε, έβαλε έναν κήρυκα να φωνάξει την ακόλουθη έκκληση στους Ίωνες: «Άνδρες της Ιωνίας, αν μ'ακούτε, προσέξτε τι έχω να σας πω. Οι Πέρσες, έτσι κι αλλιώς, δε θα καταλάβουν τίποτα. Όταν αρχίσει η μάχη, θυμηθείτε όλοι σας την ελευθερία κι έπειτα, το σύνθημά μας, Ήρα. Όσοι μ'ακούσατε πρέπει να μεταφέρετε το μήνυμά μου σ'αυτούς που δεν άκουγαν». Αυτή η ενέργεια είχε τον ίδιο σκοπό με την κίνηση του Θεμιστοκλή στο Αρτεμίσιο. Είτε οι Πέρσες δε θα μάθαιναν τι τους είπε κι οι Ίωνες θα τολμούσαν να ακολουθήσουν τη συμβουλή του ή τα λόγια του θα μεταφράζονταν στους Πέρσες που, μοιραία, θα γίνονταν καχύποπτοι απέναντι στους Ίωνες.
99. Αμέσως μετά από την έκκληση του Λευτυχίδη, οι Έλληνες προσάραξαν τα πλοία τους στην ακτή κι οι άνδρες παρατάχτηκαν στην παραλία. Η πρώτη ενέργεια των Περσών, όταν είδαν τους Έλληνες να ετοιμάζονται για τη μάχη με παραινέσεις, μάλιστα, προς τους Ίωνες, ήταν να αφοπλίσουν τους Σαμίους, τους οποίους υποπτεύονταν για συμπάθεια προς το Ελληνικό ζήτημα· πράγματι, όταν μερικοί Αθηναίοι, που πιάστηκαν από τους άνδρες του Ξέρξη, μεταφέρθηκαν στα Περσικά πλοία αιχμάλωτοι, οι Σάμιοι τους ελευθέρωσαν και τους έστειλαν πίσω στην Αθήνα με προμήθειες για το ταξίδι τους. Το γεγονός ότι είχαν σώσει πεντακόσιους εχθρούς του Ξέρξη ήταν ο κυριότερος λόγος της καχυποψίας των Περσών. Μετά, ο Πέρσης διοικητής διέταξε τους Μιλησίους να φρουρούν τα περάσματα που οδηγούν στα βουνά της Μυκάλης —φαινομενικά επειδή οι Μιλήσιοι γνώριζαν αυτή την περιοχή της χώρας τους αλλά, στην πραγματικότητα, για να τους απομακρύνει όσο γινόταν από το πεδίο της μάχης. Έπειτα, αφού πήραν αυτές τις προφυλάξεις ενάντια στους Ίωνες που υποψιάζονταν ότι ίσως δημιουργούσαν προβλήματα, αν τους δινόταν η ευκαιρία, άρχισαν να παίρνουν θέσεις μάχης —σε αμυντική παράταξη που προστατευόταν πίσω από ένα φράγμα από ασπίδες.
100. Οι Έλληνες, από την πλευρά τους, κινήθηκαν ενάντια στον εχθρό αμέσως μόλις ολοκλήρωσαν τις προετοιμασίες τους. Στη διάρκεια της προέλασής τους, βρήκαν στην παραλία το σκήπτρο ενός κήρυκα και, ταυτόχρονα, κυκλοφόρησε στις γραμμές η φήμη ότι οι Έλληνες είχαν νικήσει το Μαρδόνιο στη Βοιωτία. Είναι πολλά τα γεγονότα που με ωθούν να πιστέψω ότι το θεϊκό χέρι επεμβαίνει πολύ συχνά στις ανθρώπινες υποθέσεις, γιατί, πώς αλλιώς εξηγείται ότι η ήττα των Περσών στη Μυκάλη συνέβη την ίδια ακριβώς μέρα με την πανωλεθρία τους στις Πλαταιές ή ότι μια τέτοια φήμη κυκλοφόρησε στους Έλληνες, δίνοντας σε όλους τους άνδρες διπλάσιο θάρρος και αποφασιστικότητα να διακινδυνεύσουν τη ζωή τους για την πατρίδα τους.
Χάρτης, ο οποίος δείχνει τη θέση της Μυκάλης σε σχέση με τη Λάδη, τη Σάμο και τη Μίλητο
101. Άλλη μια παράξενη σύμπτωση συνέβη. Και οι δύο μάχες δόθηκαν κοντά σε ναούς της Ελευσίνιας Δήμητρας — αφού, όπως ανέφερα ήδη, και η μάχη των Πλαταιών έγινε πολύ κοντά στο Δημήτριο και, το ίδιο ακριβώς συνέβη και στη Μυκάλη. Επιπλέον, η φήμη ότι οι άνδρες του Παυσανία είχαν νικήσει στις Πλαταιές ήταν απόλυτα ορθή, γιατί η μάχη των Πλαταιών έγινε νωρίς το πρωί, ενώ η συμπλοκή στη Μυκάλη δεν έλαβε χώρα παρά το απόγευμα. Η σύμπτωση της ημερομηνίας και του μήνα αποδείχτηκε, όταν υπολόγισαν τις μέρες προς τα πίσω, λίγο αργότερα. Προτού πάρουν την αναφορά από τις Πλαταιές, οι άνδρες ανησυχούσαν πολύ, όχι τόσο για τους εαυτούς τους όσο για την τύχη των συμπατριωτών τους που θα αντιμετώπιζαν το Μαρδόνιο· μόλις, όμως, έλαβαν τα καλά νέα, άρχισαν την επίθεση με πολύ υψηλότερο ηθικό και ζωηρό βηματισμό. Έτσι, και οι δύο αντίπαλοι ανυπομονούσαν να συγκρουστούν, γνωρίζοντας ότι αντικειμενικός σκοπός της αναμέτρησης τους ήταν ο έλεγχος του Ελλησπόντου και των νησιών του Αιγαίου.
102. Οι Αθηναίοι, τώρα, μαζί με αυτούς που ήταν παραταγμένοι δίπλα τους, σχεδόν μέχρι το κέντρο, βάδιζαν κατά μήκος της παραλίας, σε επίπεδο έδαφος, ενώ ο δρόμος των Λακεδαιμονίων κι αυτών δίπλα τους ανέβαινε κι έκλεινε από ψηλά βουνά. Κατά συνέπεια, οι Αθηναίοι είχαν εμπλακεί ήδη στη μάχη, όσο οι Λακεδαιμόνιοι έκαναν ακόμα τον κύκλο. Οι Πέρσες, όσο έμειναν ανέπαφα τα γέρρα, απωθούσαν με επιτυχία όλες τις επιθέσεις και δεν ήταν σε τόσο δύσκολη θέση· από τη στιγμή, όμως, που οι Αθηναίοι και οι μονάδες που πολεμούσαν μαζί τους, προτιμώντας να αποσπάσουν οι ίδιοι τη δόξα της μάχης παρά να την παραχωρήσουν στους Σπαρτιάτες, έδωσαν το σύνθημα κι έγιναν πιο τολμηροί, όλα άλλαξαν. Έσπασαν την αμυντική γραμμή των ασπίδων και ξεχύθηκαν πάνω στον εχθρό με μια γενική επίθεση. Η αλήθεια είναι ότι, για λίγο, οι Πέρσες κατάφεραν να συγκρατήσουν την επίθεση, αλλά στο τέλος αναγκάστηκαν να υποχωρήσουν πίσω από την ασφάλεια του οχυρού τους. Οι Αθηναίοι και, με τη σειρά που ήταν παραταγμένοι, οι άνδρες της Κορίνθου, της Σικυώνας και της Τροιζήνας, κατόρθωσαν να εισβάλουν πίσω ακριβώς από τον εχθρό. Αυτό ήταν το τέλος- γιατί, μόλις έπεσε το τείχος, ο εχθρός δεν πρόβαλε άλλη αξιόλογη αντίσταση - αντίθετα, όλοι τους τράπηκαν σε άτακτη φυγή, εκτός από τους ίδιους τους Πέρσες, οι οποίοι, σε σκόρπιες ομάδες, συνέχισαν να πολεμούν ενάντια στους Έλληνες που ακόμα εισέρρεαν στο οχυρό από την παραλία. Από τους Πέρσες ναυάρχους σώθηκαν μόνο δύο, ο Αρταΰντης, και ο Ιθαμίτρης, ενώ ο Μαρδόντης κι ο διοικητής του στρατού, Τιγράνης, σκοτώθηκαν στη μάχη.
103. Οι Λακεδαιμόνιοι έφτασαν με το υπόλοιπο στράτευμα που τους συνόδευε, ενώ οι περσικές μονάδες αντιστέκονταν ακόμα, δίνοντάς τους έτσι την ευκαιρία να συμμετάσχουν κι αυτοί στην υπόλοιπη μάχη. Οι απώλειες των Ελλήνων ήταν επίσης σημαντικές, κυρίως ανάμεσα στους Σικυωνίους, των οποίων ο στρατηγός Περίλεως σκοτώθηκε. Οι Σάμιοι, που υπηρετούσαν κάτω από διαταγές των Μήδων κι είχαν αφοπλιστεί νωρίτερα, βλέποντας από την αρχή ότι η έκβαση της μάχης ήταν αμφίβολη, έκαναν ό,τι μπορούσαν, για να βοηθήσουν τους Έλληνες- οι υπόλοιποι Ίωνες, ακολουθώντας το παράδειγμα τους, στράφηκαν εναντίον των Περσών διοικητών τους.
104. Οι Μιλήσιοι, όπως ανέφερα, είχαν πάρει διαταγή να φρουρούν τα ορεινά περάσματα, ως μέτρο προφύλαξης των Περσών, που ήθελαν να έχουν οδηγούς που θα τους πήγαιναν σε ασφαλέστερα εδάφη, στην περίπτωση που οι Πέρσες θα είχαν μια κακοτυχία όπως αυτή που τους συνέβη. Παράλληλα, τους είχε ανατεθεί αυτός ο ρόλος και για έναν άλλο λόγο, δηλαδή να τους εμποδίσει να προκαλέσουν προβλήματα στον περσικό στρατό· αυτό που έκαναν στην πράξη ήταν ακριβώς το αντίθετο απ'ό,τι τους είχαν διατάξει· γιατί, όταν οι Πέρσες προσπαθούσαν να διαφύγουν, τους οδήγησαν σε λάθος δρόμο, από μονοπάτια που τους έφερναν ξανά αντιμέτωπους με τον εχθρό και, τελικά, πήραν μέρος στη σφαγή κι αποδείχτηκαν οι χειρότεροι εχθροί τους. Έτσι, αυτή η μέρα έφερε τη δεύτερη στάση των Ιώνων ενάντια στην Περσική κυριαρχία.